ΑΠΟΨΗ: Οι ευκαιρίες από τη νέα ΚΑΠ

ΑΠΟΨΗ: Οι ευκαιρίες από τη νέα ΚΑΠ

3' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο ​​τίτλος μπορεί να εκπλήσσει εν μέσω των τόσων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας. Κι όμως, λίγοι τομείς ανέδειξαν εν μέσω κρίσης με τόσο γλαφυρό τρόπο την εντυπωσιακή αντίφαση ανάμεσα στις τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης και στις σημαντικές αδυναμίες και στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας όσο ο γεωργικός της τομέας.

• Εκεί που ο Ελληνας καταναλωτής εισπράττει τουλάχιστον ως απορία την παρουσία εισαγόμενων αντί ελληνικών διατροφικών προϊόντων στα ράφια του, ο (Ευρωπαίος κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά) ξένος καταναλωτής εισπράττει ως ευχαρίστηση τις λιγοστές ευκαιρίες που έχει να γευτεί ελληνικά προϊόντα στα δικά του ράφια.

• Εκεί που ο μέσος Ελληνας παραγωγός αντιμετωπίζει σημαντικές καθυστερήσεις ή και πισωγυρίσματα στον τομέα της οργάνωσης και συλλογικής δράσης, πληρώνοντας μάλιστα συχνά για υπηρεσίες που αλλού είναι υποχρέωση του κράτους, νέοι συνεταιρισμοί αναδεικνύουν στην πράξη τον δυναμισμό και τις προοπτικές ενός άλλου τύπου γεωργίας – εξωστρεφούς, ποιοτικής και καινοτόμου.

• Εκεί που συχνά οι ειδήσεις γύρω από την εφαρμογή της ΚΑΠ στην Ελλάδα επικεντρώνονται στην επιβολή προστίμων, σημαντικότατοι πόροι (οι υψηλότεροι αναλογικά προς το ΑΕΠ κάθε άλλου κράτους-μέλους) αναμένουν την ορθολογική τους χρήση, με συμβολή τόσο στον γεωργικό τομέα όσο και στο ισοζύγιο πληρωμών.

Οι ευκαιρίες πηγάζουν από τρεις παράγοντες: (1) από τις νέες τάσεις διατροφής, που ευνοούν δυνητικά ένα μεσογειακό παραγωγικό μοντέλο ευέλικτων γεωργικών δομών μικρού μεγέθους, στηριγμένων στην ποιότητα αντί της ποσότητας, (2) από την κοινοτική νομοθεσία, που περιέχει σειρά θετικών μέτρων (όπως τη στήριξη του εισοδήματος των παραγωγών ώς την υποχρεωτική τήρηση μέτρων σεβασμού του περιβάλλοντος, κλιματικής δράσης, ποιότητας τροφίμων, προστασίας γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων, ευημερίας των ζώων, και την ενίσχυση του τριγώνου σύνδεσης έρευνας, καινοτομίας και εφαρμογών), και (3) από τη στροφή της ΚΑΠ στη γη και τη χρήση της ως προϋπόθεσης ενίσχυσης και ως μακροπρόθεσμου στόχου που ευνοεί δυνητικά τη στροφή της ελληνικής παραγωγής προς πιο ήπιες περιβαλλοντικά και πιο προσοδοφόρες ποιοτικά μορφές παραγωγής.

Ομως η ελληνική γεωργία αντιμετωπίζει και σημαντικές προκλήσεις, αρχίζοντας από την ένταση ανάμεσα στη βραχυπρόθεσμη ανάγκη συμπίεσης ενός αυξανόμενου κόστους παραγωγής, που οδηγεί συχνά σε πρακτικές που επιβαρύνουν το περιβάλλον, και τη μακροπρόθεσμη ανάγκη προώθησης εκείνων των πρακτικών που το σέβονται.

Και αν η προηγούμενη πρόκληση είναι κοινή με την ευρωπαϊκή γεωργία, δύο άλλες προκλήσεις έχουν ένα ιδιαίτερο ελληνικό χρώμα. Η πρώτη σχετίζεται με την παραγωγική υστέρηση της ελληνικής γεωργίας, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις εξελίξεις στις περισσότερες άλλες χώρες της Ε.Ε., που έχοντας συγγενείς δομές και αντιμετωπίζοντας με αναλογικά λιγότερους πόρους το ίδιο πλαίσιο πολιτικής με την ελληνική γεωργία, διαμόρφωσαν ένα εξαγωγικό μοντέλο προσθέτοντας πολλαπλάσια αξία στην παραγωγή τροφίμων. Η δεύτερη είναι η ελλιπής ή στρεβλή εφαρμογή κοινοτικών κανόνων, που οδήγησε στην επιβολή προστίμων (άνω του ενός δισ. μόνο τα τελευταία τέσσερα χρόνια) που φορτώνουν στους Ελληνες φορολογούμενους αμαρτίες της κεντρικής διοίκησης.

Παρ’ όλα αυτά, η παρουσία ενός πολυ-λειτουργικού μοντέλου γεωργικών εκμεταλλεύσεων στηριγμένου στην πολλαπλή δραστηριότητα, στην ευρεία συμμετοχή των μελών της οικογένειας στις αγροτικές δραστηριότητες, στην αλληλοβοήθεια (μέσω της κινητοποίησης άτυπων δικτύων), και στην αδιάρρηκτη σύνδεση αγροτικού και αστικού χώρου, επέτρεψε σε πολλές από αυτές τη βιωσιμότητά τους ακόμη και στην περίοδο κρίσης που διανύουμε, και συνέβαλε στη συγκράτηση της ανεργίας και τη στήριξη του οικογενειακού εισοδήματος. Αυτό με τη σειρά του οδήγησε στην ανάδειξη στην Ελλάδα νέων δυνάμεων με χαρακτηριστικά ποιοτικής, περιβαλλοντικής, καινοτόμου και εξωστρεφούς γεωργικής παραγωγής, δημιουργώντας προϋποθέσεις νέων θέσεων εργασίας σε όλο το φάσμα της παραγωγής και προώθησης της διατροφικής αλυσίδας.

Λίγα αλλά συγκεκριμένα και ενθαρρυντικά παραδείγματα συνεταιριστικής και εξαγωγικής δράσης (σε μια ευρύτατη γκάμα προϊόντων, από το ελαιόλαδο, τα όσπρια, το κρασί ή τα τυριά έως τα αρωματικά φυτά, τα σαλιγκάρια ή τη μαστίχα) είναι πλέον εμφανή στις ευρωπαϊκές κυρίως αγορές. Αν και οι ποσότητες εξαγώγιμων προϊόντων υπολείπονται πολύ της πραγματικής δυναμικής της ελληνικής γεωργίας λόγω ελλείψεων σε οργάνωση, συλλογικότητα και προώθηση, οι εμπειρίες και πρακτικές που οδήγησαν σε αυτά τα θετικά αποτελέσματα πρέπει να αναδυθούν και να διαδοθούν.

Οι αλλαγές που επιβάλλει η νέα μεταρρύθμιση της ΚΑΠ δίνουν αυτή τη δυνατότητα. Η ευρύτατη, σταδιακή αναδιανομή των επιδοτήσεων θα μπορούσε να αποτελέσει τον καταλύτη που θα απελευθερώσει τις πιο παραγωγικές δυνάμεις λόγω της ευρύτατης ευελιξίας που δίνεται στις χώρες της Ε.Ε. να επιλέξουν το δικό τους πρότυπο αναδιανομής. Η επιπλέον ενίσχυση νέων αγροτών, η σύνδεση έρευνας, καινοτομίας και παροχής συμβουλών, και ο υποχρεωτικός πλέον συντονισμός και η καλύτερη σύνδεση προγραμμάτων αγροτικής και περιφερειακής ανάπτυξης με συμμετοχή των περιφερειών μπορεί να συμβάλουν στην ίδια κατεύθυνση, αν βεβαίως εφαρμοστούν στην πράξη. Κυρίως όμως η μεγαλύτερη δυνατότητα προέρχεται από την εισροή πόρων άνω των 19 δισ. για την ελληνική γεωργία την προγραμματική περίοδο 2014-20, ποσού που ξεπερνά το σύνολο των πόρων που θα λάβουν μαζί όλοι οι άλλοι τομείς της ελληνικής οικονομίας, και που απαιτεί την εφαρμογή των ίδιων κανόνων με τους άλλους εταίρους (σε αντίθεση με απαιτήσεις σε άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας).

* Διευθυντής Οικονομικών Αναλύσεων, Προοπτικών και Αξιολογήσεων της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το κείμενο εκφράζει απόψεις που είναι προσωπικές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή