Οι επιπτώσεις του «σκληρού» ευρώ στην ελληνική οικονομία

Οι επιπτώσεις του «σκληρού» ευρώ στην ελληνική οικονομία

3' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενας ακόμα πονοκέφαλος για την ήδη προβληματική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας αποτελεί η ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου. Την Παρασκευή η ισοτίμα έφτασε σε νέα επίπεδα ρεκόρ, στα 1,3682 δολάρια ανά ευρώ. Ετσι, από την αρχή του έτους το ευρωπαϊκό νόμισμα έχει ανατιμηθεί έναντι του δολαρίου κατά 3,7%. Καθώς πολλά άλλα νομίσματα μεγάλων αγορών, όπως της Ασίας, της Αυστραλίας και του Καναδά, είναι συνδεδεμένα με το αμερικανικό δολάριο, το ευρώ ανατιμάται και έναντι αυτών. Αυτό μειώνει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας στην παγκόσμια αγορά. Στην Ελλάδα, λόγω των διαρθρωτικών προβλημάτων της οικονομίας, οι αρνητικές επιπτώσεις είναι πιο έντονες.

Ανάπτυξη. Η πρώτη αρνητική επίπτωση, η οποία σχετίζεται με την ανταγωνιστικότητα, έχει σχέση με την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης. Εκτιμάται ότι η ανατίμηση του ευρώ -υπό τις σημερινές συνθήκες- θα μειώσει φέτος κατά 20% την αύξηση του ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό μεταφράζεται σε περίπου 0,4 ποσοστιαίες μονάδες. Με άλλα λόγια, εάν δεν είχε ανατιμηθεί το ευρώ, τότε ο ρυθμός ανάπτυξης θα ξεπερνούσε το 4,5 – 4,6%, έναντι 4,1% με 4,2% σήμερα.

Η «περικοπή» αυτή προέρχεται από το έλλειμμα του εξωτερικού εμπορίου που έχει η ελληνική οικονομία. Δηλαδή με τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Σύμφωνα με υπολογισμούς της Τραπέζης της Ελλάδος, το έλλειμμα ήδη «κόβει» από τον ρυθμό ανάπτυξης σχεδόν δύο ποσοστιαίες μονάδες.

Ανεργία. Η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης με τη σειρά της σχετίζεται με την απασχόληση. Εχει υπολογιστεί ότι κάθε επιπλέον μονάδα μεταβολής του ΑΕΠ προκαλεί αντίστοιχη μεταβολή της ανεργίας κατά 0,25 της μονάδας. Στην προκειμένη περίπτωση, η ανατίμηση του ευρώ δημουργεί συνθήκες ώστε να επιβραδυνθεί η μείωση της ανεργίας κατά 0,10 ποσοστιαίες μονάδες.

Πληθωρισμός. Ωστόσο, υπάρχουν και θετικές συνέπειες. Μία από αυτές σχετίζεται με την απορρόφηση πληθωριστικών πιέσεων από εισαγόμενα προϊόντα που αποτιμώνται σε δολάρια, όπως είναι τα καύσιμα. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα για δύο λόγους:

Πρώτον, το ποσοστό εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από το πετρέλαιο ξεπερνάει το 70%.

Δεύτερον, η ζήτηση (εισαγωγή καυσίμων) στην Ελλάδα είναι ανελαστική, δηλαδή δεν μειώνεται όσο αυξάνονται οι τιμές, με αποτέλεσμα η άνοδος των τιμών των καυσίμων να πυροδοτεί τα ελλείμματα του ισοζυγίου.

Η ανατίμηση του ευρώ εκτιμάται ότι φέτος θα βοηθήσει την απορρόφηση πληθωριστικών πιέσεων, που θα κυμανθεί στις 0,1 με 0,2 ποσοστιαίες μονάδες. Η μείωση αυτή αντιστοιχεί σχεδόν στη μισή υποχώρηση του πληθωρισμού που αναμένεται για φέτος. Δηλαδή εκτιμάται ότι από το 3,2% θα υποχωρήσει το 2007 στο 2,8%. Τράπεζικά στελέχη θεωρούν ότι από τη μείωση κατά 0,4 μονάδες, οι μισές θα οφείλονται στην ανατίμηση του ευρώ. Διευκρινίζεται ότι η εκτίμηση αυτή στηρίζεται στην προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν μεγάλες μεταβολές στην ισοτιμία ευρώ/δολαρίου και κυρίως στις τιμές του πετρελαίου.

Επιτόκια. Επειδή η ανατίμηση του ευρώ απορροφά πληθωριστικές πιέσεις, θεωρείται ότι αδυνατίζει τα επιχειρήματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για αύξηση των επιτοκίων.

Ομως, ο βασικός προβληματισμός των αναλυτών δεν στέκεται τόσο στον πληθωρισμό όσο στο έλλειμμα του ισοζυγίου και ειδικότερα στην έλλειψη ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Οπως αναφέρουν οι ίδιοι, η ελληνική οικονομία συμπεριφέρεται ακόμα σαν να έχει δραχμές. Το φαινόμενο αυτό, με εξαίρεση τη Γερμανία, συναντάται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ετσι, το πλεόνασμα της Ευρώπης χωρίς τη Γερμανία γίνεται έλλειμμα. Ομως, το πλεόνασμα στο σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας είναι αυτό που ισχυροποιεί το ευρώ έναντι του δολαρίου. Για τον ίδιο λόγο το δολάριο υποχωρεί λόγω των ελλειμμάτων της αμερικανικής οικονομίας και γι’ αυτό έχει υψηλότερα επιτόκια σε σχέση με το ευρώ. Επίσης, η κατάσταση αυτή προεξοφλείται από την αγορά σε ανατίμηση του ευρώ και σε υποτίμηση του δολαρίου και στη συνέχεια.

Η Γερμανία έχει χτίσει με τέτοιο τρόπο το εξωτερικό της εμπόριο ώστε να είναι πλεονασματική υπό αυτές τις συνθήκες. Αυτό το πέτυχε μέσω της ισχυροποίησης της εσωτερικής της οικονομίας περιορίζοντας σημαντικά το κόστος εργασίας κατά μονάδα παραγόμενου προϊόντος που συνδέεται με την παραγωγικότητα και αυτή με τη σειρά της με την ανταγωνιστικότητα.

Μολονότι η ελληνική οικονομία παρουσιάζει τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, θα χάσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα εάν δεν βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της. Ενας τρόπος είναι η μείωση του κόστους εργασίας, συνδέοντας τις μισθολογικές αυξήσεις με την παραγωγικότητα. Επίσης, θα πρέπει να διαρθρώσει με τέτοιο τρόπο το εξωτερικό εμπόριο, ώστε να είναι συμβατό με το γεγονός ότι ανήκει στη Ζώνη του Ευρώ. Εξάλλου, η μεγάλη αύξηση των εξαγωγών που παρατηρήθηκε τα δύο τελευταία χρόνια προέρχεται από νέους κλάδους και προϊόντα τεχνολογίας. Αντίθετα, οι εξαγωγές παραδοσιακών κλάδων, όπως της κλωστοϋφαντουργίας, μειώθηκαν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή