Τις μεγαλύτερες αποδόσεις έως και 16,3% προσπορίζονται κάποιοι ιδιαιτέρως τολμηροί Ευρωπαίοι επενδυτές που καταφεύγουν σε εταιρικά ομόλογα «σκουπίδια» εν μέσω πλημμύρας από κρατικό χρέος με αρνητικές αποδόσεις. Παρά το ουδόλως ευκαταφρόνητο κέρδος, πάντως, τα περισσότερα επενδυτικά κεφάλαια τοποθετούνται στα ομόλογα με αρνητικές αποδόσεις, ο όγκος των οποίων έχει υπερβεί μέσα στον Αύγουστο τα 16,5 τρισ. δολάρια, φθάνοντας στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων έξι μηνών. Σύμφωνα με στοιχεία της Bank of America, τα ομόλογα «σκουπίδια», όσα βρίσκονται δηλαδή στη βαθμίδα του CCC, ή και ακόμη πιο κάτω, προσφέρουν φέτος αποδόσεις 16,3% και κατατάσσονται, έτσι, μεταξύ των τίτλων με τις μεγαλύτερες αποδόσεις του 2021. Μιλώντας στο Bloomberg, ο Μπάρναμπι Μάρτιν, στρατηγικός αναλυτής της Bank of America, υπογραμμίζει πως «παρά τις προειδοποιήσεις, οι ευρωπαϊκές αγορές πίστωσης εξακολουθούν να πλέουν σε νερά σχετικώς αχαρτογράφητα». Το ποσοστό πτωχεύσεων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων με υψηλές αποδόσεις παραμένει χαμηλό, καθώς δεν έχει υπερβεί το 2% από τον Μάρτιο και είναι αποτέλεσμα των περιοριστικών μέτρων και των lockdowns που έπληξαν τον επιχειρηματικό κόσμο. Αναμένεται, άλλωστε, αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας πολλών επιχειρήσεων, των οποίων τα ομόλογα έχουν βαθμολογηθεί ως «σκουπίδια». Η Bank of America εκτιμά πως μέσα στο τρέχον έτος θα αναβαθμιστούν ομόλογα συνολικής αξίας 60 δισ. ευρώ και βέβαια πρόκειται για ομόλογα με υψηλές αποδόσεις. Στην αγορά αυτών των ομολόγων «σκουπιδιών» προστίθεται και το χρέος και άλλων επιχειρήσεων όπως, για παράδειγμα, της εταιρείας διυλιστηρίων πετρελαίου Raffinerie Heide.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Bank of America, η ζήτηση για τέτοιου είδους εταιρικά ομόλογα με βαθμολογία CCC ή και πιο κάτω είναι πολύ υψηλή, καθώς η απόδοσή τους είναι κατά 10,1% υψηλότερη από τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων τους τελευταίους 12 μήνες. Τις καλύτερες αποδόσεις μεταξύ των ομολόγων αυτής της κατηγορίας προσφέρουν οι τίτλοι της βιομηχανίας πλαστικών συσκευασιών Kleopatra Holdings, της ολλανδικής Banijay Group SAS και της γερμανικής επιχείρησης λιανικών πωλήσεων Douglas.
Την ίδια στιγμή πάντως, και καθώς επικρατεί στις αγορές ανησυχία για τις επιπτώσεις της μετάλλαξης «Δέλτα», αυξάνεται η ζήτηση για πιο ασφαλές χρέος που εξωθεί τους επενδυτές στα κρατικά ομόλογα με αρνητικές αποδόσεις. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αναλυτών των HSBC Holdings Plc και ABN Amro Bank NV, η ζήτηση από επενδυτές θα συμπιέσει περαιτέρω τις αποδόσεις των bunds, των δεκαετών ομολόγων του γερμανικού δημοσίου, στο 0,50% στα τέλη του έτους. Τα γερμανικά δεκαετή ομόλογα φλέρταραν κάποια στιγμή προ μηνών με τις μηδενικές αποδόσεις, αλλά σύντομα οι αποδόσεις τους συμπιέστηκαν περαιτέρω υποχωρώντας στο -0,51% και τώρα βρίσκονται περίπου στο -0,474%. Σύμφωνα με τον σχετικό δείκτη της Barclays, ο όγκος των ομολόγων με αρνητική απόδοση έχει σημειώσει σημαντική αύξηση από τα 12 τρισ. δολάρια στα οποία βρισκόταν στα μέσα Μαΐου και τώρα πλησιάζει και πάλι σε επίπεδα-ρεκόρ άνω των 18 τρισ. δολαρίων, στο οποίο είχε εκτοξευθεί τον Δεκέμβριο. Η προθυμία των επενδυτών να πληρώσουν κράτη για να έχουν τη δυνατότητα να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε τίτλους τους, καταδεικνύει την εντεινόμενη ανησυχία για τις επιπτώσεις της μετάλλαξης «Δέλτα» στην ανάκαμψη. Αναλυτές και διαχειριστές κεφαλαίων, πάντως, επισημαίνουν πως οι αρνητικές αποδόσεις, που συνήθως κατατείνουν σε μια δυσοίωνη εικόνα της οικονομίας, τώρα απλώς αντανακλούν την αποσύνδεση των αγορών από την οικονομική πραγματικότητα.