ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΙΝΙΚΟΠΟΥΛΟΣ
Το στοίχημα του Πασκάλ
Δοκίμια κριτικής του νεο-αθεϊσμού και της θρησκευτικής νεωτερικότητας
εκδ. Εν πλω, 2015
Η μελέτη του Δημήτρη Τσινικόπουλου «Το στοίχημα του Πασκάλ» προωθεί τη συζήτηση που κρατά εδώ και δεκαετίες περί της διδασκαλίας των Νεωτερικών σχετικά με τον Θεό και την αθεΐα, και μάλιστα τις θεωρίες περί Θεού και περί πίστεως. Εχει προηγηθεί «Το μυστήριο του κακού» (Εκδόσεις Νησίδες, 2014, σελ. 129), όπου τον συγγραφέα απασχόλησαν η φύση και η προέλευση του «κακού» και η εξάρτησή του από το πρόβλημα της ύπαρξης του Θεού.
Πηγή της μελέτης αποτελούν οι «Σκέψεις» του Πασκάλ, γραμμένες στο παλιό μοναστήρι του Port-Royal, όπου αποτραβήχτηκε για να μελετήσει τον άνθρωπο, όντας ήδη διάσημος για τη φυσικομαθηματική του διάνοια και έχοντας κάνει τη διάκριση ανάμεσα στον Θεό του Αβραάμ και του Ισαάκ και στον Θεό της φιλοσοφίας. Ο Πασκάλ, δύσπιστος μπροστά στον θρίαμβο της επιστήμης και στην παντοδυναμία της λογικής, διαπιστώνει πως άλλο επιστημονική βεβαιότητα και άλλο πραγματικότητα. Αποφασισμένος να μην ξεμακρύνει από την κατάσταση του ανθρώπου σπουδάζοντας φυσικομαθηματικά, διατυπώνει το «στοίχημά» του:
«Θεός υπάρχει ή δεν υπάρχει; Ισως πείτε δεν ξέρω, δεν μ’ ενδιαφέρει… Δεν μπορείτε όμως να ξεφύγετε τόσο απλά… Και μόνο που το σκέφτεστε, μπλέξατε! Λοιπόν, βάλτε στοίχημα ότι Θεός υπάρχει! Αν δεν υπάρχει και χάσετε, τελικά δεν χάνετε τίποτε. Ετσι κι αλλιώς καμιά ογδονταριά χρόνια θα ζήσετε στον αγώνα για το ανέφικτο και θα πεθάνετε. Αν όμως υπάρχει Θεός και κερδίσετε το στοίχημα, κερδίζετε τα πάντα! Πνευματική σχέση με το υπέρτατο ον, νόημα στη ζωή, αιώνια ζωή! Στοιχηματίστε λοιπόν ότι υπάρχει!».
Είναι προφανές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα καθαρά θεολογικό θέμα. Ο Τσινικόπουλος ωστόσο, νομικός ο ίδιος από τη Θεσσαλονίκη, δεν μιλά ως θεολόγος, ούτε υπερασπίζεται τον Χριστιανισμό με τρόπο δογματικό. Κι αυτό επειδή ακολούθησε τον δυσπρόσιτο μοναχικό δρόμο του ερευνητή που πιστεύει ακράδαντα στον φωτισμό του ανθρώπου. «Κι όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά», γράφει. «Δεν ξυπνάς ένα πρωί με την απόφαση να πιστέψεις στον Θεό!». Αφήνει λοιπόν τον Πασκάλ να απαντά «καθ’ υποφοράν», σαν να γνώριζε τους ισχυρισμούς των σκεπτικιστών και των νεοαθεϊστών των ημερών μας.
Στις τριάντα έξι ενότητες της μελέτης θίγονται θέματα όπως η πίστη ως βεβαιότητα και το κατά πόσον είναι συμβατή με τη λογική, με δεδομένο όμως το γεγονός ότι η καρδιά έχει τη δική της λογική που αγνοεί και αψηφά τους νόμους της λογικής. Η πίστη ούτε παράλογη είναι ούτε ανέφικτη. Είναι έλλογη και υπέρλογη. Αλλο όμως είναι το υπέρλογο που μας ξεπερνάει και άλλο το παράλογο. Στη μελέτη «ανασκευάζονται κρίσεις και απόψεις όσων προωθώντας μια αθεϊστική θεώρηση της ζωής διαγράφουν τη χριστιανική παράδοση», τονίζεται στον πρόλογο του έργου, που υπογράφει ο συγγραφέας Σωτήρης Γουνελάς.
Η επιλογή των ενοτήτων υπηρετεί αποτελεσματικά τον σκοπό του συγγραφέα, που επιχειρεί να απαντήσει σε θέματα θρησκείας, πίστης, ακόμα και αξιοπιστίας των θαυμάτων και της αυθεντικότητας της Βίβλου. Ηταν πράγματι ο Χριστός κοινωνικός επαναστάτης; Μήπως ο Απόστολος Παύλος υπήρξε όντως συνήγορος της δουλείας, αντιφεμινιστής ή μισογύνης; Κατά πόσον ευθύνεται ο «αποχριστιανισμός» της Δύσης για το άνοιγμα των θυρών στα δόγματα της απολυτότητας των ισλαμιστών και των άλλων θρησκειών, με αποτέλεσμα τις γνωστές συνέπειες; («Μονοθεϊσμός, ελευθερία και τρομοκρατία»)
Για την έξαρση της θρησκευτικής βίας στην εποχή μας κατηγορούνται κυρίως οι μονοθεϊστικές θρησκείες, ενώ οι πολυθεϊστικές (Ινδουισμός κ.λπ.) θεωρούνται ανεκτικότερες. Ο πρώην άθεος φιλόσοφος Α. Φλιου έρχεται να δώσει την απάντηση: «Το να κατηγορεί κανείς τον Χριστιανισμό για τη βία των κακών εκπροσώπων του είναι σαν να κατηγορεί τον Αϊνστάιν που ανακάλυψε τη θεωρία της σχετικότητας, επειδή με βάση αυτήν κατασκευάστηκε η ατομική βόμβα!».
Οταν η ειρήνη, η ανεξαρτησία, τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου, οι αξίες της ζωής που δίνουν νόημα στην ύπαρξή του πέφτουν θύματα της γενικευμένης έξαρσης του φανατισμού, το πρόβλημα για τον άνθρωπο συνίσταται στη διαφύλαξη της ανθρωπιάς του. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, αυτό συμβαίνει όταν η πολιτική εμπλέκεται στη θρησκεία και η θρησκεία εναγκαλίζεται την πολιτική.
Στα μεγάλα αυτά προβλήματα και ερωτήματα μαζί αφιερώνονται τα δοκίμια του Δημήτρη Τσινικόπουλου, ο οποίος ανήκει στη γενιά που μεγάλωσε μέσα στην αισιόδοξη υπόσχεση του διαρκώς αυξανόμενου πλούτου και των προοπτικών της παγκοσμιοποίησης, και χειραφετήθηκε απότομα μέσα από μια κρίση, όχι αποκλειστικά οικονομική, αλλά κυρίως πολιτισμική με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Και όπως όλοι εμείς που ονειρευτήκαμε έναν καινούργιο και πιο σωστά οργανωμένο κόσμο, διαπιστώνει πως το παιχνίδι στο οποίο είχε επενδύσει τη ζωή και την ευτυχία του είναι σχεδόν χαμένο. Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, μήπως έφτασε η στιγμή για τη νέα γενιά. Τη γενιά που θα πάρει τη μοίρα της στα χέρια της και θα ριχτεί με ορμή στο μέλλον, αναζητώντας τον «χαμένο χρόνο» που οι πατέρες της δεν κατάφεραν να κερδίσουν.