Εχασε πόντους ανταγωνιστικότητας η Ελλάδα

Εχασε πόντους ανταγωνιστικότητας η Ελλάδα

3' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H Φινλανδία φιγουράρει για τρίτη συνεχή χρονιά φέτος στην πρώτη θέση στον συγκριτικό κατάλογο αξιολόγησης της ανταγωνιστικότητας των ανά των κόσμο οικονομιών, τον οποίο καταρτίζει το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Οι έξι πλέον ανταγωνιστικές οικονομίες στον κόσμο φέτος είναι, εκτός της φινλανδικής, εκείνες των ΗΠΑ, της Σουηδίας, της Δανίας, της Ταϊβάν και της Σιγκαπούρης. Αξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι η θεωρούμενη ως παραγωγική μηχανή της υφηλίου, η Κίνα, κατατάσσεται 49η, ακολουθούμενη από την επίσης ταχέως αναπτυσσόμενη οικονομία της Ινδίας, στην 50ή θέση.

Στην 46η θέση

Ανάμεσα στις 117 οικονομίες, οι οποίες αξιολογήθηκαν βάσει κριτηρίων, τα οποία θεωρούνται «παράγοντες κλειδιά για την αειφόρο ανάπτυξη», η ελληνική κατέλαβε φέτος την 46η θέση, έχοντας υποβαθμισθεί από το 2004 κατά 9 θέσεις. Οπως αναφέρεται στην έκθεση του Φόρουμ, στις πλέον αξιοσημείωτες μεταβολές σε ό,τι αφορά την κατάταξη ευρωπαϊκών κρατών φέτος, περιλαμβάνεται αυτή της ελληνικής οικονομίας, η οποία συγκαταλέγεται πλέον στις τρεις λιγότερο ανταγωνιστικές οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με προτελευταία την ιταλική, στην 47η θέση και τελευταία την πολωνική, στην 51η.

Πριν αναφερθούμε εκτενώς στην ελληνική οικονομία, βάσει μελέτης, την οποία έδωσε χθες στη δημοσιότητα ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών, αξίζει να μεταφέρουμε τις σύντομες παρατηρήσεις του γενικού διευθυντή του Προγράμματος του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, για την Ερευνα της Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας, Αουγκούστο Λοπέζ-Κλάρος, με αφορμή το γεγονός ότι από τις τέσσερις πρώτες σε ανταγωνιστικότητα οικονομίες του κόσμου, οι τρεις εντοπίζονται στη Σκανδιναβία.

«Οι Σκανδιναβικές χώρες έχουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, που τις καθιστούν εξαιρετικά ανταγωνιστικές, όπως είναι το ισχυρό μακρο-οικονομικό τους περιβάλλον και τα δημόσια, θεσμικά τους όργανα και οργανισμοί, που είναι ιδιαίτερα διαφανείς και αποτελεσματικοί καθώς και η ευρεία κοινωνική συναίνεση σχετικώς με τις προτεραιότητες των δαπανών των εθνικών προϋπολογισμών τους. Αν και οι επιχειρηματικές κοινότητες των κρατών αυτών αναφέρονται στα υψηλά ποσοστά της φορολογίας ως εν δυνάμει θέμα προβληματισμού, δεν υφίστανται αποδείξεις ότι αυτά επηρεάζουν αρνητικά την ικανότητα των σκανδιναβικών κρατών να διατηρούνται ανταγωνιστικά στο πλαίσιο της παγκόσμιας αγοράς ή να προσφέρουν στους πληθυσμούς τους κάποια από τα υψηλότερα βιοτικά επίπεδα στον κόσμο. Γεγονός είναι, μάλιστα, ότι τα υψηλά φορολογικά έσοδα συνέτειναν στη δημιουργία εκπαιδευτικών συστημάτων πρώτης κατηγορίας, ολοκληρωμένων συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και ενός εργατικού δυναμικού με υψηλό βαθμό εξειδίκευσης και με σοβαρά κίνητρα για την κατά το δυνατόν καλύτερη απόδοση στην εργασία…».

Από τον ευρωπαϊκό Βορρά περνάμε στον ευρωπαϊκό Νότο, όπου -όπως προαναφέρουμε- η Ελλάδα βρίσκεται φέτος υποβαθμισμένη από απόψεως διεθνούς ανταγωνιστικότητας κατά 9 θέσεις, στην 46η ανάμεσα σε 117 χώρες, από την 37η πέρυσι, όταν η έρευνα συμπεριλάμβανε μόνον 104 χώρες. Οι αναλυτές του Φόρουμ αλλά και η σχετική έκθεση του ΣΕΒ αναφέρουν ότι «η σημαντική αυτή επιδείνωση οφείλεται κατ’ αρχήν στα σοβαρά προβλήματα στο μακροοικονομικό περιβάλλον της χώρας, ειδικότερα, δε, στα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα καθώς και στην αυξανόμενη απαισιοδοξία του επιχειρηματικού κόσμου, σε σχέση με τις βραχυπρόθεσμες προβλέψεις για την οικονομία».

Αναφερόμενοι στους επιμέρους δείκτες, οι αναλυτές του ΣΕΒ παρατηρούν ότι φέτος η Ελλάδα κατατάσσεται στην 40ή θέση στην κατηγορία της «επιχειρηματικής ανταγωνιστικότητας», σημειώνοντας μία οριακή βελτίωση από την 41η θέση πέρυσι. Οι ίδιοι εξηγούν ότι στην κατηγορία της «ολικής ανταγωνιστικότητας», η χώρα αναβαθμίσθηκε φέτος στην 47η θέση από την 51η πέρυσι, κυρίως για «τεχνικούς λόγους», οι οποίοι συνδέονται με το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει ενταχθεί φέτος σε στάδιο ανάπτυξης, στο οποίο η οικονομική πρόοδος ωθείται από την καινοτομία, ενώ το 2004 ειδικό βάρος είχε η βελτίωση της αποδοτικότητας. Τις καλύτερες βαθμολογίες η χώρα μας συγκέντρωσε φέτος στους τομείς των υποδομών, των χρηματοδοτήσεων και του ανοίγματος των αγορών της καθώς και των δημοσίων θεσμών της, ενώ τις χειρότερες έλαβαν η κυβέρνηση και ο δημόσιος τομέας, η τεχνολογία και η λειτουργία και στρατηγική της επιχείρησης. Επίσης, η χώρα κατέχει τις συγκριτικά υψηλότερες θέσεις της στις υποκατηγορίες που αφορούν τη συμμετοχή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, τις επιπτώσεις από το έιτζ και τη χρήση κινητών τηλεφώνων, ενώ σε εξαιρετικά χαμηλές θέσεις εμφανίζεται σε τομείς όπως το δημόσιο χρέος και έλλειμμα και η ευελιξία στον καθορισμό μισθών. Τέλος, από τις πλέον ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις του ΣΕΒ είναι ότι το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας δεν συμβαδίζει με τις ανάγκες της οικονομίας και τη κοινωνίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή