H Ευρωζώνη χρειάζεται επειγόντως ένα πραγματικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης

H Ευρωζώνη χρειάζεται επειγόντως ένα πραγματικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης

4' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι η ανάκαμψη επί θύραις, όπως υποσχέθηκαν στις αρχές Ιουνίου οι ηγέτες του G8, της ομάδας των πλουσιότερων χωρών του κόσμου, στην ετήσια σύνοδό τους στο Εβιάν; Θα μπορούσαμε να το πιστέψουμε, καθώς οι οικονομικοί δείκτες φαίνεται να γυρίζουν στο πράσινο, τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ.

Αφού ανέβηκε στη διάρκεια του πολέμου του Ιράκ, η τιμή του πετρελαίου τώρα υποχωρεί και μπορεί να αναμένεται ότι η τάση αυτή θα παραταθεί. Παντού οι επενδυτές συνέρχονται από τον τραυματισμό που τους προκάλεσε η κρίση της Βραζιλίας, η υπόθεση Εnroκαι ο πόλεμος του Ιράκ. Τα ασφάλιστρα κινδύνου πέφτουν, φέρνοντας μιαν άνοδο των μετοχών και μια μείωση αποδόσεων στα μακροπρόθεσμα ομόλογα. Επιπλέον, η υπερσυσσώρευση κεφαλαίου από την τρέλα της υψηλής τεχνολογίας κατά τη δεκαετία του 1990 στο μεγαλύτερό της μέρος έχει απορροφηθεί. Οι επενδυτικοί ρυθμοί ήσαν ασθενείς επί τρία χρόνια, αλλά σήμερα ορισμένοι μόνο κλάδοι πάσχουν από υπερσυσσώρευση κεφαλαίου και οι επιχειρήσεις είναι και πάλι έτοιμες να επενδύσουν.

Αμερικανικό προβάδισμα

Αυτά είναι καλά νέα, αλλά εδώ σταματάει η ομοιότητα Ευρώπης και ΗΠΑ. Στις ΗΠΑ η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική παίζουν πλήρως, ενώ στην Ευρώπη είναι δεσμευμένες. Πέραν του Ατλαντικού, ο πρόεδρος της Federal Reserve (Fed) Αλαν Γκρίνσπαν εκπλήρωσε την αποστολή του το 2001 και το 2002, μειώνοντας επιθετικά τα επιτόκια. Οταν δεν ήταν δυνατόν να γίνουν περισσότερα με το μοχλό της νομισματικής πολιτικής, ανέλαβε η κυβέρνηση Μπους με τον άλλο μοχλό.

Ο αμερικανικός προϋπολογισμός πέρασε από ένα πλεόνασμα που αντιπροσώπευε το 1,4% του ΑΕΠ σε ένα έλλειμμα που θα φτάσει το 4,6% το 2003, έκανε δηλαδή ένα άνοιγμα 6%. Το κύριο σ’ αυτήν τη μεταβολή οφείλεται σε μιαν αλλαγή της οικονομικής πολιτικής και όχι στην ίδια την εξασθένηση της οικονομίας. Μπορεί από δημοσιονομικής άποψης οι αποφάσεις αυτές να είναι ανεύθυνες (αν προσθέσουμε τις μειώσεις της φορολογίας, σίγουρα είναι ανεύθυνες), αλλά βραχυπρόθεσμα συνιστούν ένα ευεργετικό μαστίγωμα για να τονωθεί η ζήτηση. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είναι από την πλευρά της πολύ πιο προσεκτική. Ιδρυμα πρόσφατο, πρέπει ακόμα να αποδείξει την αξιοπιστία της. Δεν τόλμησε να προχωρήσει όσο η Fed στη μείωση των επιτοκίων. Ο προϋπολογισμός στη Ζώνη του Ευρώ πέρασε από ένα πλεόνασμα 0,1% το 2000 σε ένα έλλειμμα που θα φτάσει το 2,4% το 2003. Αλλά το έλλειμμα αυτό οφείλεται αποκλειστικά σχεδόν στην αδυναμία της οικονομίας και όχι σε αλλαγή της δημοσιονομικής πολιτικής. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσπαθούν να ροκανίσουν τα περιθώρια κλέβοντας λίγο, αλλά δέχονται τη μομφή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Βρυξελλών.

Στην καλύτερη περίπτωση το πιθανό είναι ότι η ακολουθούμενη πολιτική δεν θα φέρει βραχυπρόθεσμα τα αναγκαία μέτρα, ώστε να τονωθεί η οικονομία. Γι’ αυτό θα απαιτούνταν να αυξηθεί το έλλειμμα βραχυπρόθεσμα και να βελτιωθούν οι μακροπρόθεσμες προοπτικές για μιαν εις βάθος μεταρρύθμιση των συντάξεων. Οσον αφορά σ’ αυτό το τελευταίο, ορισμένες κυβερνήσεις το επιχειρούν, ιδίως στη Γαλλία και τη Γερμανία, αλλά οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα έπρεπε να νιώθουν ελεύθερες να παίξουν βραχυπρόθεσμα με το δημοσιονομικό έλλειμμα.

Η υποτίμηση του δολαρίου

Δεν διαφέρουν μόνον οι οικονομικές πολιτικές της Αμερικής και της Ευρώπης, αλλά και τα νομίσματά τους αποκλίνουν, καθώς στον κόσμο συντελείται μια σημαντική προσαρμογή των ισοτιμιών. Το δολάριο υποτιμάται, ενώ το ευρώ βρίσκεται σε ισχυρή άνοδο. Υπάρχει εδώ ένα πραγματικό παράδοξο που συνδέεται με την υποτίμηση του δολαρίου. Η πτώση αυτή είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει η Αμερική για τα περασμένα της αμαρτήματα, και ιδίως για ένα πελώριο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών το οποίο δεν θέλουν πλέον να χρηματοδοτούν οι ξένοι επενδυτές, τουλάχιστον στο ύψος του 4% του ΑΕΠ ή ακόμα περισσότερο. Αλλά η τωρινή προσαρμογή της ισοτιμίας του δολαρίου είναι πρόδηλα καλό πράγμα για την Αμερική και κακό πράγμα για την Ευρώπη, και αυτό είναι το θλιβερό παράδοξο της κατάστασης. Στις ΗΠΑ η πτώση του δολαρίου ενισχύει τις εξαγωγές, τονώνει τη ζήτηση και ευνοεί ακόμα περισσότερο την ανάκαμψη. Σημαίνει επίσης λίγο παραπάνω πληθωρισμό, αλλά στο σημερινό κόσμο λίγος πληθωρισμός δεν βλάπτει… Στην Ευρώπη, η άνοδος του ευρώ μεταφράζεται σε μια λιγότερο ανταγωνιστική οικονομία και σε ακόμα λιγότερη δραστηριότητα. Οι επιπτώσεις δεν είναι διόλου αμελητέες. Σύμφωνα με τις ευμενέστερες εκτιμήσεις, μια ανατίμηση κατά 10% του ευρωπαϊκού νομίσματος θα επέφερε μείωση κατά 0,6% της ζήτησης και της παραγωγής στη Ζώνη του Ευρώ.

Εως τώρα η ανατίμηση του ευρώ προσεγγίζει το 30% έναντι της κατώτατης αξίας του πριν από δύο χρόνια, και όλα δείχνουν ότι θα ανέβει κι άλλο. Το ευρώ είναι το μόνο νόμισμα έναντι του οποίου το δολάριο μπορεί να πέσει – το τελευταίο που θα χρειαζόταν η Ιαπωνία θα ήταν μια ανατίμηση του γιεν. Θα απαιτούνταν πολύ περισσότερα από όσα έχουν γίνει έως τώρα ώστε να επανέλθει το αμερικανικό τρέχον δημόσιο έλλειμμα σε λογικές διαστάσεις.

Η οικονομική επιβράδυνση και η ανατίμηση του ευρώ συνοδεύονται από την απειλή της πτώσης των τιμών που ήδη αιωρείται πάνω από την Ευρώπη. Η ανατίμηση του ευρώ θα μπορούσε να είναι το στοιχείο που θα κάνει να ξεσπάσει ο αποπληθωρισμός. Οπως μας διδάσκει η ιαπωνική κατρακύλα πάνω από δέκα χρόνια τώρα, όταν εγκατασταθούν η επιβράδυνση και ο αποπληθωρισμός, οι κλασικές πολιτικές δεν αποδίδουν πλέον.

Η Ευρώπη δεν θέλει να βρεθεί σ’ αυτήν την κατάσταση. Οι ηγέτες του G8 είχαν επομένως δίκιο κατά το ήμισυ. Ανάμεσα στην υποχώρηση της τιμής του πετρελαίου, μιαν επιθετική δημοσιονομική, και νομισματική πολιτική και την υποτίμηση του δολαρίου, δεν βλέπει κανείς τι θα μπορούσε να ανακόψει μιαν ισχυρή ανάκαμψη στις ΗΠΑ. Αλλά δεν είναι αυτό που θα φέρει την προσδοκώμενη ανάκαμψη στην Ευρώπη όπου η προσοχή στα νομισματικά θέματα, οι αυτοεπιβαλλόμενοι δημοσιονομικοί περιορισμοί και η ανατίμηση του ευρώ μπορούν να οδηγήσουν σε ένα καταστροφικό σενάριο: τον αποπληθωρισμό και μια παρατεταμένη ύφεση.

Το παιχνίδι δεν έχει ακόμα τελειώσει, διότι πολλά οικονομικά θεμελιώδη ζητήματα είναι καλά και μια απλή επιστροφή της αισιοδοξίας θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάκαμψη. Είναι ωστόσο καιρός να υπάρξει ένα πραγματικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης. Δυστυχώς, κανείς δεν φαίνεται να ασχολείται σοβαρά με αυτό.

Δημοσιεύθηκε στη Le Monde στις 25.6.2003.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή