Αποψη: Ορισμένες αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην πολιτική δικαιοσύνη

Αποψη: Ορισμένες αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην πολιτική δικαιοσύνη

4' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε προηγούμενα άρθρα υποστήριξα πως οι όποιες αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σε σχέση με την επιτάχυνση εκδίκασης των πολιτικών υποθέσεων, θα πρέπει να συνοδευθούν από άλλες και για τη βελτίωση της ποιότητας της Δικαιοσύνης. Μερικές μόνο σκέψεις είναι οι παρακάτω:

(α) Λειτουργία ειδικών τμημάτων στα δικαστήρια: Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι στην Ελλάδα έχουμε γενικά Δικαιοσύνη χαμηλής ειδίκευσης. Το δικαστικό σύστημα στηρίζεται στην παρωχημένη λογική ότι ο δικαστής θα πρέπει να γνωρίζει τα πάντα την ίδια ώρα που οι δικηγόροι εξειδικεύονται όλο και περισσότερο! Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ίδιοι δικαστές δικάζουν αστικές και ποινικές υποθέσεις εναλλασσόμενα, το οποίο είναι σπάνιο για τους δικηγόρους, των νεότερων ιδίως γενεών. Επίσης στα ασφαλιστικά μέτρα εντάσσονται στην ίδια δικάσιμο παντελώς άσχετες από άποψη αντικειμένου υποθέσεις, που δικάζονται από τον ίδιο δικαστή την ίδια μέρα. Επιπλέον, όταν εμφανίζονται, όχι πολύ συχνά είναι αλήθεια, υποθέσεις με ειδικό αντικείμενο διεθνών συναλλαγών, πνευματικής, βιομηχανικής ιδιοκτησίας, ανταγωνισμού ή χρηματοοικονομικών, οι αποφάσεις είναι συχνά μέτριες. Μάλιστα επαναλαμβάνουν συχνά αποφάσεις του Αρείου Πάγου για παρεμφερές θέμα χωρίς συνήθως να διακρίνουν τα τυχόν διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και την ανάγκη ευελιξίας ανά υπόθεση. Αυτό οφείλεται κατά τη γνώμη μου και στην όχι πολύ καλή γνώση και αντίληψη των συμφερόντων και των σχέσεων που διαμορφώνονται σε ειδικά περιβάλλοντα όπως τα παραπάνω, δηλ. για περιορισμένη αντίληψη της συγκεκριμένης αγοράς. Εμφανίζεται συχνά το φαινόμενο ειδικοί δικηγόροι να έχουν αναλάβει μία υπόθεση η οποία θα κριθεί από μη ειδικούς δικαστές, με αποτελέσματα προφανώς αρνητικά για την ποιότητα των αποφάσεων. Τούτο δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν δικαστές και με ειδικές γνώσεις και ενδιαφέροντα. Ούτε ότι οι δικηγόροι είναι πάντοτε εξειδικευμένοι. Στην πραγματικότητα τα τελευταία είκοσι χρόνια ο αριθμός των νομικών με καλά μεταπτυχιακά έχει αυξηθεί εντυπωσιακά. Η αίσθηση που υπάρχει είναι πως αυτό δεν το εκμεταλλεύεται επαρκώς το σύστημα της Δικαιοσύνης στη χώρα μας. Πρώτο αυτονόητο βήμα, η ίδρυση ειδικών τμημάτων δικαστηρίων τουλάχιστον στους τομείς που προαναφέρθηκαν και απαιτούν υψηλή ειδίκευση. Αυτό σημαίνει ειδικά σώματα δικαστών από όσους έχουν σχετικά τυπικά προσόντα και ιδίως πρόθεση περαιτέρω εξειδίκευσης σε ορισμένες κατηγορίες υποθέσεων. Και επειδή θα λεχθεί ότι τα περιφερειακά δικαστήρια δεν θα είναι σε θέση να έχουν τέτοια τμήματα λόγω μικρού όγκου τέτοιων υποθέσεων, η απάντηση είναι ότι αυτό δεν είναι αναγκαίο. Γιατί να μη συγκεντρώνονται σε δύο-τρία δικαστήρια ανά την Ελλάδα όπου θα υπάρχουν ειδικά τμήματα όπως έχει γίνει επιτυχώς με το Ναυτικό Τμήμα του Πειραιά; Ολα αυτά όμως είναι ζήτημα καταγραφής και γνώσης των αναγκών.

(β) Καταγραφή δεδομένων. Καμία σοβαρή νομοθετική παρέμβαση δεν θα μπορεί να γίνει εάν δεν προηγηθεί καταγραφή των δεδομένων των υποθέσεων που εισάγονται στα δικαστήρια. Πόσες είναι, σε ποια δικαστήρια, ποιου αντικειμένου κ.λπ. Η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι αυτή η καταγραφή είναι ατελής ή πλημμελής. Είναι άξιο απορίας βάσει ποιων στοιχείων προ τριών ετών είχε αυξηθεί η αρμοδιότητα των Μονομελών Πρωτοδικείων από 80.000 σε 250.000 ευρώ, με αποτέλεσμα να εκτοξευτεί ο αριθμός των υποθέσεων που δικάζονται από αυτά και να μειωθούν οι αντίστοιχες του Πολυμελούς (άνω των 250.000 ευρώ).

Ετσι η προηγούμενη κυβέρνηση επεδίωξε με το τελευταίο σχέδιο νόμου να μειώσει το όριο σε 150.000 ευρώ, δηλ. κάπου στη μέση… Είναι προφανές ότι αυτή η ανακολουθία οφειλόταν στην έλλειψη εργαλείων, δηλ. των αναγκαίων δεδομένων για τους αριθμούς και το είδος των υποθέσεων. Η λύση του αποτελεί προϋπόθεση κάθε σοβαρής νομοθετικής παρέμβασης.

(γ) Διαμεσολάβηση. Για τη χρησιμότητα αυτής της μεθόδου επίλυσης διαφορών έχουν γραφεί πολλά. Δυστυχώς η ισχύουσα νομοθεσία φαίνεται να παίρνει με το ένα χέρι αυτό που δίνει με το άλλο, καθώς έχει θεσπιστεί παράλληλη δομή δικαστικής μεσολάβησης από μη εκπαιδευμένους δικαστές. Απαιτείται λοιπόν ενοποίηση των δύο μορφών εξωδικαστικής επίλυσης, διαμεσολάβησης και δικαστικής μεσολάβησης και η διαμόρφωση απολύτως κοινών προϋποθέσεων υπαγωγής υποθέσεων και ορισμού διαμεσολαβητών. Οι τελευταίοι θα πρέπει να είναι όλοι εκπαιδευμένοι και πιστοποιημένοι. Δηλαδή δικαστές, δικηγόροι καθώς και μη νομικοί, αφού σε κάποιες υποθέσεις απαιτούνται ειδικές γνώσεις (τεχνικές, οικονομικές κ.λπ.). Ολοι όμως εκπαιδευμένοι και πιστοποιημένοι. Επίσης η διαμεσολάβηση θα πρέπει να είναι υποχρεωτική σε κάποιες περιπτώσεις στις οποίες η προσφυγή στα δικαστήρια θα επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση αποτυχίας της. Αυτό φυσικά θα πρέπει να δοκιμασθεί μόνο σε κατηγορίες διαφορών οι οποίες θα προκριθούν για δικαιοπολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους, όπως οι οικογενειακές και οι κληρονομικές ή αυτές με πολύ μικρό οικονομικό αντικείμενο (μικροδιαφορές). Επιπλέον, μια παράπλευρη ωφέλεια θα είναι ότι αρκετοί διαμεσολαβητές θα μπορέσουν επιτέλους να περάσουν από τη θεωρία στην πράξη. Νέας μορφής, δικηγορική κυρίως, ύλη θα δημιουργηθεί. Αυτό άλλωστε θα πρέπει να είναι το ζητούμενο, με τρόπους δημιουργικούς που θα αντιμετωπίζουν και υπαρκτά ευρύτερα κοινωνικά ή οικονομικά προβλήματα και όχι με λογική συντεχνιακών παραχωρήσεων. Το να κερδίσει μια επαγγελματική τάξη από μια ρύθμιση δεν είναι καθόλου κακό, αρκεί αυτό να μην αποτελεί την αιτία και στόχευση της ρύθμισης αλλά μια έμμεση συνέπεια. Το πρόβλημα της χώρας είναι γνωστό: Στην προσπάθεια των πολιτικών να ικανοποιήσουν μικρές και μεγάλες ομάδες συμφερόντων έχει δημιουργηθεί και στη Δικαιοσύνη ένα χαοτικό σύστημα. Αυτό πρέπει να αλλάξει εάν θέλουμε να κάνουμε ορθή χρήση των υπαρχόντων πόρων, ανθρώπινων και οικονομικών.

Σήμερα ο παγκόσμιος ανταγωνισμός εμφανίζεται και στη Δικαιοσύνη. Ταχύτητα και ποιότητα είναι ο στόχος. Οχι μόνο για να υπάρξουν επενδύσεις. Κυρίως για να εμπεδωθεί το κράτος δικαίου. Επίσης, έτσι θα προκύψει και νέα δικηγορική ύλη, σύγχρονη, υγιής και σε σταθερές βάσεις. Με το να έχουμε ένα λογικό και οργανωμένο σύστημα Δικαιοσύνης θα κερδίσουν όλοι. Το θέλουμε;

* Ο κ. Χάρης Π. Μεϊδάνης είναι δικηγόρος, Δ.Ν. MCIArb.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή