Τα διδάγματα τού χθες, η ανάπτυξη του αύριο και τα πολιτικά προγράμματα

Τα διδάγματα τού χθες, η ανάπτυξη του αύριο και τα πολιτικά προγράμματα

2' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εξετάζοντας την αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά τα τελευταία χρόνια μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει ότι από τα σαράντα πέντε τελευταία χρόνια μόνο τα δέκα απ’ αυτά κατόρθωσε να παρουσιάσει ρυθμούς ανάπτυξης που να υπερβαίνουν το 5%. Αυτά είναι το χρονικό διάστημα από το 1962 μέχρι το 1973, το οποίο και χαρακτηρίζεται «χρυσή περίοδος» και κάποια διαλείμματα στη δεκαετία του 1970. Με μια δεύτερη ματιά στα εθνικολογιστικά στοιχεία θα διαπιστώσουμε ότι η επίτευξη των παραπάνω ρυθμών συνδυάσθηκε με υψηλούς ρυθμούς ιδιωτικών επενδύσεων. Παρ’ όλο που το παραπάνω φαινόμενο δεν αποτελεί μια απλή σύμπτωση φαίνεται να το αγνοούμε.

Σύγκλιση απόψεων

Τον τελευταίο καιρό υπάρχει μια σύγκλιση των πολιτικών απόψεων ότι για τη διατήρηση των ρυθμών απασχόλησης αλλά και της μείωσης της ανεργίας χρειάζονται ρυθμοί ανάπτυξης ίσοι ή μεγαλύτεροι των σημερινών. Επιπλέον, για την επιτάχυνση της σύγκλισης του κατά κεφαλήν εισοδήματος στον ευρωπαϊκό μέσο όρο είναι βέβαιο ότι η ελληνική οικονομία πρέπει να γνωρίσει ρυθμούς της τάξης του 5%. Το ερώτημα το οποίο προκύπτει είναι αν μπορούν αυτοί οι στόχοι να υλοποιηθούν χωρίς την παράλληλη πληθωριστική έξαρση. Παράλληλα με τα παραπάνω αποτελεί γενική παραδοχή (επιβεβαιώνεται από την πρόσφατη έκθεση για την ελληνική οικονομία του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας) ότι το έλλειμμα της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και της μείωσης των επενδύσεων αρχίζουν να αποτελούν την ουσιαστική τροχοπέδη οποιασδήποτε αναπτυξιακής πολιτικής. Δεδομένων αυτών των συνθηκών οι πηγές ανάπτυξης δεν μπορούν να αναζητηθούν πουθενά αλλού παρά στην τόνωση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου.

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα θέματα αυτά αναδεικνύονται εντονότερα στις προεκλογικές περιόδους εφόσον τα προγράμματα των κομμάτων αποτελούν μια καλή αφορμή διαλόγου και προβληματισμού για τα σημαντικά θέματα της ελληνικής οικονομίας. Οι τοποθετήσεις τους όταν αυτές ξεφεύγουν από τις γενικόλογες αναφορές και τα ρητορικά σχήματα, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα διαλόγου και προβληματισμού.

Οταν το αυτονόητο για πολλές ανεπτυγμένες οικονομίες γίνεται στην Ελλάδα επιδιωκόμενο η τοποθέτηση των ιδιωτικών επενδύσεων στον κεντρικό ρόλο της ανάπτυξης επαναφέρει τη συζήτηση για την οικονομία στο κατάλληλο πλαίσιο. Σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, όταν τα αναπτυξιακά αποτελέσματα από το Γ΄ ΚΠΣ και το πρόγραμμα Αθήνα 2004 περαιωθούν, το κεντρικό ερώτημα παραμένει κατά πόσο θα μπορέσει η ελληνική παραγωγική δραστηριότητα να προσαρμοσθεί στο νέο επιχειρηματικό περιβάλλον και να επιδείξει τον ανάλογο δυναμισμό. Αποτελεί ευτυχή συγκυρία που στο πρόγραμμα για την οικονομία της Ν.Δ. κεντρικό ρόλο στη διαδικασία της βιώσιμης ανάπτυξης διαδραματίζουν οι επενδύσεις. Γίνεται έτσι αντιληπτό ότι αν δεν ενισχυθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα με συγκεκριμένα μέτρα, σε μικρό και σε μακρό επίπεδο, τότε ακόμα και αν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2008 πραγματοποιούνταν πάλι στην Ελλάδα τα αποτελέσματα θα ήταν τα περιορισμένα. Μέσα στο ίδιο πρόγραμμα μετατοπίζεται η συζήτηση για τη βιώσιμη ανάπτυξη στην αναζήτηση των κύριων ενδιάμεσων στόχων για την επίτευξη των υψηλών ρυθμών. Ετσι δεν μπορεί να διαφωνήσει κανείς με τη θέση ότι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, η προσέλκυση των ξένων άμεσων επενδύσεων σε συνδυασμό με την ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας μπορούν να είναι οι ενδιάμεσοι στόχοι ενός φιλόδοξου προγράμματος αναπτυξιακής πολιτικής.

Σήμερα, οι μεταβολές των τεχνολογικών και εμπορικών παραμέτρων μεταβάλλουν γρήγορα το επιχειρηματικό περιβάλλον. Επιπρόσθετα η προσπάθεια για την ανάδειξη του συγκριτικού πλεονεκτήματος σχετίζεται με την επιτυχία μια σειράς διαρθρωτικών πολιτικών. Συγκεκριμένα η απελευθέρωση των αγορών σε τομείς όπου είχε το κράτος τον κύριο έλεγχο όπως ο τομέας της ενέργειας, στις μεταφορές, στον τραπεζικό τομέα, στις τηλεπικοινωνίες μπορούν να αποτελέσουν τομείς ανάπτυξης της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Διαγράφονται σύμφωνα με τα παραπάνω οι αναγκαίες συνθήκες για την υλοποίηση των αναπτυξιακών στόχων του 5%. Οι ικανές συνθήκες σχετίζονται περισσότερο με την πολιτική συγκυρία και το σύνολο των μελλοντικών πολιτικών.

(1) O κ. Διονύσιος Χιόνης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή