«To Τετράγωνο» (***), βραβευμένο με τον Χρυσό Φοίνικα του τελευταίου Φεστιβάλ Καννών, είναι μια πολυπρισματική ταινία, με πυκνό ιστό και καταιγιστικό ρυθμό μικρογεγονότων που συνθέτουν την καθημερινότητα ενός Βορειοευρωπαίου. Ταινία με υπόγειες συνδέσεις, φανερούς συμβολισμούς, αφελής, απλοϊκή στα αντιθετικά ζεύγη της, αλλά την ίδια στιγμή αφοπλιστική στη ρεαλιστική αποτύπωσή της. Ανιση, λοιπόν; Ο ίδιος ο σκηνοθέτης της, ο 43χρονος Σουηδός Ruben Östlund τη χαρακτηρίζει «δράμα και σάτιρα». Ο κεντρικός ήρωας, ο Κρίστιαν (Claes Bang), είναι επιμελητής σε μουσείο σύγχρονης τέχνης στη Σουηδία. Ωραίος, διανοούμενος, διαζευγμένος με δύο μικρές κόρες, προετοιμάζει επικοινωνιακά την επόμενη εγκατάσταση με τίτλο «The Square», μιας Αργεντινής εικαστικού και κοινωνιολόγου. Ενα φωτεινό, στο περίγραμμα του, τετράγωνο, στην είσοδο του μουσείου, «ένα καταφύγιο εμπιστοσύνης και τρυφερότητας, μέσα στο οποίο είμαστε ίσοι, μοιραζόμαστε δικαιώματα και υποχρεώσεις». «Αν μπείτε μέσα στον χώρο και ζητήσετε βοήθεια, οποιοσδήποτε περαστικός είναι υποχρεωμένος να σας βοηθήσει», εξηγεί ο Κρίστιαν.
Είτε είναι κανείς επαίτης και θέλει φαγητό είτε απελπισμένος και χρειάζεται κάποιον να του μιλήσει. Το θέμα της αλληλεγγύης είναι από τα κυρίαρχα στην ταινία. Ανήμποροι και επαίτες, τους οποίους όλοι προσπερνούν, μια κοινωνία ευμάρειας αλλά και αναλγησίας, που ζει και τρέφεται από τόνους πολιτικής ορθότητας. Το «Τετράγωνο» βασίζεται, εν πολλοίς, στη διαρκή αντιπαράθεση και στα δίπολα: τέχνη και μάρκετινγκ, η εννοιακή τέχνη και η α-νόητη τέχνη, αυτοί που δεν έχουν τίποτα κι αυτοί που έχουν τα πάντα, καλωσορίσατε στο μουσείο – καλωσορίσατε στη ζούγκλα, ανθρωπιά και απανθρωπιά. Παράλληλα, οι έννοιες της ευθύνης, των ορίων στην τέχνη, της ελευθερίας της έκφρασης, της (βόρειας – έχει σημασία ο γεωγραφικός προσδιορισμός) Ευρώπης σήμερα, των ξένων και μεταναστών, όλα χωρούν στο εσωτερικό του τετραγώνου. Ο Ruben Östlund («Ανωτέρα βία») στέλνει ένα μήνυμα ανησυχαστικό και ευσπλαχνικό. Ομως, δεν παύει να «στέλνει μήνυμα». Κι αυτό είναι τόσο προφανές, που αφαιρεί «βαθμούς» από μια καλή, με σύγχρονη κοινωνική ματιά, ταινία.
Ο Γούντι Αλεν είναι 82 χρόνων κι αυτό έχει τη σημασία του. Νοσταλγεί πολύ, επιστρέφει στο παρελθόν περισσότερο από όσο ζει στο παρόν, κλείνεται στον κόσμο του εμμονικά (και όχι, εδώ και καιρό, γοητευτικά). Η ηρωίδα τού «Wonder wheel» (**1/2) είναι μια μικροαστική εκδοχή της μεγαλοαστής Κέιτ Μπλάνσετ στη «Θλιμμένη Τζασμίν», με πρωταγωνίστρια την Κέιτ Ουίνσλετ αυτή τη φορά. Τόπος, το Κόνι Αϊλαντ στη δεκαετία του ’50. Μια πρώην ηθοποιός, 40άρα πλέον, που καταλήγει σερβιτόρα και ζει έναν άτυχο έρωτα με έναν, μικρότερό της, ναυαγοσώστη και επίδοξο θεατρικό συγγραφέα (Τζάστιν Τίμπερλεϊκ), ένα πυρομανές μικρό αγόρι (ο γιος, από πρώτο γάμο), μια ανομοιογενής ομάδα βασανισμένων, νευρωτικών ανθρώπων που ζουν και εργάζονται στα λούνα παρκ του Κόνι Αϊλαντ με τη θεαματική ρόδα. Ο καθοριστικός ρόλος της μοίρας, η αρχαία ελληνική τραγωδία, η αποτυχία της ψυχανάλυσης, η καρδιά «που έχει τα δικά της ιερογλυφικά», μεγάλη δόση από Τένεσι Ουίλιαμς (πάλι «παρούσα» η Μπλανς Ντιμπουά) και μια επίγευση από Τσέχοφ. Η θεματική «ρόδα» του Γούντι Αλεν. Στο τέλος (όπως στον «Θείο Βάνια») όλα επιστρέφουν στην απαρίθμηση μιας υπνωτιστικής, στη σαρωτική επανάληψή της, καθημερινότητας. Θαυμάσια η χρωματική παλέτα τού σπουδαίου Βιτόριο Στοράρο (διευθυντής φωτογραφίας).
Ο The Boy, κατά κόσμον Αλέξανδρος Βούλγαρης, υπογράφει το «Νήμα» (***), την τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του, η οποία αποτελεί νέα απόδειξη πως πρόκειται για έναν από τους πιο ξεχωριστούς καλλιτέχνες (κι όχι μόνο κινηματογραφιστές) της γενιάς του. Η αφήγηση έχει τη συνοχή που εκείνος της επιτρέπει. Η πρωταγωνίστριά του, η Νίκη, είναι σημαίνον μέλος της αντιδικτατορικής δράσης, γυναίκα δυναμική και παθιασμένη. Οταν φέρνει στον κόσμο τον γιο της, θα πρέπει να συνδυάσει τις προηγούμενες συνήθειες και καθήκοντά της με εκείνα της μητέρας.
Χρησιμοποιώντας (πιθανότατα) αυτοβιογραφικά στοιχεία αλλά και τη δική του δημιουργική φαντασία, ο Βούλγαρης κατασκευάζει έναν κόσμο μουσικής –την υπογράφουν ο ίδιος και ο Felizol– και τολμηρών εικόνων, οι οποίες συχνά δεν περνούν καν από την οθόνη· σχηματίζονται απλώς, σχεδόν σαν αυθυποβολή, στο μυαλό τού θεατή. Οι κώδικές του είναι συχνά αδιαπέραστοι, όμως και χρωματισμένοι με πινελιές ποπ ιδιοφυΐας, ενώ η Σοφία Κόκκαλη (βραβευμένη από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου) αποδίδει εξαιρετικά τον διπλό της ρόλο. Τις προβολές των 10 μ.μ. στο «Αστορ», ακολουθούν μουσικά λάιβ με γνωστούς καλλιτέχνες.
Κυκλοφορεί ακόμα το γαλλικό animation «Eγώ, ο Κολοκυθάκης» (***), από τις ωραιότερες και πιο συγκινητικές δουλειές του είδους που έχουμε δει τελευταία. Ενα μικρό αγόρι χάνει ξαφνικά τη μητέρα του, η οποία τον παραμελούσε και καταλήγει σε ορφανοτροφείο μαζί με άλλα παιδιά της ηλικίας του. Ο δεσμός που θα αναπτύξει μαζί τους και η αθώα παιδική ψυχή είναι τα μόνα του όπλα απέναντι στον συνήθως παράλογο κόσμο των μεγάλων.
CINEMA ALERT
Εγινε πασίγνωστος –και πάμπλουτος–, από παιδάκι ακόμη, ερμηνεύοντας τον ρόλο του μαθητευόμενου μάγου στη σειρά ταινιών «Χάρι Πότερ». Πιθανότατα δεν θα ξεφύγει ποτέ από τη σφραγίδα του συγκεκριμένου ήρωα, ωστόσο, στα 28 του πια, ο Ντάνιελ Ράντκλιφ μοιάζει περισσότερο από ποτέ με κανονικό ηθοποιό· δεν είναι απλώς το αγόρι με το σημάδι στο μέτωπο. Στη «Ζούγκλα» που κυκλοφορεί αυτή την εβδομάδα δίνει και μια αρκετά πειστική ερμηνεία (έχουν προηγηθεί οι επίσης καλές στα «Swiss Army Man» και «Αυτοκρατορία»), υποδυόμενος τον εξερευνητή Γιόσι Γκίνσμπεργκ, ο οποίος πέρασε μια απίστευτη περιπέτεια στις ζούγκλες του Αμαζονίου.