Δάνεια διαρκείας με μικρότερες δόσεις

Δάνεια διαρκείας με μικρότερες δόσεις

3' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αλυσιδωτές αλλαγές που θα επηρεάσουν τη συμπεριφορά των νοικοκυριών στην αγορά, αναμένεται να επιφέρει τους προσεχείς μήνες η απελευθέρωση της καταναλωτικής πίστης, η οποία ξεκίνησε ήδη από τις εμπορικές τράπεζες. H απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος να καταργήσει από τον μήνα αυτό τους περιορισμούς που υπήρχαν σχετικά με το ύψος και τον χρόνο αποπληρωμής των καταναλωτικών δανείων, ανατρέπει τα έως τώρα δεδομένα και δημιουργεί -κατά την κοινή εκτίμηση των τραπεζών- νέα δυναμική στην αγορά, αφού οδηγεί στην αναδιάρθρωση του χρέους των ιδιωτών προς τα πιστωτικά ιδρύματα.

Με άλλα λόγια, τα ελληνικά νοικοκυριά θα μπορούν να μετατρέψουν σε μακροχρόνιας διάρκειας πέντε ή δέκα ετών τα καταναλωτικά δάνεια που έχουν σήμερα (προσωπικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες, δάνεια αυτοκινήτου κ.ά.) και τα οποία αποπληρώνουν τώρα με ορίζοντα δύο ή το πολύ τριών χρόνων. Με αυτό τον τρόπο, θα επωφεληθούν των μεγάλων μειώσεων που επέρχονται στις μηνιαίες δόσεις αποπληρωμής των δανείων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κατανάλωση και την οικονομία. Προσοχή, δεν μειώνεται η δανειακή τους υποχρέωση. O χρόνος εξόφλησης του δανείου αυξάνεται καθώς και η δυνατότητα επέκτασης του δανεισμού.

Για παράδειγμα, εάν οι συνολικές επιβαρύνσεις για μία οικογένεια ήταν 900 ευρώ το μήνα, προς εξυπηρέτηση καταναλωτικών δανείων διάρκειας δύο ετών, μπορούν να μειωθούν αυτόματα σε 300 ευρώ, εάν ο χρόνος αποπληρωμής των δανείων αυτών επιμηκυνθεί στα έξι ή επτά χρόνια. Τούτο σημαίνει ότι σε μία ενδεχομένως υπερδανεισμένη οικογένεια θα υπάρξει κάποια οικονομική ανακούφιση. Σε μια άλλη, μια τέτοια μεταβολή θα σημάνει αυτόματα είτε αύξηση της αγοραστικής της δύναμης είτε προοπτική ανάληψης νέου δανείου, για την αγορά μετοχών ή διαρκών καταναλωτικών αγαθών. Αφού το ύψος της δόσης μπορεί να παραμείνει το ίδιο και με το πρόσθετο δάνειο. Απλώς ο χρόνος που θα καταβάλλεται η δόση θα είναι στο εξής τέσσερα ή πέντε χρόνια αντί ενδεχομένως δύο.

Οι επιπτώσεις από την προοπτική αυτή, εφόσον γενικευθεί η εφαρμογή της απελευθέρωσης από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, εκτιμάται ότι θα είναι σημαντικές και θα επηρεάσουν την εξέλιξη της αγοραστικής ζήτησης, ενδεχομένως τον πληθωρισμό, τις εισαγωγές και άλλους τομείς. Πρώτα απ’ όλα θα οξύνουν αναμφίβολα τον ανταγωνισμό μεταξύ των τραπεζών.

Τη στιγμή αυτή, όλες ανεξαιρέτως οι μεγάλες εμπορικές τράπεζες, πυρετωδώς, προετοιμάζονται να προσφέρουν στους καταναλωτές μέχρι τον Σεπτέμβριο, νέα γκάμα δελεαστικών προϊόντων καταναλωτικής πίστης. Οι αρμόδιοι των τραπεζών επιβεβαιώνουν μια τέτοια εξέλιξη και επισημαίνουν πως το σύστημα, με το νέο ελεύθερο καθεστώς, γίνεται πλέον ευέλικτο και πελατοκεντρικό και στον τομέα της καταναλωτικής πίστης. Οι όροι των δανείων στο εξής, το ύψος του ποσού, ο χρόνος αποπληρωμής, ακόμη και το επιτόκιο, δεν θα είναι το ίδιο για κάθε περίπτωση και κάθε πελάτη, όπως έως τώρα συνέβαινε με τα λεγόμενα προσωπικά και καταναλωτικά δάνεια. O καλός και φερέγγυος πελάτης θα μπορεί να δανειστεί ένα μεγαλύτερο ποσό από την τράπεζά του, με χαμηλότερο επιτόκιο στο εξής.

Σημαντικό είναι επίσης ότι θα μπορεί να συγκεντρώνει δύο, τρία ή και περισσότερα δάνεια, οφειλές πιστωτικής κάρτας κ.λπ. (από το ίδιο ή από περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα) σε ένα ενιαίο δάνειο μακράς διάρκειας. Ηδη, ορισμένες τράπεζες σχεδιάζουν, όπως λέγεται, να προσφέρουν χαμηλό επιτόκιο εκκίνησης για τη μεταφορά και την προσέλκυση δανείων από άλλα πιστωτικά ιδρύματα, όπως συμβαίνει σήμερα με τη μεταφορά υπολοίπου των πιστωτικών καρτών. Ολα αυτά βέβαια -όπως επισημαίνεται από τα στελέχη των ίδιων των τραπεζών- πρέπει να γίνονται με πολύ προσεκτικά πάντα βήματα, τόσο από την τράπεζα όσο και από τον πελάτη.

Η συμβουλή για τον τελευταίο είναι ότι καμία τράπεζα δεν πρόκειται να του ανοίξει τις πόρτες του καταναλωτικού παραδείσου, επειδή απελευθερώθηκε η αγορά. Οι τράπεζες κινούνται με τρόπο που διασφαλίζουν το συμφέρον τους. Σε ελεύθερο καθεστώς δανειοδότησης, αυτό μεταφράζεται σε προτεραιότητα στον συνεπή και φερέγγυο οικονομικά πελάτη. O πελάτης, το κάθε νοικοκυριό, θα πρέπει να δανείζεται με βάση τις πραγματικές του ανάγκες και με βάση τις δυνατότητες που έχει να αποπληρώνει τις δανειακές του υποχρεώσεις στην τράπεζα. Αυτός είναι ένας απαράβατος κανόνας κατά τους τραπεζίτες, διότι στην αντίθετη περίπτωση υπάρχει ο άμεσος κίνδυνος της υπερχρέωσης και της οικονομικής καταστροφής.

Χαρακτηριστικά επισημαίνεται ότι η απελευθέρωση που σημειώθηκε γενικότερα στο ελληνικό πιστωτικό σύστημα τα τελευταία χρόνια, ο εκσυγχρονισμός των ελληνικών τραπεζών και η κεφαλαιακή τους ενίσχυση, σε συνδυασμό με τα πολύ χαμηλά επιτόκια που επέφερε η είσοδος στην ONE, αποτέλεσαν τεράστιας σημασίας -όπως αποδεικνύεται- μεταβολή για την ελληνική οικονομία. Κυρίως, οδήγησαν στην άνθηση της τραπεζικής χρηματοδότησης, με νέα και φθηνά προϊόντα για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Για τα ελληνικά νοικοκυριά, το φαινόμενο ήταν πρωτόγνωρο.

Μεταξύ του 2000 και του 2002, σε μία τριετία δηλαδή, τα επιτόκια της καταναλωτικής πίστης υποχώρησαν από το 20% στο 12%. Και σε αυτό το διάστημα, τα υπόλοιπα χορηγήσεων των τραπεζών σε αυτήν την κατηγορία παρουσίασαν αύξηση περίπου κατά 150%. Δεύτερον, στο σύνολο της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα το 2000, τα νοικοκυριά αντιπροσώπευαν το 13,6%. Το 2002, το ποσοστό αυτό είχε αυξηθεί θεαματικά στο 22,3%. Ενα νέο κεφάλαιο ανοίγει τώρα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή