Η Γερμανία δεν έχει περιθώρια για περισσότερη λιτότητα

Η Γερμανία δεν έχει περιθώρια για περισσότερη λιτότητα

Τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού τετραγώνισαν τον κύκλο και υποσχέθηκαν να αποδεχθούν το όριο του χρέους.

2' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μήπως η Γερμανία παραχωρήσει στον εαυτό της ένα πιο γενναιόδωρο δημοσιονομικό πρόγραμμα μετά τις εκλογές του 2021 ή μήπως περιέλθει και πάλι σε καθεστώς λιτότητας, αφ’ ης στιγμής επιστρέψει το 2023 στο πλαίσιο του ανώτατου επιπέδου χρέους, όπως το ορίζει το σύνταγμα; Αυτές ήταν μερικές από τις πιο εμφατικά υποβληθείσες ερωτήσεις πριν και μετά τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου. Η συμφωνία συγκρότησης κυβέρνησης συνασπισμού στις 24 Νοεμβρίου και η επιλογή ως υπουργού Οικονομικών του Κρίστιαν Λίντνερ από το Κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών, με τη φήμη του ανθρώπου που τάσσεται υπέρ της χαμηλής φορολογίας και του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, επανέφερε στο προσκήνιο τα ερωτήματα. Πάντως, ούτε το εκλογικό αποτέλεσμα ούτε η συμφωνία της κυβέρνησης συνασπισμού έχουν μεταβάλει δραστικά τις δημοσιονομικές προοπτικές κατά την εκτίμησή μας. Αναμένουμε περίπου τα ίδια πράγματα, αλλά όχι λιτότητα. Ειδικότερα, ενώ κατά την προεκλογική εκστρατεία οι βασικές συνιστώσες ως προς τις δαπάνες των τριών κομμάτων του νυν συνασπισμού φαίνονταν ασύμβατες στο χαρτί, τώρα, τετραγώνισαν τον κύκλο, όπως αναμενόταν, και υποσχέθηκαν να αποδεχθούν το όριο του χρέους, βρίσκοντας παράλληλα έξυπνους τρόπους να το παρακάμψουν, όπως λόγου χάριν με κονδύλια εκτός προϋπολογισμού.

Οι εκτιμήσεις για το πόσα δημοσιονομικού χαρακτήρα περιθώρια έχει η κυβέρνηση μετά την επανεφαρμογή του ορίου για την περίοδο από το 2023 έως το 2025 ποικίλλουν. Τα εργαλεία για την αποφυγή των περιορισμών του καθεστώτος του χρέους είναι διάφορα και μπορούν να τείνουν σε αποδέσμευση κονδυλίων σχεδόν 120 εκατ. ευρώ το προαναφερθέν διάστημα. Λόγου χάριν, μπορούν να υπάρξουν έως και 55 δισ. ευρώ για το Ταμείο Μετάβασης από την ανακατεύθυνση δανείων που ενέκρινε για την πανδημία το Κοινοβούλιο, αλλά, εντούτοις, δεν χρειάστηκαν για τον σκοπό αυτό το 2021. Επίσης, κεφάλαια έως και 30 δισ. ευρώ, ήτοι 10 δισ. σε ετήσια βάση, δύναται να προέλθουν από την αλλαγή του στοιχείου κυκλικής προσαρμογής στον υπολογισμό του δυνητικού ΑΕΠ σε συσχετισμό με το όριο χρέους. Από δε τις εταιρείες οι οποίες ανήκουν στο δημόσιο, όπως είναι οι γερμανικοί σιδηρόδρομοι Deutsche Bahn, μπορούν να γίνουν περισσότερες επενδύσεις, έως και 25 δισ. ευρώ, ενώ υπάρχουν και άλλα μικρότερου βεληνεκούς εργαλεία. Αυτές οι εκτιμήσεις, πάντως, ίσως και να μη μεταφραστούν σε ρεαλιστικές δαπάνες, διότι τα 55 δισ. ευρώ προέρχονται από ένα κόλπο το οποίο πιθανώς το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας να μην κάνει δεκτή. Η αναστολή του συνταγματικού ορίου δανεισμού του 2020-2022 αφορά άμεσο κόστος για τον κορωνοϊό και όχι μακροπρόθεσμες επενδύσεις για το κλίμα ή την ψηφιοποίηση.

* Ο κ. Holger Schmieding είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή