Μεταξύ «φούσκας» και ανάπτυξης

Μεταξύ «φούσκας» και ανάπτυξης

2' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, οι κεντρικές τράπεζες αμελούσαν τις «φούσκες». Τώρα δεν το κάνει καμία κεντρική τράπεζα που σέβεται τον εαυτό της. «Κανείς δεν θέλει να ξαναζήσει μια ακόμη χρηματοπιστωτική κρίση» δήλωσε πέρυσι η Τζάνετ Γέλεν, όταν ήταν ακόμη υποψήφια επικεφαλής της Federal Reserve. Επειτα από έξι χρόνια με επιτόκια σε ουσιαστικά μηδενικά επίπεδα έχει οξυνθεί το πρόβλημα των κεντρικών τραπεζών, που αφενός έχουν την ευθύνη για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό και αφετέρου πρέπει να διατηρήσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Για τη Βρετανία και την Αμερική, η προοπτική να χρησιμοποιηθούν τα επίπεδα των επιτοκίων για να αντιμετωπισθούν οι οικονομικές ανισορροπίες είναι ακόμη υποθετική. Οχι όμως για τη Νορβηγία και τη Σουηδία, οι κεντρικές τράπεζες των οποίων υπήρξαν φειδωλές στις μειώσεις των επιτοκίων φοβούμενες άνοδο των τιμών των κατοικιών και του χρέους των νοικοκυριών. Αυτό είχε ένα τίμημα: ο πληθωρισμός βρίσκεται σε επίπεδα κάτω του στόχου και στις δύο χώρες, ενώ στη Σουηδία έχει αρνητικό πρόσημο.

Στη Σουηδία επικρατεί διχογνωμία στους κόλπους της Riksbank. Δύο από τα έξι μέλη του Δ.Σ. της ψήφισαν τον Απρίλιο υπέρ της μείωσης των επιτοκίων που βρίσκονται σήμερα στο 0,75%. Ο Λας Σβένσον, οικονομολόγος που υπήρξε μέλος του Δ.Σ. έως πέρυσι, εκτιμά ότι όσες φορές μετά το 1997 εφαρμόστηκε περιοριστική νομισματική πολιτική είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας κατά 0,8%. Την θεωρεί, άλλωστε, αιτία που επιδεινώθηκαν οι οικονομικές ανισορροπίες της Σουηδίας, καθώς είχε ως συνέπεια να επιβραδυνθεί ο ρυθμός αύξησης των εισοδημάτων περισσότερο από όσο μειωνόταν το χρέος, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το χρέος των νοικοκυριών που σήμερα βρίσκεται στο 174% του εισοδήματός τους. Μελέτη του προσωπικού της τράπεζας, πάντως, έρχεται σε αντίφαση με τα ευρήματα του κ. Σβένσον, καθώς συμπεραίνει πως τα χαμηλά επιτόκια για παρατεταμένη περίοδο οδηγούν σε αύξηση του χρέους.

Στη Βρετανία οι τιμές των ακινήτων αυξήθηκαν πέρυσι κατά 10%, ενώ το χρέος των νοικοκυριών παραμένει στο 140% του εισοδήματος μολονότι μειώθηκε στη διάρκεια της ύφεσης. Ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας υποστηρίζει πως έτσι δημιουργούνται ανισορροπίες στη βρετανική οικονομία. Εχει αφήσει να εννοηθεί ότι θα καταφύγει σε μέτρα όπως μεγαλύτερες χρεώσεις για τη σύναψη στεγαστικών δανείων και τον καθορισμό ανώτατων ορίων στο ύψος των δανείων ως προς την πραγματική αξία των ακινήτων. Προειδοποίησε, άλλωστε, ότι μπορεί να αυξηθούν τα επιτόκια της στερλίνας νωρίτερα από όσο εκτιμούν οι αγορές, αν και στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο θα αντανακλά μάλλον την ικανοποιητική ανάκαμψη παρά τους φόβους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Σε αντίθεση με τη βρετανική, η αμερικανική οικονομία δεν τα πηγαίνει τόσο καλά και η κεντρική τράπεζα υποβάθμισε στις 18 Ιουνίου τις προβλέψεις της για την ανάπτυξή της φέτος στο 2,2% από το 2,9% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη μόλις τον Μάρτιο. Πρόκειται μάλιστα για την τελευταία μιας σειράς υποβαθμίσεων. Επιβεβαίωσε, άλλωστε, ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα μέχρι τα μέσα του επόμενου έτους. Τα περισσότερα στελέχη της Fed ανησυχούν, πάντως, περισσότερο για το ενδεχόμενο να εξανεμισθεί η ανάκαμψη της οικονομίας παρά για μια χρηματοπιστωτική αστάθεια. Τρεις οικονομολόγοι της Fed εξέτασαν δύο υποθετικά σενάρια: στο πρώτο, τα επιτόκια μηδενίζονται και 10 χρόνια μετά ακολουθεί νέα κρίση 60% εξίσου σοβαρή με την προηγούμενη. Στο δεύτερο, δεν αφήνονται τα επιτόκια να υποχωρήσουν κάτω από το 1,5% και αποφεύγεται μια νέα κρίση. Το συμπέρασμά τους ήταν πως ακόμη και με μια δεύτερη κρίση, η μείωση των εισοδημάτων και της ανεργίας είναι αισθητά μικρότερη στο πρώτο σενάριο. Η ειρωνεία της τύχης είναι πως ενίοτε η καλύτερη πολιτική είναι να διακινδυνεύσει κανείς μια νέα κρίση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή