Χαμηλά στις προτεραιότητες των ελληνικών επιχειρήσεων βρίσκεται η προστασία του περιβάλλοντος, παρά το γεγονός ότι και αυτές, όπως καταδεικνύουν και οι πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές, υφίστανται τις οδυνηρές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και τιτλοφορείται «Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και η κλιματική αλλαγή 2020/2021: στοιχεία από την έρευνα επενδύσεων της ΕΤΕπ», είναι αν μη τι άλλο απογοητευτικά.
Σύμφωνα με την έρευνα, μόλις το 18% των ελληνικών επιχειρήσεων έχει επενδύσει σε μέτρα κατά της κλιματικής αλλαγής, κάτι που όχι μόνο απέχει πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (45%), αλλά κατατάσσει την Ελλάδα στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών – μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Στον αντίποδα βρίσκονται οι βορειοευρωπαϊκές χώρες και δη η Φινλανδία, όπου μέτρα κατά της κλιματικής αλλαγής λαμβάνει το 62% των επιχειρήσεων και η Ολλανδία, με το 58% των επιχειρήσεων να προχωράει σε σχετικές επενδύσεις. Υπάρχει πάντως ένα 23% που σχεδιάζει να προβεί σε επενδύσεις για τον περιορισμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, ποσοστό πάντως που επίσης είναι χαμηλό σε σύγκριση με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο (41%).
Ενδεικτικό της χαμηλής ιεράρχησης που τυγχάνει το περιβάλλον για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι ότι πολύ μικρό ποσοστό αυτών επενδύει σε μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας, παρά το γεγονός ότι από τέτοιες επενδύσεις προκύπτει πολλαπλό όφελος: περιορισμός εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα και άρα μετριασμός των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, εξοικονόμηση ενέργειας και επομένως μεσοπρόθεσμα μείωση του κόστους λειτουργίας της επιχείρησης και ασφάλεια εφοδιασμού ενέργειας. Από την έρευνα της ΕΤΕπ προκύπτει ότι το 2020 μόλις 26% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα προχώρησε σε επενδύσεις για τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας, έναντι 47% που είναι ο μέσος κοινοτικός όρος. Το χειρότερο ίσως είναι ότι όχι μόνο έγιναν επενδύσεις από λίγες επιχειρήσεις, μόλις το 25%, αλλά και ότι τα χρήματα που κατευθύνθηκαν σε τέτοιες δράσεις ήταν πολύ λίγα, μόλις 6% του συνολικού προϋπολογισμού τους, έναντι 12% στην Ε.Ε.. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι η πανδημία δεν φαίνεται να επηρέασε αρνητικά επενδύσεις αυτού του είδους γενικά στην Ευρώπη, καθώς το ποσοστό του προϋπολογισμού των επιχειρήσεων για μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής τους αποδοτικότητας αυξήθηκε σε σύγκριση με το 2019, όπως και το ποσοστό των επιχειρήσεων – στο 47% από 37% το 2019. Την ίδια ώρα, πάντως, υψηλό ποσοστό επιχειρήσεων (69% έναντι 57% στην Ε.Ε.) ανησυχεί για το ενεργειακό κόστος.
Λιγότερο από το 1/5 των επιχειρήσεων στην Ελλάδα (19%) έχει θέσει κλιματικούς στόχους, έναντι 41% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, ενώ χαμηλό είναι και το ποσοστό των επιχειρήσεων (17% έναντι 23% μέσος όρος στην Ε.Ε.) που έχουν προσωπικό αφοσιωμένο στο περιβάλλον.
Καθοριστικό ρόλο για τις λιγοστές επενδύσεις που σχετίζονται με τη μείωση των επιπτώσεων από την κλιματική αλλαγή διαδραματίζει και το γεγονός της χαμηλής αντίληψης για τους φυσικούς κινδύνους. Στην Ελλάδα το μερίδιο των επιχειρήσεων που αντιλαμβάνεται τους φυσικούς κινδύνους είναι χαμηλότερο από τον μέσο όρο στην Ε.Ε. Το 20% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα θεωρεί μεγάλο κίνδυνο για την επιχείρηση τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, έναντι 23% στην Ε.Ε.