Διπλωματία ενέργειας από το θεοκρατικό Ιράν

Διπλωματία ενέργειας από το θεοκρατικό Ιράν

3' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενώπιον της απειλής κυρώσεων από τον OHE και την Ευρώπη λόγω υποψιών για μετατροπή του πυρηνικού του προγράμματος σε παραγωγή όπλων, το Ιράν δίνει μια πανίσχυρη απάντηση: τις τεράστιες πηγές πετρελαίου και φυσικού αερίου του. Το θεοκρατικό καθεστώς της χώρας προωθεί προς τα έξω την ενέργειά του και συνάπτει συμμαχίες με ισχυρές χώρες, ως μέσο για τη σύσφιγξη των σχέσεών του με τον υπόλοιπο κόσμο. H εκτίναξη των πετρελαϊκών τιμών, η νευρικότητα στις ενεργειακές αγορές και η αγωνία των ταχέως αναπτυσσομενων χωρών να εξασφαλίσουν πρόσβαση στον «μαύρο χρυσό» ωφέλησε τον τελευταίο καιρό την Τεχεράνη. Και η εκστρατεία μετατροπής των υπόγειων φυσικών πόρων σε πολιτικό εργαλείο περιπλέκει την προσπάθεια της κυβέρνησης του Τζορτζ Μπους να απομονώσει το Ιράν, το οποίο κατέχει το 10% των διεθνών πετρελαϊκών αποθεμάτων και τα δεύτερα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου στον κόσμο.

Οι συνομιλίες με τους Ευρωπαίους συνεχίζονται σχετικά με το μέλλον του πυρηνικού προγράμματος, την ώρα που παραμένει υπαρκτή η απειλή κυρώσεων από τον OHE και επέμβασης από τις ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, όμως, το Ιράν προσεγγίζει την Κίνα και την Ινδία, δύο από τις μεγαλύτερες και δυναμικότερες καταναλώτριες του κόσμου, υποσχόμενο μακροχρόνια πρόσβαση στις έρευνες για «μαύρο χρυσό». Οπως επισημαίνουν οι αναλυτές, «το Ιράν επιθυμεί διασπορά των στρατηγικών συμμαχιών του και στρέφεται προς ανατολάς. H Κίνα και η Ινδία είναι μεγάλες καταναλώτριες ενέργειας και μπορούν να εξελιχθούν σε ισχυρές συμμάχους».

Το εμπάργκο των ΗΠΑ

Οσο οι αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες παραμένουν «όμηροι» του εμπάργκο των ΗΠΑ που τους απαγορεύει τις επενδύσεις στο Ιράν, η Τεχεράνη ανοίγει τον δρόμο για την είσοδο ασιατικών ανταγωνιστών τους στην εκμετάλλευση των αποθεμάτων της. Βέβαια, ουδείς εγγυάται πως οι πελάτες του Ιράν θα εξελιχθούν σε πολιτικούς συμμάχους. Αλλωστε, η ικανότητά του να συνάπτει φιλίες υπονομεύεται από τους περιορισμούς που το ίδιο επιβάλλει. Ενώ η χώρα αντλεί σχεδόν 4 εκατ. βαρέλια πετρελαίου ημερησίως, δαπανά 2 δισ. δολάρια ετησίως για την εισαγωγή καυσίμων, λόγω έλλειψης παραγωγικής δυνατότητας στα διυλιστήριά της. Στη συνέχεια, δαπανά επιπλέον 3 δισ. δολάρια σε επιδοτήσεις βενζίνης που πωλείται σε μια από τις χαμηλότερες τιμές του κόσμου: 8 σεντς το λίτρο, ήτοι περίπου 30 σεντς το γαλόνι. Και σχεδόν το ένα τρίτο της παραγωγής της δεν διατίθεται προς εξαγωγές γιατί είναι δεσμευμένη στην εγχώρια κατανάλωση.

Ανέκαθεν οι χώρες που διέθεταν άφθονο πετρέλαιο χρησιμοποιούσαν τους πόρους τους για να διευρύνουν τις συμμαχίες τους, να συνάψουν νέες φιλίες ή να τιμωρήσουν τους αντιπάλους τους. H ενεργειακή διπλωματία δεν είναι κάτι καινούργιο για το Ιράν: κατά τη δεκαετία του ’70, επί σάχη, η χώρα εκμεταλλευόταν ενεργά το πετρέλαιό της για να εξασφαλίσει πολιτικούς υποστηρικτές, ιδίως στη Δύση. Ομως, το ισλαμικό καθεστώς του Ιράν εκτιμά πως το πετρελαϊκό «όπλο» μπορεί να αποδειχθεί δίκοπο μαχαίρι. Με το μεγαλύτερο μέρος των κοιτασμάτων να βρίσκεται στον Περσικό Κόλπο και την παραγωγή σε άλλες περιοχές του κόσμου να φθίνει, η χώρα γνωρίζει πως ο χρόνος είναι σύμμαχός της. Το 1995, όταν ο τότε πρόεδρος, Αλί Ακμπάρ Χασεμί Ραφσανζανί, δοκίμασε να βελτιώσει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ εγγυούμενος στην αμερικανική Conoco συμφωνία ανάπτυξης πετρελαιοπηγών, ύψους 1 δισ. δολαρίων, η κίνηση απέτυχε: δέκα ημέρες αργότερα, ο Αμερικανός πρόεδρος, Μπιλ Κλίντον, απαγόρευσε στις αμερικανικές εταιρείες τη συμμετοχή στον πετρελαϊκό κλάδο του Ιράν.

Στάσιμη παραγωγή

Η Τεχεράνη βασίζεται στην εξωτερική βοήθεια για να τονώσει τη στάσιμη παραγωγή της. Επειτα από σχεδόν δύο δεκαετίες απομόνωσης, το θεοκρατικό καθεστώς συνειδητοποίησε ότι δεν έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει στη μαζική επέκταση και εκσυγχρονισμό που χρειάζεται η βιομηχανία χωρίς κεφάλαια και τεχνογνωσία από το εξωτερικό. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, ξένοι επενδυτές, κυρίως ευρωπαϊκές και ασιατικές εταιρείες, έχουν επενδύσει περί τα 15 δισ. δολάρια στη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου της χώρας. Ομως, οι ενεργειακοί πόροι της ουσιαστικά δεν έχουν ανακάμψει από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979. Από τα 6 εκατ. βαρέλια πετρελαίου ημερησίως που έφθανε το 1974, η ιρανική παραγωγή έπεσε μόλις στα 2 εκατομμύρια, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, και έκτοτε έχει σταθεροποιηθεί περίπου στα 4 εκατ. βαρέλια, ήτοι στο 5% της παγκόσμιας.

Το ζήτημα των επενδύσεων συζητείται έντονα σήμερα στο Ιράν, όπου η ξένη συμμετοχή στον πετρελαϊκό κλάδο απαγορεύεται από το Σύνταγμα και το Κοινοβούλιο κυριαρχείται από διαφωνίες για την ενεργειακή πολιτική. Για πολλούς, επιτυχία της Τεχεράνης θα είναι μόνο η προσέλκυση αμερικανικών εταιρειών, όπως το 1995, αυτήν τη φορά όμως με όρους δεσμευτικούς για τις τελευταίες. Αλλωστε, κρίνεται πως αν οι ΗΠΑ αναζητούν εγγυημένη ενεργειακή προσφορά, αναπόφευκτα θα πρέπει να στραφούν στο Ιράν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή