Η διαφωνία ανάμεσα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και στη Σαουδική Αραβία γύρω από την πολιτική του ΟΠΕΚ, που πήρε μια δημοσιότητα σπάνια για τα ήθη του καρτέλ, σκιαγραφεί έναν εντεινόμενο οικονομικό ανταγωνισμό ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του αραβικού κόσμου. Εναν ανταγωνισμό που, σύμφωνα με τους αναλυτές της περιοχής, πρόκειται να ενταθεί.
Στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου τα Εμιράτα εναντιώθηκαν στην πρόταση της Σαουδικής Αραβίας να παραταθεί κατά οκτώ μήνες η συμφωνία του ΟΠΕΚ για μείωση της παραγωγής πετρελαίου. Ηταν μια σπάνια εκδήλωση αμφισβήτησης από πλευράς του Αμπου Ντάμπι, του οποίου ο πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Ζαγιέντ αλ Ναχιάν ήταν έως τώρα αφοσιωμένος σύμμαχος του Σαουδάραβα πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Η μεταξύ τους ρήξη οδήγησε σε αδιέξοδο τις συνομιλίες του ΟΠΕΚ και στην πλήρη διακοπή τους. Σύμφωνα με τον Αμίρ Καν, οικονομικό αναλυτή της Saudi National Bank, «το επεισόδιο σηματοδοτεί τη γενικότερη τάση των Εμιράτων να κατοχυρώσουν τα οικονομικά και εθνικά συμφέροντά τους έναντι της Σαουδικής Αραβίας».
Η συμμαχία ανάμεσα στους δύο νέους και φιλόδοξους πρίγκιπες τους ενθάρρυνε σε μια επιθετική εξωτερική πολιτική, με κύριο στοιχείο τις στρατιωτικές επιχειρήσεις τους στην Υεμένη, το μποϊκοτάζ εναντίον του Κατάρ και τον κοινό αγώνα κατά των ισλαμιστών στη Μέση Ανατολή και πέραν αυτής. Τώρα, όμως, που το Ριάντ επιχειρεί να απεξαρτήσει την οικονομία του από το πετρέλαιο, διαγκωνίζεται με τα Εμιράτα για να προσελκύσει ξένα κεφάλαια και ταλέντα. Και όμως, οικονομολόγοι εκτιμούν πως θα χρειαστεί να περάσει πολύς καιρός για να μπορέσει οποιαδήποτε χώρα να διεκδικήσει τα πρωτεία από τον επιχειρηματικό, τουριστικό και εμπορικό κόμβο της περιοχής. Οπως τονίζει ο Αμίρ Καν, τα ΗΑΕ έχουν επενδύσει μεγάλα κεφάλαια για να αυξήσουν την παραγωγή τους σε πετρέλαιο και θέλουν να κεφαλαιοποιήσουν τα αποθέματά τους το συντομότερο, δεδομένου ότι επίκειται η στροφή στην πράσινη ενέργεια και η απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα. Η Σαουδική Αραβία, αντιθέτως, έχει πολύ μεγαλύτερη ανάγκη τις σταθερές τιμές προκειμένου να προχωρήσει στην υλοποίηση των μεγάλων επενδυτικών σχεδίων που έχει δρομολογήσει το κρατικό επενδυτικό ταμείο της.
Πολιτικοί αναλυτές προεξοφλούν πως τα οικονομικά ζητήματα θα εξακολουθήσουν να χωρίζουν τις δύο χώρες και να προκαλούν διαφωνίες, ενδεχομένως και πάλι δημόσιες. Το Ριάντ έχει προειδοποιήσει τις ξένες εταιρείες ότι θα τις αποκλείσει από τα προσοδοφόρα συμβόλαια με το κράτος αν δεν έχουν εγκαταστήσει κεντρικά γραφεία τους στην επικράτεια της Σαουδικής Αραβίας έως το 2024. Προ ημερών τροποποίησε, άλλωστε, τους κανονισμούς για τις εισαγωγές από τις χώρες του Κόλπου, εξαιρώντας όσα προϊόντα έχουν παρασκευαστεί σε ελεύθερες οικονομικές ζώνες. Πρόκειται για ευθεία βολή κατά του Ντουμπάι, που έχει γνωρίσει οικονομική άνθηση χάρη στην ελεύθερη οικονομική ζώνη του.
Η πρώτη ένδειξη απόκλισης ανάμεσα στα συμφέροντα των δύο χωρών ήταν το 2019, όταν τα ΗΑΕ απέσυραν τα στρατεύματά τους από την Υεμένη, αφήνοντας το Ριάντ μόνο του σε έναν δαπανηρό πόλεμο που απειλεί την ασφάλειά του. Παράλληλα, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στη συμφωνία που ανακοίνωσε τον Ιανουάριο η Σαουδική Αραβία για την αποκατάσταση των πολιτικών δεσμών με το Κατάρ, με στόχο τη βελτίωση των σχέσεων με τον πρόεδρο Μπάιντεν. Κι ενώ τα Εμιράτα προχώρησαν σε σύσφιγξη των σχέσεών τους με το Ισραήλ με τη στήριξη της Ουάσιγκτον, αντιθέτως το Ριάντ επέλεξε να βελτιώσει τις σχέσεις του με την Τουρκία. Σύμφωνα, πάντως, με τον Βρετανό ακαδημαϊκό και ειδικό επί θεμάτων του Περσικού κόλπου, Κρίστοφερ Ντέιβιντσον, το Ριάντ και τα Εμιράτα θα εξακολουθήσουν να αντιμετωπίζουν με πολύ περισσότερη διακριτικότητα ό,τι αφορά τα πολιτικά ζητήματα προκειμένου να διατηρήσουν μια εικόνα ενότητας.