Οι ήσυχες ημέρες του Αυγούστου είναι απατηλές

Οι ήσυχες ημέρες του Αυγούστου είναι απατηλές

2' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν πρόκειται να εκδηλωθεί χρηματοπιστωτική κρίση, υπάρχουν πολλές πιθανότητες πως θα εκδηλωθεί στο απόγειο του καλοκαιριού στο βόρειο ημισφαίριο. Συνήθως έπειτα από μερικές εβδομάδες, οπότε οι αγορές θα έχουν πέσει σε λήθαργο.

Αυτό ακριβώς είχε συμβεί με τη χρεοκοπία της Ρωσίας και την κατάρρευση του κεφαλαίου αντιστάθμισης κινδύνου Long-Term Capital Management (με υπό διαχείριση κεφάλαια ύψους 126 δισ. δολαρίων) πριν από είκοσι έτη. Και ξαφνικές κρίσεις που είχαν ξεσπάσει τα προηγούμενη χρόνια, όπως η υποτίμηση του κινεζικού γουάν το 2015, είχαν αναγκάσει τους τραπεζίτες να επιστρέψουν εσπευσμένα από τις διακοπές τους. Υπάρχει μόνο μια, αξιοσημείωτη, εξαίρεση: ο Αύγουστος του 2008. Δεκτό ότι η εποχή ήταν πολύ έντονη.

Διευθυντικά στελέχη της Lehman Brothers προσπαθούσαν απεγνωσμένα να βρουν νέα κεφάλαια. Η βρετανική τράπεζα Northern Rock είχε ανάγκη από μια ακόμη οικονομική διάσωση από το κράτος. Και πολλοί επενδυτές και στελέχη τραπεζών εξακολουθούσαν να προσπαθούν να μάθουν πόση έκθεση είχαν σε τιτλοποιημένα στεγαστικά δάνεια και στην καταρρέουσα στεγαστική αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών. Παρ’ όλα αυτά, εκείνες οι 31 ημέρες του Αυγούστου είχαν κυλήσει, περιέργως, χωρίς ιδιαίτερα γεγονότα.

Η ανάπαυλα είχε δώσει την ευκαιρία στην αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) να προσπαθήσει να εξακριβώσει κατά πόσο της επέτρεπε ο ισολογισμός της, τότε στα 900 δισ. δολάρια, να χειριστεί και νέες οικονομικές διασώσεις και με ποιο τρόπο θα μπορούσε να περιορίσει το λεγόμενο συστημικό ρίσκο. Ομως το συμβούλιο των διοικητών της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας ανησυχούσε επίσης και για την ενίσχυση του πληθωρισμού. Μάλιστα ένας κυβερνήτης, ο Ρίτσαρντ Φίσερ, τασσόταν υπέρ της αύξησης των επιτοκίων δανεισμού, κατά το παράδειγμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας η οποία τα είχε αυξήσει ακριβώς τον προηγούμενο μήνα. Πολλοί άλλοι είχαν απλώς παραδοθεί στον εφησυχασμό. Ο επικεφαλής της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας General Motors, Ρικ Βάγκονερ, υποστήριξε πως η εταιρεία του είχε περάσει τη δύσκολη φάση με περικοπές θέσεων εργασίας και τις πιέσεις που αντιμετώπιζε για τις συντάξεις και την ιατροφαρμακευτική κάλυψη των εργαζομένων της.

Ο τότε επικεφαλής διοικητικών υπηρεσιών της αμερικανικής τράπεζας Citigroup, Ντον Κάλαχαν, διακήρυττε πως η τράπεζα ήταν «μεταξύ των καλύτερα κεφαλαιοποιημένων τραπεζών στον κόσμο», σε επιστολή με την οποία απαντούσε σε άρθρο του Reuters Breakingviews που υποστήριζε πως η Citigroup ήταν υπερβολικά μεγάλη ώστε να πετύχει ή να καταρρεύσει. Η βρετανική επενδυτική τράπεζα Barclays υποστήριζε πως αρκούσε να έχει δείκτη βασικών ιδίων κεφαλαίων μόλις 5,25%. Σήμερα έχει υπερδιπλάσιο. Αυτή η ύβρις αποκαλύφθηκε τον Σεπτέμβριο του 2008, όταν κατέρρευσε η Lehman Brothers και η Merrill Lynch διασωζόταν από την Bank of America. Μέχρι τον Νοέμβριο η Citi είχε διασωθεί δύο φορές και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μείωνε τα επιτόκια δανεισμού. Τέσσερις μήνες αργότερα, ο Βάγκονερ εκπαραθυρωνόταν από την General Motors με την εταιρεία στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Τα εγγυημένα παχυλά μπόνους που λάμβαναν πολλά στελέχη ασχέτως των επιδόσεών τους έχουν πλέον καταργηθεί αν και ο Τόμας Μόνταγκ παραμένει στην Bank of America Merrill Lynch ως γενικός διευθυντής. Είναι από τα ελάχιστα στελέχη που επέζησαν από εκείνο τον Αύγουστο του 2008.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή