Φ. Πέρσον στην «Κ»: Η ευρωπαϊκή βιομηχανία εκπέμπει SOS

Φ. Πέρσον στην «Κ»: Η ευρωπαϊκή βιομηχανία εκπέμπει SOS

Kινδυνεύει να γίνει ο «μεγάλος ασθενής» στη Γηραιά Ηπειρο

9' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H Ελλάδα έχει δημιουργήσει τις καλύτερες εντυπώσεις διεθνώς για τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να βγει από την κρίση και να αρχίσει να αναπτύσσεται αποτελώντας έναν φιλικό για επενδύσεις προορισμό. Ωστόσο όπως και στην Ευρώπη έτσι και στην Ελλάδα απαιτούνται περισσότερες επενδύσεις στη βιομηχανία και για να γίνει αυτό χρειάζεται να ληφθούν σημαντικές αποφάσεις. Αυτό μεταξύ άλλων τονίζει μιλώντας στην «Καθημερινή» ο Φρέντερικ Πέρσον, πρόεδρος της Business Europe, του «ευρωπαϊκού» ΣΕΒ δηλαδή. Φ. Πέρσον στην «Κ»: Η ευρωπαϊκή βιομηχανία εκπέμπει SOS-1Ο κ. Πέρσον βρίσκεται στην Αθήνα στο πλαίσιο του βιομηχανικού συνεδρίου του ΣΕΒ και θα συζητήσει δημόσια με τον πρόεδρο του ΣΕΒ Δημήτρη Παπαλεξόπουλο την ατζέντα «Βιομηχανία 2030: Οραμα για μια νέα βιομηχανική ανταγωνιστικότητα». «Πρέπει να μειώσουμε σημαντικά το ρυθμιστικό βάρος που επηρεάζει τις επιχειρήσεις μας και να βρούμε μακροπρόθεσμες λύσεις για να αντιμετωπίσουμε τη διαφορά στο κόστος ενέργειας σε σχέση με τους ανταγωνιστές μας», εξηγεί στην «Κ» περιγράφοντας παράλληλα την υστέρηση που έχει πια η ευρωπαϊκή βιομηχανία σε σχέση με τους ανταγωνιστές της τόσο από την Ανατολή όσο και από τη Δύση. «Πρέπει να επιταχύνουμε τις αδειοδοτικές διαδικασίες για να προσελκύσουμε και να διευκολύνουμε περισσότερες επενδύσεις», υπογραμμίζει, αλλά και να «παρέχουμε περισσότερες επιλογές αγοράς στις επιχειρήσεις μας για εξαγωγές όπως και πρόσβαση σε πρώτες ύλες και κρίσιμες εισροές».

– Ποιο είναι το «Οραμα για τη βιομηχανία το 2030»: ποιοι είναι οι κύριοι στόχοι του;

– Το πρώτο πράγμα που πρέπει να ανανεώσουμε στο μυαλό μας είναι ο ρόλος της βιομηχανίας. Η συνεισφορά της στην κοινωνία είναι τεράστια και ουσιαστική για την καθημερινή μας ζωή και τη δημιουργία πλούτου στην Ευρώπη. Η βιομηχανία είναι πολύ πιο σημαντική για την οικονομία από ό,τι της αποδίδεται συχνά, συμβάλλοντας σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη, στην απασχόληση και στην καινοτομία. Δεν υπάρχει ισχυρή Ευρώπη χωρίς ισχυρή βιομηχανία. Δεύτερον, ας είμαστε ειλικρινείς, το γεωπολιτικό και οικονομικό τοπίο είναι πολύ δύσκολο, θέτοντας πολλούς κλάδους της βιομηχανίας υπό σοβαρή πίεση. Αναφέρω ενδεικτικά: οι αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις που επιφέρουν μεγαλύτερη έμφαση στην ασφάλεια και αναδεικνύουν ένα μεγαλύτερο ρόλο για το κράτος στην οικονομία, η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, ο ανταγωνισμός για φυσικούς πόρους και προηγμένες τεχνολογίες που γίνεται πιο έντονος. Εάν θέλουμε αυτές οι προκλήσεις να γίνουν ευκαιρίες για μια ισχυρότερη ευρωπαϊκή βιομηχανία, πρέπει να λάβουμε σήμερα κιόλας τις σωστές στρατηγικές αποφάσεις. Ενας Δανός Νομπελίστας φυσικός είχε πει: «Οι προβλέψεις είναι δύσκολες, ειδικά όσον αφορά το μέλλον». Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να σταθούμε ακίνητοι. Το όραμα για τη βιομηχανία της Ευρώπης πρέπει να ξεκινήσει από την αποτύπωση των χαρακτηριστικών και της ποικιλομορφίας της τρέχουσας βιομηχανικής βάσης και να εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες στις μεγάλες τάσεις που μπορούν να αναγνωριστούν ήδη σήμερα. Για παράδειγμα στους τομείς της ενέργειας, της κυκλικής οικονομίας, της ψηφιοποίησης ή της αστικοποίησης. Ενα είναι σαφές, ότι η βιομηχανία είναι μέρος της λύσης. Χρειάζεται, συνεπώς, να έρθει η ανταγωνιστικότητά της στην κορυφή της ατζέντας.

Η Ε.Ε. πρέπει να μειώσει το κόστος της ενέργειας και τα βάρη των αλλεπάλληλων ρυθμίσεων.

– Οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες αρχίζουν να χάνουν μερίδιο στην παγκόσμια οικονομία. Για ορισμένους, ο λόγος βρίσκεται στο υψηλό κόστος της ενέργειας και στο βαρύ ρυθμιστικό καθεστώς. Ποιες είναι οι πολιτικές που θα εξασφαλίσουν την ανταγωνιστικότητα;

– Αυτό που χρειαζόμαστε στην Ευρώπη είναι ένα ρυθμιστικό περιβάλλον πιο φιλικό προς τις επενδύσεις. Οποτε μιλάω με συναδέλφους, υπάρχει γενική συμφωνία ότι το περιβάλλον για επενδύσεις στην Ευρώπη δεν είναι τόσο ευνοϊκό, όσο ήταν πριν από τρία χρόνια, και ακόμη λιγότερο τώρα σε σύγκριση με τους παγκόσμιους ανταγωνιστές μας. Η ενέργεια είναι ένα καλό παράδειγμα. Παρόλο που οι τιμές της ενέργειας δεν είναι στα υψηλότερα επίπεδά τους, παραμένουν υψηλότερες από αυτές στους περισσότερους ανταγωνιστές μας. Είναι γεγονός ότι οι τιμές του χονδρικού αερίου είναι πιο σταθερές, αλλά εξακολουθούν να είναι 5 έως 6 φορές υψηλότερες από αυτές στις ΗΠΑ. Η πραγματικότητα είναι ότι οι τιμές δεν θα μειωθούν στα προ κρίσης επίπεδα, πριν από το 2026-2027. Η σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση του σχεδιασμού της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να βοηθήσει λίγο, υποστηρίζοντας μακροπρόθεσμες συμβάσεις. Αλλά εάν η διαφορά στην τιμή της ενέργειας μεταξύ της Ε.Ε. και των κύριων ανταγωνιστών μας δεν αντιμετωπιστεί δομικά, θα συνεχίσει να έχει σοβαρές συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα. Ο άλλος σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει αρνητικά το επιχειρηματικό κλίμα στην Ευρώπη είναι το κύμα των κανονισμών για την εφαρμογή της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης. Η Ε.Ε. προκαλεί έναν «ρυθμιστικό πληθωρισμό» για τις εταιρείες. Αυτές οι ρυθμίσεις συνοδεύονται από πολλαπλές υποχρεώσεις, μεταξύ άλλων, σημαντικών απαιτήσεων παροχής πληροφοριών και μερικές φορές πολύ ευρείς ορισμούς που αυξάνουν το αίσθημα ανασφάλειας. Αυτό είναι ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που διαθέτουν περιορισμένους πόρους. Η υφιστάμενη προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μείωση των απαιτήσεων παροχής πληροφοριών των επιχειρήσεων κατά 25% είναι ένα καλό βήμα, αλλά πρέπει να πάμε ακόμη πιο πέρα.

– Η πράσινη μετάβαση είναι ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση. Η Ευρώπη έχει ξεκάθαρα τοποθετηθεί στην «εμπροσθοφυλακή». Εκτός από τους τελικούς καταναλωτές των βιομηχανικών προϊόντων και τις επιχειρήσεις, ποιοι μπορούν και πρέπει να συμβάλλουν στη χρηματοδότηση αυτής της μετάβασης;

– Η απανθρακοποίηση αποτελεί προτεραιότητα για την ευρωπαϊκή κοινωνία, συμπεριλαμβανομένης της βιομηχανίας. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις είναι πλήρως αφοσιωμένες στο να επιτύχουν τη φιλοδοξία της Ε.Ε. για την κλιματική ουδετερότητα. Ωστόσο, είναι σαφές ότι η προσπάθεια είναι τεράστια, και έχουμε μια δύσκολη εξίσωση να λύσουμε: πρέπει να γίνουμε κλιματικά ουδέτεροι και ταυτοχρόνως να αναπτύξουμε μια ανταγωνιστική οικονομία. Ωστόσο η μετάβαση θα συνοδεύεται από σημαντικές δαπάνες και τεράστιες ανάγκες επενδύσεων. Οι επιχειρήσεις είναι έτοιμες να συνεισφέρουν το μερίδιό τους. Η δημόσια συμμετοχή είναι επίσης κρίσιμη. Θα δοκιμαστεί εάν ορισμένες πολιτικές αποφάσεις αφορούν περιορισμούς ή μειώσεις στην καταναλωτική συμπεριφορά ή θα οδηγήσουν σε έναν μη δίκαιο μετασχηματισμό που θα αφήσει πίσω τις πιο ευάλωτες ομάδες της κοινωνίας. Οι ιδιωτικές επενδύσεις θα βρίσκονται στο προσκήνιο, αλλά η στοχευμένη δημόσια χρηματοδότηση θα είναι επίσης σημαντική. Οι εκτιμήσεις αναφέρονται σε νέους πόρους της Ε.Ε. ύψους 180 δισ. ευρώ, μεταξύ του 2024 και του 2030. Οσον αφορά το κόστος της μετάβασης, η Ευρώπη δεν κρατάει όλα τα χαρτιά στα χέρια της. Η Ευρώπη αντιπροσωπεύει μόνο το 7% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (και θα είναι το 4% το 2030). Ολες οι χώρες, ιδιαίτερα οι οικονομίες του G20, πρέπει να δράσουν. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την COP28 στο Ντουμπάι, είναι κρίσιμο να δεσμευθούν και οι μεγάλοι εμπορικοί εταίροι το συντομότερο δυνατόν σε φιλόδοξους στόχους που να συγκρίνονται με αυτούς της Ευρώπης.

Οι ΗΠΑ ενισχύονται και η Ε.Ε. χάνει έδαφος

– O παγκόσμιος βιομηχανικός χάρτης δείχνει ότι οι οικονομίες που αναπτύσσονται με γοργούς ρυθμούς, όπως η Κίνα και η Ινδία, αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες καταφέρνουν να διατηρούν και να ενισχύουν τη θέση τους σε αυτό το νέο περιβάλλον. Είναι η Ευρώπη καταδικασμένη να γίνει η λιγότερο σημαντική περιοχή στη βιομηχανία;

– Τα οικονομικά δεδομένα δεν είναι ευνοϊκά για την Ευρώπη σε σύγκριση με άλλες χώρες και περιοχές. Για παράδειγμα, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν το 2010, 47% μεγαλύτερο από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ε.Ε. Το 2021 αυτή η διαφορά είχε ήδη αυξηθεί στο 82%, και εάν η τάση συνεχιστεί, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στις ΗΠΑ θα φτάσει σε 96.000 δολάρια, ενώ στην Ε.Ε. σε 60.000 δολάρια. Επίσης, παρατηρούμε ότι οι ΗΠΑ γίνονται ένας ολοένα και πιο ελκυστικός προορισμός επενδύσεων για τη βιομηχανία, ενώ η Ευρώπη αντιμετωπίζει δυσκολίες. Για παράδειγμα, οι άμεσες ξένες επενδύσεις (greenfield investments) μειώθηκαν κατά 15% στην Ε.Ε. μεταξύ του 2021 και του 2022, ενώ αυξήθηκαν κατά 18% στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η βιομηχανία της Ε.Ε. επλήγη σοβαρά από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με σημαντική αύξηση των τιμών της ενέργειας. Ακόμη κι αν οι χονδρικές τιμές φυσικού αερίου ήταν πιο σταθερές στην Ευρώπη, αυτές εξακολουθούσαν να κυμαίνονται 5 έως 6 φορές υψηλότερα από αυτές στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτός όμως δεν είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο η Ευρώπη γίνεται λιγότερο ελκυστική σε σύγκριση με άλλες περιοχές. Ο άλλος σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει αρνητικά το επιχειρηματικό κλίμα στην Ευρώπη είναι ο πολύ μεγάλος αριθμός κανονισμών και ρυθμίσεων για την εφαρμογή των πράσινων και ψηφιακών μετασχηματισμών. Εάν ενεργήσουμε γρήγορα, μπορούμε ακόμη να αναστρέψουμε αυτήν την τάση. Εάν επαναφέρουμε την οικονομική ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα στο κέντρο των ευρωπαϊκών δημόσιων πολιτικών, εάν υπάρξει πραγματική συνεργασία μεταξύ των κυβερνήσεων και των επιχειρήσεων για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που προάγει τις επενδύσεις, την καινοτομία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, μπορούμε να δυναμώσουμε την ευρωπαϊκή οικονομία.

Για να το πράξουμε αυτό, πρέπει να δράσουμε σε πολλά μέτωπα:

1. Πρέπει να μειώσουμε σημαντικά το ρυθμιστικό βάρος που επηρεάζει τις επιχειρήσεις μας.

2. Να βρούμε μακροπρόθεσμες λύσεις για να αντιμετωπίσουμε τη διαφορά στο κόστος ενέργειας σε σχέση με τους ανταγωνιστές μας.

3. Να παρέχουμε περισσότερες επιλογές αγοράς στις επιχειρήσεις μας για την εξαγωγή και την πρόσβαση σε πρώτες ύλες και κρίσιμες εισροές.

4. Πρέπει να επιταχύνουμε τις αδειοδοτικές διαδικασίες για να προσελκύσουμε και να διευκολύνουμε περισσότερες επενδύσεις.

5. Να περιορίσουμε τα ρυθμιστικά εμπόδια που εξακολουθούν να υπάρχουν στην ενιαία αγορά.
Δεν είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε η ασθενέστερη βιομηχανική περιοχή, αλλά χωρίς αυτές τις αλλαγές, κινδυνεύουμε να βιώσουμε ακριβώς αυτό.

Δεν μπορούμε να κλείσουμε τις πόρτες μας στον υπόλοιπο κόσμο

– Είναι οι προστατευτικές πολιτικές η απάντηση για την Ευρώπη;

– Η οικονομία της Ε.Ε. προβλέπεται να αυξηθεί κατά 0,7% το 2023 και κατά 1,6% το 2024. Αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης είναι χαμηλότερος από τους μεγάλους εμπορικούς μας εταίρους και τους κύριους ανταγωνιστές μας. Με δεδομένο ότι το 85% της παγκόσμιας ανάπτυξης θα έρχεται εκτός Ε.Ε. από το 2024, δεν μπορούμε να κλείσουμε τις πόρτες μας στον υπόλοιπο κόσμο. Αντίθετα, η Ευρώπη πρέπει να παραμείνει ανοιχτή, πρέπει να διευρύνει και να ενισχύσει το δίκτυο των εμπορικών της εταίρων. Διατηρώντας τον ανοιχτό χαρακτήρα της οικονομίας, μπορούμε επίσης να την καταστήσουμε πιο ανθεκτική σε εξωτερικούς κραδασμούς, βοηθώντας να διαφοροποιήσουμε τις εισαγωγές μας και να δημιουργήσουμε νέες εξαγωγικές ευκαιρίες. Οι κρίσιμες πρώτες ύλες αποτελούν ένα καλό παράδειγμα: επί του παρόντος, η Κίνα εφοδιάζει το 100% της Ε.Ε. σε σπάνιες γαίες, με τη Νότια Αφρική να καλύπτει το 71% των αναγκών της Ε.Ε. για πλατίνα, για να αναφέρω μόνο δύο παραδείγματα. Οι πρόσφατες διακυμάνσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού και ο αυξανόμενος γεωπολιτικός ανταγωνισμός μας έχουν δείξει ότι δεν είναι σοφό να εξαρτιόμαστε από έναν προμηθευτή. Πρέπει να προβούμε σε διαφοροποίηση, εξετάζοντας επίσης την αύξηση των εξορυκτικών, παραγωγικών και δραστηριοτήτων ανακύκλωσης στην Ευρώπη, αλλά και στην αναζήτηση άλλων προμηθευτών σε όλο τον κόσμο.

Ο προστατευτισμός αυξάνεται παγκοσμίως, με πολλές χώρες να υιοθετούν πολιτικές διάκρισης ή στρέβλωσης του εμπορίου, αλλά η Ευρώπη δεν πρέπει να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο. Η διεθνής επιρροή της Ευρώπης προέρχεται από το εμπόριο και την επενδυτική της ισχύ. Η Ευρώπη είναι ο μεγαλύτερος παγκόσμιος εξαγωγέας βιομηχανικών προϊόντων και υπηρεσιών και η μεγαλύτερη αγορά εξαγωγών για περίπου 80 χώρες. Στην Ε.Ε., 38 εκατομμύρια θέσεις εργασίας συνδέονται άμεσα με τις εξαγωγές.

Ταυτόχρονα, η Ευρώπη πρέπει να υπερασπιστεί αποτελεσματικά τα οικονομικά της συμφέροντα αντιμετωπίζοντας τον ανερχόμενο γεωπολιτικό ανταγωνισμό και τα μονομερή μέτρα από ορισμένους από τους εμπορικούς μας εταίρους που παραβιάζουν τις διεθνείς δεσμεύσεις. Υποστηρίζουμε το εμπόριο που βασίζεται σε κανόνες και όχι στη δύναμη της ισχύος. Εάν οι εμπορικοί εταίροι επιβάλλουν μονομερώς αυξημένους δασμούς, επιβάλλουν περιορισμούς στην πρόσβαση στις αγορές τους ή εισάγουν στρεβλωτικές επιδοτήσεις που ωφελούν τις εγχώριες βιομηχανίες, η Ε.Ε. πρέπει να είναι σε θέση να ενεργήσει και να χρησιμοποιήσει τα υπάρχοντα εργαλεία για την προστασία των οικονομικών της συμφερόντων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT