Κρίσιμες ανακατατάξεις και στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα

Κρίσιμες ανακατατάξεις και στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα

2' 43" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η παραίτηση του Ανδρέα Ηλιάδη από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου του συγκροτήματος Τράπεζας Κύπρου σηματοδοτεί ενδεχομένως και το τέλος μιας χρυσής εποχής για το κυπριακό τραπεζικό σύστημα. Μιας εποχής διαρκούς επέκτασης, αύξησης των μεγεθών και εκτόξευσης των κερδών.

Η κρίση χρέους στην Ευρωζώνη και η έκθεση στην ελληνική αγορά (τόσο σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου όσο και στον ελληνικό ιδιωτικό τομέα) κλόνισαν τα θεμέλια των δύο μεγαλύτερων πιστωτικών ιδρυμάτων του νησιού, της Τράπεζας Κύπρου και της Λαϊκής Τράπεζας, που δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν την ανακεφαλαιοποίησή τους -μετά το PSI- και οδηγήθηκαν στην κρατική στήριξη.

Στην περίπτωση της Λαϊκής η κατάληξη ήταν αναμενόμενη. Η τράπεζα βίωσε προ μηνών έντονες διοικητικές αλλαγές, με την αποχώρηση της εκτελεστικής διοίκησης που είχε ορίσει ο Ανδρέας Βγενόπουλος. Η MIG και η Dubai Finance έμειναν στο περιθώριο και η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί το ουσιαστικό αφεντικό της.

Στην περίπτωση της Τράπεζας Κύπρου τα γεγονότα εξελίχθηκαν με τρόπο αδιανόητο για την ισχυρότερη τράπεζα της χώρας. Στον Ανδρέα Ηλιάδη χρεώνεται η αδυναμία της τράπεζας να ολοκληρώσει την ανακεφαλαιοποίησή της, η έκθεση στα ελληνικά ομόλογα, η βουτιά στην τιμή της μετοχής και η μη καταβολή επιτοκίου για τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου (ΜΑΕΚ) σε χιλιάδες επενδυτές.

Λεπτομέρεια: στη συνείδηση των κατόχων των ΜΑΕΚ η τοποθέτηση ήταν ισοδύναμη με κατάθεση -και μάλιστα με επιτόκιο 7%- και όχι με επένδυση και βρέθηκαν χωρίς καταβολή επιτοκίου και μπροστά στο ενδεχόμενο τα ΜΑΕΚ να μετατραπούν σε μετοχές.

Πριν από ένα μήνα, στις 19 Ιουνίου, στην ετήσια γενική συνέλευση της τράπεζας, ο κ. Ηλιάδης άκουσε πολλούς μετόχους να λένε «είμαστε καταθέτες και όχι επενδυτές». Στην ίδια γενική συνέλευση ο πρώην, πλέον, διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας δήλωνε ότι το συγκρότημα, πιο ισχυρό απ’ ό,τι ήταν στο παρελθόν, δεν χρειάστηκε ELA και ότι απαιτούνται άλλα 200 εκατ. ευρώ για να καλυφθεί η ανακεφαλαιοποίηση ύψους 1,56 δισ. ευρώ. Μία εβδομάδα αργότερα, στις 27 Ιουνίου, η τράπεζα ανακοίνωνε ότι δεν θα καλύψει πλήρως το κεφαλαιακό έλλειμμα και ότι ζητάει κεφαλαιακή στήριξη της τάξης των 500 εκατ. ευρώ. Οι εξελίξεις υπήρξαν καταιγιστικές. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζήτησε εξηγήσεις, ενώ το θέμα των ΜΑΕΚ έφτασε και στη Βουλή, με την Επιτροπή Θεσμών να διεξάγει τη δική της έρευνα για ελλιπή πληροφόρηση του κοινού.

«Φαίνεται ότι είμαστε μπροστά σε μια καταστροφή πολλών που έχουν δώσει τις καταθέσεις τους σε τράπεζες υπό τη μορφή επενδύσεων, ενώ οι ίδιοι είχαν πληροφορηθεί ότι ήταν καταθέτες», δήλωσε ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών, Δημήτρης Συλλούρης. Η παραίτηση του κ. Ηλιάδη δεν προκάλεσε έκπληξη στο εσωτερικό της τράπεζας, καθώς προηγήθηκε έντονο παρασκήνιο. Παλαιές διαφορές βγήκαν στο φως, όπως για τη μαζική αγορά ελληνικών ομολόγων στις αρχές του 2010, αλλά και για την πορεία της επένδυσης στη Ρωσία (με την απόκτηση της Uniastrum). Η παραίτηση αναμένονταν το φθινόπωρο, αλλά οι πιέσεις που ασκήθηκαν από την κεντρική τράπεζα επιτάχυναν τα γεγονότα. Η στάση της κεντρικής τράπεζας, αλλά και της κυβέρνησης Χριστόφια προς τους κορυφαίους τραπεζίτες, χαρακτηρίζεται από τραπεζικούς κύκλους «επιθετική».

Κεντρική πολιτική γραμμή είναι ότι οι τράπεζες ευθύνονται για την προσφυγή της Κύπρου στον EFSF και οι υπεύθυνοι γι’ αυτό πρέπει να πληρώσουν.

Μάλιστα, δεν αποκλείεται να υπάρξουν και άλλες αποχωρήσεις από το Δ.Σ. της Τράπεζας Κύπρου (με πρώτο στόχο τον πρόεδρο του συγκροτήματος, Θεόδωρο Αριστοδήμου), ενώ αβέβαιο είναι και το μέλλον και άλλων στελεχών της τράπεζας. Αλλαγές, τέλος, αναμένονται και στη Λαϊκή Τράπεζα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή