Ο άνυδρος χειμώνας φέρνει φωτιές

Ο άνυδρος χειμώνας φέρνει φωτιές

Σήμα κινδύνου από τους ειδικούς για «καυτό» καλοκαίρι, εξαιτίας των περιορισμένων βροχοπτώσεων

5' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Καθώς έχουμε μπει στη φετινή αντιπυρική περίοδο, είναι εύλογη η ανησυχία για το τι θα συμβεί φέτος το καλοκαίρι με τις δασικές πυρκαγιές, αφού η κλιματική αλλαγή διαμορφώνει τάσεις ενίσχυσης του κινδύνου εκδήλωσης μεγάλων πυρκαγιών. Το τι θα γίνει εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις μετεωρολογικές συνθήκες που θα διαμορφωθούν τους θερινούς μήνες. Επίδραση ωστόσο θα υπάρχει και απ’ ό,τι προηγήθηκε τον χειμώνα και την άνοιξη, κυρίως όσον αφορά τις βροχοπτώσεις και τη χιονοκάλυψη. Λόγω του περιορισμού των φαινομένων αυτών τους χειμερινούς μήνες φέτος απαιτείται αυξημένη επαγρύπνηση, παρά τον βροχερό Απρίλιο και δροσερό Μάιο.

«Σύμφωνα με επιστημονικές εργασίες που έχουν δημοσιευθεί, το ύψος των βροχοπτώσεων τόσο κατά τους μήνες του χειμώνα όσο και της άνοιξης συνδέεται άμεσα με τις δασικές πυρκαγιές κατά τους θερινούς μήνες, κυρίως σε ό,τι αφορά την ένταση και την ταχύτητα εξάπλωσής τους. Ουσιαστικά, η μείωση της βροχόπτωσης μειώνει την υγρασία εδάφους και καθιστά περισσότερο ξηρή τη βλάστηση τόσο στην επιφάνεια όσο και καθ’ ύψος, αυξάνοντας κατά συνέπεια την ευφλεκτότητα της δασικής ύλης», εξηγεί στην «Κ» ο Κώστας Καρτάλης, καθηγητής στον Τομέα Φυσικής Περιβάλλοντος του ΕΚΠΑ.

Οι επιστημονικές προσεγγίσεις επιβεβαιώθηκαν με τον πιο τραγικό τρόπο το φοβερό καλοκαίρι του 2007, όταν εκδηλώθηκαν μεγαπυρκαγιές στην Πελοπόννησο και στην Εύβοια, με εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα καμένα και δεκάδες ανθρώπινες ζωές χαμένες, αλλά και στην Αττική με την καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους του εθνικού δρυμού της Πάρνηθας. Χαρακτηριστικά ήταν τα στοιχεία που αναφέρθηκαν στην παρουσίαση της έκθεσης για την Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή στην Ακαδημία Αθηνών. Το 2006 η βροχόπτωση τους μήνες Ιανουάριο – Απρίλιο ήταν 3,4 χιλιοστά την ημέρα. Η μέση θερμοκρασία θέρους ήταν 22,7 βαθμοί Κελσίου (°C) και ο δείκτης επικινδυνότητας πυρκαγιάς FWI (ένας σύνθετος δείκτης που υπολογίζει τιμές θερμοκρασίας, υγρασίας εδάφους, ταχύτητας ανέμου κ.ά.) στο 26,6. Το καλοκαίρι του 2006 κάηκαν 161.790 στρέμματα. Το 2007, στην αντίστοιχη περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου η μέση βροχόπτωση περιορίστηκε σε 1,9 χιλιοστά την ημέρα, η μέση θερμοκρασία θέρους ανέβηκε στους 24,3° C και ο δείκτης FMI στο 30,1. Το αποτέλεσμα ήταν τραγικό: 1.990.040 στρέμματα καμένα!

«Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επιδρούν στον βαθμό επικινδυνότητας όσον αφορά την εκδήλωση πυρκαγιών το καλοκαίρι, αλλά η ξηρασία και η μείωση των κατακρημνίσεων, είτε των βροχών είτε του χιονιού, τον χειμώνα και την άνοιξη αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικό σημείο. Στο πλαίσιο της εργασίας για την εκπόνηση της έκθεσης ανθεκτικότητας των ελληνικών δασών μελετήσαμε την περίοδο 2000-2021 και είδαμε πως υπάρχει σαφής συσχέτιση ανάμεσα στο ύψος των βροχοπτώσεων των χειμερινών και των ανοιξιάτικων μηνών και στον κίνδυνο για δασικές πυρκαγιές το καλοκαίρι», σημειώνει στην «Κ» ο Χρήστος Ζερεφός, γενικός γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και εκπρόσωπος της Ελλάδας για την κλιματική αλλαγή. «Επειδή φέτος χάσαμε μεγάλο μέρος από το νερό του χειμώνα, απαιτείται ιδιαίτερη εγρήγορση της Πολιτείας», συμπληρώνει.

Ο άνυδρος χειμώνας φέρνει φωτιές-1

Λιγότερα χιόνια

Ποια είναι η εικόνα της φετινής περιόδου; Οπως σημειώνει στην «Κ» ο ερευνητής του Αστεροσκοπείου Αθηνών, Σταύρος Ντάφης, «η χιονοκάλυψη φέτος ήταν 25% χαμηλότερη από τον μέσο όρο της περιόδου 2004-2021. Ειδικά την περίοδο Δεκεμβρίου – Ιανουαρίου ήταν 64% πιο περιορισμένη από τη μέση κλιματική τιμή. Πρόκειται για την πιο περιορισμένη έκταση χιονοκάλυψης τουλάχιστον από το 2004, με τον χειμώνα 2006-2007 να ακολουθεί». Οι μειωμένες χιονοπτώσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία, καθώς το χιόνι, όταν λιώνει, εμπλουτίζει τον υδροφόρο ορίζοντα και γεμίζει τους υπόγειους ταμιευτήρες.

«Υπάρχει σαφής συσχέτιση ανάμεσα στο ύψος της βροχής και στον κίνδυνο για δασικές πυρκαγιές», λέει στην «Κ» ο Χρήστος Ζερεφός.

Αντίστοιχα, σημαντικά περιορισμένες ήταν και οι βροχοπτώσεις σε αρκετές περιοχές φέτος, παρά τον σχετικά πιο βροχερό Απρίλιο. Σύμφωνα με την ανάλυση στοιχείων του δικτύου μετεωρολογικών σταθμών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, που επιμελήθηκε ο κ. Ντάφης, στο Ρέθυμνο από τον Δεκέμβριο του 2022 έως τον Απρίλιο του 2023 έπεσαν 178 χιλιοστά βροχής λιγότερα από την μέση τιμή των ετών 2000-2019. Στη Σπάρτη το αντίστοιχο μέγεθος είναι 152 χιλ., στη Σάμο 156 χιλ., στην Ξάνθη 62 χιλ., ενώ πιο ισορροπημένη ήταν η κατάσταση στη Λάρισα με μείωση 10 χιλιοστών. Συνολικά καταγράφεται μια μείωση στην ποσότητα του βρόχινου νερού που έπεσε στη χώρα μας, κυρίως τους χειμερινούς μήνες. Ο Απρίλιος ήταν βροχερός. Βεβαίως, η κατάσταση στην Ελλάδα δεν συγκρίνεται με τα φαινόμενα ξηρασίας που διαμορφώθηκαν στην Ιβηρική Χερσόνησο και όχι μόνο.

Για το πώς θα διαμορφωθούν οι συνθήκες τους θερινούς μήνες δεν υπάρχει ασφαλής πρόγνωση, αλλά οι τάσεις που διαμορφώνονται λόγω της ευρείας διαταραχής του κλίματος δεν είναι ευνοϊκές. Σύμφωνα με τον κ. Καρτάλη, «η κλιματική αλλαγή επηρεάζει όλες τις παραμέτρους που καθορίζουν αν μία δασική πυρκαγιά θα εξελιχθεί σε ακραία, δηλαδή τη θερμοκρασία του αέρα, τον υετό (βροχόπτωση και χιονόπτωση), την υγρασία του εδάφους και την εμφάνιση καυσώνων».

Οπως υπογραμμίζει ο καθηγητής του ΕΚΠΑ και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την Κλιματική Αλλαγή, «λαμβάνοντας υπόψη τις τάσεις που αναπτύσσονται στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, θα επέλεγα ως το σημαντικότερο κλιματικό κίνδυνο τους καύσωνες, ιδίως σε ό,τι αφορά την αύξηση της έντασης, της συχνότητας και της διάρκειάς τους αλλά και τη συνδυασμένη εμφάνισή τους με ξηρασία. Πρόκειται για τα λεγόμενα συνδυαστικά φαινόμενα (compound events), με το ένα φαινόμενο να ενισχύει το άλλο».

Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον; Σύμφωνα με τη μελέτη για Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων, που επεξεργάστηκε η αντίστοιχη επιτροπή, αναμένεται σημαντική αύξηση των ημερών με μέγιστη θερμοκρασία άνω των 37° C την περίοδο από 2031-2060. Συγκεκριμένα, αναμένονται έως και 15-20 περισσότερες ημέρες το έτος με θερμοκρασίες άνω των 37° C σε ευαίσθητες για καύσωνα περιοχές, όπως στον θεσσαλικό και μακεδονικό κάμπο και δευτερευόντως στις πεδινές περιοχές της Αιτωλοακαρνανίας και της Ηλείας, τον Αργολικό, τον μεσσηνιακό και τον λακωνικό κάμπο.

Οσον αφορά τις ημέρες με ακραίο κίνδυνο πυρκαγιάς αναμένεται αύξηση έως και 10 ημέρες στα πεδινά της χώρας για την περίοδο 2031-2060. Σύμφωνα με το πιο αρνητικό κλιματικό σενάριο RCP8.5 οι επιπλέον μέρες μπορεί να φτάσουν στα ανατολικά ηπειρωτικά τμήματα και στην Κρήτη έως και 15 ημέρες/έτος. Σημείο καμπής θεωρείται γενικά το 2050, εάν δεν ληφθούν τα αναγκαία μέτρα, με αποτέλεσμα την περίοδο 2071-2100 και σύμφωνα με το RCP8.5 στην ανατολική Στερεά, στην Αττική, στην ανατολική Πελοπόννησο και στην Κρήτη, η αύξηση των ημερών με ακραίο κίνδυνο πυρκαγιάς να ξεπερνάει τις 35 ημέρες το έτος. Στην υπόλοιπη ηπειρωτική χώρα, και στα νησιά του Αιγαίου, η αύξηση υπολογίζεται σε 25-35 ημέρες ανά έτος.

Ολα αυτά μπορεί να μοιάζουν πολύ μακρινά, αλλά οι κλιματικές διαταραχές έχουν ήδη ξεκινήσει και εμφανίζονται πλέον πιο συχνά τα καλοκαίρια μας, άρα χρειάζεται αυξημένη προσοχή, προετοιμασία και ανάλογα μέτρα.

Ο άνυδρος χειμώνας φέρνει φωτιές-2
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή