Οι αυξήσεις τιμών στην ενέργεια ροκανίζουν το διαθέσιμο εισόδημα

Οι αυξήσεις τιμών στην ενέργεια ροκανίζουν το διαθέσιμο εισόδημα

Η ζημία για τα νοικοκυριά μπορεί να ξεπεράσει τα 3 δισ. μέχρι το τέλος του έτους

3' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αυτό που χτίστηκε με κόπο μέσα στο πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς, δηλαδή η αύξηση του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος κατά περίπου 3,4 δισ. ευρώ ή από τα 59,6 δισ. ευρώ πέρυσι, στα 63 δισ. ευρώ φέτος κυρίως εξαιτίας της επιδοματικής πολιτικής που ακολούθησε η κυβέρνηση, απειλεί να γκρεμίσει το ενεργειακό πληθωριστικό κύμα που πλήττει ήδη τη χώρα.

Αν οι τιμές σε ηλεκτρική ενέργεια, φυσικό αέριο και καύσιμα παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα μέχρι το τέλος του χρόνου, η ζημία για τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς αναμένεται ότι θα ξεπεράσει τα 3 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του χρόνου.

Δεδομένου μάλιστα ότι οι συνέπειες της ενεργειακής κρίσης είναι «οριζόντιες» και δεν εξαρτώνται από το ύψος ή την πηγή του διαθέσιμου εισοδήματος, εκτός από την «εξαφάνιση» εισοδήματος, μπορούν να οδηγήσουν και σε σημαντική διεύρυνση των ανισοτήτων. Με την τιμή της μεγαβατώρας του ηλεκτρικού ρεύματος σταθερά πάνω από τα 170 ευρώ (παρά τη διόρθωση των τελευταίων ημερών), με το πετρέλαιο πάνω από τα 80 δολάρια και το φυσικό αέριο υψηλότερα από τα 80 ευρώ, η «καθαρή» ζημία νοικοκυριών και επιχειρήσεων εκτιμάται ότι υπερβαίνει το 1 δισ. ευρώ.

Πρακτικά, «καταστρέφεται» η βοήθεια που δόθηκε από το κράτος για να ξεπεραστούν οι συνέπειες της πανδημίας.

Πρακτικά, «καταστρέφεται» η βοήθεια που δόθηκε από τον κρατικό προϋπολογισμό για να ξεπεραστούν οι συνέπειες της πανδημίας, καθώς ακριβώς σε αυτή τη βοήθεια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και η αύξηση των ακαθάριστων εισοδημάτων που κατέγραψε η Ελληνική Στατιστική Αρχή στο πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς.

Τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής δείχνουν μείωση του εισοδήματος από τις εξαρτημένες σχέσεις εργασίας μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2021 σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2020. Από τα 32,6 δισ. ευρώ στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου 2020, πέσαμε στα 32 δισ. ευρώ στο πρώτο εξάμηνο του 2020, κάτι που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην παράταση του lockdown μέχρι και το Πάσχα και στη συνεπαγόμενη αναστολή εκατοντάδων χιλιάδων συμβάσεων μισθωτής απασχόλησης.

Αυτή την απώλεια όμως ήρθε να υπερκαλύψει η επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης, η οποία πρόσθεσε 4,2 δισ. ευρώ στο εισόδημα έναντι 2,6 δισ. ευρώ στο πρώτο εξάμηνο του 2020. Αύξηση παρατηρείται φέτος και στο εισόδημα από περιουσία (κατά περίπου 500 εκατ. ευρώ) αλλά και στις κοινωνικές παροχές, οι οποίες ανήλθαν στα 17,9 δισ. ευρώ αντί για 17 δισ. ευρώ πέρυσι. Είναι λοιπόν σαφές ότι το εισόδημα στο πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς στηρίχθηκε χάρη στην επιδοματική πολιτική, κάτι βεβαίως που είχε και το ανάλογο «τίμημα»: την αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του χρέους.

Για το δεύτερο μισό της φετινής χρονιάς, θα «συγκρουστούν» από τη μια η αύξηση των εισοδημάτων λόγω της ανάκαμψης της οικονομίας (αλλά και της επιδοματικής πολιτικής, η οποία συνεχίζεται σε πολλά επίπεδα) και από την άλλη οι απώλειες που προκαλεί ήδη ο πληθωρισμός.

Μόνο από την ανατίμηση στο ηλεκτρικό ρεύμα, η «ζημία» μπορεί να ξεπεράσει τα 500-600 εκατ. ευρώ τον μήνα, ποσό πολλαπλάσιο σε σχέση με τα 100 εκατ. ευρώ που διαθέτει η κυςβέρνηση για την επιδότηση των νοικοκυριών. Αν προστεθούν και τα υπόλοιπα ενεργειακά προϊόντα, οι μηνιαίες απώλειες υπερβαίνουν το 1 δισ. ευρώ, ενώ ζημία στο εισόδημα θα προκαλέσει και το κύμα ανατιμήσεων στα υπόλοιπα προϊόντα που ήδη έχει αρχίσει να αποτυπώνεται στις τιμοληψίες της ΕΛΣΤΑΤ.

Ποντάρουν στην ανάκαμψη της οικονομίας

Για να αναπληρωθούν οι απώλειες νοικοκυριών και επιχειρήσεων μέσα στο 2022 σε περίπτωση που παραταθεί το ενεργειακό πληθωριστικό κύμα και το επόμενο έτος, θα πρέπει είτε να αυξηθούν τα εισοδήματα είτε να διατεθεί πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος από τον κρατικό προϋπολογισμό ειδικά για τη στήριξη των πιο αδύναμων. 
Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι το 2022 θα είναι –λόγω της ανάκαμψης της οικονομίας– έτος σημαντικών αυξήσεων για τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα, καθώς παρατηρείται αυξημένη ζήτηση για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, η οποία σε αρκετούς κλάδους πιέζει προς τα πάνω τους μισθούς. Από την 1/1/2022 είναι προγραμματισμένη και η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%, ενώ από τις αρχές του χρόνου θα αρχίσει η διαβούλευση για «διορθωτική» αύξηση μέσα στο επόμενο έτος λόγω της ταχείας ανάπτυξης της οικονομίας. Επίσης, οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα έχουν να περιμένουν και την περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τις επικουρικές συντάξεις από τα μέσα της επόμενης χρονιάς. Η μείωση ισοδυναμεί με αύξηση εισοδήματος κατά περίπου 0,25% για τον εργαζόμενο και 0,25% για τον εργοδότη. Για τους συνταξιούχους, πέραν του ενδεχόμενου να υπάρξει νέος γύρος αναδρομικών, δεν διαφαίνεται προοπτική αύξησης εισοδημάτων, καθώς είναι νομοθετημένο οι συντάξεις να παραμείνουν «παγωμένες» μέχρι και το τέλος του επόμενου έτους. Επίσης, για τους δημοσίους υπαλλήλους, η έμμεση αύξηση που θα μπορούσε να προκληθεί από την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, μετατίθεται για τις αρχές του 2023. Η παράταση των μέτρων στήριξης για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και μέσα στο 2022 θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Το πιθανότερο όμως είναι ότι η κρατική παρέμβαση θα είναι «στοχευμένη», ώστε να βοηθηθούν κυρίως τα νοικοκυριά με τα χαμηλότερα εισοδήματα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή