Αμηχανία, ανησυχία, προβληματισμός

Αμηχανία, ανησυχία, προβληματισμός

3' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αίσθημα αβεβαιότητας και ανησυχίας έχει αρχίσει να επικρατεί στην αγορά, για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στην ελληνική οικονομία το 2005. O επιχειρηματικός κόσμος δηλώνει ότι οι προσδοκίες του είναι περιορισμένες σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, με δεδομένο ότι τότε βρίσκονταν σε εξέλιξη τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα και η υψηλή καταναλωτική ζήτηση ανατροφοδοτούσε την ανάπτυξη. Τώρα οι ρυθμοί των επενδύσεων υποχωρούν σημαντικά και η εμπιστοσύνη των καταναλωτών κλονίζεται, κάτω από το βάρος των ανατιμήσεων, της ξέφρενης κούρσας του πετρελαίου και της πιθανής μείωσης των θέσεων εργασίας.

Πράγματι, κατά τους οικονομικούς παρατηρητές, υπάρχουν τουλάχιστον έξι σοβαροί λόγοι, για τους οποίους μπορεί δικαιολογημένα η αγορά να αισθάνεται αμήχανη και προβληματισμένη:

Ο πρώτος είναι ότι ο κατασκευαστικός τομέας δεν έχει ακόμη εισπράξει πολλά από τα χρήματα που του οφείλει το Δημόσιο, ενώ από την άλλη δεν έχουν δρομολογηθεί νέα σημαντικά έργα που θα συντηρούσαν τον κλάδο ζωντανό, χωρίς κραδασμούς και περιστολές. Ηδη, ορισμένες κατασκευαστικές εταιρείες άρχισαν να ανακοινώνουν απολύσεις στους εργαζόμενους, για να μη βουλιάξουν οικονομικά. H επόμενη συνέπεια θα είναι ασφαλώς η εκτίναξη της ανεργίας στα ύψη, εάν δεν αλλάξει κάτι ουσιαστικό από πλευράς έργων στον τομέα αυτόν.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το έλλειμμα του Δημοσίου σε ποσοστό 5,3% του εθνικού εισοδήματος, δεν μπορεί να δημιουργεί καμία αισιοδοξία για την πορεία της οικονομίας και την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού τον επόμενο χρόνο. Οι κρατικές δαπάνες παραμένουν υψηλές και θα εξακολουθούν να δημιουργούν πιέσεις όσο το δημόσιο χρέος αυξάνεται, ενώ παράλληλα τα φορολογικά έσοδα θα βρεθούν αντιμέτωπα με την προβλεπομένη μείωση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ, όπως τουλάχιστον υπολογίζουν τις εξελίξεις οι διεθνείς οργανισμοί.

Ο τρίτος λόγος είναι ότι η κυβέρνηση κινείται σε ένα ιδιότυπο πολιτικά κλίμα, με βάση την πιθανότητα να οδηγηθεί σε νέες εθνικές εκλογές (λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας), πράγμα που την αναστέλλει να προχωρήσει σε οποιαδήποτε μεγάλη απόφαση, η οποία θα μπορούσε να αλλάξει το τοπίο και να δώσει νέα πνοή στην οικονομία. Δεν υπάρχει συγκεκριμένα καμία προσδοκία αυτή την ώρα για τις πολυσυζητημένες (από την ίδια την κυβέρνηση όταν ήταν αντιπολίτευση) ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων επιχειρήσεων και βεβαίως δεν υπάρχει καμία εκτίμηση ότι θα προχωρήσει σε κινήσεις αλλαγής του θεσμικού πλαισίου, που θα απελευθέρωναν την παραγωγική μηχανή. Ούτε καν στην πολυθρύλητη «επανίδρυση» του αντιπαραγωγικού και διεφθαρμένου κράτους, το οποίο καταστέλλει κάθε σοβαρή επενδυτική προσπάθεια.

Ακολουθεί το κλίμα αναξιοπιστίας που έχει δημιουργηθεί στο εξωτερικό για την ευρωστία και την πραγματική εικόνα της ελληνικής οικονομίας, εξαιτίας των ψευδών στοιχείων που κατά κόρον χρησιμοποίησε η προηγούμενη κυβέρνηση απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Το γεγονός αυτό ενέχει τον κίνδυνο να μην εισρεύσει ούτε μία σταγόνα ξένου κεφαλαίου για άμεση επένδυση στην Ελλάδα τον επόμενο χρόνο (εξάλλου τα τελευταία χρόνια οι ξένες επενδύσεις στην ελληνική αγορά παρουσίασαν δραματική συρρίκνωση) και να μειωθούν οι επενδύσεις προς το Χρηματιστήριο Αθηνών.

Ο επόμενος λόγος είναι ότι αρκετές μεγάλες επιχειρήσεις (εισηγμένες μάλιστα στην αγορά μετοχών) εμφανίζονται υπερχρεωμένες στο τραπεζικό σύστημα και σε αδυναμία να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα ρευστότητας που παρουσιάζουν, με μειωμέμο κύκλο εργασιών. Αυτές κινδυνεύουν ή να κλείσουν ή να περιορίσουν σημαντικά τη δραστηριότητά τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις θέσεις απασχόλησης, τα εισοδήματα και την κατανάλωση. Ελπίδες για επέκταση των δανείων τους από τις τράπεζες δεν πρέπει να υπάρχουν και πολλές, με δεδομένο ότι το εγχώριο πιστωτικό σύστημα δεν έχει λόγο να συσσωρεύει κινδύνους σε μία τέτοια περίοδο.

Ο έκτος λόγος είναι ότι η τιμή του πετρελαίου στα 50 δολάρια το βαρέλι θα επιβαρύνει τα στοιχεία του κόστους στην οικονομία και θα επηρεάσει αναπόφευκτα τον πληθωρισμό. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με την ακρίβεια που πλήττει ήδη τα χαμηλότερα εισοδήματα στην αγορά των βασικών καταναλωτικών αγαθών, δημιουργεί ένα υπέρμετρο για την ελληνική οικονομία κλίμα αναστολών και επιφυλάξεων, το οποίο θα μεταφρασθεί μοιραία, όπως εκτιμούν οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων, στην αγοραστική ζήτηση εγχωρίως παραγομένων προϊόντων και υπηρεσιών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή