Το διπλό στοίχημα της ΕΚΤ ενόψει αύξησης των επιτοκίων

Το διπλό στοίχημα της ΕΚΤ ενόψει αύξησης των επιτοκίων

Η στήριξη των χωρών του Νότου και το φρένο στα υπερκέρδη των τραπεζών

4' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Διπλό στοίχημα θα επιδιώξει να κερδίσει η ΕΚΤ ελισσόμενη και επιστρατεύοντας νέα όπλα, καθώς πρέπει να αποφύγει δύο ανεπιθύμητες παρενέργειες από την επικείμενη αύξηση των επιτοκίων: αφενός μια εκτόξευση του κόστους δανεισμού των χωρών του Νότου ή τον «κατακερματισμό» της Ευρωζώνης, όπως χαρακτήρισαν αυτό το ενδεχόμενο τα στελέχη της τράπεζας, και αφετέρου τη συσσώρευση υπερκερδών στα ταμεία των ευρωπαϊκών τραπεζών, που έχουν ωφεληθεί τα μέγιστα από τα φθηνά δάνεια της ΕΚΤ.

Από την Παρασκευή έχει, έτσι, εγκαινιάσει τη νέα πολιτική στήριξης των χωρών του Νότου επανεπενδύοντας μέρος των κερδών από τα ομόλογα, συνολικού ύψους 1,7 τρισ. ευρώ του έκτακτου προγράμματος κατά της πανδημίας.

Υπολογίζει πως κάθε μήνα λήγουν κατά μέσον όρο ομόλογα αξίας 17 δισ. ευρώ από το έκτακτο πρόγραμμα κατά της πανδημίας και περίπου 12 δισ. ευρώ από αυτά είναι χρέος των ισχυρών οικονομιών του ευρωπαϊκού Βορρά. Με αυτά τα κέρδη θα αγοράζει εφεξής ομόλογα Ελλάδας, Ιταλίας, Ισπανίας και Πορτογαλίας και οι επανεπενδύσεις αυτού του είδους θα διαρκέσουν μέχρι και το τέλος του 2024, αν και μπορεί να παραταθεί αυτή η ημερομηνία λήξης.

Η τράπεζα έχει επίσης τονίσει ότι θα επιδείξει ευελιξία στις επανεπενδύσεις και στο πλαίσιο του σχεδίου της έχει κατατάξει τις 19 χώρες-μέλη της Ευρωζώνης σε τρεις ομάδες: τις χώρες-χορηγούς, τις χώρες-αποδέκτες και τις ουδέτερες χώρες, αναλόγως της κλίμακας και της ταχύτητας με την οποία αυξήθηκαν οι αποδόσεις των ομολόγων τους και τα spreads τους τις τελευταίες εβδομάδες. Η ομαδοποίηση αυτή θα αναθεωρείται τακτικά, αλλά ο ουσιαστικός διαχωρισμός είναι και πάλι ανάμεσα αφενός στις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα με τις ισχυρές οικονομίες και το χρέος με υψηλή βαθμολογία πιστοληπτικής αξιολόγησης, και αφετέρου στις χώρες της περιφέρειας με τα υψηλά επίπεδα χρέους ή τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, που αντιμετωπίζονται ως ευάλωτες από τους επενδυτές.

Οι τράπεζες θα μπορούσαν να αντλήσουν έως και 24 δισ. ευρώ πρόσθετα κέρδη καταθέτοντας τα φθηνά δάνεια στην κεντρική τράπεζα μέχρι το τέλος του 2024.

Την ίδια στιγμή, όμως, η τράπεζα αναζητά τρόπο για να εμποδίσει τις τράπεζες της Ευρωζώνης να συσσωρεύσουν υπερκέρδη από τα εξαιρετικά φθηνά δάνεια συνολικού ύψους 2,2 τρισ. ευρώ που τους χορήγησε εν μέσω πανδημίας. Δεδομένου ότι η ΕΚΤ ετοιμάζεται να αυξήσει τα επιτόκια, οι τράπεζες της Ευρωζώνης μπορούν να αντλήσουν δυσθεώρητα κέρδη τοποθετώντας απλώς τα κεφάλαια των δανείων στα ταμεία της κεντρικής τράπεζας. Σύμφωνα μάλιστα με τους υπολογισμούς της Morgan Stanley, θα μπορούσαν να αντλήσουν από 4 δισ. έως και 24 δισ. ευρώ πρόσθετα κέρδη καταθέτοντας τα φθηνά δάνεια στην κεντρική τράπεζα από τον περασμένο μήνα και μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 2024. Οπως ανέφεραν στους Financial Times πηγές προσκείμενες στις σχετικές συνομιλίες, τα στελέχη της τράπεζας θεωρούν πολιτικά απαράδεκτο να αντλήσουν οι τράπεζες υπερκέρδη από χρήματα των φορολογουμένων, όταν την ίδια στιγμή θα επιβαρύνονται με υψηλότερα επιτόκια τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι επιχειρήσεις της Ευρωζώνης. Ετσι η τράπεζα εξετάζει, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα να μεταβάλει τους όρους των δανείων για να περιορίσει τα περιθώρια των τραπεζών να αντλήσουν αυτομάτως αποδόσεις από τα επίμαχα κεφάλαια των δανείων. Κάτι ανάλογο, για την ακρίβεια το αντίστροφο απ’ ό,τι έκανε εν μέσω πανδημίας όταν κατέστησε τα εν λόγω δάνεια ακόμη πιο ελκυστικά. Υπενθυμίζεται πως τουλάχιστον 740 τράπεζες της Ευρωζώνης υπέβαλαν αίτηση για τα εν λόγω δάνεια τον Ιούνιο του 2020, οπότε και τους διανεμήθηκαν κεφάλαια συνολικού ύψους 1,3 τρισ. ευρώ. Η τράπεζα είχε αρχίσει να χορηγεί αυτά τα δάνεια τον Σεπτέμβριο του 2019 με το τότε βασικό επιτόκιο -0,5%. Μεσολάβησε, όμως, το πλήγμα της πανδημίας και η ΕΚΤ μείωσε το επιτόκιό της στο -1%, ουσιαστικά καταβάλλοντας ακόμη περισσότερα στις τράπεζες για να τις δανείζει, υπό τον όρο ότι δεν θα προχωρούσαν σε συρρίκνωση του δανειακού χαρτοφυλακίου τους.

Οπως επισημαίνει το σχετικό ρεπορτάζ των F.T., οι πρόωρες αποπληρωμές αυτών των δανείων ήταν ύψους 74 δισ. ευρώ, ποσό σαφώς μικρότερο από το αναμενόμενο, που σημαίνει πως οι ευρωπαϊκές τράπεζες βλέπουν ότι τις συμφέρει να διατηρήσουν τα επίμαχα δάνεια ενόψει της αύξησης των επιτοκίων. Σημειωτέον ότι εκείνες που έσπευσαν να επωφεληθούν τα μέγιστα από τα φθηνά δάνεια της ΕΚΤ ήταν οι γαλλικές τράπεζες, που μέχρι τον Απρίλιο είχαν έκθεση σε αυτές τις πιστώσεις συνολικού ύψους σχεδόν 500 δισ. ευρώ. Ακολουθούν οι γερμανικές, με τον κολοσσό της Deutsche Bank να έχει λάβει τα φθηνά δάνεια της ΕΚΤ συνολικού ύψους 44,7 δισ. ευρώ, αντίστοιχου με το 9% του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου της, ύψους 481 δισ. ευρώ.

Κόντρα Λαγκάρντ – Bundesbank

Η υπόσχεση της ΕΚΤ και της προέδρου Κριστίν Λαγκάρντ να στηρίξει τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου προκάλεσε την αντίδραση του προέδρου της Bundesbank Χοακίμ Νάγκελ, που αναζωπύρωσε έτσι το χάσμα ανάμεσα στην ΕΚΤ και στον μεγαλύτερο μέτοχό της. Ο κ. Νάγκελ υποστήριξε πως η τράπεζα πρέπει να ρίξει το βάρος στην ανάσχεση του πληθωρισμού, αλλά όπως επισημαίνει το Reuters οι αντιρρήσεις της Γερμανίας δεν αναμένεται να αποτελέσουν ουσιαστικό εμπόδιο. Ο λόγος είναι ότι δύο από τα συνήθως «σκληρά» μέλη του Δ.Σ. της ΕΚΤ, ο διοικητής της τράπεζας της Ολλανδίας Κλάας Κνοτ και ο ομόλογός του του Βελγίου Πιερ Γουνς συντάχθηκαν με την υπόσχεση της προέδρου Λαγκάρντ να αποτρέψει νέα αναταραχή στις αγορές ομολόγων και εκτόξευση του κόστους δανεισμού των χωρών της περιφέρειας. Εκδηλώθηκε, πάντως, η πρώτη ορατή διαφωνία ανάμεσα στην κ. Λαγκάρντ και στον Νάγκελ από τον Ιανουάριο, οπότε ανέλαβε τα καθήκοντά του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή