Πυρά Βάιντμαν κατά Λαγκάρντ για το νέο, «πράσινο» QE

Πυρά Βάιντμαν κατά Λαγκάρντ για το νέο, «πράσινο» QE

3' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν έχει ακόμη αναλάβει επισήμως επικεφαλής του ΔΝΤ η Κριστίν Λαγκάρντ και τα «γεράκια» της ΕΚΤ την περιμένουν στη γωνία, έτοιμα να αμφισβητήσουν τη νομιμότητα κάθε πρωτοβουλίας της. Την περασμένη εβδομάδα η νέα επικεφαλής της τράπεζας, που αναλαμβάνει επισήμως την Παρασκευή, εξέφρασε την πρόθεση να επιστρατεύσει το νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) στην υπηρεσία του περιβάλλοντος: να αγοράζει δηλαδή περισσότερο «πράσινα» ομόλογα και να δίνει προτεραιότητα στα ομόλογα εταιρειών που ενδιαφέρονται για το περιβάλλον. 

Η δήλωσή της προκάλεσε σχεδόν άμεσα την αντίδραση του γνωστού ως σκληρότερου  «ιέρακα» της τράπεζας, του Γερμανού επικεφαλής της Bundesbank Γενς Βάιντμαν, που έχει, έτσι κι αλλιώς, εναντιωθεί επανειλημμένως στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και σε κάθε αντισυμβατική πολιτική της ΕΚΤ. Μιλώντας χθες στη Φρανκφούρτη, ο κ. Βάιντμαν προειδοποίησε πως αν δοθεί προτεραιότητα στα «πράσινα» ομόλογα στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς ομολόγων, μπορεί να επιβαρυνθούν δυσανάλογα οι κεντρικές τράπεζες και τελικά να υπονομευθεί η ανεξαρτησία τους. Υπογράμμισε μάλιστα πως ένα «πράσινο» QE θα μπορούσε να έρθει σε σύγκρουση με την κύρια αποστολή της ΕΚΤ που είναι να περιφρουρεί τη σταθερότητα των τιμών. «Αποστολή μας είναι η σταθερότητα των τιμών και η εφαρμογή της νομισματικής μας πολιτικής πρέπει να σέβεται την αρχή της ουδετερότητας προς την αγορά», τόνισε ο κ. Βάιντμαν.

Προσέθεσε, άλλωστε, πως είναι έργο των εκλεγμένων κυβερνήσεων να επιλέγουν μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ενώ οι ιθύνοντες που χαράσσουν νομισματική πολιτική δεν έχουν τη δημοκρατική νομιμότητα για να επιδιώξουν περιβαλλοντικούς στόχους. Υπό μία έννοια η επιχειρηματολογία του έχει κάποια βάση, καθώς η διόγκωση του χαρτοφυλακίου της ΕΚΤ με κίνητρα διαφορετικά από αυτά της νομισματικής πολιτικής θα αποτελεί πράγματι μεγάλη απόκλιση από την παραδοσιακή πολιτική μιας κεντρικής τράπεζας. Σύμφωνα, πάντως, με οικονομικούς και πολιτικούς αναλυτές, αν υπάρχει πολιτική βούληση για κάτι τέτοιο, τότε πράγματι θα συμβεί. Θα χρειαστεί, πάντως, να περάσει καιρός μέχρις ότου πραγματοποιηθεί, καθώς πρέπει πρώτα να διασαφηνίσει η Ε.Ε. ποιους τίτλους καταχωρίζει ως πράσινους.  Εκτιμάται, πάντως, από οικονομολόγους και αναλυτές πως ο συνολικός όγκος των «πράσινων» ομολόγων που είναι επιλέξιμα για το πρόγραμμα της ΕΚΤ είναι περιορισμένος, αλλά αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Υπολογίζεται περίπου σε 63 δισ. ευρώ, τα μισά από τα οποία, όμως, ενδέχεται να βρίσκονται ήδη στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ. Σε ό,τι αφορά την Κριστίν Λαγκάρντ, στην ακρόασή της ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απέφυγε μεν να ταχθεί ανοικτά υπέρ ενός «πράσινου» προγράμματος αγοράς ομολόγων, αλλά τόνισε πως υπό τη δική της καθοδήγηση η ΕΚΤ «θα διευκολύνει την ενσωμάτωση περιβαλλοντικών στόχων στο χαρτοφυλάκιο της τράπεζας», όταν βέβαια θα έχει ολοκληρωθεί η ταξινόμηση των «πράσινων» τίτλων. Δήλωσε, άλλωστε, πως είναι «προτεραιότητά» της να συζητηθεί το πώς μπορούν να συνδράμουν οι κεντρικές τράπεζες στην προσπάθεια να περιοριστεί η κλιματική αλλαγή.

Σημειωτέον ότι, στη χθεσινή του ομιλία, ο κ. Βάιντμαν επανέλαβε πως το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελέσει μόνιμο εργαλείο της νομισματικής πολιτικής. Χαρακτηριστικά τόνισε πως όταν τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις, «τότε δεν γίνεται να προκύψει και το ερώτημα κατά πόσον μπορεί ένα πρόγραμμα αγοράς ομολόγων να ευνοεί εταιρείες που μολύνουν το περιβάλλον».

Γερμανικός σκόπελος

Οι ενστάσεις του Γενς Βάιντμαν στις προτάσεις της Κριστίν Λαγκάρντ προδίδουν ότι σε αρκετούς πολιτικούς και ακαδημαϊκούς κύκλους της Γερμανίας καλλιεργείται και πάλι το ίδιο αρνητικό κλίμα κατά οποιασδήποτε αντισυμβατικής πολιτικής από πλευράς της ΕΚΤ. Λίγες ώρες πριν από την ομιλία του κ. Βάιντμαν στη Φρανκφούρτη, ομάδα Γερμανών ακαδημαϊκών και νομικών προσέφυγε για μια ακόμη φορά στο συνταγματικό δικαστήριο της Γερμανίας, ζητώντας να απαγορευτεί η συμμετοχή της Bundesbank στο νέο πρόγραμμα της ΕΚΤ. Είχαν εκφράσει την πρόθεση να κινηθούν ξανά δικαστικά εναντίον του νέου προγράμματος από τον Σεπτέμβριο, οπότε ανακοίνωσε η τράπεζα την επανέναρξη του QE. Ανάμεσά τους ο οικονομολόγος Μάρκους Κέρμπερ, που επέμεινε ότι το θέμα πρέπει να επανεξετασθεί εφόσον η ΕΚΤ αποφάσισε να εγκαινιάσει νέο πρόγραμμα που θα αρχίσει την 1η Νοεμβρίου με απροσδιόριστο τον χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσής του. Ο ίδιος επικαλέστηκε μάλιστα τις αντιρρήσεις πρώην στελεχών κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης, όπως οι Οτμαρ Ισινγκ και Γιούργκεν Σταρκ, που χαρακτήρισαν το πρόγραμμα «παράλογο και πέραν των αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ».

Η απόφαση για επανέναρξη του προγράμματος προκάλεσε, άλλωστε, διχασμό στους κόλπους της ΕΚΤ καθώς τοποθετήθηκε κατά του προγράμματος τουλάχιστον το 1/3 του Δ.Σ. της τράπεζας. Ανάμεσα στους διαφωνούντες ήταν, βέβαια, ο Γενς Βάιντμαν και οι εκπρόσωποι των κεντρικών τραπεζών Ολλανδίας και Αυστρίας, συνήθεις σύμμαχοι της Γερμανίας, αλλά  και ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Γαλλίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή