Το ενεργειακό σοκ αποτελεί παρελθόν για την Ευρώπη

Το ενεργειακό σοκ αποτελεί παρελθόν για την Ευρώπη

Η συνεχιζόμενη υποχώρηση των τιμών αερίου συμβάλλει στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού

2' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν από δύο χρόνια η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εκτίναξε τις τιμές ενέργειας, προκαλώντας τεράστιο σοκ στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Αναφορικά με τις καθαρές εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, η Ευρωζώνη έπρεπε να πληρώσει 587 δισ. ευρώ το 2022, από τα 226 δισ. πριν από την πανδημία του 2019. Καθόλου τυχαία, λοιπόν, η ανάπτυξη της Ευρωζώνης σχεδόν ακινητοποιήθηκε. Ωστόσο, η κατάσταση αυτή άρχισε να αντιστρέφεται το 2023, όταν ο καθαρός λογαριασμός για τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων μειώθηκε στα 353 δισ. ευρώ.

Με τη βοήθεια της συνεχιζόμενης πτώσης των τιμών του φυσικού αερίου στα 25 ευρώ/MWh στην ολλανδική αγορά από 41 ευρώ/MWh κατά μέσον όρο πέρυσι, αναμένουμε ότι αυτό το κόστος θα μειωθεί περαιτέρω στα 300 δισ. ευρώ το 2024. Ο χαμηλότερος λογαριασμός ενέργειας αποτυπώνει εν μέρει μια οδυνηρή μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, όπως, λόγου χάριν, ήταν η βουτιά του 14% στην παραγωγή των γερμανικών επιχειρήσεων εντάσεως ενέργειας πέρυσι, αν και ως επί το πλείστον η εν λόγω εξέλιξη σχετίζεται με την πιο μικρή αύξηση των τιμών καυσίμων.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κυβερνήσεις έπρεπε να δαπανήσουν λιγότερα από τα αναμενόμενα το 2023 για την ανακούφιση από τις επιπτώσεις της ακριβής ενέργειας, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ευρωζώνης ελαττώθηκε από 478 δισ. ευρώ (3,4% του ΑΕΠ) το 2022 σε 430 δισ. ευρώ το 2023 (περίπου 3% του ΑΕΠ), παρά την αναιμική οικονομική ανάπτυξη. Η υποχώρηση των τιμών της ενέργειας μείωσε, επίσης, τις πιέσεις του κόστους εισροών για πολλούς κλάδους, στήριξε τους ισολογισμούς ορισμένων μεγάλων διανομέων ενέργειας και αποκλιμάκωσε τον πληθωρισμό από 8,4% το 2022 σε 5,4% πέρυσι. Συμπεριλαμβανομένης της υπόθεσής μας για τις έμμεσες επιδράσεις σε μη ενεργειακά αγαθά και υπηρεσίες, οι τιμές της ενέργειας συνέβαλαν κατά 5 εκατοστιαίες μονάδες στον πληθωρισμό το 2022, αλλά κοντά στο μηδέν το 2023.

Αφού η άνοδος των τιμών καυσίμων και τροφίμων συμπίεσε το πραγματικό τους διαθέσιμο εισόδημα κατά 1,9% το 2022, τα νοικοκυριά ανέκτησαν το μεγαλύτερο μέρος της ζημίας πέρυσι με κέρδος 1,5%. Ωστόσο δεν ξοδεύουν. Η αύξηση καταναλωτικών δαπανών μόλις 0,5% το 2023 δείχνει ότι υστερούσε αρκετά σε σχέση με την ανάκαμψη της αγοραστικής τους δύναμης. Οι διαμαρτυρίες για τα καύσιμα, που παραμένουν ακριβότερα από τα προ ρωσικής εισβολής επίπεδα για τους καταναλωτές, και οι ανησυχίες για τη συνολική οικονομική κατάσταση τούς επηρεάζουν. Εντούτοις, το ότι ολοκληρώνεται η επίπονη διόρθωση των αποθεμάτων και το ότι το παγκόσμιο εμπόριο αναμένεται να σταθεροποιηθεί στις αρχές του έτους είναι παράγοντες βελτίωσης της διάθεσης των καταναλωτών.

* Ο κ. Χόλγκερ Σμίεντινγκ είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή