Δύο χώρες που βρέθηκαν προ ετών στη δίνη της κρίσης χρέους και αναγκάστηκαν να προσφύγουν στο ΔΝΤ και να δεχθούν τους όρους του, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, ετοιμάζονται να τοποθετήσουν τα πλεονάσματά τους σε καινούργια κρατικά επενδυτικά ταμεία. Αυτά θα αναλάβουν να χρηματοδοτούν έργα υποδομής και σχέδια φιλικά προς το περιβάλλον, αλλά και να λειτουργήσουν ως ασφαλιστικές δικλίδες σε περίπτωση νέων κρίσεων. Οπως υπογραμμίζει σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times, η Πορτογαλία οφείλει τα πλεονάσματά της στη δημοσιονομική πειθαρχία που έχει τηρήσει η κυβέρνησή της και σχεδιάζει να καταθέσει 2 δισ. ευρώ από το πλεόνασμά της στο υπό δημιουργία κρατικό επενδυτικό ταμείο. Αυτό θα αναλάβει να χρηματοδοτεί αφενός έργα υποδομής και αφετέρου σχέδια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Τα 2 δισ. ευρώ αρχικά κεφάλαια ισοδυναμούν με το φετινό πλεόνασμα της Πορτογαλίας και με το 0,8% του ΑΕΠ της. Και όπως τονίζει η Λισσαβώνα, ζητούμενο του νέου κρατικού επενδυτικού ταμείου είναι να αναπληρώσει τις ροές κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. κατά της πανδημίας, που θα διακοπούν το 2026.
Η Ιρλανδία οφείλει τα πλεονάσματά της κατά κύριο λόγο στη θεαματική αύξηση που έχουν σημειώσει τα έσοδά της από εταιρικούς φόρους, καθώς ανέρχονται περίπου στα 10 έως 12 δισ. ευρώ ετησίως. Είναι φόροι που καταβάλλουν εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και φαρμακοβιομηχανίες, αλλά και πολυεθνικές τις οποίες έχει προσελκύσει η Ιρλανδία με δέλεαρ την εξαιρετικά χαμηλή φορολογία της. Πρόκειται για τον επίμαχο φόρο του 12,5%, από τους μικρότερους συντελεστές εταιρικής φορολογίας στον κόσμο, που έχει προκαλέσει διενέξεις και τριβές εντός Ε.Ε. Ετσι το Δουβλίνο σχεδιάζει να επενδύσει τουλάχιστον το 50% των εταιρικών φόρων σε δύο νέα κρατικά επενδυτικά ταμεία, που θα αναλάβουν να χρηματοδοτούν έργα υποδομής και να αντιμετωπίσουν μελλοντικά οικονομικά προβλήματα. Οπως επισημαίνει η βρετανική εφημερίδα, το Δουβλίνο ανακοίνωσε τα σχέδιά του λίγες ώρες αφότου είχε προβεί σε αντίστοιχες ανακοινώσεις η Λισσαβώνα. Σύμφωνα με τον Ιρλανδό υπουργό Οικονομικών, Μάικλ ΜακΓκραθ, τα δύο κρατικά επενδυτικά ταμεία θα λαμβάνουν κάθε χρόνο 6,3 δισ. ευρώ από φορολογικά έσοδα.
Με το νέο επενδυτικό ταμείο η Λισσαβώνα στοχεύει να αναπληρώσει τις ροές κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. κατά της πανδημίας, που θα διακοπούν το 2026.
Τα φορολογικά έσοδα της Ιρλανδίας από εταιρικούς φόρους έχουν υπερτριπλασιαστεί από το 2015 έως σήμερα και εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος του έτους θα έχουν φθάσει τα 23,6 δισ. ευρώ. Για το επόμενο έτος αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω στα 24,5 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση δεν έχει κρύψει, ωστόσο, τις επιφυλάξεις της για το ενδεχόμενο να αποδειχθεί παροδική η αύξηση των φορολογικών εσόδων, καθώς προέρχονται από εταιρείες που έχουν επιλέξει την Ιρλανδία για έδρα τους εξαιτίας του εξαιρετικά χαμηλού φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις. Οπως έχει υπογραμμίσει, οι εταιρείες αυτές θα μπορούσαν να αλλάξουν έδρα με αποτέλεσμα να ελαχιστοποιηθούν τα φορολογικά έσοδα της χώρας. «Εχουμε ένα παράθυρο ευκαιρίας και πρέπει να το εκμεταλλευτούμε», τονίζει ο ΜακΓκραθ και προσθέτει πως τα δύο επενδυτικά ταμεία αποτελούν ένα βήμα στον σχεδιασμό του μέλλοντος.
Βάσει συμφωνίας που έχει επιτευχθεί στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ, ο φορολογικός συντελεστής της Ιρλανδίας για τις εταιρείες θα διαμορφωθεί το 15%, αρχής γενομένης από τον Ιανουάριο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης, στο διάστημα από το τρέχον έτος μέχρι και το 2026 η χώρα θα συγκεντρώσει πλεονάσματα που θα φθάσουν συνολικά τα 46 δισ. ευρώ. Ετσι από το επόμενο έτος και μέχρι το 2035 θα τοποθετεί το 0,8% του ΑΕΠ της, περίπου 4,3 δισ. ευρώ, στο ένα από τα δύο επενδυτικά ταμεία, το Future Ireland Fund. Το επόμενο έτος, άλλωστε, η κυβέρνηση σχεδιάζει να προσθέσει στα κεφάλαια του νέου επενδυτικού ταμείου τα 4,1 δισ. ευρώ που βρίσκονται σε παλαιότερο επενδυτικό ταμείο και το οποίο είναι τώρα σε φάση εκκαθάρισης. Επιπλέον, το Δουβλίνο ευελπιστεί πως μέχρι περίπου το 2035 το Future Ireland Fund θα έχει συγκεντρώσει κεφάλαια ύψους 100 δισ. ευρώ από εισφορές και αποδόσεις επενδύσεων της χώρας σε διεθνές επίπεδο. Στα σχέδιά της είναι, μεταξύ άλλων, να μπορεί από το 2040 και μετά να καταφεύγει στο εν λόγω επενδυτικό ταμείο για τη χρηματοδότηση της ψηφιοποίησης της οικονομίας της και τη στροφή στο μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα, αλλά και προκειμένου να καλύπτει τυχόν αυξημένες δαπάνες για συντάξεις και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, δεδομένης της γήρανσης του πληθυσμού της. Στο δεύτερο κρατικό επενδυτικό ταμείο, που θα χρηματοδοτεί σχέδια για το περιβάλλον και τη φύση, το Δουβλίνο υπολογίζει πως θα επενδύει 2 δισ. ευρώ ετησίως στο διάστημα από το 2024 έως το 2030, ώστε μέχρι τότε να συγκεντρώσει συνολικά κεφάλαια ύψους 14 δισ. ευρώ. Επίσης θα χρησιμοποιήσει για τις εισφορές του επόμενου έτους όσα κεφάλαια μείνουν από το παλαιό επενδυτικό ταμείο που τώρα διαλύεται.