Στο 2,1% προβλέπει η Εθνική Τράπεζα ότι θα διαμορφωθεί ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος, αναθεωρώντας προς τα κάτω προηγούμενη εκτίμησή της, ενώ για το 2024 προβλέπει επιτάχυνση στο 2,7% ετησίως.
Σε ανάλυση της τράπεζας που δημοσιεύθηκε χθες, με αφορμή την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του γ΄ τριμήνου από την ΕΛΣΤΑΤ (2,1% ετησίως), αναφέρεται ότι η επιβράδυνση που σημειώθηκε οφείλεται κυρίως στους εξής παράγοντες:
1. Υποχώρηση των δημοσίων επενδύσεων λόγω μετάθεσης των σχετικών δαπανών, όσο και της δημόσιας κατανάλωσης, με συνολική επίπτωση 0,5 ποσοστιαίας μονάδας στην ετήσια μεταβολή του ΑΕΠ.
2. Συρρίκνωση των εξαγωγών αγαθών λόγω στασιμότητας στην ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά και πιο αδύναμων εσόδων από εξαγωγές υπηρεσιών, πλην τουρισμού.
3. Πιο ήπια ανοδική δυναμική του ΑΕΠ το α΄ εξάμηνο.
Οι αναλυτές (επικεφαλής οικονομολόγος Νίκος Μαγγίνας) αναμένουν επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ το δ΄ τρίμηνο στο 0,7% σε τριμηνιαία βάση (1,8% ετησίως), συντείνοντας σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,1% για το σύνολο του 2023, λόγω:
• Της μετάθεσης από το γ΄ τρίμηνο δημόσιας κατανάλωσης και κεφαλαιουχικών δαπανών, συμπεριλαμβανομένων δαπανών στήριξης και αποκατάστασης των περιοχών που επλήγησαν στη Θεσσαλία.
• Της επιταχυνόμενης αύξησης της απασχόλησης κατά 3,5% ετησίως τον Οκτώβριο, από 0,9% το β΄ τρίμηνο.
• Της επιβράδυνσης των εμπορευματικών εισαγωγών λόγω και της ήδη σημαντικής συσσώρευσης αποθεμάτων κατά το γ΄ τρίμηνο.
• Της ανθεκτικότητας που εμφανίζουν οι διαθέσιμοι δείκτες συγκυρίας και οι πρόδρομοι δείκτες δραστηριότητας, με τη μεταποιητική παραγωγή να αυξάνεται εντυπωσιακά κατά 9,7% ετησίως τον Οκτώβριο.
«Η επιτάχυνση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, η ενδυνάμωση της ανάκαμψης στην Ευρωζώνη, η περαιτέρω υποχώρηση του πληθωρισμού και ο θετικός αντίκτυπος της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας στην ελκυστικότητα των ελληνικών χρεογράφων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων και τις γενικότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες προμηνύουν ακόμη ισχυρότερη ανάπτυξη για την ελληνική οικονομία το 2024, η οποία εκτιμάται στο 2,7% ετησίως», αναφέρει η ανάλυση.