Εχω ένα άσχημο προαίσθημα για την οικονομία…

Εχω ένα άσχημο προαίσθημα για την οικονομία…

Τάδε έφη Ελον Μασκ. Αρχικά η κρίση έπληξε την παγκόσμια οικονομία την άνοιξη του 2021 με την εξάπλωση της πανδημίας

4' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τάδε έφη Ελον Μασκ. Αρχικά η κρίση έπληξε την παγκόσμια οικονομία την άνοιξη του 2021 με την εξάπλωση της πανδημίας. Στο στάδιο της ανάρρωσης, όταν οι επιδημικοί δείκτες άρχισαν να υποχωρούν και οι οικονομίες να ανακάμπτουν, ο πόλεμος στην Ουκρανία άνοιξε έναν νέο κύκλο οικονομικής αστάθειας με εύφλεκτα υλικά διαρκείας, όπως οι τιμές ενέργειας, οι διαταράξεις στην επισιτιστική αλυσίδα και η πληθωριστική καταιγίδα. Οργανισμοί όπως το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι κεντρικές τράπεζες, ολιγωρώντας να λειτουργήσουν προληπτικά για αρκετούς μήνες, το τελευταίο διάστημα λειτουργούν προειδοποιητικά. Από τον Απρίλιο και μετά μας έχουν προϊδεάσει για αλλαγή της πολιτικής επιτοκίων σε μια προσπάθεια ελέγχου των πληθωριστικών πιέσεων. Αυτό ακούγεται πολύ πιο εύκολο απ’ ό,τι είναι εφικτό και υλοποιήσιμο. Πρωτίστως οι κεντρικές τράπεζες, αλλά και οι κυβερνήσεις, περνούν το κατώφλι της νέας πολιτικής χωρίς να έχουν επιλύσει ένα διαχρονικό δίλημμα: πώς να συμβιβάσουν την ανάγκη καταπολέμησης του πληθωρισμού –που απαιτεί περιοριστική νομισματική πολιτική– με την ανάγκη στήριξης της οικονομίας λόγω της ενεργειακής κρίσης – που απαιτεί διευκολυντική πολιτική, ιδιαίτερα υπό τη μορφή επιδοτήσεων και ευνοϊκών όρων δανεισμού. Είναι προφανές ότι το προαίσθημα του Ελον Μασκ πρέπει να αρχίσει να μας διακατέχει όλους.

Την τελευταία διετία στην Ελλάδα κυριολεκτικά «βρέχει χρήματα», και ευτυχώς που δεν κρατούσαμε ομπρέλα. Τα προγράμματα στήριξης για την πανδημία ανήλθαν στα 43 δισ. ευρώ. Οι δαπάνες σε επίπεδο Ε.Ε. ανήλθαν στα 750 δισ. ευρώ, μόνο στο πλαίσιο του προγράμματος NextGenerationEU. Ο πόλεμος και η ενεργειακή κρίση ενεργοποίησαν νέα προγράμματα που μόλις έχουν αρχίσει να αθροίζονται. Σε επίπεδο Ε.Ε. έχει ανακοινωθεί το πρόγραμμα REPowerEU, ύψους περίπου 300 δισ. ευρώ, το οποίο μπορεί να αντλήσει επιπρόσθετα επενδυτικά κονδύλια 225 δισ. από το πρόγραμμα RRF. Τα χρήματα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, διαφοροποίηση των προμηθειών ενέργειας και επιτάχυνση της μετάβασης σε καθαρή ενέργεια. Στην Ελλάδα, οι επιδοτήσεις του ενεργειακού κόστους σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις –μέχρι τώρα– είναι της τάξης των 3,5 δισ. ευρώ. Αλλα 2 δισ. ευρώ έχουν προϋπολογιστεί από τον Ιούλιο μέχρι το τέλος του χρόνου. Ενα δισ. ευρώ έχει διοχετευθεί σε ευάλωτα νοικοκυριά και στην ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα. Η ελληνική κυβέρνηση, ακολουθώντας την πρακτική και των άλλων κυβερνήσεων, επεξεργάζεται νέα πακέτα επιδοτήσεων ανάλογα με τα επιτρεπόμενα δημοσιονομικά περιθώρια, ενώ έχει αρχίσει η επεξεργασία επενδυτικών προγραμμάτων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα για χρήση των διαθέσιμων κονδυλίων από την Ε.Ε. Ταυτόχρονα, στη χώρα μας άνοιξε και ο κύκλος για μισθολογικές αυξήσεις λόγω των πληθωριστικών πιέσεων, με τον κατώτατο μισθό να αυξάνεται ήδη κατά 9% περίπου. Ανάλογες αυξήσεις θα δοθούν σε μισθούς και συντάξεις, οι οποίες λόγω των επερχόμενων εκλογών θα πλησιάσουν τα ποσοστά του πληθωρισμού. Οι μειώσεις φόρων και εισφορών έχουν ήδη αρχίσει να υλοποιούνται και θα ακολουθήσουν και νέες μειώσεις. Τα χειρότερα και τα καλύτερα έπονται με νέες ανατιμήσεις, αλλά και την κυβερνητική υπόσχεση για νέα προγράμματα επιδοτήσεων, αύξηση αποδοχών και μείωση εισφορών και φόρων.

Η διαδοχή των δύο κρίσεων, αρχικά της πανδημίας και μετά της ενεργειακής λόγω Ουκρανίας, ανέτρεψε τις αναμενόμενες και σε μεγάλο βαθμό προεξοφληθείσες συνέπειες της αρχικής δημοσιονομικής χαλάρωσης τόσο στην Ε.Ε. όσο και στην Αμερική. Ο δεύτερος κύκλος «χαλάρωσης» κατέστησε τον πρώτο αναπάντεχα τοξικό. Αναίρεσε την προσδοκία ότι μετά το τέλος της πανδημίας η γρήγορη επανεκκίνηση της παραγωγής, η ομαλοποίηση των αλυσίδων τροφοδοσίας και η σταδιακή εξισορρόπηση προσφοράς και ζήτησης θα επανέφερε μια γενικότερη ισορροπία με μικρές πληθωριστικές αναταράξεις και περιορισμένη ανάγκη χρήσης της πολιτικής επιτοκίων και περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής. Το πρώτο τσουνάμι ήταν προειδοποιητικό, αλλά ελεγχόμενο, το δεύτερο είναι καταστροφικό. Η δημοσιονομική χαλάρωση από φάρμακο γίνεται δηλητήριο. Τι θα συμβεί αν η ενεργειακή κρίση συνεχιστεί και τον επερχόμενο χειμώνα, και οι αυξήσεις περάσουν στην παραγωγή προϊόντων, υπηρεσιών και στους μισθούς; Τι θα συμβεί με την αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ, ιδιαίτερα για τις χώρες με υψηλό χρέος όπως η Ελλάδα; (Ας θυμηθούμε ότι η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου τον Ιανουάριο του 2010 είχε φθάσει το 6,9%, οδηγώντας μας στο πρώτο μνημόνιο, ενώ σήμερα ήδη βρίσκεται στο 4,15%.) Τι θα συμβεί όταν η κατάσβεση του πληθωρισμού απαιτήσει διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων, κάτι που θα επηρεάσει αρνητικά τις επενδύσεις, την κατανάλωση και την αγορά εργασίας;

Στο σημείο αυτό υποχρεούμαι να καταγράψω και τον αντίλογο, ή τουλάχιστον μια πιο αισιόδοξη εκδοχή. Ο Μάριο Ντράγκι, Ιταλός πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, δήλωσε σε πρόσφατη ομιλία του (8 Μαΐου) ότι ο αυξανόμενος πληθωρισμός είναι περισσότερο ελεγχόμενος και λιγότερο καταστροφικός απ’ ό,τι υποδηλώνει το ποσοστό που καταγράφει τους τελευταίους μήνες (8,1% στην Ε.Ε., 11% στην Ελλάδα). Οι λόγοι που επικαλείται ευσταθούν απόλυτα. Πιο συγκεκριμένα, ο υψηλός πληθωρισμός δεν αντανακλά υπερβολική ζήτηση, δεν εκπέμπει σημάδια υπερθέρμανσης της οικονομίας, κάτι που θα έκανε την αποκλιμάκωσή του πολύ δυσκολότερη υπόθεση. Εδώ έχουμε την περίπτωση μιας οξείας κρίσης: τη δραματική ανατίμηση της ενέργειας, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, είναι πρωτοφανής και διαφορετική από τις κρίσεις του 1973 και του 1979. Πριν από περίπου 50 χρόνια το πρόβλημα ήταν μόνο το πετρέλαιο, ενώ τώρα έχουμε κρίση πετρελαίου, κρίση φυσικού αερίου και κρίση ηλεκτρικής ενέργειας. Δηλαδή, τρεις πηγές ενέργειας που κινούν τα πάντα. Στο παρελθόν, η μια μορφή ενέργειας μπορούσε να αντικαταστήσει την άλλη. Ο περιορισμός των άμεσα διαθέσιμων εναλλακτικών δημιουργεί συνθήκες τέλειας καταιγίδας. Ο Μάριο Ντράγκι επίσης επισήμανε ότι όταν εξαιρεθούν τα τρόφιμα και η ενέργεια, «η αύξηση του πληθωρισμού είναι μόνο το ήμισυ περίπου». Με δεδομένο ότι η ανεργία παραμένει αρκετά χαμηλά και η κατανάλωση παραμένει κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα, υπάρχουν ενδείξεις αναξιοποίητου παραγωγικού δυναμικού στην οικονομία και μπορούμε να ελπίζουμε ότι η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού μπορεί να επιτευχθεί χωρίς οι κεντρικοί τραπεζίτες να στείλουν τις οικονομίες της Ευρωζώνης στην εντατική. Ομως, όπως όλοι οι καλοί κεντρικοί τραπεζίτες, νυν ή τέως, αφήνουν την πιο σημαντική παρατήρηση για το τέλος. Προϋπόθεση για την αισιόδοξη εκδοχή, μας υπενθυμίζει ο κ. Ντράγκι, είναι ότι «οι μισθοί πρέπει να ανακτήσουν την αγοραστική τους δύναμη, αλλά χωρίς να δημιουργήσουν μια δίνη τιμών – μισθών που θα είχε ως αποτέλεσμα ακόμη υψηλότερα επιτόκια».

* Ο κ. Γιώργος Στούμπος διετέλεσε καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και στέλεχος της Τράπεζας της Ελλάδος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή