Η άγνωστη μουσική πλευρά του Μάρτιν Σκορσέζε

Η άγνωστη μουσική πλευρά του Μάρτιν Σκορσέζε

4' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αγάπη του Μάρτιν Σκορσέζε για την ποπ και ροκ μουσική είναι γνωστή και διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη φιλμογραφία του από τα πρώτα κιόλας βήματα της καλλιτεχνικής διαδρομής του. Γεννημένος το 1943 και μεγαλωμένος στο Κουίνς της Νέας Υόρκης σε αυστηρό καθολικό περιβάλλον, το οποίο του εντρύφησε την ιδέα να γίνει ιερέας, το 1953 κι ενώ πήγαινε ακόμη σχολείο, γνώρισε τον νεαρό ιερέα Frank Principe, ο οποίος μιλούσε στο εκκλησίασμά του για τον Μπετόβεν και τον Τσαϊκόφσκι.

Δύο χρόνια μετά, η έκρηξη του ροκ εντ ρολ συνεπήρε τον έφηβο Σκορσέζε. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Cardinal Hayes High School, ξεκίνησε να αγοράζει μανιωδώς 45άρια και όταν μπήκε στο σινεμά, αυτά τα δισκάκια περιείχαν το DNA των κινηματογραφικών του ιδεών.

Στην πρώτη του ταινία, «Who’s That Knocking At My Door» (1967), o Σκορσέζε χρησιμοποιεί το κλασικό τραγούδι «The End» των Doors για να «ντύσει» τη γυμνή σκηνή του Χάρβεϊ Καϊτέλ. Το αποτέλεσμα αφήνει την αίσθηση ενός πρώιμου βιντεοκλίπ και συγχρόνως αποτελεί τον προάγγελο για το πώς ο Σκορσέζε θα χρησιμοποιήσει μετέπειτα ποπ και ροκ ήχους, για να δώσει στις σκηνές των ταινιών του έναν ανατρεπτικό χαρακτήρα. Δύο χρόνια μετά, βρίσκεται στους συντελεστές που θα καλύψουν το ιστορικό φεστιβάλ του Γούντστοκ. Η άψογη τεχνική του στην οπτικοποίηση της μουσικής και τη σύνδεση των στίχων με το συναίσθημα είχε ως αποτέλεσμα την εκπληκτική κινηματογραφική απεικόνιση του αντιπολεμικού μηνύματος του Country Joe μέσα από το τραγούδι «I’ m Fixing to Die Rag».

Στην πρώτη σπουδαία ταινία «Κακόφημοι δρόμοι» (1973), η προσωπική καλλιτεχνική δήλωση του Σκορσέζε απεικονίζεται στην αξέχαστη σκηνή, με τον Καϊτέλ να ξυπνάει ανήσυχος έπειτα από έναν εφιάλτη και να ξαναβουλιάζει το κεφάλι του στο μαξιλάρι, υπό τον ήχο του εμβληματικού drum beat της εισαγωγής του «Be My Baby» των Ronettes.

Το 1976, ο Σκορσέζε γύρισε την ταινία-ορόσημο «Ο ταξιτζής». Η μουσική επένδυση του Μπέρναρντ Χέρμαν είναι εξαιρετική, αλλά το τραγούδι «Late For The Sky» του σπουδαίου Jackson Brown θα στοιχειώσει τους θεατές όταν ο Ρόμπερτ ντε Νίρο, βυθισμένος στη μοναξιά του, κρατάει το όπλο του και «σκοτώνει» την αθωότητα μιας εποχής που περνάει ανεπιστρεπτί μέσα από την ξεθωριασμένη οθόνη της μικρής του τηλεόρασης.

Η μουσική του «Goodfellas»

Ο Σκορσέζε θα επανέλθει δυναμικά, μετά την αποτυχία του «Νέα Υόρκη, Νέα Υόρκη», με την κινηματογράφηση της συναυλίας των The Band. Μαζί τους θα εμφανιστεί η αφρόκρεμα της αμερικανικής μουσικής από τον Muddy Waters και τον Μπομπ Ντίλαν στον Νιλ Γιανγκ, την Τζόνι Μίτσελ και τον Δρ Τζον. Οι εκπρόσωποι του βρετανικού ήχου –Ερικ Κλάπτον, Ρίνγκο Σταρ και Ρόνι Γουντ– δεν θα μπορούσαν να λείπουν από αυτό το υπέροχο μωσαϊκό της ποπ μουσικής, με τον Σκορσέζε να δημιουργεί ένα από τα σπουδαιότερα ροκ ντοκιμαντέρ όλων των εποχών, το «The Last Waltz».

Το 1980, o Σκορσέζε μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τη ζωή του Τζέικ Λα Μότα, ενός μποξέρ γνωστού ως «Raging Bull» («Οργισμένο είδωλο», ο ελληνικός τίτλος). Το διάσημο, μελαγχολικό Ιντερμέτζο από την όπερα «Καβαλερία Ρουστικάνα» του Πιέτρο Μασκάνι εκφράζει με λυρισμό και μεγαλοπρέπεια την ιταλική κληρονομιά του μποξέρ. Στην επόμενη ταινία του, «Το χρώμα του χρήματος», με τους Πολ Νιούμαν και Τομ Κρουζ, ο Σκορσέζε χρησιμοποιήσει τη «βρώμικη» μουσική που ακουγόταν στα jukeboxes των μπιλιαρδάδικων. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να βρεθεί πιο ταιριαστό κομμάτι από το «Werewolves of London» του Warren Zevon για να πλαισιώσει τη σκηνή του υπερόπτη Κρουζ. Το καλοκαίρι του 1987, ο πολυπράγμων Σκορσέζε σκηνοθετεί και το 18λεπτο βιντεοκλίπ «Bad» του βασιλιά της ποπ, Μάικλ Τζάκσον.

Στην αυγή της δεκαετίας του ’90, ο Σκορσέζε δημιουργεί μία από τις σημαντικότερες ταινίες του, το «Goodfellas». Το σάουντρακ είναι το αποκορύφωμα της χαρισματικής μουσικής επιμέλειας του σκηνοθέτη. Οι κορυφαίες στιγμές που ξεχωρίζουν είναι η ρομαντική έξοδος του γκάνκστερ Ρέι Λιότα με τη μελλοντική σύζυγό του. Η προσπάθειά του να τη μαγέψει με τις γνωριμίες του, από τον δρόμο έξω από το κλαμπ Copacabana μέχρι μέσα όπου και εμφανίζεται ο Henny Youngman, συνοδεύεται από το διαχρονικό τραγούδι «Then Ηe Κissed Μe» των Crystals. Χωρίς αμφιβολία, μία από τις πιο διάσημες steadicam σκηνές στην ιστορία του σινεμά. Η άλλη κορυφαία σκηνή είναι ο απολογισμός ενός μαφιόζικου μακελειού υπό τη μελαγχoλική μελωδία του πιάνου στο «Layla» του Eric Clapton.

Οι Rolling Stones

Η αγάπη του Σκορσέζε για τους Rolling Stones έχει αποτυπωθεί σε πολλές κορυφαίες σκηνές των ταινιών του. Το κλασικό «Gimme Shelter» φαίνεται πως είναι το αγαπημένο τραγούδι του: έχει ακουστεί στο «Casino» και στο «Goodfellas» αλλά και στην αρχή της ταινίας «The Departed». Γενικά, η μουσική δεν αποτελεί μόνο το υπόβαθρο, αλλά ένα αναπόσπαστο στοιχείο της αφηγηματικής μεθόδου του Σκορσέζε. Ενα τραγούδι καθορίζει μια χρονική στιγμή ή μια τοποθεσία, και οι στίχοι σχολιάζουν την πλοκή της ταινίας. Ο Σκορσέζε έχει δηλώσει στο μουσικό περιοδικό Uncut: «Η μουσική των Rolling Stones αποτελεί μέρος της ζωής μου, ειδικά την περίοδο της δεκαετίας του ’60. Δεν είχα δει ποτέ την μπάντα ζωντανά μέχρι τις αρχές περίπου του 1970. Βίωνα τη μουσική τους νοερά, ακούγοντας τους δίσκους τους». Στην ίδια συνέντευξη για τη σημασία της μουσικής στις ταινίες του, προσθέτει: «Εχει τις ρίζες της στη μουσική που άκουγα σε όλη μου τη ζωή. Διαφορετικά είδη μουσικής δημιουργούν μια ξεχωριστή ατμόσφαιρα στο μυαλό μου. Αυτό μετατρέπεται σε εικόνες και κινήσεις της κάμερας, που πάντα βρίσκουν τη θέση τους σε κάποιες από τις ταινίες μου».

Τέλος, τα μουσικά ντοκιμαντέρ του Σκορσέζε αγγίζουν σε ποιότητα αυτή των κλασικών ταινιών του. Από την παραγωγή και σκηνοθεσία του εξαιρετικού «The Blues» (2003) και την προβολή της γέννησης και πορείας τους, στο χρονικό της εξέλιξης του Μπομπ Ντίλαν από φολκ τραγουδιστή διαμαρτυρίας σε αστέρα της ροκ μουσικής, μέσα από το «No Direction Home: Bob Dylan». Και από το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ «George Harrison: Living in the Material World» της ζωής και της μουσικής του «ήσυχου σκαθαριού» στην κινηματογραφική μεταφορά της live εμφάνισης των Rolling Stones στο Beacon Theater που κυκλοφόρησε ως «Shine A Light» το 2008. Στα γυρίσματα της τελευταίας, καρποφόρησε η τωρινή συνεργασία του Μάρτιν Σκορσέζε με τον Μικ Τζάγκερ για τη δημιουργία της ροκ δραματικής σειράς «Vinyl».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή