Από υπουργός Εξωτερικών ο Ζ. Γκάμπριελ έγινε τραπεζίτης

Από υπουργός Εξωτερικών ο Ζ. Γκάμπριελ έγινε τραπεζίτης

3' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η είδηση ήρθε για να θυμίσει πως ανάμεσα στην πολιτική και στον κόσμο των επιχειρήσεων υπάρχει ένα είδος περιστρεφόμενης πόρτας που χρησιμοποιούν οι έχοντες εξουσία και ισχυρές γνωριμίες για να μεταβούν εύκολα από τη μια πλευρά στην άλλη. Δεν είναι πρώτη φορά που η κοινή γνώμη και ίσως ο πολιτικός κόσμος της Γερμανίας σοκάρονται από τη μετάβαση ενός άλλοτε προβεβλημένου πολιτικού της χώρας σε μια επιχείρηση, δηλαδή στον κόσμο του κέρδους. Και δεν είναι η πρώτη φορά που η επιχείρηση αυτή εμπνέει προβληματισμό για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Η Γερμανία έχει πλέον πλούσιο ιστορικό από σημαντικούς πολιτικούς της που μετέβησαν σε χρυσοπληρωμένες θέσεις επιχειρήσεων, εξαργυρώνοντας την αίγλη και τις γνωριμίες που απέκτησαν μέσω της πολιτικής. Ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο Κρίστιαν Βουλφ και τώρα ο Ζίγκμπαρ Γκάμπριελ.  Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, πρώην υπουργός Οικονομικών και πρώην αντιπρόεδρος της γερμανικής κυβέρνησης, ανήκει πλέον στο εποπτικό συμβούλιο της Deutsche Bank. Οπως επισημαίνουν τα διεθνή ΜΜΕ, ο 60χρονος Γκάμπριελ, που ηγήθηκε του ιστορικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD) από το 2009 έως το 2017, ανήκε μέχρι προσφάτως στο λεγόμενο βαρύ πυροβολικό της γερμανικής πολιτικής σκηνής. Τώρα εντάσσεται στο στελεχικό δυναμικό της Deutsche Bank, ενώ η χειμαζόμενη και περιβεβλημένη με σκάνδαλα γερμανική τράπεζα βρίσκεται εν τω μέσω ενός εκτεταμένου σχεδίου αναδιάρθρωσης που, μεταξύ άλλων, προβλέπει 18.000 απολύσεις έως το 2022. Οι ηγέτες του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και του αριστερού Die Linke έσπευσαν να τον κατηγορήσουν για την απογοητευτική πορεία του SPD.

Και η επικεφαλής των Γερμανών Πρασίνων, Λίζα Πάους, χαρακτήρισε τον διορισμό του Γκάμπριελ «λάθος μήνυμα σε λάθος στιγμή» και τόνισε πως αυτήν την περίοδο η εμβληματική γερμανική τράπεζα πρέπει να διανύσει το δύσβατο μονοπάτι μιας πραγματικής αναδιοργάνωσης και όχι να επιδιώκει διασυνδέσεις με πολιτικούς. Στο παρελθόν είχαν, πάντως, προκαλέσει εντονότερες διαμάχες και αντιδράσεις στη γερμανική κοινή γνώμη ανάλογες περιπτώσεις πολιτικών που πέρασαν στον κόσμο των επιχειρήσεων. Αναμφίβολα, η ηχηρότερη όλων ήταν η περίπτωση του πάλαι ποτέ καγκελαρίου της Γερμανίας και επικεφαλής του SPD, Γκέρχαρντ Σρέντερ, του πολιτικού που από τον Σεπτέμβριο του 2017 είναι πρόεδρος της Rosneft, της κρατικής ρωσικής εταιρείας φυσικού αερίου. Ο κ. Σρέντερ παράλληλα προεδρεύει και της επιτροπής μετόχων του αγωγού Nord Stream, τον οποίο ελέγχει ο κρατικός ενεργειακός κολοσσός της Ρωσίας, Gazprom. Και όλα αυτά, ενώ στη Γερμανία επικρατεί μεγάλη καχυποψία για το ρωσικό κράτος και τις ρωσικές κρατικές επιχειρήσεις.  Λίγες ημέρες νωρίτερα, μόλις τον Αύγουστο του 2017, ο πρώην πρόεδρος της Γερμανίας, ο Χριστιανοδημοκράτης Κρίστιαν Βουλφ, είχε γίνει αποδέκτης δριμύτατων επικρίσεων εξαιτίας της μετάβασής του στον χώρο των επιχειρήσεων. Η εφημερίδα Bild am Sonntag είχε δημοσιεύσει ότι ο κ. Βουλφ, ο οποίος είχε παραιτηθεί λόγω αποκαλύψεων ότι είχε πάρει δάνειο με προνομιακούς όρους, εργαζόταν στη θυγατρική που είχε ανοίξει στη Γερμανία ο τουρκικός οίκος μόδας και υψηλής ραπτικής Yargici. Πρόκειται για οίκο μόδας που έχει επιτυχή και κερδοφόρα παρουσία για πάνω από 40 χρόνια τόσο στην Τουρκία όσο και στην Κύπρο. Ο Γερμανός πολιτικός ήταν αυτός που έπεισε τον τουρκικό οίκο να ανοίξει θυγατρική στη Γερμανία και ανέλαβε επικεφαλής της. Και βέβαια, ο πολιτικός κόσμος της Γερμανίας επέκρινε δριμύτατα την επιλογή του, με στελέχη του SPD να τονίζουν ότι ένας πρώην πρόεδρος αναλαμβάνει μόνον τιμητικές θέσεις και «δεν απασχολείται ως αντιπρόσωπος οίκων μόδας».

Η περίπτωση Φιγιόν

Μπορεί να υπάρχουν περισσότεροι Γερμανοί πρώην πολιτικοί σε επιχειρήσεις, αλλά σίγουρα η Γερμανία δεν μονοπωλεί το είδος. Την ίδια εποχή που ο Γκέρχαρντ Σρέντερ και ο Κρίστιαν Βουλφ περνούσαν από την πολιτική σκηνή της Γερμανίας στον επιχειρηματικό κόσμο της Ρωσίας ο ένας και της Τουρκίας ο άλλος, στη Γαλλία ένας πρώην πρωθυπουργός έκανε ακριβώς το ίδιο. Τον Σεπτέμβριο του 2017 ο Φρανσουά Φιγιόν, πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας αλλά και υποψήφιος για την προεδρία της χώρας ανέλαβε στέλεχος της εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίων Tikehau Capital που διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία άνω των 10 δισ. ευρώ.

Η επιλογή της επενδυτικής προκάλεσε δριμύτατα σχόλια όχι μόνον από τον πολιτικό κόσμο αλλά ακόμη και από τον κόσμο των επενδυτικών εταιρειών και των εταιρειών διαχείρισης κεφαλαίων. Και αυτό γιατί ο κ. Φιγιόν είχε κατηγορηθεί ότι χρησιμοποίησε τουλάχιστον 800.000 ευρώ από χρήματα του γαλλικού κράτους για να πληρώνει μέλη της οικογένειάς του, τα οποία είχε ο ίδιος διορίσει σε εικονικές θέσεις όταν ακόμη διατελούσε πρωθυπουργός. Το σκάνδαλο είχε, άλλωστε, «τινάξει στον αέρα» την προεκλογική εκστρατεία του κ. Φιγιόν για την προεδρία της Γαλλίας. Στελέχη επενδυτικών που είχαν έδρα στο Λονδίνο, είχαν τονίσει τότε πως οι εταιρείες τους δεν θα προσελάμβαναν ποτέ έναν άνθρωπο σαν τον κ. Φιγιόν. Ο λόγος δεν ήταν άλλος από τη δυσφήμιση που είχε υποστεί ο Γάλλος πολιτικός, αλλά και επειδή οι θεσμικοί επενδυτές από τις ΗΠΑ και τον Καναδά δεν θα ένιωθαν άνετα με μια τέτοια επιλογή.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή