Στο «σκαμνί» 4 τράπεζες ελέω Parmalat

Στο «σκαμνί» 4 τράπεζες ελέω Parmalat

2' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τις Citigroup, Morgan Stanley, UBS και Deutsche Bank συμπαρασύρει η υπόθεση Parmalat, με το σκάνδαλο πτώχευσης της ιταλικής εταιρείας γαλακτοκομικών να οδηγεί τις τέσσερις τράπεζες στο δικαστήριο ως κατηγορούμενες για χειραγώγηση της αγοράς. Τη σχετική εντολή έδωσε χθες ο δικαστής Τσέζαρε Τακόνι του Μιλάνου, ο οποίος όρισε για τις 22 Ιανουαρίου του 2008 τη δίκη των τραπεζών, οι οποίες παρ’ όλα αυτά αρνούνται τις κατηγορίες. Διετάχθη επίσης να περάσουν από δίκη τουλάχιστον 13 άτομα, εκ των οποίων ο ιδρυτής της Parmalat, Καλίστο Τάντζι, με τις ίδιες κατηγορίες.

Η Parmalat κατέρρευσε το 2003, στο πλαίσιο της μεγαλύτερης πτώχευσης στα ιταλικά χρονικά, αποκαλύπτοντας αργότερα χρέη υψηλότερα των 14 δισ. ευρώ, ήτοι οκταπλάσια εκείνων που είχε ανακοινώσει η πρώην διοίκησή της. Αναζητήθηκαν ευθύνες από τις εισαγγελικές αρχές, όταν έγινε γνωστό ότι η εταιρεία δεν είχε παρουσιάσει ποτέ κέρδη μετά την εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο, το 1992, έστω και αν η ίδια ανακοίνωνε κάτι τέτοιο κάθε χρόνο. Εκτοτε, η Parmalat υπέστη αναδιάρθρωση και το 2005 επανεισήχθη στο Χρηματιστήριο του Μιλάνο.

Σε ό,τι αφορά τις τέσσερις τράπεζες, η Citigroup -υπ’ αριθμόν 1 πάροχος χρηματοοικονομικών υπηρεσιών του κόσμου- ανακοίνωσε ότι η ίδια και ο διευθύνων σύμβουλός της, Πάολο Μπότα, «είναι σίγουροι πως η διαδικασία θα αποδείξει ότι δεν είχαν καμιά σχέση με τις κατηγορίες και πως η τράπεζα είναι θύμα της όλης υπόθεσης». Η Morgan Stanley διαβεβαίωσε πως «επανεξέτασε όλες τις συναλλαγές της με την Parmalat και διαπίστωσε ότι τα πάντα έγιναν σωστά». Το ίδιο διατείνεται η UBS, η οποία «δεν πραγματοποίησε καμιά ενέργεια που να μπορεί να χαρακτηριστεί ως χειραγώγηση της αγοράς». Η Deutsche Bank αρνείται οποιαδήποτε τέτοια ενέργεια.

«Η δίκη θα είναι δύσκολη», παραδέχθηκε ο επικεφαλής των εισαγγελικών αρχών στην υπόθεση Parmalat, Φραντσέσκο Γκρέκο, τονίζοντας πως «είναι η πρώτη φορά που τράπεζες κατηγορούνται για χειραγώγηση της αγοράς». Οι τράπεζες κατηγορούνται ότι γνώριζαν την κακή κατάσταση των οικονομικών της Parmalat όταν διενήργησαν συναλλαγές μεταξύ των οποίων πωλήσεις ομολόγων για λογαριασμό της, βοηθώντας την να αποκρύψει την πραγματική θέση της από τους επενδυτές. Μη ιταλικές τράπεζες ενήργησαν ως ανάδοχοι για περισσότερο από το 80% των ομολόγων και ιδιωτικών τοποθετήσεων συνολικής αξίας 7,5 δισ. ευρώ που πώλησε η εταιρεία μετά το 1990. Η κάθε κατηγορία περί χειραγώγησης της αγοράς επισείει ποινή φυλάκισης ώς και πέντε ετών.

Η υπόθεση είναι μια από τις πολλές που επιχειρούν να αναθέσουν ευθύνες για την κατάρρευση της Parmalat. Δικηγόροι που εκπροσωπούν κατόχους ομολόγων της ιταλικής εταιρείας χαιρέτισαν την εξέλιξη, εφόσον «αν υπάρχει κάποιος που να μπορεί να πληρώσει, είναι οι τράπεζες». Περισσότεροι από 40.000 κάτοχοι ομολόγων ζητούν αποζημιώσεις, οι οποίες εκτιμάται ότι μπορεί να υπερβούν τα 300 εκατ. ευρώ, ενώ ενδεχομένως να απαγορευθεί η δραστηριοποίηση των τραπεζών στην Ιταλία στο μέλλον. Σημειωτέον, πάντως, ότι σε αστικές δίκες στις ΗΠΑ και την Ιταλία, ο διευθύνων σύμβουλος της Parmalat, Ενρίκο Μπόντι, προς το παρόν έχει επιτύχει συμβιβασμούς συνολικού ύψους άνω των 775 εκατ. δολαρίων. Η λογιστική εταιρεία Deloitte Touche Tohmatsu συμφώνησε τον Ιανουάριο να καταβάλει 149 εκατ. δολάρια για τη διευθέτηση των αξιώσεων της ιταλικής εταιρείας στις ΗΠΑ. Στις 15 Μαΐου, η απόπειρα της Citigroup να πείσει το Ανώτατο Δικαστήριο του Νιου Τζέρσεϊ να απορρίψει αγωγή 10 δισ. δολαρίων της Parmalat με την κατηγορία πως η τράπεζα συνέβαλε στην απόκρυψη του χρέους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή