H χαοτική αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από το Αφγανιστάν φανερώνει με τρόπο φρικτό την ανεπάρκεια στον σχεδιασμό και στην πρόβλεψη. Οι ανθρώπινες επιπτώσεις είναι μεγάλες και ανάλογες μπορεί να αποβούν και οι πολιτικές. Ακόμα κι έτσι, όμως, η μεγαλύτερη εικόνα για τον οικονομικό αντίκτυπο της αποχώρησης είναι ξεκάθαρη. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν απλώς είναι ο διευθύνων σύμβουλος, ο οποίος και έλαβε τελικά την απόφαση. Η ραγδαία επανεμφάνιση των Ταλιμπάν, σχεδόν ένα μήνα πριν από την 20ή επέτειο των επιθέσεων στους Δίδυμους Πύργους, που υποχρέωσαν τον τότε πρόεδρο Τζορτζ Μπους να εισβάλει στα τέλη του 2001 στο Αφγανιστάν, προκαλεί σοκ. Για πολλούς εντός της χώρας το σήμερα μάλλον θα είναι χειρότερο από το τότε.
⇒ Διαβάστε ακόμη: Σύνοδος της G7 για το Αφγανιστάν την Τρίτη
Ωστόσο, από την οπτική γωνία των Ηνωμένων Πολιτειών και με κριτήριο στυγνά οικονομικό η αποχώρησή τους είναι πειστική. Το αθροιστικό κόστος του πολέμου φθάνει τα 2,3 τρισ. δολάρια και βαίνει αυξανόμενο, σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο Μπράουν, ενώ έχουν χάσει τη ζωή τους 2.500 Αμερικανοί στρατιώτες. Με τον δανεισμό της Ουάσιγκτον να διογκώνεται, το κόστος του πολέμου στο Αφγανιστάν ανέρχεται στο 10% του ομοσπονδιακού χρέους, που βρίσκεται στα χέρια των πολιτών, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου. Το όφελος, το οποίο πιθανώς θα μπορούσε να αποδοθεί στην εισβολή στο Αφγανιστάν, ίσως να ήταν η αποφυγή ακόμα ενός συμβάντος όπως η 11η Σεπτεμβρίου. Με χονδρικούς υπολογισμούς, οι άμεσες επιπτώσεις αυτών των γεγονότων στην αμερικανική οικονομία ήταν μια κάμψη 0,5% στο ΑΕΠ, όπως εκτιμούσε το 2009 οικονομολόγος του υπουργείου Εσωτερικής Ασφαλείας. Με τα σημερινά επίπεδα παραγωγής, αυτό θα μεταφραζόταν σε κάτι παραπάνω από 100 δισ. δολάρια. Στο νούμερο αυτό δεν συμπεριλαμβάνεται, λόγου χάριν, η ζημία της τουριστικής βιομηχανίας ή o διεθνής αντίκτυπος. Ούτε και συνεκτιμάται η ευρύτερη ανταπόκριση του κόσμου, όπως, παραδείγματος χάριν, το πόσες είναι οι δαπάνες για την ασφάλειά του. Ακόμα κι αν στην πραγματικότητα τα κόστη είναι αρκετές φορές πολλαπλάσια, το αποφευχθέν τίμημα ωχριά μπροστά στο τι στοίχισαν οι επακόλουθοι πόλεμοι στη Συρία και στο Ιράκ. Τότε, εάν προστεθούν και εκείνοι, η δαπάνη υπερβαίνει τα 5 τρισ. δολάρια, εξαιρουμένων των επιπλέον τρισ. δολαρίων σε μελλοντικούς τόκους και υποχρεώσεις κάλυψης της υγείας των βετεράνων, όπως εκτιμά το Πανεπιστήμιο Μπράουν. Είκοσι χρόνια πέρασαν και η στρατιωτική δραστηριότητα στην περιοχή, η οποία ανέκοψε την ορμητική πορεία στρατών ήδη από την περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, χρειάζεται να παύσει. Ισως οι ηγέτες του μέλλοντος να ευχαριστούν τον Τζο Μπάιντεν επειδή απέσυρε τα στρατεύματα από τη χώρα. Αλλά δεδομένου ότι η πολιτική και η αμερικανική ισχύς είναι πολλά παραπάνω από το οικονομικό κόστος και τα οφέλη, ίσως ο ίδιος και πάλι να το μετανιώσει.
⇒ Διαβάστε ακόμη: Αεροδρόμιο Καμπούλ: «Τουλάχιστον 20 νεκροί» την τελευταία εβδομάδα