Επικίνδυνες υπόγειες ανισορροπίες

Επικίνδυνες υπόγειες ανισορροπίες

3' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι τραπεζίτες ακροβατούν ανάμεσα στην ανάπτυξη και στον έλεγχο του «ατίθασου» πληθωρισμού

ΟΓουίλιαμ ΜακΤσέσνι Μάρτιν, ένας εκ των πρώην προέδρων της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, της Fed, έμεινε στην ιστορία για τη ρήση του, σύμφωνα με την οποία «δουλειά ενός κεντρικού τραπεζίτη είναι να απομακρύνει τα -αλκοολούχα- ποτά, ακριβώς την ώρα που το πάρτι αρχίζει να ζωντανεύει». Δεν πρέπει λοιπόν να δημιουργεί εντύπωση το γεγονός ότι όσοι «πάνε στα πάρτι», συχνά δυσανασχετούν όταν βλέπουν τις κεντρικές τράπεζες να αρχίζουν να αυξάνουν τα επιτόκια του δανεισμού, ακριβώς την ώρα που η… γιορτή αρχίζει. Ηταν δε ακριβώς η πίεση, που δημιουργούσαν εκείνοι, οι οποίοι δυσανασχετούσαν, που στο παρελθόν ώθησε πολλούς κεντρικούς τραπεζίτες να κάνουν λάθη, διατηρώντας τα επιτόκια δανεισμού χαμηλά «πέραν του δέοντος», με αποτέλεσμα την εκτίναξη του πληθωρισμού σε ποσοστά διψήφιων αριθμών.

Βεβαίως, όταν οι καλεσμένοι πιουν υπερβολικά και καταλήξουν να τα… σπάσουν, ο κεντρικός τραπεζίτης βρίσκεται στο στόχαστρο και δέχεται επικρίσεις, ακόμη και από εκείνους, οι οποίοι λίγο νωρίτερα τον παρακαλούσαν να τους γεμίσει για άλλη μία φορά το… ποτήρι. Επειτα από τις υπερβολές της δεκαετίας του ’70 και ύστερα από τον «λογαριασμό» που πολλές οικονομίες κλήθηκαν να πληρώσουν τη δεκαετία του ’80, θα πίστευε κανείς ότι οι νομισματοπιστωτικές αρχές θα είχαν πάρει το μάθημά τους. Είναι δε γεγονός ότι μία εικοσαετία αργότερα, η πλειοψηφία των αναπτυγμένων κρατών διακρίνεται για την ικανότητά τους ελέγχου των πληθωριστικών πιέσεων. Και όμως, οι εποχές παραμένουν δύσκολες για τους κεντρικούς τραπεζίτες. Αν και οι ρυθμοί ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας είναι υψηλοί, ενώ ο πληθωρισμός παραμένει ελεγχόμενος, επικίνδυνες ανισορροπίες αναπτύσσονται υπόγεια, απειλώντας την ομαλή εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας. Απ’ ό,τι φαίνεται, η αντιμετώπιση του πληθωρισμού είναι μόνον μία μάχη, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πολέμου.

Σε αυτόν συμπεριλαμβάνεται και η μάχη κατά της δημιουργίας φούσκας τιμών σε διάφορες αγορές περιουσιακών στοιχείων. Αν και στις αμερικανικές χρηματαγορές επικρατεί αυτή τη στιγμή νηνεμία σε σύγκριση με τη θυελλώδη δεκαετία του ’90, η αγορά κατοικίας της χώρας αυτής εμφανίζεται ευάλωτη. Οι Αμερικανοί καταναλωτές αντλούν δανεισμό με εγγύηση τις αυξημένες τιμές -την τρέχουσα αξία- των ακινήτων τους, χρηματοδοτώντας τη… διαρκή καταναλωτική δαπάνη τους. Παράλληλα, έχουν μειώσει την αποταμίευσή τους σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα. Ετσι, κινούνται οριακώς από απόψεως αναλογίας εισοδήματος προς δανεισμό, και είναι εξαιρετικά ευάλωτοι στις όποιες μεταβολές των επιτοκίων, εννοείται αυτά χαρακτηρίζονται από ανοδικές τάσεις. Μία έντονη και απότομη διόρθωση των τιμών των ακινήτων, μπορεί να οδηγήσει την αμερικανική οικονομία στην «εντατική». Ανάλογοι φόβοι επικρατούν και για τη βρετανική οικονομία, ενώ η Τράπεζα της Αγγλίας ενδέχεται να αντιμετωπίσει σύντομα ένα μεγάλο δίλημμα: εάν οι αναπτυξιακοί ρυθμοί διαμορφωθούν σε επίπεδα κατώτερα των προσδοκιών, θα πρέπει αν αποφασίσει ένα, πρώτη προτεραιότητά της θα παραμείνει η καταπολέμηση του πληθωρισμού ή η αποτροπή της εκδήλωσης της πρώτης οικονομικής ύφεσης στη χώρα εδώ και πάνω από μία δεκαετία. H Fed ενδέχεται επίσης να βρεθεί αντιμέτωπη με το ίδιο δίλημμα. Με τις τιμές της βενζίνης να κυμαίνονται γύρω στα 3 δολάρια το γαλόνι και με τους Αμερικανούς να καταναλώνουν πέραν των πραγματικών δυνατοτήτων τους, το ξέσπασμα μιας νέας οικονομικής κρίσης δεν μπορεί αν θεωρείται πλέον τόσο απίθανο.

Ωστόσο, ο κ. Γκρίνσπαν και ο ομόλογός του στην Τράπεζα της Αγγλίας, Μέρβιν Κινγκ, δεν αντιμετωπίζουν μία τόσο δύσκολη κατάσταση όσο αυτή, που καλείται να διαχειρισθεί ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας, Ζαν Κλοντ Τρισέ. O τελευταίος δεν έχει μόνον ευθύνη για μία νομισματική ζώνη με μεγαλύτερες διαφοροποιήσεις από εκείνες στις ΗΠΑ, αλλά δεν διαθέτει επίσης και τα δημοσιονομικά όπλα, τα οποία συντείνουν στην ομαλοποίηση των περιφερειακών διαφορών. Ακόμη, η Ευρωζώνη υπολείπεται αναπτυξιακής δυναμικής σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και με τη Βρετανία, καθώς το 2004 η οικονομία των δώδεκα αναπτύχθηκε με μέσους ρυθμούς της τάξεως του 2%, ενώ η αμερικανική σε ποσοστό 4,2% και η βρετανική κατά 3,1%. Οι επικριτές της EKT υποστηρίζουν ότι η διατήρηση των επιτοκίων της στο 2% για περίοδο άνω της διετίας, αναδεικνύει την εμμονή της με την καταπολέμηση του πληθωρισμού και την ανικανότητά της να αντιμετωπίσει τα οικονομικά προβλήματα της Ευρώπης.

Η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη. Τα οικονομικά προβλήματα της Ευρωζώνης συνδέονται περισσότερο με τη σφιχτή νομισματοπιστωτική πολιτική και την ανελαστικότητα των αγορών της, ιδιαίτερα της αγοράς της εργασίας, και λιγότερο με το έλλειμμα της προσφοράς χρήματος. H αγορά στεγαστικών δανείων της Ευρώπης είναι λιγότερο ανεπτυγμένη από εκείνες των ΗΠΑ και της Βρετανίας, με αποτέλεσμα τα χαμηλά επιτόκια να μην επηρεάζουν άμεσα την καταναλωτική ζήτηση, περιορίζοντας την επιρροή της χαλαρότητας της νομισματοπιστωτικής πολιτικής της EKT. Την ίδια ώρα, η EKT, όπως και οι υπόλοιπες κεντρικές τράπεζες, αντιμετωπίζουν την αύξηση των τιμών του πετρελαίου, που επιδεινώνει τον πληθωρισμό και περιορίζει την ανάπτυξη…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή