Το παγκόσμιο ΑΕΠ ξεπέρασε φέτος για πρώτη φορά τα 100 τρισ. δολ.

Το παγκόσμιο ΑΕΠ ξεπέρασε φέτος για πρώτη φορά τα 100 τρισ. δολ.

Σε ύφεση το 2023 η διεθνής οικονομία εξαιτίας της αύξησης επιτοκίων

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παρά τα αλλεπάλληλα πλήγματα που δέχθηκε στη διάρκεια του 2022, η παγκόσμια οικονομία υπερέβη για πρώτη φορά τα 100 τρισ. δολ. και σύντομα πρόκειται να διπλασιαστεί. Το 2023, όμως, αναμένεται να διολισθήσει σε ύφεση εξαιτίας της αύξησης των επιτοκίων, όπως έχουν ήδη προειδοποιήσει οι μεγαλύτεροι διεθνείς οργανισμοί, το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα και ο ΟΟΣΑ.

Στις δυσοίωνες εκτιμήσεις τους προστίθεται τώρα εκείνη του Κέντρου Οικονομικών και Επιχειρηματικών Ερευνών (CEBR), του βρετανικού οικονομικού και συμβουλευτικού ινστιτούτου, που διαπίστωσε ότι εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, του επιταχυνόμενου πληθωρισμού ανά τον κόσμο και των σκληρών lockdowns στην Κίνα, η παγκόσμια οικονομία έφθασε αισίως τα 102 τρισ. δολ. Οπως τονίζει όμως στην ετήσια έκθεσή του, «προβλέπουμε πως οι κεντρικοί τραπεζίτες θα επιμείνουν στις αυξήσεις των επιτοκίων μέσα στο 2023, όποιο κι αν είναι το κόστος για την οικονομία». Και διευκρινίζει πως «η ανάσχεση του πληθωρισμού και ο περιορισμός του στα επιθυμητά επίπεδα θα έχει ένα κόστος και αυτό θα είναι η ισχνή ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας τα επόμενα χρόνια». Το CEBR βασίζει τις εκτιμήσεις του στη βάση δεδομένων του ΔΝΤ, αλλά στις γενικότερες εκτιμήσεις του φαίνεται πιο απαισιόδοξο από το Ταμείο. Υπενθυμίζεται πως το ΔΝΤ προβλέπει ύφεση στο 1/3 της παγκόσμιας οικονομίας και 25% πιθανότητα για παγκόσμια ανάπτυξη μόλις 2% το νέο έτος.

Παρά την πρόβλεψή του για επικείμενη παγκόσμια ύφεση, το CEBR προεξοφλεί πως το 2037 θα έχει διπλασιαστεί η παγκόσμια οικονομία και θα ανέρχεται σε 206 τρισ. δολ. Θα το οφείλει όμως κυρίως στη δυναμική ανάπτυξη των αναπτυσσομένων οικονομιών, κατά κύριο λόγο της Ασίας και προπαντός της Κίνας και της Ινδίας που πλησιάζουν το επίπεδο των παραδοσιακά θεωρουμένων πλουσίων οικονομιών και τείνουν να τις ξεπεράσουν. Εκτιμά έτσι πως το 2037 οι χώρες της Ανατολικής Ασίας και της ευρύτερης περιοχής του Ειρηνικού θα αντιπροσωπεύουν πάνω από το 1/3 του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ το μερίδιο της Ευρώπης στην παγκόσμια οικονομία θα έχει συρρικνωθεί σε λιγότερο από το 20%. Αναθεωρεί, πάντως, επί τα χείρω τις προβλέψεις του για την εκτόξευση της Κίνας στην πρώτη θέση παγκοσμίως, καθώς εκτιμά πως η δεύτερη οικονομία στον κόσμο θα υπερβεί πράγματι τις ΗΠΑ αλλά το νωρίτερο που μπορεί να συμβεί αυτό θα είναι το 2036. Τοποθετεί δηλαδή την εξέλιξη έξι χρόνια αργότερα σε σύγκριση με την παλαιότερη εκτίμησή του και ο λόγος είναι η μέχρι προσφάτως εφαρμοζόμενη στην Κίνα πολιτική της μηδενικής ανοχής στον κορωνοϊό, καθώς και η ένταση στις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις της με τη Δύση.

Το 2037 η παγκόσμια οικονομία θα ανέρχεται σε 206 τρισ. δολ. λόγω της δυναμικής ανάπτυξης των αναπτυσσόμενων οικονομιών της Ασίας και προπαντός της Κίνας και της Ινδίας.

Το CEBR προειδοποιεί, άλλωστε, για τον οικονομικό αντίκτυπο των γεωπολιτικών κινδύνων από εστίες ανάφλεξης που είναι ήδη ορατές. Τονίζει ειδικότερα πως η αναρρίχηση της Κίνας σε πρώτη οικονομία στον κόσμο ενδέχεται να καθυστερήσει περαιτέρω αν το Πεκίνο θελήσει να κυριαρχήσει επί της Ταϊβάν, οπότε θα υποστεί εμπορικές κυρώσεις από τη Δύση. Προειδοποιεί, έτσι, πως «οι επιπτώσεις ενός οικονομικού πολέμου ανάμεσα στην Κίνα και τη Δύση θα είναι πολλαπλάσιες και πολύ σοβαρότερες από όσες έχουμε δει να προκαλεί η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία». Προσθέτει με βεβαιότητα πως σε μια τέτοια περίπτωση θα ακολουθήσει παγκόσμια ύφεση που θα συνδυαστεί με εκτόξευση του πληθωρισμού. Προσθέτει, πάντως, πως σε τέτοια περίπτωση «η ζημιά για την Κίνα θα είναι πολλαπλάσια και θα δυναμιτίσει κάθε προσπάθειά της να ηγεμονεύσει στην παγκόσμια οικονομία». Οπως υπογραμμίζει, το 15% του ΑΕΠ της Κίνας προέρχεται από εξαγωγές σε χώρες που θα προχωρούσαν σε αντίποινα.

Παράλληλα εκτιμά πως μέχρι το 2035 το ΑΕΠ της Ινδίας θα έχει φθάσει στα 10 τρισ. δολ. και θα είναι τρίτη οικονομία στον κόσμο με αυτό το μέγεθος, αλλά και τρίτη οικονομία στον κόσμο από το 2032. Προβλέπει επίσης ότι θα λάβουν μεγάλη ώθηση όσες αναδυόμενες οικονομίες διαθέτουν στρατηγικής σημασίας φυσικούς πόρους, όπως τα ορυκτά καύσιμα που θα εξακολουθήσουν να διαδραματίζουν καίριο ρόλο, ενώ θα πραγματοποιείται στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σε ό,τι αφορά τις ευρωπαϊκές οικονομίες, το CEBR προβλέπει πως η Γερμανία θα είναι η 4η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο σε μόλις τρία χρόνια και θα αναρριχηθεί στην τρίτη θέση εκτοπίζοντας την Ιαπωνία το 2032. Ειδική μνεία κάνει στη Ρωσία που, όπως τονίζει, βρισκόταν στην 9η θέση παγκοσμίως το 2022. Δεδομένων όμως των κυρώσεων που της έχει επιβάλει η Δύση, αναμένεται πως μέχρι το 2037 θα έχει διολισθήσει στη 14η θέση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή