Ολοκληρώθηκε χθες η μεταβίβαση του 10% του ΟΤΕ από το Δημόσιο στην Deutsche Telekom, έναντι 391,63 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για την πρώτη και πιο εύκολη διαδικασία αποκρατικοποίησης που περιλαμβάνεται στο Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο, καθώς βάσει της συμφωνίας του 2008 η Deutsche Telekom ήταν πρακτικά υποχρεωμένη να αποκτήσει το 10% του ΟΤΕ εφόσον το Δημόσιο ασκούσε το σχετικό δικαίωμα πώλησης. Το τίμημα για το συγκεκριμένο ποσοστό καθορίστηκε με βάση την τρέχουσα -χαμηλότατη- τιμή της μετοχής του οργανισμού συν ένα «καπέλο» που προβλέπονταν από τη συμφωνία μετόχων (συνολικά 7,99 ευρώ ανά μετοχή).
Μετά τη χθεσινή συναλλαγή η Deutsche Telekom αυξάνει στο 40% τη συμμετοχή της στον ΟΤΕ, ενώ η απευθείας συμμετοχή του Δημοσίου περιορίζεται στο 10%, εάν συνυπολογιστεί και το 4% που διατηρεί το ΙΚΑ στον Οργανισμό. Παράλληλα ανατρέπονται και οι αναλογίες εντός του διοικητικού συμβουλίου του ΟΤΕ, καθώς η ελληνική πλευρά χάνει μια θέση και διατηρεί 4 θέσεις, στο 11μελές πλέον διοικητικό συμβούλιο (έως τώρα ήταν 10μελές). Παράλληλα, ο πρόεδρος του Οργανισμού δεν θα αποτελεί επιλογή του ελληνικού Δημοσίου, αλλά της γερμανικής πλευράς. Ωστόσο, διατηρεί η ελληνική πλευρά (για όσο έχει στην κατοχή της ποσοστό άνω του 5%) το δικαίωμα αρνησικυρίας για μια σειρά επιχειρησιακών ζητημάτων και θεμάτων που σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια.
Η γερμανική πλευρά αναμένεται να εντείνει τις πιέσεις για μείωση του λειτουργικού κόστους στον Οργανισμό και προωθεί περικοπές σε παροχές προς το προσωπικό, αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις αλλά και μείωση των θέσεων εργασίας. Στόχος των προτεινόμενων αλλαγών είναι η περικοπή του κόστους προσωπικού κατά 300 εκατ. ευρώ σε βάθος τετραετίας.
Σήμερα στον ΟΤΕ απασχολούνται 12.000 εργαζόμενοι, πολλοί από τους οποίους εργάζονται με καθεστώς δημοσίου υπαλλήλου (μονιμότητας). Ο διάλογος μεταξύ διοίκησης και εργαζομένων για τη νέα ΣΣΕ που περιλαμβάνει περικοπές επιδομάτων, προνομίων αλλά και πρόβλεψη για άρση της μονιμότητας πρόκειται να διαρκέσει δύο μήνες.