Πάθος και ομορφιά με την «Τόσκα» στο Ηρώδειο από τη Λυρική

Πάθος και ομορφιά με την «Τόσκα» στο Ηρώδειο από τη Λυρική

3' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν και εδώ και αρκετά χρόνια η εμφάνιση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού έχει πάψει να σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη του Φεστιβάλ Αθηνών, παραμένει ένα από τα σταθερά ραντεβού του καλοκαιριού και οπωσδήποτε ένα από τα στοιχεία που εξακολουθούν να συνδέουν το φεστιβάλ με την αρχική σύλληψη των εμπνευστών του.

Φέτος δεν προτάθηκε κάποια νέα παραγωγή αλλά επαναλήφθηκε η επιτυχημένη «Τόσκα» του Τζάκομο Πουτσίνι, που είχε δοθεί στον ίδιο χώρο τον Ιούλιο του 2012. Αυτό πάντως δεν πτόησε το κοινό, αντίθετα, στην πρεμιέρα που παρακολουθήσαμε την Κυριακή, 14 Ιουνίου 2015, το ρωμαϊκό ωδείο ήταν γεμάτο από την πρώτη ώς την τελευταία σειρά ― και αν οι ακριανές κερκίδες του άνω διαζώματος δεν είχαν θυσιαστεί για τις οθόνες των υπέρτιτλων, μάλλον θα είχαν γεμίσει και αυτές.

Σημαντικός παράγοντας επιτυχίας ήταν κατά τη γνώμη μας το βασικό προσόν της σκηνοθεσίας του Αργεντίνου Ούγκο ντε Ανα (σε αναβίωση της Κατερίνας Πετσατώδη), δηλαδή η συμφωνία με την υπόθεση και η καλή αντιστοίχηση του χρόνου της σκηνής με τον χρόνο της μουσικής: το αποτέλεσμα ήταν μια φυσικότητα στη ροή του έργου, χωρίς παραγεμίσματα ή νεκρούς χρόνους.

Αναμφίβολα αυτό βοήθησε και τους τραγουδιστές, που βρέθηκαν στην ευχάριστη θέση αυτό που υποκρίνονται να αντιστοιχεί πλήρως με αυτό που τραγουδούν. Επιπλέον, η καθοδήγηση που δέχθηκαν φάνηκε ότι ήταν καλή και οι περισσότεροι απέδειξαν ότι έχουν και ικανή σκηνική ικανότητα.

Βιντεοπροβολές

Στη σκηνογραφία, επίσης του Ντε Ανα, κυριάρχησε ο τεράστιος εσταυρωμένος που δέσποζε, κυριολεκτικά και συμβολικά, εκτεταμένος στον χώρο ― πλάι στον οποίο ξαπλώθηκε νεκρός με ανοιχτά τα χέρια ο πρωταγωνιστής στην Γ΄ πράξη, σε έναν προφανή παραλληλισμό. Στον τοίχο της σκηνής προβλήθηκαν εντυπωσιακές βιντεοπροβολές, του Σέρτζιο Μετάλι, που απεικόνιζαν τους ιστορικούς χώρους της δράσης και ορισμένα τεκταινόμενα εκτός σκηνής. Φυσικά δεν μπορούσε να λείψει και το μηχάνημα που βγάζει καπνό, με τον δυσάρεστο συριγμό του που σχεδόν κάλυψε τα πάντα στο Te Deum στο τέλος της Α΄ πράξης, όπου και τα φωσφορίζοντα άμφια.

Στη Β΄ πράξη η Τόσκα δεν τοποθέτησε κεριά γύρω από τον νεκρό Σκάρπια αλλά έναν –αντιστικτικά μικρό– εσταυρωμένο, και στο τέλος του έργου αντί για βουτιά στο κενό, η πρωταγωνίστρια χάθηκε στην κεντρική είσοδο. Επιπλέον, ενώ η Γ΄ πράξη εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια της ανατολής του ήλιου, δεν έγινε κάποια προσπάθεια να αποδοθεί αυτό με τους φωτισμούς (Βινίτσιο Κέλι). Τα ενδύματα, και αυτά του Ντε Ανα, ήταν ιστορικά ακριβή και καλοσχεδιασμένα, αλλά έπασχαν από την εμφανή συνύπαρξη υλικών άνισης ποιότητας.

Σε μουσικό επίπεδο η παράσταση υπήρξε μια αδιαμφισβήτητη επιτυχία, σε μια από τις σπάνιες πολυπρόσωπες ελληνικές παραγωγές όπου όλοι οι συντελεστές ήταν εντυπωσιακά καλοί μέχρι και τον μικρότερο ρόλο, σαφώς αντάξια ενός διεθνούς φεστιβάλ.

Διανομή χωρίς αστοχίες

Ξεκινώντας από την πρωταγωνιστική τριάδα, τη Φλόρια Τόσκα ερμήνευσε η υψίφωνος Δήμητρα Θεοδοσίου ― ακόμη μία Ελληνίδα με σπουδαία διεθνή σταδιοδρομία: τραγούδι εξαιρετικά εκφραστικό όσο και μουσικό, με φωτεινή ψηλή περιοχή αλλά και συγκλονιστικές χαμηλές νότες. Μάριο Καβαραντόσι ήταν ο Ρωμαίος τενόρος Ρομπέρτο Αρόνικα, φωνή όμορφη και άνετη, εκφραστική και θερμή, ήδη από το «Recondita armonia» στην Α΄ πράξη απέσπασε το θερμό χειροκρότημα, ενώ και η υποκριτική του ήταν πολύ καλή. Ως βαρώνος Σκάρπια ο βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς δεν επαναπαύτηκε στη σπουδαία φωνή του αλλά κατάφερε να ενσαρκώσει συναρπαστικά έναν ρόλο που απαιτεί κακία μεγατόνων.

Ομως και ο Αντζελότι του Πέτρου Μαγουλά ήταν ένας καλοτραγουδισμένος, πλήρης μελοδραματικός ήρωας. Απολαυστικός ο νεωκόρος του Δημήτρη Κασιούμη, ενώ οι Βαγγέλης Μανιάτης (Σαρόνε), Χαράλαμπος Αλεξανδρόπουλος (Σπολέτα) και Χρήστος Αμβράζης (Δεσμοφύλακας) υποστασιοποίησαν πειστικά τους μικρούς αλλά κομβικούς ρόλους τους. Τέλος, η Χριστίνα Ασημακοπούλου απέδωσε ωραιότατα το τραγούδι του Βοσκού με αγορίστικο «λευκό» ηχόχρωμα.

Ορχήστρα και χορωδίες

Κινούμενοι στα γνώριμα ύδατα του βασικού τους ρεπερτορίου, οι μουσικοί της ορχήστρας δεν δυσκολεύτηκαν να αποδώσουν με άνεση και αυτοπεποίθηση το μουσικό κείμενο. Χορωδία και Παιδική Χορωδία, σε διεύθυνση, αντίστοιχα, Αγαθάγγελου Γεωργακάτου και Μάτας Κατσούλη, πραγματοποίησαν άριστες εμφανίσεις.

Ο αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός, ο οποίος φέτος συνδύασε μαύρο βραδινό κοστούμι με μαύρη μπλούζα με λοξό κόκκινο φερμουάρ στον λαιμό και μαντίλι σε δύο έντονα χρώματα, ερυθρό και γαλάζιο, ανέδειξε με εξίσου απόλυτη πληρότητα τη δραματικότητα της μουσικής όσο και την ομορφιά της παρτιτούρας, με εύστοχους ρυθμούς, πάντοτε υποστηρίζοντας τους τραγουδιστές και συγκρατώντας την ένταση του ήχου στα επιθυμητά επίπεδα, εξασφαλίζοντας στο σύνολό της μια υποδειγματική ερμηνεία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή