S&P: Γιατί η Ελλάδα ξεχωρίζει φέτος από την υπόλοιπη Ευρώπη

S&P: Γιατί η Ελλάδα ξεχωρίζει φέτος από την υπόλοιπη Ευρώπη

Ο λόγος χρέους/ΑΕΠ είναι πλέον χαμηλότερος από τα προ πανδημίας επίπεδα

3' 23" χρόνος ανάγνωσης

H ταχεία μείωση του δείκτη χρέους, τα πρωτογενή πλεονάσματα και οι χαμηλές δαπάνες για τόκους, που από φέτος θα είναι χαμηλότερες και από αυτές της Ισπανίας, αποτελούν το τρίπτυχο του success story της Ελλάδας, η οποία θα ξεχωρίσει στο ιδιαίτερα δύσκολο για τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης τρέχον έτος, επισημαίνει η S&P, αφήνοντας ανοιχτό παράθυρο για νέα αναβάθμιση της αξιολόγησης της χώρας.

Ειδικότερα, όπως σημειώνει, οι έκτακτες καταστάσεις που δημιούργησαν η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία, δίνουν τη θέση τους σε ολοένα και πιο φυσιολογικές μακροοικονομικές συνθήκες, ωστόσο έχουν εντείνει τις ανησυχίες για τα επίπεδα του χρέους. Αυτό, σε συνδυασμό με την επανεισαγωγή δημοσιονομικών κανόνων που κάνουν τη μείωση του χρέους προτεραιότητα, φέρνουν στο επίκεντρο της κυβερνητικής πολιτικής τη δημοσιονομική πειθαρχία.

Ωστόσο, η πορεία προς τη μείωση του δημοσίου χρέους θα έχει εμπόδια, όπως η αύξηση των τόκων του χρέους λόγω της νομισματικής σύσφιγξης της ΕΚΤ, οι επίμονες μακροοικονομικές προκλήσεις και οι πιέσεις δαπανών.

Η Ελλάδα, η Κύπρος και η Πορτογαλία, τονίζει η S&P, μειώνουν ήδη ραγδαία τους δείκτες δημοσίου χρέους και αναμένεται να συνεχίσουν να το κάνουν. Η Ιταλία και η Ισπανία σημειώνουν λιγότερο φιλόδοξες τροχιές μείωσης του χρέους, ενώ οι δείκτες χρέους σε Γαλλία και Βέλγιο θα μείνουν στάσιμοι εάν δεν υπάρξουν πρόσθετες προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης και η μείωση του χρέους σε Γερμανία και Αυστρία θα είναι ήπια.

Τα υψηλότερα επιτόκια είναι μια νέα πρόκληση για τη δημοσιονομική εξυγίανση, όπως επισημαίνει ο οίκος, ωστόσο οι υψηλότερες πληρωμές τόκων δεν θα επηρεάσουν τα κράτη της Ευρωζώνης με τον ίδιο βαθμό.

Πρωτογενή πλεονάσματα, μείωση χρέους και χαμηλές δαπάνες για τόκους, οι τρεις βασικοί λόγοι.

Η Ιταλία και η Ισπανία, των οποίων οι πληρωμές τόκων το 2026 προβλέπονται σε 4,6% του ΑΕΠ και 3%, αντίστοιχα, θα έχουν από τα υψηλότερα κόστη στην Ευρωζώνη.

Οι πληρωμές τόκων της Πορτογαλίας και της Ελλάδας, οι οποίες ήταν παρόμοιες μ’ αυτές της Ισπανίας το 2022 (2,4% του ΑΕΠ), θα παραμείνουν συγκρατημένες έως το 2026. Αυτό θα υποστηριχθεί από το υψηλό ποσοστό κόστους χρέους προς τον επίσημο τομέα (20% για την Πορτογαλία και 75% για την Ελλάδα) και την αναμενόμενη μείωση του δείκτη χρέους. Η Ελλάδα θα επωφεληθεί επίσης από την πολύ μακρά μέση διάρκεια λήξης περίπου 20 ετών, η οποία παρατείνει τον χρόνο που τα υψηλότερα επιτόκια θα μετακυλίσουν στις πληρωμές τόκων.

Οι πληρωμές τόκων/ΑΕΠ της Γαλλίας και του Βελγίου θα αυξηθούν πέραν του 2% έως το 2026 λόγω των υψηλότερων επιτοκίων και των στάσιμων επιπέδων χρέους, η Αυστρία θα παρουσιάσει απότομη αύξηση στις πληρωμές τόκων/ΑΕΠ, αν και θα παραμείνει κάτω του 2%, ενώ στη Γερμανία θα αυξηθούν αλλά θα παραμείνουν κάτω από το 1% του ΑΕΠ έως το 2026.

Με βάση και τα προγράμματα των κυβερνήσεων έως το 2026, οι περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης δεν θα καταφέρουν να επιστρέψουν στα επίπεδα του χρέους του 2019, εκτιμά ο οίκος.

Σ’ αυτό το μέτωπο, η Ελλάδα (μαζί με την Πορτογαλία και την Κύπρο) αποτελεί εξαίρεση, καθώς έχει ήδη φέρει το χρέος/ΑΕΠ κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα και στο 162% το 2023. Αυτή η απόδοση ήταν αποτέλεσμα ισχυρής δημοσιονομικής εξυγίανσης, όπως επισημαίνει η S&P, με την Ελλάδα να επιστρέφει στα πρωτογενή πλεονάσματα ήδη από το 2022. Επιπλέον, υποστηρίχθηκε από τη συγκρατημένη απάντηση της κυβέρνησης στους πληθωριστικούς κραδασμούς, την ανθεκτική οικονομία της, τον ισχυρό τουρισμό και τη σημαντική ώθηση στα κρατικά έσοδα από την άνοδο του πληθωρισμού. Ο οίκος αναμένει πως η Ελλάδα θα καταγράψει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 2% του ΑΕΠ το 2024 και τονίζει πως η περαιτέρω βελτίωση στα δημοσιονομικά θα μπορούσε να προκαλέσει θετικές ενέργειες αξιολόγησης.

Συγκριτικά, η S&P σημειώνει πως τα επίπεδα χρέους/ΑΕΠ της Γερμανίας και της Αυστρίας έχουν αυξηθεί σε σχέση με πριν από την πανδημία και θα παρουσιάσουν μέτρια δημοσιονομικά ελλείμματα το 2024. Τα επίπεδα του χρέους σε Ιταλία και Ισπανία συνεχίζουν να υπερβαίνουν τα προ πανδημίας επίπεδα και προβλέπεται μέτρια μείωση το 2024-2026 κατά 1%-3%, ενώ θα συνεχίσουν να καταγράφουν πρωτογενή ελλείμματα. Τα επίπεδα χρέους της Γαλλίας και του Βελγίου έχουν αυξηθεί από την πανδημία και θα παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα έως το 2026, ενώ θα καταγράψουν τα μεγαλύτερα πρωτογενή ελλείμματα στην Ευρωζώνη φέτος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT