Η εκτίναξη του παγκόσμιου χρέους επιτάσσει χρηστή δημοσιονομική πολιτική

Η εκτίναξη του παγκόσμιου χρέους επιτάσσει χρηστή δημοσιονομική πολιτική

2' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το συνολικό χρέος των κρατών ανέρχεται σε 88 τρισ. δολάρια, ισοδύναμο με το 100% του παγκοσμίου ΑΕΠ.

Το παγκόσμιο χρέος εξαιτίας της πανδημίας εκτινάχθηκε κατά 14% το 2020, στα επίπεδα ρεκόρ των 226 τρισ. δολ. Σε αυτό το νούμερο περιλαμβάνεται και το δημόσιο και το ιδιωτικό χρέος, εκτός εκείνου των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Δεδομένου ότι μπορεί τελικά το υπερβολικό ιδιωτικό χρέος να μετασχηματιστεί σε δημόσιο, θα πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά. Σήμερα το δημόσιο χρέος συμποσούται σε 88 τρισ. δολ., ισοδύναμο με το 100% του παγκοσμίου ΑΕΠ. Το 2021 και το 2022 αναμένεται να υποχωρήσει σχεδόν 1 ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ κατ’  έτος και στη συνέχεια να σταθεροποιηθεί στο σχεδόν 97% του ΑΕΠ.  Παρατηρείται διαφοροποίηση και μάλιστα μεγάλη αναφορικά με τις συνθήκες σε κάθε χώρα και ειδικά μεταξύ των επιμέρους εισοδηματικών ομάδων. Το ίδιο συμβαίνει και στη δημοσιονομική πολιτική. Στις προηγμένες χώρες ήδη έχει περάσει από το στάδιο διάσωσης λόγω πανδημίας στο επόμενο των  επενδύσεων της πράσινης οικονομίας και της ψηφιοποίησης. Τα δε μεγάλα προγράμματα ανάκαμψης και τόνωσης της απασχόλησης της Ε.Ε. και των ΗΠΑ, εάν εφαρμοστούν, μπορούν να ενισχύσουν το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 4,6 τρισ. δολ. αθροιστικά από το 2021 έως το 2026. Στις αναδυόμενες οικονομίες και τις αναπτυσσόμενες χώρες οι προοπτικές είναι δυσκολότερες, διότι σε πολλές από αυτές μεγάλα τμήματα του πληθυσμού δεν έχουν εμβολιαστεί. Επιπροσθέτως, η κρίση αναμένεται να επιφέρει μακροπρόθεσμες δυσμενείς συνέπειες και να οδηγήσει σε μείωση δημοσίων εσόδων σε συσχετισμό με τα προ πανδημίας επίπεδα και ειδικά στις αναπτυσσόμενες χώρες των χαμηλών εισοδημάτων.

Τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης εκεί, όντας ήδη πιο περιορισμένα από όσο στις προηγμένες οικονομίες, θα φθίνουν λόγω των εμποδίων στη χρηματοδότηση. Ανεξαρτήτως των όσων επιτεύχθηκαν οικονομικά σε σύγκριση με τη χειρότερη περίοδο της πανδημίας, υπολογίζεται πως 65-75 εκατ.  άνθρωποι επιπλέον θα περιέλθουν σε ένδεια στα τέλη αυτής της χρονιάς από όσους θα βρίσκονταν σε αυτή τη συνθήκη άνευ κορωνοϊού. Οι απειλές σχετίζονται κυρίως με τις μεταλλάξεις και το χαμηλό ποσοστό εμβολιασμένων, ενώ ανησυχία προκαλούν και το υψηλό χρέος και οι δανειακές ανάγκες των κυβερνήσεων. Επίσης, ήδη το κόστος δανεισμού διογκώνεται, μια και ορισμένες κεντρικές τράπεζες σε αναδυόμενες οικονομίες λαμβάνουν αυτή την απόφαση ως ανάχωμα στον πληθωρισμό. Στις δε μεγάλες οικονομίες υπάρχει ο κίνδυνος να αυξηθούν αιφνιδιαστικά τα επιτόκια. Ο κυβερνήσεις πρέπει να δράσουν σε αρκετά μέτωπα. Οι πρωτοβουλίες τους καλό θα ήταν να επιδιώκουν τον έλεγχο του ρίσκου στα δημόσια οικονομικά και τη διατήρηση σταθερότητας στις τιμές και τους χρηματοδοτικούς όρους. Επιπροσθέτως, πρέπει να θέσουν ως προτεραιότητα τον πράσινο μετασχηματισμό της οικονομίας, την εκπαίδευση, το κοινωνικό δίχτυ προστασίας και την εκ νέου κατάρτιση των εργαζομένων.

* Ο κ. Roberto Piazza είναι οικονομολόγος του Τμήματος Δημοσιονομικών Υποθέσεων του ΔΝΤ. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο ιστολόγιο του ΔΝΤ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή