Η παραγνωρισμένη ποιήτρια Μπίλη Βέμη

Η παραγνωρισμένη ποιήτρια Μπίλη Βέμη

2' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΜΠΙΛΗ ΒΕΜΗ
Ποιήματα
εκδ. Αγρα, σελ. 346

Είναι ίσως μια περίπτωση παραγνωρισμένης ποιήτριας. Διαβάζοντας για δεύτερη φορά τα ποιήματα της Μπίλης Βέμη (1954-2012) (στη βιβλιοθήκη μου την εντόπισα στον δ΄ τόμο της «Ανθολογίας της ελληνικής ποίησης. 20ός αιώνας», εκδ. Κότινος, σε επιμέλεια Β. Χατζηβασιλείου και Κ. Γ. Παπαγεωργίου), μπαίνοντας στον απολύτως παραμυθητικό –και γι’ αυτό παρήγορο– κόσμο της, άρχισα να αναζητώ λεπτομέρειες αυτής της ιδιότυπης ποιητικής φωνής, που δημοσίευσε για πρώτη φορά στα 12 της χρόνια τη συλλογή «Νέλτο» (1966).

Ηδη από τα πρώτα της ποιήματα, που διαθέτουν συγγνωστή γενναιόδωρη αθωότητα και αφέλεια, η Μπίλη Βέμη δεν έπαψε να μεταφέρει το όνειρο –ή το υπερανθρώπινο, έστω– στα όρια του ρεαλισμού· τα ποιήματά της εν γένει μπλέκουν τη φαντασία – προσευχή με την πραγματικότητα. «Αναπαύομαι/ και δεν ομολογείς/ όταν τα χρόνια που περνούν/ είναι κυνηγητό αυτών που αρνιέσαι/ και που φεύγεις» («Φθινόπωρο», στο «Τοπίο που σε λένε ποίημα», 1987). Βυζαντινή αρχαιολόγος, ξεναγός, υπάλληλος υπουργείων, καθηγήτρια σε ελληνικά πανεπιστήμια, η Μπίλη Βέμη υπήρξε στρατιώτης της παρηγοριάς. Και στις έξι συλλογές της, που περιλαμβάνουν και πεζόμορφα ποιήματα, επιμένει στη γραφή της γυναίκας που παρατηρεί τον κόσμο εκ των έσω – ξεφεύγοντας μόνο στις ονειροφαντασίες της. «Τη νύχτα ο τυφλός τραγουδάει ακουμπισμένος στο σκαμνί του/ η πωλήτρια μένει τελευταία στο κατάστημα/ και το ρύζι δίπλα στο σακί/ ονειρεύεται έναν βάλτο με ήλιο» («Ο τυφλός», στο «Ο κόκορας των θεμελίων», 1971).

«Τους έζησα ολότελα/ πριν με σφάξουν/ Χιόνιζε μέσα στη νύχτα/ και η κρυμμένη μπάντα ολοένα δυνάμωνε/ Ακροβάτες με ρούχα παιδικά/ κρέμονταν και γιόρταζαν πάνω στο χιόνι/ Με σέρνανε και μένα στα εναέρια σύρματα/ γεμάτη τρόμο στις πρωτόγνωρες ασκήσεις/ λέγοντας το ρολόι δουλεύει και κλέβει/ όσο ο χρόνος δεν κερδίζεται» («Νεαρόν ύδωρ»). Εδώ μάλλον εκφράζεται καθαρότερα η ποιητική της: κάθε κυνισμός καταλήγει σε τρυφερή παραμυθία. Είναι, εξάλλου, μία από τις ικανότητες της ποιήτριας – αρχαιολόγου να τοποθετεί τα σπαράγματα που ανακαλύπτει σε έναν ολότελα ρεαλιστικό μύθο-μάθημα· κοντολογίς, στο ποιητικό της σωσίβιο.

Θα περίμενε κανείς ότι σε μία τέτοιου είδους αφιερωματική έκδοση το επίμετρο θα έθετε γερά θεωρητικά θεμέλια αποτίμησης του έργου της Βέμη. Καίτοι ανεπαρκές, το επίμετρο του συναδέλφου και φίλου της Θωμά Μπεχλιβάνη, επίτιμου σχολικού συμβούλου και διδάκτορος Ν.Ε. Φιλολογίας, είναι μία πρώτη, ακροθιγής εισαγωγή στο έργο της και στη ζωή της. Οπως είχε γράψει και η ίδια: «Το ποίημα είναι χρυσό κιβώτιο/ λάρνακα με δεσμούς που απλώνονται στο χρόνο/ Μπορεί να κολυμπήσει/ Αν το θελήσει/ Μα να σηκώσει τον ποιητή πιο πάνω/ απ’ ό,τι εκείνος δέχτηκε να κουβαλάει/ Δεν μπορεί/ Μοίρα ανεξάρτητη τους τρέφει/ Και συναντιόνται πότε πότε στο μεγάλο ξέφωτο». Τα υπόλοιπα επαφίενται στους αναγνώστες. Γι’ αυτούς εξάλλου φαίνεται να επιμελείτο επί μακρόν τα έργα της προτού προώρως εκδημήσει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT