Στα μουσικά ίχνη της τσαρικής Ρωσίας

Στα μουσικά ίχνη της τσαρικής Ρωσίας

2' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Απρόσμενη όσο και συναρπαστική είναι η νέα πρόταση της Τσετσίλια Μπάρτολι. Το 1999, με το σήμερα πλέον κλασικό «Vivaldi album», η Ιταλίδα ντίβα αποκάλυψε στο ευρύ κοινό έναν μουσικό κόσμο έως τότε γνωστό μόνο σε λίγους. Αυτό που ορισμένοι είχαν θεωρήσει ρίσκο, σημείωσε ρεκόρ πωλήσεων. Από τότε η Μπάρτολι δεν έπαψε να ξεσκονίζει λησμονημένες παρτιτούρες και να εκπλήσσει ευχάριστα, ανοίγοντας απρόσμενα κεφάλαια στην ιστορία της μουσικής.

Αυτή τη φορά στράφηκε στην τσαρική Ρωσία του 18ου αιώνα, τότε που μπήκαν τα θεμέλια της σημαντικής μουσικής παράδοσης της χώρας. Ηταν ο Μέγας Πέτρος εκείνος, ο οποίος εισήγαγε πολλές μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς. Σε ό,τι αφορά τα γράμματα και τις τέχνες επέβαλε τη στροφή της χώρας προς τη Δύση και τον Διαφωτισμό. Ωστόσο στον τομέα της μουσικής αποφασιστικό ρόλο έπαιξαν τρεις τσαρίνες: η Αννα, η Ελισάβετ και η Μεγάλη Αικατερίνη. Ηταν η Αννα εκείνη, η οποία εγκατέστησε ιταλικό θίασο όπερας στην Αγία Πετρούπολη και μάλιστα με εξέχοντες μουσικούς, όπως ο Ντομένικο Νταλ’ Ολιο. Το 1732 εκείνη ίδρυσε την πρώτη μουσική ακαδημία της χώρας.

Ο Ναπολιτάνος Φραντσέσκο Αράια έγινε ο πρώτος «αυλικός συνθέτης» κι ήταν αυτός, ο οποίος το 1755 συνέθεσε την πρώτη όπερα σε ρωσικό ποιητικό κείμενο. Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε στη Ρωσία ο διάσημος καστράτος Καρεστίνι. Βασίλευε ήδη η Ελισάβετ, η οποία κάλεσε στην αυλή έναν ακόμα συνθέτη, τον παραγωγικό Γερμανό τσεμπαλίστα Χέρμαν Φρίντριχ Ράουπαχ. Οταν ανέβηκε στον θρόνο η Αικατερίνη, μουσική και όπερα άνθησαν στη Ρωσία, καθώς ιδρύθηκαν ορχήστρες και εγκαινιάστηκαν λυρικά θέατρα σε αρκετές πόλεις. Αυτή η τσαρίνα κάλεσε στην αυλή της τον Ντομένικο Τσιμαρόζα, εκείνη την εποχή έναν από τους διασημότερους συνθέτες σε όλη την Ευρώπη.

Ρωσικό μπαρόκ

Η Τσετσίλια Μπάρτολι στράφηκε στον αιώνα που κάλυψαν με τη βασιλεία τους οι τρεις αυτοκράτειρες. Ξεχώρισε από τις βιβλιοθήκες μία σειρά από άριες σε ιταλική αλλά και σε ρωσική γλώσσα και τις ηχογράφησε παγκοσμίως για πρώτη φορά. Γραμμένες στο τότε διεθνές ιδίωμα της ιταλικής σοβαρής όπερας, αποτελούν παρ’ όλα αυτά κομμάτι της ρωσικής μουσικής παράδοσης. Η ίδια η Μπάρτολι εμφανίζεται στο απόγειο των δυνάμεών της: ερμηνεύει τη μουσική με μια φωνή που μοιάζει δίχως όρια και με την αισθητική σιγουριά της μακροχρόνιας ενασχόλησής της με το ρεπερτόριο του 18ου αιώνα. Οι δεξιοτεχνικές σελίδες, γεμάτες από τα πιο περίτεχνα ποικίλματα, κυριολεκτικά ακτινοβολούν χάρη στην ενέργεια αλλά και στην απαράμιλλη τεχνική της. Στις λυρικές, πάλι, έχει κανείς την αίσθηση ότι η φωνή είναι αβαρής και κυλά τελείως αβίαστα, με τον πιο φυσικό τρόπο. Την τραγουδίστρια συνοδεύει για ακόμα μία φορά ο έμπειρος Ντιέγκο Φαζόλις.

Καθώς η περιπετειώδης Τσετσίλια κινείται προς ανατολάς, δεν αποκλείει κανείς επόμενος σταθμός να είναι η γειτονική Τουρκία, όπου το 1828 ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ κάλεσε τον Τζουζέπε Ντονιτσέτι, αδελφό του συνθέτη της «Λουτσίας ντι Λάμερμουρ», να επιβλέψει την εισαγωγή δυτικής μουσικής στη χώρα. Εκτός εάν κάποιος προλάβει και δείξει στην Μπάρτολι τις «Ελληνικές άριες» που συνέθετε την ίδια εποχή ο Νικόλαος Μάντζαρος. Ισως τότε, η Ιταλίδα μεσόφωνος αποδειχτεί η καλύτερη πρέσβειρά μας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή