Η ώρα των κεντρικών τραπεζών

Η ώρα των κεντρικών τραπεζών

2' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η παγκόσμια οικονομική κρίση που άρχισε το 2008 κάθε άλλο παρά έχει λήξει και ίσως δεν έχουμε δει τα χειρότερα. Καιρός είναι να εξετάσουμε πώς η αντίδρασή μας στην κρίση μπορεί να δρομολογήσει την επόμενη.

Εχουν αλλάξει αυτά που περιμένουμε από τις εκλεγμένες κυβερνήσεις και από τις μη εκλεγμένες κεντρικές τράπεζες. Οι κυβερνήσεις έχουν αποτύχει και εξακολουθούν να αποτυγχάνουν στο να θέσουν τη σωστή δημοσιονομική πολιτική. Γι’ αυτό και, κατά το μάλλον ή ήττον, απρόθυμα, οι κεντρικές τράπεζες παρεμβαίνουν με μέτρα σχεδόν δημοσιονομικής φύσης όπως με την αγορά κρατικών ομολόγων. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν κάθε λόγο να εμπλακούν στη δημοσιονομική πολιτική υπό τις τρέχουσες έκτακτες συνθήκες. Χωρίς τις ριζοσπαστικές κινήσεις της Federal Reserve και της Τράπεζας της Αγγλίας, η ύφεση στις ΗΠΑ και στη Βρετανία θα ήταν πολύ χειρότερη. Για να αποφευχθεί μια δεύτερη και βαθύτερη ύφεση στην Ευρώπη θα χρειαστεί ίσως να δράσει η ΕΚΤ αναλόγως. Οι κεντρικές τράπεζες επωμίζονται νέες ευθύνες σε μεγάλο βαθμό, επειδή οι κυβερνήσεις έχουν αποποιηθεί τις δικές τους.

Ωστόσο, οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις δεν θα είναι καλές. Οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να αντιλαμβάνονται τη νομισματική πολιτική ως μάλλον τεχνικό θέμα και τη δημοσιονομική ως άκρως πολιτικό. Κανείς κεντρικός τραπεζίτης δεν θέλει να παραβιάσει τα σύνορα.

Στην τελευταία ετήσια έκθεσή της, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) επισημαίνει πολλά από τα προβλήματα της ανορθόδοξης νομισματικής πολιτικής. Ενα είναι το κρίσιμο ζήτημα της εξόδου από αυτήν, το πώς δηλαδή οι τράπεζες θα ξεφορτωθούν τελικά όλα τα ομόλογα που έχουν αγοράσει. Δεδομένου ότι τα επιτόκια προσεγγίζουν το μηδέν και οι καταναλωτές παραμένουν χρεωμένοι, οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να επιχειρήσουν νέους εκτεταμένους γύρους ποσοτικής χαλάρωσης για να επιτύχουν αποτελέσματα. Θα βρεθούν, έτσι, βαθύτερα σε αχαρτογράφητο έδαφος.

Στο μεταξύ, η BIS προειδοποιεί ότι αυτές οι παρεμβάσεις ενδέχεται να αυτο-αναιρούνται. Το φθηνό χρήμα καμουφλάρει τα προβλήματα και δεν βοηθά να μην τα αντιμετωπίσουμε. Επίσης, όταν οι αποδόσεις ασφαλών επενδύσεων είναι χαμηλές, ενθαρρύνουν τους επενδυτές να αναλαμβάνουν μεγαλύτερη διακινδύνευση προκειμένου να επιτύχουν μεγαλύτερα κέρδη. Σε ένα βαθμό αυτό ακριβώς επιδιώκουν οι κεντρικές τράπεζες. Αν, όμως, το επιτύχουν, ίσως επαναληφθεί το μοντέλο της περασμένης δεκαετίας. Η νομισματική πολιτική απλώς δεν είναι αρκετά ισχυρό εργαλείο για τους σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιείται. Τα επίπεδα χρέους θα μπορούσαν να περιοριστούν ταχύτερα εάν οι δανειστές αναγνώριζαν εγκαίρως τις ζημίες τους.

Τα χειρότερα λάθη στη δημοσιονομική πολιτική έγιναν προτού αρχίσει η ύφεση. Οι αναπτυξιακές δημοσιονομικές πολιτικές εξώθησαν το χρέος τόσο ψηλά ώστε πολλές χώρες έχασαν τη βαθμολογία των τριών Α. Στην Ευρώπη αυτό επιδείνωσε την κατάσταση δυσανάλογα. Οι τράπεζες, που διατηρούσαν τα σχετικά ομόλογα, υπέστησαν τεράστιες ζημίες και πολλές χώρες κατέφυγαν στην περιοριστική δημοσιονομική πολιτική ενώ οι οικονομίες τους ήδη συρρικνώνονταν.

Αυτό είναι το βασικό δίδαγμα. Το χρέος πρέπει να περιορίζεται σε επίπεδα που να επιτρέπουν μια επιθετική χαλάρωση στην επόμενη κρίση. Οταν, όμως, είναι σε τόσο υψηλά επίπεδα όσο σήμερα, το ερώτημα δεν είναι αν θα καταφύγουμε σε λιτότητα ή σε μέτρα τόνωσης. Για να περιφρουρήσουμε σήμερα τις οικονομίες, η λιτότητα πρέπει να αποσυρθεί έξυπνα. Τα τελευταία χρόνια έδειξαν πως τα πολιτικά συστήματα σε ΗΠΑ και Ευρώπη δεν τα καταφέρνουν. Ετσι, οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να καλύψουν το κενό.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή