Εκτίναξη των δαπανών για συντάξεις

Εκτίναξη των δαπανών για συντάξεις

Στο 18% του ΑΕΠ εκτινάχθηκαν οι δαπάνες για συντάξεις το 2020, εξαιτίας αφενός μεν των αναδρομικών ποσών που επιδικάσθηκαν σε συνταξιούχους με δικαστικές αποφάσεις, αφετέρου δε της μεγάλης ύφεσης.

8' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο 18% του ΑΕΠ εκτίναξαν, το 2020, τις συνταξιοδοτικές δαπάνες της χώρας μας οι συνέπειες της πανδημικής κρίσης στην πορεία ανάκαμψης της χώρας αλλά και οι συνεχείς δικαστικές αποφάσεις που ακύρωσαν προηγούμενους, «μνημονιακούς» νόμους και οδήγησαν σε επιστροφές αναδρομικών ποσών σε εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους. Αν και η δαπάνη βγήκε εκτός ευρωπαϊκού στόχου, η κατάσταση βελτιώνεται άμεσα, κατά την επόμενη 10ετία, ακόμη και αν το έτος αναφοράς δεν είναι το «χτυπημένο» από την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού 2020 αλλά το 2019. 

Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2021-2024 που κατατέθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή από το υπουργείο Οικονομικών, εκτός από τις αναθεωρημένες προβλέψεις της Αθήνας για την οικονομική ανάπτυξη και το χρέος, περιλαμβάνονται και εκτιμήσεις για την πορεία της συνταξιοδοτικής δαπάνης, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σαφώς επηρεασμένες τόσο από την αναπροσαρμογή του ΑΕΠ (-9,7% το 2020) όσο και από τις υποχρεώσεις για επιστροφή αναδρομικών ποσών σε συνταξιούχους, με βάση τις τελευταίες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Τα στοιχεία δείχνουν, βέβαια, ότι τα αμέσως επόμενα χρόνια, ήδη δηλαδή από την επόμενη κιόλας 10ετία, θα υπάρξει σημαντική μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών, με άμεση συνέπεια τη μεγάλη μείωση κατά 6,4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ στις δαπάνες που σχετίζονται με την ηλικία μεταξύ του 2020 και του 2070.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και στηρίζονται στην έκθεση για τη γήρανση του πληθυσμού (Ageing report 2021), που αναμένεται να δημοσιοποιηθεί εντός του Μαΐου, οι συνολικές δαπάνες που σχετίζονται με την ηλικία στη χώρα μας, κατά το «δύσκολο» 2020, ανήλθαν στο 26,4% του ΑΕΠ το 2020, εκ των οποίων το 18,0% αφορούσε συνταξιοδοτικές δαπάνες. Να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat για το 2018 (τα πλέον τελευταία διαθέσιμα στοιχεία), οι δαπάνες για συντάξεις στην Ελλάδα ήταν στο 16,1% του ΑΕΠ, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν στο 12,7%.

Βέβαια, όπως προκύπτει και από τις προβλέψεις του Προγράμματος Σταθερότητας για το διάστημα 2021-2024, οι συνταξιοδοτικές δαπάνες μειώνονται ήδη κατά την πρώτη δεκαετία από 18,0% σε 13,8% και περιορίζονται στο 11,9% του ΑΕΠ στο τέλος του ορίζοντα προβολής, ήτοι το 2070. Μάλιστα, επισημαίνει στο κείμενο που απέστειλε η ελληνική πλευρά στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ότι η φθίνουσα πορεία της πρώτης δεκαετίας ισχύει, ακόμη και αν η σύγκριση δεν γίνει με το αποτέλεσμα του 2020 αλλά με το ποσοστό του 2019, όταν η συνταξιοδοτική δαπάνη ήταν στο 15,7% του ΑΕΠ.

Εκτίναξη των δαπανών για συντάξεις-1

Οσον αφορά τις δαπάνες που σχετίζονται με την ηλικία χωρίς σύνταξη, οι προβλέψεις της έκθεσης για τη γήρανση στην Ε.Ε. του 2021, που αποκαλύπτονται στο πρόγραμμα, παρότι αυτή καθαυτήν η έκθεση θα δημοσιοποιηθεί αργότερα, δείχνουν μικρότερη μείωση από 8,4% σε 8,1% του ΑΕΠ μεταξύ 2020-2070, προφανώς λόγω της σημαντικής αύξησης των ατόμων μεγάλης ηλικίας.

Περιορισμένη αύξηση παρουσιάζουν τα στοιχεία και όσον αφορά τις δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη, καθώς από 5,0% το 2020 αυξάνονται σε 5,4% του ΑΕΠ στο τέλος της περιόδου προβολής, ενώ οι δαπάνες για μακροχρόνια περίθαλψη παραμένουν σταθερές στο 0,2%. Στο πρόγραμμα περιλαμβάνονται προβλέψεις και για το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών (άθροισμα τόσο των εισφορών εργοδότη όσο και αυτών που καταβάλλει ο εργαζόμενος), οι οποίες ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνονται ελαφρώς από 8,4% το 2020 σε 7,9% το 2070. 

Σε μια συνεχή, φθίνουσα πορεία ο πληθυσμός

Σημαντικά κάτω από το απαιτούμενο επίπεδο το οποίο τουλάχιστον θα διατηρούσε τον πληθυσμό της Ελλάδας σταθερό, στα σημερινά επίπεδα, αναμένεται να κινηθεί το ποσοστό γονιμότητας τα επόμενα 50 χρόνια. Γεγονός που οδηγεί σε έναν συνεχώς φθίνοντα πληθυσμό, που το 2070 δεν θα ξεπερνάει τα 8,6 εκατομμύρια άτομα. Παράλληλα, όλο και περισσότεροι πολίτες ηλικίας άνω των 65 ετών θα εξαρτώνται από την εργασία των υπολοίπων, ήτοι του ενεργού πληθυσμού ηλικίας από 20 έως 64 ετών. Την αργή αύξηση του ποσοστού γονιμότητας, που φτάνει μόλις στο 1,5 το μακρινό 2070 από 1,3 το 2020, αλλά και τη συνεχή αύξηση του δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων, παρουσιάζει η δημογραφική ανάλυση που περιλαμβάνεται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2021-2024, όπως κατατέθηκε στην Κομισιόν. Οι δημογραφικές αυτές προβολές δεν λαμβάνουν υπόψη τη σχεδιαζόμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση με την κεφαλαιοποίηση της επικουρικής ασφάλισης για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, από τον Ιανουάριο του 2020, η οποία σύμφωνα και με τον αρμόδιο υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Πάνο Τσακλόγλου έχει μεταξύ των βασικών στόχων της και την αποτελεσματική αντιμετώπιση των επιπτώσεων της γήρανσης του πληθυσμού στο ασφαλιστικό. Οπως επισημαίνουν άλλωστε και οι συντάκτες του προγράμματος, οι παραδοχές πάνω στις οποίες στηρίζονται οι δημογραφικές προβολές δεν λαμβάνουν υπόψη τους πιθανές αλλαγές πολιτικών.

Χαμηλό επίπεδο

Αναλυτικά, για τα επόμενα 50 χρόνια, το ποσοστό γονιμότητας παραμένει κάτω από το απαιτούμενο επίπεδο για τη διατήρηση ενός μη μειούμενου πληθυσμού όπως έχει οριστεί στο 2,1 για τις ανεπτυγμένες χώρες. Αυτό, σε συνδυασμό με την οριακή μεταβολή της καθαρής μετανάστευσης, οδηγεί τον πληθυσμό της χώρας σε μια συνεχή, φθίνουσα πορεία, με αποτέλεσμα από 10,7 εκατ. που είναι σήμερα, να προβλέπεται ότι μειώνεται σε 9,9 εκατ. το 2040 και πέφτει στο 8,6 εκατ. στο τέλος της εξεταζόμενης περιόδου, το 2070.  

Ως ένας επιπρόσθετος, επιβαρυντικός παράγοντας, κυρίως στο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας και στην πορεία των συνταξιοδοτικών δαπανών, έρχεται να λειτουργήσει ο δείκτης εξάρτησης γήρατος, που αναφέρεται στον αριθμό των ατόμων άνω των 65 ετών, προς τον ενεργό πληθυσμό, ηλικίας από 20 έως 64 ετών. Ο δείκτης αυτός αυξάνεται από 37,9 το 2019 σε 68,2 το 2050 και στη συνέχεια μειώνεται σε 65,2 το 2070. Αντίθετη πορεία έχει το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση, το οποίο αυξάνεται από 79,0 το 2019 σε 86,4 το 2070 για τους άνδρες και από 84,3 το 2019 σε 90,3 το 2070 για τις γυναίκες. Το προσδόκιμο ζωής στα 65, δηλαδή πόσα χρόνια αναμένεται να ζήσει κατά μέσον όρο κάποιος, μετά τα 65 έτη, αυξάνεται από 18,8 το έτος βάσης σε 23,9 στο τέλος της περιόδου προβολής για τους άνδρες και από 21,8 έως 26,7 για τις γυναίκες.

Αργός ρυθμός

Να σημειωθεί ότι οι βασικές μακροοικονομικές παραδοχές που ελήφθησαν υπόψη για να γίνουν οι δημογραφικές προβολές, δείχνουν έναν αργά αυξανόμενο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ, που θα φθάσει στην κορυφή του 1,7% το 2040 και στη συνέχεια θα μειωθεί σταδιακά στο 1,3% έως το 2070, ενώ η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας προβλέπεται να ακολουθήσει μια αυξανόμενη πορεία έως το 2040, φτάνοντας στην κορυφή του 2,2% και στη συνέχεια σταδιακά θα πέσει στο 1,5% το 2070. Οι βασικοί καθοριστικοί παράγοντες, δηλαδή η αύξηση της παραγωγικότητας του συντελεστή εργασίας και το απόθεμα κεφαλαίου ανά εργαζόμενο, ακολουθούν παρόμοια πορεία. Για το 2020 λόγω της κρίσης κορωνοϊού, ο πραγματικός ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ που χρησιμοποιήθηκε ήταν -9,7%.

Εκτίναξη των δαπανών για συντάξεις-2

«Τρέχουν» οι επιστροφές αναδρομικών

Και μέσα στο 2021 «τρέχουν» οι επιστροφές αναδρομικών ποσών για περικοπές που κρίθηκαν αντισυνταγματικές από το Συμβούλιο της Επικρατείας και, εκ των πραγμάτων, εκτίναξαν τις δαπάνες για συντάξεις του προηγούμενου χρόνου. Παράλληλα, από τον επόμενο μήνα ξεκινάει και η καταβολή των αναδρομικών σε εφαρμογή της τελευταίας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης Βρούτση, και πάλι σε εφαρμογή δικαστικών αποφάσεων, ενώ νέες δικαστικές «περιπέτειες» ενδέχεται να αυξήσουν περαιτέρω και τη δαπάνη του 2021. Τη Δευτέρα 17 Μαΐου έρχεται νέα πληρωμή αναδρομικών σε κληρονόμους που δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν εγκαίρως τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά. Πρόκειται για τρίτη κατά σειράν πληρωμή ποσών που αντιστοιχούν στις μειώσεις συντάξεων της περιόδου Ιουνίου 2015 – Μαΐου 2016 και επιστρέφονται στους δικαιούχους κληρονόμους των συνταξιούχων που έχουν αποβιώσει.

Στο τέλος Ιουνίου, με τις συντάξεις του Ιουλίου, σχεδιάζεται να ξεκινήσουν οι πληρωμές των αναδρομικών στους συνταξιούχους που έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης. Με 16 μήνες καθυστέρηση θα αρχίσουν να πιστώνονται στο τέλος Ιουνίου τα ποσά που προβλέπονται από τον νόμο που ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο του 2020, και ο οποίος βελτιώνει τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου για όσους διήνυσαν ασφαλιστικό βίο άνω των 30 ετών. Το πρώτο κύμα πληρωμών στα τέλη Ιουνίου αφορά 50.000 νέους συνταξιούχους του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα που έχουν συνταξιοδοτηθεί μετά τον Μάιο του 2016 με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης και δεν διατηρούν προσωπική διαφορά. Μαζί με τις αυξήσεις η εν λόγω κατηγορία θα λάβει και αναδρομικά 20-21 μηνών, καθώς ο νόμος ορίζει αναδρομικά από τον Οκτώβριο του 2019.

Στο τέλος Ιουλίου, με τις συντάξεις Αυγούστου, έρχεται το δεύτερο «κύμα» των αναδρομικών του νόμου Βρούτση που αφορά περίπου 150.000 παλαιούς συνταξιούχους, ήτοι όσους ήταν ήδη συνταξιούχοι πριν από τον Μάιο του 2016. Προσοχή όμως. Σημαντικές αυξήσεις, έως και 150 ευρώ τον μήνα, θα δουν όσοι προσεγγίζουν τα 40 χρόνια δουλειάς, καθώς στόχος της βελτίωσης της ανταποδοτικότητας των συντάξεων είναι να ενισχυθούν τα κίνητρα για την παραμονή στην αγορά εργασίας, μεταξύ των 35 και 40 ετών. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι μετά τα 40 έτη τα ποσοστά αναπλήρωσης «πέφτουν» σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.

Μια ακόμη πληρωμή αναδρομικών στους συνταξιούχους που εργάζονται πραγματοποιείται σταδιακά, με στόχο να λάβουν τις επιστροφές από τη μείωση του πέναλτι έως το τέλος Ιουλίου. Η μείωση της περικοπής στη σύνταξη εφαρμόστηκε πρόσφατα στον δημόσιο τομέα, ενώ μετά το Πάσχα θα τεθεί σε εφαρμογή το νέο λογισμικό και στον ιδιωτικό τομέα προκειμένου όσοι εργάζονται από δω και πέρα να λαμβάνουν τη σύνταξή τους με περικοπή 30%, αντί για 60% που ίσχυε με τον νόμο Κατρούγκαλου.

Την ίδια στιγμή, πονοκέφαλο στο οικονομικό επιτελείο προκαλεί μια νέα δημοσιονομική «βόμβα» που ενεργοποιήθηκε από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Πρόκειται για απόφαση που έκρινε αντισυνταγματική την παρακράτηση της εισφοράς αλληλεγγύης (ΕΑΣ) από τις συντάξεις των συνταξιούχων του Δημοσίου (πολιτικούς συνταξιούχους, απόστρατους, καθώς και συνταξιούχους άλλων ειδικών μισθολογίων όπως πανεπιστημιακοί, δικαστές, γιατροί του ΕΣΥ κ.ά.). Βάσει των αρχικών υπολογισμών, εκτιμάται ότι η απόφαση υπό προϋποθέσεις, αφορά εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους του Δημοσίου, με κόστος πάνω από 500 εκατ. ευρώ. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή