Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη

Αναγνωρίζοντας τη συμβολή του στην επιστήμη της ιατρικής, η Καθημερινή πραγματοποίησε ουκ ολίγες φορές αφιερώματα στον Φλέμινγκ

αλεξάντερ-φλέμινγκ-ο-επιστήμονας-που-562440010

Ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ κατέχει περίοπτη θέση στην ιστορία της ιατρικής. Πρώτη του μεγάλη συμβολή στην ιατρική έρευνα (1922) ήταν η ανακάλυψη της αντιβιοτικής δράσης της λυσοζύμης, ενός ενζύμου το οποίο απαντά σε ορισμένους ζωικούς ιστούς και εκκρίσεις, όπως τα δάκρυα και το σάλιο. Λίγα χρόνια αργότερα, πραγματοποίησε τη μεγαλύτερη ανακάλυψή του, η οποία άνοιξε τον δρόμο για την αποτελεσματική χρήση των αντιβιοτικών φαρμάκων στη θεραπεία των μολυσματικών ασθενειών: τον Σεπτέμβριο του 1928, ερευνώντας τις ιδιότητες των σταφυλόκοκκων, ο Φλέμινγκ ανακάλυψε τυχαία την πενικιλίνη. Αρκετά χρόνια αργότερα, τον ∆εκέμβριο του 1945, ο Φλέμινγκ τιμήθηκε γι’ αυτή του την ανακάλυψη (καθώς και οι Ερνστ Μπόρις Κάιν και Χάουαρντ Γουόλτερ Φλόρεϊ, οι οποίοι συνέχισαν την έρευνά του) λαμβάνοντας το βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής «για την ανακάλυψη της πενικιλίνης και τη θεραπευτική της δράση σε διάφορες μολυσματικές ασθένειες». ∆ιακρινόμενος από ταπεινότητα, ο Φλέμινγκ δήλωσε: «Η φύση δημιούργησε την πενικιλίνη. Εγώ απλώς τη βρήκα». Αναγνωρίζοντας τη συμβολή του στην επιστήμη της ιατρικής, η Καθημερινή πραγματοποίησε ουκ ολίγες φορές αφιερώματα στον Φλέμινγκ. Στην παρούσα έκδοση περιλαμβάνονται αποσπάσματα της γραμμένης από τον Γάλλο λογοτέχνη Αντρέ Μορουά βιογραφίας του, την οποία δημοσίευσε η Καθημερινή σε συνέχειες από τις 26 Οκτωβρίου έως τις 18 ∆εκεμβρίου 1958. Ακόμη περιλαμβάνεται το πρώτο μέρος ενός άρθρου σχετικά με τις μεθόδους αντιμετώπισης των μολυσματικών ασθενειών, το οποίο έγραψε ο ίδιος ο Φλέμινγκ για την Καθημερινή και δημοσιεύτηκε σε τρεις συνέχειες από τις 9 έως τις 11 Οκτωβρίου 1952. Στην εισαγωγή της έκδοσης ο διδάκτωρ Βιολογίας, υπεύθυνος Ποιότητας και προϊστάμενος του Μικροβιολογικού Εργαστηρίου της Κλινικής «Άγιος Λουκάς», Βασίλειος Κατσαρές, πραγματοποιεί μια ανασκόπηση της ζωής του Αλεξάντερ Φλέμινγκ, επισημαίνοντας παράλληλα τη συμβολή του στην ιατρική επιστήμη.

Δεν φτάνει μόνο η «τύχη»

Ο θρύλος λέει ότι, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος ρώτησε τον Αριστοτέλη για το τι είναι τύχη, εκείνος του απάντησε ότι «τύχη είναι όταν η εξαιρετικά σκληρή προετοιμασία συναντά την ευκαιρία»!

Πιθανόν αυτό να μην το γνώριζε στις αρχές του 20ού αιώνα ένας ακατάστατος –ομολογουμένως– 47χρονος βακτηριολόγος, ονόματι Fleming.

Το επίθετο Fleming εδώ και σχεδόν έναν αιώνα κάνει περήφανο το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς το έφεραν δύο πασίγνωστες προσωπικότητες: ο «πατέρας» του James Bond, Λονδρέζος Ian Fleming, και ο πατέρας των αντιβιοτικών, ο Σκωτσέζος Alexander Fleming. Και αν το «παιδί» του Ian, ο James Bond, έσωσε πολλές φορές τον κινηματογραφικό κόσμο από παρανοϊκούς τρομοκράτες και τρελούς επιστήμονες, το «παιδί» του Alexander, η πενικιλίνη, άλλαξε την ιστορία της ιατρικής για πάντα, σώζοντας εκατομμύρια ανθρώπους στον πραγματικό κόσμο!

Ο Sir Alexander Fleming, όπως τιμήθηκε από τους Βρετανούς, γεννήθηκε το 1881. Σπούδασε Ιατρική και πήρε πτυχίο με «Χρυσό Μετάλλιο» το 1908. Λίγο μετά την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1915, παντρεύτηκε μια Ιρλανδή νοσοκόμα, τη Sarah Marion McElroy.

Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε ως λοχαγός του Υγειονομικού του Βασιλικού Στρατού, ενώ το 1918 εκλέχθηκε καθηγητής της Βακτηριολογίας.

Ο Μεσοπόλεμος βρήκε τον Fleming να ερευνά πιθανούς αντιβακτηριακούς παράγοντες, καθώς πολλοί στρατιώτες πέθαιναν από σηψαιμία από μολυσμένες πληγές.

Λέγεται ότι ο εργαστηριακός του πάγκος δεν ήταν και το απαύγασμα της τάξης, γεγονός που επηρέαζε μερικές φορές αρνητικά την πορεία των ερευνών του, καθώς δημιουργούνταν συχνά επιμολύνσεις. Στις επιμολύνσεις αυτές, όμως, οφείλονται και οι δύο μεγαλύτερες ανακαλύψεις του. Ας δούμε πώς…

Στα τέλη του 1921, καθώς καλλιεργούσε βακτήρια σε τρυβλία με άγαρ, διαπίστωσε ότι μια καλλιέργεια επιμολύνθηκε με βακτήρια από τον αέρα. Όταν πρόσθεσε ρινική βλέννα, παρατήρησε ότι η βλέννα απέτρεπε την ανάπτυξη των βακτηρίων. Το γεγονός αυτό κίνησε την επιστημονική του περιέργεια και συνέχισε δοκιμάζοντας κάτι άλλο… Χρησιμοποίησε έναν δοκιμαστικό σωλήνα με φυσιολογικό ορό που περιείχε βακτήρια, προκαλώντας το υγρό να αποκτήσει κίτρινο χρώμα. Όταν προσέθεσε ρινική βλέννα, το υγρό μέσα σε δύο λεπτά έγινε διαυγές.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-1
30 Ιουνίου 1945. Ο Αλ. Φλέμινγκ αναπαριστά τη στιγμή που παρατήρησε τη μούχλα στο τρυβλίο Πέτρι, για τις ανάγκες γυρίσματος εκπαιδευτικής ταινίας (AP Photo).

Η επιτυχία αυτή συνεχίστηκε χρησιμοποιώντας, αντί βλέννας, δάκρυα, πτύελα, πύον, αρθρικό υγρό, μέχρι και σπέρμα και υγρό από κύστεις ωοθηκών.

Συμπέρανε ότι προφανώς σε όλα αυτά τα υγρά υπήρχε κάποιος βακτηριοκτόνος παράγοντας. Ο Fleming ονόμασε τον παράγοντα που ανακάλυψε «λυσοζύμη». ∆υστυχώς, όμως, η παρουσίαση των αποτελεσμάτων του δεν βρήκε ευήκοα ώτα. Έπρεπε να φτάσουμε στο τέλος του 20ού αιώνα για να αναγνωριστεί η αξία της ανακάλυψης αυτής! Η λυσοζύμη αναγνωρίστηκε ως η πρώτη αντιμικροβιακή πρωτεΐνη που αποτελεί μέρος της έμφυτης ανοσίας του ανθρώπινου οργανισμού.

Η πρώτη αυτή «χλιαρή» αντιμετώπιση στα αποτελέσματά του για τη λυσοζύμη δεν τον απέτρεψε από το να συνεχίσει… ούτε βέβαια αποτέλεσε αφορμή για να αλλάξει εικόνα ο εργαστηριακός του πάγκος!

Έξι χρόνια αργότερα, το 1928, ο Fleming μελετούσε τις ιδιότητες του χρυσίζοντα σταφυλόκοκκου (Staphylococcus aureus). Το καλοκαίρι, πριν φύγει για οικογενειακές διακοπές, είχε ξεχάσει σε έναν πάγκο τρυβλία με επιστρωμένο σταφυλόκοκκο σε μια γωνιά του εργαστηρίου του. Όταν επέστρεψε, στις 3 Σεπτεμβρίου του 1928, διαπίστωσε ότι μια καλλιέργεια είχε επιμολυνθεί με μύκητες, αλλά το πιο αξιοπερίεργο ήταν ότι οι αποικίες του σταφυλόκοκκου που ήταν κοντά στους μύκητες καταστράφηκαν, ενώ οι υπόλοιπες που ήταν μακρύτερα δεν επηρεάστηκαν! Όταν ο Fleming έδειξε τις επιμολυσμένες καλλιέργειες στον συνεργάτη του Merlin Pryce, αυτός του θύμισε ότι κάπως έτσι ανακάλυψε και τη λυσοζύμη. Ο Fleming ταυτοποίησε τον μύκητα που προκάλεσε την επιμόλυνση ότι ανήκει στο γένος Penicillium. Στη συνέχεια τον καλλιέργησε και διαπίστωσε ότι στο θρεπτικό μέσο απελευθερώθηκε ένα αντιμικροβιακό συστατικό, το οποίο δοκίμασε σε διάφορους οργανισμούς και παρατήρησε ότι επηρεάζει την ανάπτυξη του σταφυλόκοκκου, καθώς και πολλών άλλων κατά Gram θετικών βακτηρίων. Επηρέαζε ακόμη και τη Neisseria gonorrhoeae, η οποία προκαλεί τη γονόρροια, αν και είναι κατά Gram αρνητικό βακτήριο.

Στις 7 Μαρτίου του 1929 «βάπτισε» τον παράγοντα αυτόν «πενικιλίνη».

Η ιστορία επαναλαμβάνεται και η πρώτη ανακοίνωση της νέας του ανακάλυψης στις 13 Φεβρουαρίου 1929 για μία ακόμη φορά πέρασε σχεδόν απαρατήρητη!

Το βασικό πρόβλημα ήταν η δυσκολία στην παραγωγή πενικιλίνης σε μεγάλες ποσότητες και ακόμη περισσότερο η απομόνωση του βασικού συστατικού της, γεγονός που οδήγησε στο να ξεχαστεί η πενικιλίνη στη δεκαετία του 1930. Ο Fleming απογοητεύτηκε από την τροπή που πήραν τα πράγματα, αλλά υπέμεινε στωικά αυτές τις απογοητεύσεις, οι οποίες δεν τον απέτρεψαν από το να συνεχίσει την έρευνά του.

Περισσότερο από δέκα χρόνια αργότερα, το 1943, ο Edward Abraham και ο Ernst Boris Chain –που δούλευε στο εργαστήριο του Howard Florey– πρότειναν τη σωστή δομή της πενικιλίνης.

Το βασικό πρόβλημα ήταν η δυσκο­λία στην παραγωγή πενικιλίνης σε με­γάλες ποσότητες.

Ο Norman Heatley ήταν αυτός που πρότεινε τη μεταφορά του ενεργού συστατικού της πενικιλίνης σε νερό αλλάζοντας την οξύτητά του. Το γεγονός αυτό συντέλεσε στην παραγωγή αρκετής ποσότητας φαρμάκου, έτσι ώστε να μπορεί να δοκιμαστεί σε ζώα.

Τα πράγματα βρήκαν τον δρόμο τους! Αρκετές κλινικές μελέτες ξεκίνησαν και οδήγησαν σε εντυπωσιακά αποτελέσματα.

Μεσούντος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 5 Απριλίου 1943, δημιουργήθηκε η Επιτροπή Πενικιλίνης, η οποία αποτελούνταν από τον Sir Cecil Weir –γενικό διευθυντή Εξοπλισμού– ως πρόεδρο, τον Fleming, τον Florey, τον Sir Percival Hartley, τον Allison, καθώς και εκπροσώπους από διάφορες φαρμακευτικές εταιρείες ως μέλη. Ο βασικός σκοπός ήταν η παραγωγή πενικιλίνης γρήγορα και σε μεγάλες ποσότητες, σε συνεργασία και με αμερικανικές εταιρείες, ώστε να χορηγείται αποκλειστικά στις συμμαχικές δυνάμεις. Μέχρι την απόβαση στη Νορμανδία, το 1944, είχε παραχθεί ήδη αρκετή ποσότητα πενικιλίνης ώστε να χορηγηθεί σε όλους τους τραυματίες των συμμαχικών στρατευμάτων.

Μια εξίσου σημαντική ανακάλυψη του Fleming ήταν αυτό που σήμερα είναι γνωστό ως «ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά». Από νωρίς διαπίστωσε ότι τα βακτήρια αναπτύσσουν ανθεκτικότητα όταν χορηγείται πενικιλίνη σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις ή για πολύ σύντομο διάστημα και σημείωνε ότι δεν πρέπει να χορηγείται πενικιλίνη αν δεν υπάρχει λόγος και, όταν χορηγείται, να είναι σε ικανοποιητικές συγκεντρώσεις και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ώστε να αποφευχθεί η ανάπτυξη ανθεκτικότητας.

Έχοντας ήδη αναγνωριστεί η μεγάλη συνεισφορά του Fleming στην ιατρική επιστήμη, φτάνουμε στο 1945, οπότε και τιμάται –μαζί με τους Florey και Chain– με το βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-2
Λονδίνο, 9 Απριλίου 1953. O Αλεξάντερ Φλέμινγκ με τη σύζυγό του Αμαλία την ημέρα του γάμου τους (AP Photo).

Τέσσερα χρόνια αργότερα, ένα γεγονός σκιάζει τη χαρά του Nόμπελ, καθώς το 1949 πεθαίνει η σύζυγός του. Το 1953, όντας ήδη 72 ετών, ο Fleming ξαναπαντρεύτηκε και κάπου εδώ κι εμείς κλέβουμε λίγη από τη λάμψη του ονόματός του, καθώς η δεύτερη σύζυγός του είναι η σπουδαία Ελληνίδα γιατρός Αμαλία Κουτσουρή-Βουρέκα, 31 χρόνια νεότερή του, η οποία έμεινε γνωστή ως Αμαλία Φλέμινγκ.

Πριν προλάβει να κλείσει τα 74 του χρόνια, μια καρδιακή προσβολή έδωσε τέλος στη ζωή του Alexander Fleming, στις 11 Μαρτίου 1955. Το σώμα του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του θάφτηκαν στον Καθεδρικό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο.

Ο Fleming είχε τη χαρά να δει την αναγνώριση της προσφοράς του, καθώς, εκτός από το Βραβείο Νόμπελ, σχεδόν τριάντα ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια τον είχαν ανακηρύξει επίτιμο διδάκτορα, ενώ του απονεμήθηκε και ο Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Φοίνικος της Ελλάδος.

Το 1999, το περιοδικό Time τον κατέταξε ανάμεσα στους 100 πιο σημαντικούς ανθρώπους του 20ού αιώνα, ενώ δόθηκε το όνομά του και στον αστεροειδή 91006.

Σήμερα, οι Αθηναίοι περπατούν πλέον στις διάφορες πλατείες που φέρουν το όνομά του και γνωρίζουν ίσως το ομώνυμο Κέντρο Βιοϊατρικών Επιστημών και Έρευνας, όσο ακόμη οι Θεσσαλονικείς περιμένουν να χρησιμοποιήσουν τη στάση «Φλέμινγκ» του μετρό. Ένας επιστήμονας του ύψους αλλά και του ήθους του Fleming ίσως δεν περίμενε ποτέ τέτοια αναγνώριση… γιατί η «τύχη» μπορεί να βοηθά τους «τολμηρούς», αλλά η σκληρή δουλειά και η συνειδητοποιημένα «ταπεινή» γνώση προχωρούν την επιστήμη μπροστά!

Βασίλειος Κατσαρές, PhD
Βιολόγος – μοριακός γενετιστής, Υπεύθυνος Ποιότητας και προϊστάμενος του Μικροβιολογικού Εργαστηρίου της Κλινικής «Άγιος Λουκάς»

Εις τον προθάλαμον της μεγάλης ανακαλύψεως

Οι περισσότερες μεγάλες επιστημονικές ανακαλύψεις οφείλονται κατά ένα μέρος σε ειδικά προσχεδιασμένη έρευνα, αλλά επίσης και στην καλή τύχη. Ο Παστέρ, πνεύμα εξαιρετικά δυνατό, που αναζητούσε την αλήθεια συγχρόνως με τη λογική και με το πείραμα, εξυπηρετήθηκε πολλές φορές από την τύχη. Του παρουσιάσθηκαν προβλήματα συντυχίας, που έμελλαν να τον οδηγήσουν σε γενικές λύσεις. Αν δεν είχε διορισθή καθηγητής στη Λίλλη, αν οι διυλιστές και ζυθοποιοί της περιφερείας δεν είχαν ζητήσει τη συμβουλή του, ίσως δε θα ξυπνούσε το ενδιαφέρον του για τις ζυμώσεις. Αλλά, έχοντας τη μεγαλοφυΐα που είχε, θα είχε ανακαλύψει κάτι άλλο. Ο Φλέμιγκ αναζητούσε από χρόνια μιαν ουσία, που θα κατέστρεφε τα παθογόνα μικρόβια χωρίς να προσβάλλη τα κύτταρα του σώματος· κάποια συντυχία έμελλε να του φέρη τη μαγική αυτή ουσία στο τραπέζι του. Αλλά δε θα είχε προσέξει την άγνωστο επιλέπρια, αν δεν την επερίμενε από δέκα πέντε χρόνια.

Ακόμη μια φορά, όπως και στην αρχή της σταδιοδρομίας του, κατέστρωνε τον κατάλογο του οπλοστασίου, που είχε η ιατρική στη διάθεσή της για την καταπολέμηση των μολύνσεων. Τα αμυντικά μέσα εξακολουθούσαν να είναι ανεπαρκή, αλλ’ αυτός εξακολουθούσε να ελπίζη. «Προς το παρόν, έγραφε, δε φαίνεται να υπάρχουν πολλές πιθανότητες να βρεθή ένα αντισηπτικό που θα σκοτώνη όλα τα μικρόβια μέσα στην κυκλοφορία του αίματος, αλλά υπάρχουν ελπίδες να παραχθούν χημικές ουσίες που να έχουν την τάση να κτυπούν ειδικά ωρισμένα μικρόβια και να είναι ικανές να τα σκοτώνουνε μέσα στο αίμα, ενώ δεν θα έχουν καμμιά ενέργεια πάνω σε άλλα μικρόβια, ακόμη και της ίδιας οικογένειας».

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-3
Ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ μελετώντας σε νεαρή ηλικία (Alamy/Visual Hellas.gr).

Μελετούσε τότε ένα καινούργιο αντισηπτικό, την υδραργυροχρώμη, που σκότωνε τους στρεπτοκόκκους, αλλά όπως πάντα, μόνο σε μεγάλες δόσεις, που δεν μπορούσε να τις ανθέξη το σώμα του ανθρώπου. Ο Φλέμιγκ αναρωτήθηκε μήπως, αν το εισήγε στο αίμα σε αραιότερες δόσεις, θα ήταν δυνατό να βρη μια πυκνότητα, που να μην καταστρέφη ούτε τους στρεπτοκόκκους ούτε τα κύτταρα του σώματος, αλλά που να καθιστά τους στρεπτοκόκκους πιο εύθραυστους, ώστε να μπορούν να τους αποτελειώνουν τα λευκοκύτταρα.

Το μικρό του εργαστήριο ήταν πάντα σκοτεινό και παραγεμάτο. Στοίβες καλλιέργειες ήταν σωριασμένες παντού σε φαινομενική ακαταστασία, αλλ’ αυτός έβρισκε εκείνη που ζητούσε χωρίς ψάξιμο. Η πόρτα του έμενε σχεδόν πάντα ανοιχτή και κάθε νέος ερευνητής που χρειαζόταν ωρισμένο είδος μικρόβιο ή κάποιο όργανο, γινόταν αμέσως δεκτός. Ο Φλέμιγκ άπλωνε το χέρι, έπιανε την καλλιέργεια που του ζητούσαν, την έτεινε προς τον επισκέπτη και ύστερα, τις περισσότερες φορές χωρίς να πη λέξη, ξανάρχιζε τη δουλειά του. Όταν η ατμόσφαιρα της μικροσκοπικής εκείνης κάμαρας γινόταν αποπνικτική, άνοιγε το παράθυρο προς την οδόν Πραΐδ.

Το 1928 ο Φλέμιγκ δέχθηκε να γράψη το άρθρο για τους σταφυλοκόκκους σ’ ένα μεγάλο έργο, «Σύστημα Μικροβιολογίας», που έμελλε να εκδώση το Συμβούλιο Ιατρικών Ερευνών. Λίγον καιρό πριν, ο συνάδελφός του Μέλβιν Πράυς (σήμερα καθηγητής Πράυς), ενώ εργαζότανε μαζί του, είχε κάνει μια μελέτη για τις ανώμαλες μορφές, τις «παραλλαγές» των μικροβίων αυτών. Ο Φλέμιγκ, που του άρεσε ν’ αναδεικνύη τους νέους, θέλησε ν’ αναφέρη τον Πράυς στο άρθρο του. Εκείνος όμως είχε φύγει από το Τμήμα του Ράιτ, πριν προφθάση να συμπληρώση την έρευνά του. Επιστήμων ευσυνείδητος, δεν ήθελε να γνωστοποιήση τ’ αποτελέσματά του πριν τα επαληθεύση και η καινούργια του δουλειά δεν του επέτρεπε να το κάνη μόνος του και γρήγορα. Αναγκάσθηκε λοιπόν ο Φλέμιγκ να επαναλάβη ολόκληρη την έρευνα, μελετώντας πολυάριθμες αποικίες σταφυλοκόκκων. Για να εξετάση τις αποικίες αυτές καλλιεργημένες πάνω σε άγαρ, σε τριβλία Πετρί, έπρεπε να βγάζη το καπάκι των τριβλίων και να τ’ αφίνη ξεσκέπαστα κάμποσην ώρα κάτω από το μικροσκόπιο· αυτό συνεπέφερε κίνδυνο να μολυνθούν οι καλλιέργειες.

Ο Πράυς πήγε να ιδή τον Φλέμιγκ στο μικρό του εργαστήριο. Τον βρήκε περιστοιχισμένο, όπως πάντα, από αμέτρητα τριβλία. Ο προσεχτικός Σκωτσέζος προτιμούσε να μην αποχωρίζεται τις καλλιέργειές του πριν βεβαιωθή απολύτως ότι δεν είχαν πια τίποτε να του διδάξουν. Οι φίλοι του τον επείραζαν συχνά γι’ αυτή την ακαταστασία. Ο Φλέμιγκ έμελλε ν’ αποδείξη πως η ακαταστασία μπορεί κάποτε να βγη γόνιμη. Με το ψευτοκατσούφικο χιούμορ του, κατηγόρησε τον Πράυς πως τον είχε αναγκάσει να ξανακάνη μια τόσο μακρυά εργασία· και καθώς μιλούσε, έπιασε κάτι παλιές καλλιέργειες και τις ξεσκέπασε. Πολλές είχαν μολυνθή από μούχλα. Συνηθισμένη περιπέτεια. «Από τη στιγμή που ανοίγει κανείς ένα κουτί με καλλιέργειες, είπε ο Φλέμιγκ, αντιμετωπίζει ένα σωρό αναποδιές. ∆ιάφορα πράματα πέφτουν από τον αέρα». Έξαφνα σώπασε· ύστερα, αφού παρατήρησε προσεχτικά λίγα λεπτά, είπε, με την αδιάφορη φωνή του: «Αυτό είναι πολύ παράξενο…». Στο άγαρ εκείνο, όπως σε τόσα άλλα, είχε φυτρώσει μια μούχλα, αλλά γύρω στη μούχλα, οι αποικίες των σταφυλοκόκκων είχαν διαλυθή και, αντί να σχηματίζουνε μάζες πυκνές και κίτρινες, έμοιαζαν με σταγόνες δροσιάς.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-4
Ο Αλ. Φλέμινγκ με τα τρυβλία Πέτρι στο εργαστήριό του (Alamy/Visual Hellas.gr).

Ο Πράυς είχε ιδή πολλές φορές παλιές αποικίες μικροβίων να διαλύωνται για τον ένα ή άλλο λόγο. Σκέφθηκε πως, χωρίς άλλο, η μούχλα θα παρήγε οξέα βλαβερά για τους σταφυλοκόκκους. Άλλη κοινή περιπέτεια. Αλλά βλέποντας το ζωηρό ενδιαφέρον που φαινόταν να προκαλή το φαινόμενο στον Φλέμιγκ, του είπε: «Κάπως έτσι ανακαλύψατε τη λυσοζύμη». Ο Φλέμιγκ δεν απάντησε· μ’ εντατική προσοχή ξεσήκωνε με τον πλατινένιο κρίκο του ένα δείγμα της μούχλας και το έβαζε μέσα σ’ ένα σωληνάριο γεμάτο ζωμό. Ύστερα έκοψε ένα κομμάτι μ’ έκταση επάνω – κάτω ενός τετραγωνικού χιλιοστόμετρου και το έρριξε μέσα στο ζωμό. Ήταν φανερό πως ήθελε να διατηρήση ασφαλώς ένα στέλεχος από εκείνη τη μούχλα.

«Αυτό που μου έκανε εντύπωση, παρατηρεί ο Πράυς, είναι ότι ο Φλέμιγκ δεν περιωρίσθηκε στην παρατήρηση, αλλά ενήργησε αμέσως. Πολλοί παρατηρούν ένα φαινόμενο, και ίσως αισθάνονται την πιθανή του σημασία, αλλ’ αρκούνται στο ν’ απορήσουν· ύστερα το ξεχνούν. Ο Φλέμιγκ δεν ήταν έτσι. Θυμούμαι ένα άλλο επεισόδιο, τον καιρό που εργαζόμουνα μαζί του. Όταν μια από τις καλλιέργειές μου απέτυχε, με είχε παρακινήσει να μάθω να επωφελούμαι από τις αποτυχίες και από τα λάθη μου. Αυτό ήταν χαρακτηριστικό για τη στάση του απέναντι της ζωής».

Ο Φλέμιγκ έβαλε κατά μέρος το τριβλίο Πετρί, που έμελλε να διατηρήση σαν πολύτιμο κειμήλιο όλη του τη ζωή. Το έδειξε σ’ έναν άλλο συνάδελφο: «Κυττάξτε τούτο δω, είπε. Είναι πολύ ενδιαφέρον. Μου αρέσουν κάτι τέτοια πράματα· δεν είναι απίθανο ν’ αποδειχθή σημαντικό». Ο συνάδελφος κύτταξε την καλλιέργεια, ύστερα την επέστρεψε στον Φλέμιγκ, λέγοντας, από ευγένεια: «Ναι, πολύ ενδιαφέρον». Αλλά ο Φλέμιγκ, χωρίς ν’ αποθαρρυνθή από την αδιαφορία εκείνη, παράτησε προσωρινά τις έρευνές του με τους σταφυλοκόκκους, για ν’ αφιερωθή αποκλειστικά στη μελέτη της καταπληκτικής εκείνης μούχλας.

Του Αντρέ Μωρουά
Η Καθημερινή, 13 Νοεμβρίου 1958

Η ανακάλυψις της πενικιλλίνης

Η μυστηριώδης μούχλα που είχε έρθει από την οδόν Πραιδ παρήγε μιαν ουσία που σταματούσε τον πολλαπλασιασμό ωρισμένων παθογόνων μικροβίων. Πρώτα-πρώτα έπρεπε να ξεκαθαρισθή το εξής σημείο: Έχουν κι άλλες μούχλες την ίδια δύναμη; Οι φίλοι του Φλέμιγκ τον θυμούνται την εποχή εκείνη, να κυττάζη κάθε μουχλιασμένο πράγμα με μάτια που έλαμπαν από περιέργεια και ενδιαφέρον και να τους ρωτά μήπως είχαν τίποτα σαπισμένα παλιοπάπουτσα να του δώσουν. Ο γλύπτης Τζέννιγκς, της Λέσχης Καλλιτεχνών του Τσέλεη, θυμάται πως μια μέρα είπε ο Φλέμιγκ στους καλλιτέχνες που τον περιστοίχιζαν: «Αν κανείς από σας έχει τίποτα παπούτσια που μούχλιασαν, θα ήθελα πολύ να μου τα δώση». Κάποιος ρώτησε: «Γιατί;». «Για κάτι που κάνω στο εργαστήριο».

Τα πειράματα έδειξαν πως τ’ άλλα είδη της μούχλας που δοκίμασε δεν παρήγαν αντιμικροβιακές ουσίες. Το πενικίλλιό του γινόταν λοιπόν όσο πάει πιο άξιο να ερευνηθή με προσοχή. Του χρειάζονταν τώρα όλο και μεγαλύτερες ποσότητες του «ζωμού της μούχλας» για να εξακολουθήση τις έρευνές του.

Από κάμποσον καιρό εργαζόταν μαζί του ένας νέος βοηθός, ο Στιούαρτ Κράντοκ. Ο Φλέμιγκ του είχε ζητήσει να τον βοηθήση στις μελέτες του για την υδραργυροχρώμη και να εξετάση αν ήταν δυνατό, με ενέσεις σε πολύ μικρές δόσεις, όχι να σκοτώση, αλλά να εμποδίση την ελεύθερη ανάπτυξι των μικροβίων διευκολύνοντας έτσι τη δουλειά των φαγοκυττάρων. «Ο Φλέμιγκ μου επανέλαβε εκατό φορές», λέγει ο Κράδοκ, «ότι το μόνο αντισηπτικό που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθή θα ήταν εκείνο που θα σταματούσε την αύξηση των μικροβίων, χωρίς να καταστρέφη τους ιστούς. Την ημέρα που κάποιος θα ανακάλυπτε μια τέτοια ουσία, πρόσθεσε, ολόκληρη η θεραπεία των μολυσματικών ασθενειών θα μεταμορφωνόταν ριζικά». Αυτό ήταν το λάιτ-μοτίβ όλης της επιστημονικής του ζωής.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-5
Οκτώβριος 1952. Ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ μετά την αναγόρευσή του σε επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Δίπλα του η βοηθός του Αμαλία, μετέπειτα σύζυγός του, και ο πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών Εμμανουήλ Ι. Εμμανουήλ (AP Photo).

Σε λίγο, ο Φλέμιγκ πρόσταξε τον Κράντοκ να παρατήση αμέσως την υδραργυροχρώμη για να παράγη ζωμό από μούχλα. Στην αρχή καλλιεργούσαν το πενικίλλιο σε ζωμό κρέατος σε θερμοκρασία 37 βαθμών Κελσίου. Ύστερα ο μυκητολόγος Λα Τους τους είπε ότι το πενικίλλιο θα πρόκοβε καλύτερα σε θερμοκρασία 20 βαθμών. Εγκατέστησαν ένα μεγάλο μαύρο επωαστικό κλίβανο στην αίθουσα όπου εργαζόταν ο Κράντοκ. Αυτός καλλιεργούσε το πενικίλλιο σε πολλές πλατειές μπουκάλες, απ’ αυτές που μεταχειριζόταν για τα εμβόλια, και τις άφινε μέσα στον κλίβανο για μια εβδομάδα. Έτσι έβγαζε κάθε μέρα διακόσια ως τριακόσια κυβικά εκατοστόμετρα ζωμού, που περιείχε τη μυστηριώδη ουσία, και ύστερα την διύλιζε μ’ ένα φίλτρο «Ζάιτς» με τη βοήθεια μιας τρόμπας ποδηλάτου. Μέθοδος αληθινά πρωτόγονου χειροτέχνη.

Ο Φλέμιγκ εξέταζε τις καλλιέργειες για να καθορίση ποια ημέρα της αυξήσεώς τους, σε ποια θερμοκρασία, σε τι θρεπτικό περιβάλλον θα πετύχαινε τη μεγαλύτερη απόδοση του ενεργού παράγοντος. Οι τεχνικές που είχε τελειοποιήσει την εποχή της λυσοζύμης του επέτρεπαν να μετράη την αντιμικροβιακή ενέργεια και να εξάγη το διήθημα από τις καλλιέργειες. Παρατήρησε ότι, αν άφινε το ζωμό στη θερμοκρασία του εργαστηρίου, η αντιμικροβιακή του δύναμη εξαφανιζόταν πολύ σύντομα. Η θαυμαστή ουσία λοιπόν φαινόταν ανησυχαστικά ασταθής. Ανακάλυψε πως γινότανε σταθερώτερη αν άλλαζε την αλκαλική αντίδραση του ζωμού σε ουδέτερη αντίδραση.

Μπόρεσε τέλος να υποβάλη το «ζουμί του» στη δοκιμασία που κανένα αντισηπτικό δεν είχε περάσει μ’ επιτυχία: τη δοκιμή της τοξικότητας. Με μεγάλη –και άφωνη– χαρά παρατήρησε πως η τοξικότητα του εξαιρετικά δυνατού αυτού αντιμικροβιακού διηθήματος ήταν, για τα ζώα, πολύ αδύνατη. Είκοσι κυβικά εκατοστόμετρα ενιέμενα στις φλέβες ενός κουνελιού δεν είναι πιο τοξικά από την ίδια ποσότητα ζωμού. Μισό κυβικό εκατοστόμετρο στο περιτόνιο ενός ποντικού που ζύγιζε είκοσι γραμμάρια δεν προκάλεσε κανένα τοξικό φαινόμενο. Η αδιάκοπη πλύση μεγάλων επιφανειών του ανθρωπίνου σώματος δε συνοδευόταν από κανένα τοξικό σύμπτωμα, ενώ η πλύση του επιπεφυκότος κάθε ώρα επί μία ολόκληρη ημέρα δεν έφερε κανένα ερεθισμό. In vitro η ουσία αυτή που εμποδίζει την αύξηση των σταφυλοκόκκων σε διάλυση ένα προς εξακόσια, δεν διαταράσσει τη λειτουργία των λευκοκυττάρων περισσότερο παρά ένας κοινός ζωμός.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-6
O Φλέμινγκ παραλαμβάνει το βραβείο Νό­­μπελ από τον βασιλιά Γουστάβο Ε΄ της Σουη­δίας (Alamy/Visual Hellas.gr).

Το πράγμα γινόταν καταπληκτικά ενδιαφέρον. «Αυτό ήταν επιτέλους», λέγει ο Κράντοκ, «το αντισηπτικό που ωνειρευόταν, μια ουσία που, ακόμα και σε αραιή διάλυση, έμενε βακτηριοκτόνος, βακτηριοστατική και βακτηριολυτική, χωρίς καμμιά βλαβερή ενέργεια στο αίμα». Ο Κράντοκ την εποχή εκείνη υπέφερε από ιγμορίτιδα. Ο Φλέμιγκ του έκαμε πλύσεις με ζωμό πενικιλλίου. Στις σημειώσεις του από το εργαστήριο, διαβάζομε τα εξής:

«9 Ιαν. 1929. Αντισηπτική ενέργεια του διηθήματος στο ιγμόρειο αντρόν του Κράντοκ: 1) ∆είγμα του ιγμορείου σε άγαρ. 100 σταφυλόκοκκοι, με μυριάδες του Πφάιφερ γύρω-γύρω. Ύστερα ένα κυβικό εκατοστόμετρο του διηθήματος στο δεξιό ιγμόρειο, 2) άλλο δείγμα μετά τρεις ώρες: μόνο μια αποικία σταφυλόκοκκου και λίγες αποικίες Πφάιφερ».

Εις τα απλά παρασκευάσματα παρατηρείται ίση ποσότης μικροβίων μετά, όπως και πριν, αλλά μετά την πλύσιν τα περισσότερα είναι εντός των φαγοκυττάρων.

Ακόμη λοιπόν και σε απειροστή διάλυση η ουσία σκότωνε σχεδόν όλους τους σταφυλόκοκκους. Ότι δεν ασκούσε καμμιάν επίδραση στο βάκιλλο του Πφάιφερ, ο Φλέμιγκ το περίμενε, αφού ο βάκιλλος αυτός ανήκε στα μικρόβια εκείνα που είχαν αποδειχθή, από τα πρώτα πειράματα, πως αντιστεκόταν στην ουσία. Το αποτέλεσμα από την πρώτη αυτή μικρή θεραπευτική δοκιμή της ακατέργαστης πενικιλλίνης στον άνθρωπο δεν ήταν άσκημο.

Ο Κράντοκ δοκίμασε επίσης να καλλιεργήση την πενικιλλίνη μέσα σε γάλα. Μετά μια εβδομάδα το γάλα έπηζε και η μούχλα το έκανε ένα είδος τυρί Στίλτον. Ο Κράντοκ κ’ ένας άλλος ασθενής το έφαγαν χωρίς να ιδούν ούτε ωφέλεια, ούτε βλάβη. Ο Φλέμιγκ είχε παρακαλέσει τους συναδέλφους του στο Σαιντ-Μαίρη να του επιτρέψουν να δοκιμάση το διήθημά του σε μολυσμένες πληγές. Άλλη περίπτωση που δοκιμάσθηκε το διήθημα ήταν σε μια γυναίκα. Βγαίνοντας από το σταθμό του Πάντιγκτον, είχε γλιστρήσει κάτω από ένα λεωφορείο και την είχαν φέρει στο Σαιντ-Μαίρη με φριχτή π[λ]ηγή στην κνήμη. Της έκοψαν το πόδι, αλλά παρουσιάσθηκε σηψαιμία και ήταν βέβαιο πως θα πέθαινε. Όταν τον συμβουλεύθηκαν, ο Φλέμιγκ έκρινε πως η περίπτωση ήταν απελπιστική, ύστερα είπε: «Κάτι πολύ περίεργο συνέβη στο εργαστήριό μου. Έχω ακριβώς αυτή τη στιγμή μια καλλιέργεια σταφυλοκόκκων, που την καταστρέφει μια μούχλα». ∆οκίμασε να μουσκέψη έναν επίδεσμο στο «ζουμί», και να το επιθέση στην ακρωτηριασμένη επιφάνεια. Η δοκιμή δεν είχε ελπίδα να επιτύχη. Η πενικιλλίνη ήταν πολύ αραιωμένη και αδύνατη και το κακό πολύ γενικό. ∆εν έφερε αποτέλεσμα.

Παρ’ όλα αυτά ο Φλέμιγκ εξακολουθούσε να έχη απόλυτη πεποίθηση για τη σπουδαιότητα της ανακαλύψεώς του. Ο Σερ Αλεξάντερ Μακ Κολλ αναφέρει ότι «μια μέρα, το 1928, ο Άλεκ και η κυρία Φλέμιγκ ήρθαν να περάσουν την Κυριακή στο σπίτι μας. Μόλις έφθασε, ο Άλεκ έβγαλε μια γυάλινη πλάκα από την τσέπη του, την έδειξε στη γυναίκα μου και σε μένα κ’ εξέφρασε τη γνώμη ότι οι εξελίξεις από την πλακίτσα εκείνη ίσως θα κινούσαν μια μέρα το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Αλλά η γυναίκα μου του απάντησε πειραχτικά πως δεν ήταν παρά ένα βρώμικο κομμάτι γυαλί».

Κατά την ίδια εκείνη περίοδο ο Φλέμιγκ σκέφτηκε πως η ουσία που έχυνε η μούχλα στο ζωμό της καλλιέργειας είχε το δικαίωμα να πάρη ένα δικό της όνομα, και την εβάπτισε πενικιλλίνη. Το όνομα, έλεγε αργότερα, ήταν απολύτως σύμφωνο με τους κανόνες. Η λέξη πενικιλλίνη έρχεται από το πενικίλλιο, όπως η διγιταλίνη από τη διγιτάλη. Επειδή δεν είχε ακόμη απομονώσει τον ενεργό αντιμικροβιακό παράγοντα, εξακολουθούσε να ονομάζη πενικιλλίνη το ακατέργαστο διήθημα, αλλά τα λόγια και οι ανακοινώσεις του δεν αφίνουν καμμιάν αμφιβολία ότι αυτό που τον ενδιέφερε ήταν η αντιμικροβιακή ουσία που περιείχε το διήθημα.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-7
Καναδάς, 1945. O Φλέμινγκ σε εργοστάσιο παραγωγής πενικιλίνης (AP Photo).

Ήθελε τώρα να εξαγάγη τον ενεργό αυτόν παράγοντα. Πρέπει να υπενθυμίσωμε ότι αυτός ο ίδιος δεν ήταν χημικός και ότι σ’ όλο το Τμήμα του Ράιτ, δεν υπήρχε ούτε ένας χημικός ή βιοχημικός. Σε μιαν από τις παραδοξολόγες κακοκεφιές του, ο Ράιτ μια μέρα είχε πη: «Οι βιοχημικοί δεν είναι αρκετά ανθρωπιστές, για να είναι επιθυμητοί συνάδελφοι εδώ μέσα». Βέβαια δεν υπάρχει κανένας λόγος γιατί να μην μπορή ένας βιοχημικός να είναι περίφημος ανθρωπιστής, αλλά γεγονός είναι πως η χημεία δεν αντιπροσωπευόταν στο εργαστήριο, εκτός από το νέο γιατρό Φρέντερικ Ρίντλεϋ, που, αν και ερασιτέχνης, είχε δειχθή επιδέξιος χημικός. Το 1926 ο Φλέμιγκ, που είχε διαπιστώσει την ικανότητά του, του είχε ζητήσει να ξεκαθαρίση τη λυσοζύμη. Και τώρα πάλι, για την πενικιλλίνη, ο Φλέμιγκ παρακάλεσε τον Ρίντλεϋ, σε συνεργασία με τον Κράντοκ, να εξαγάγη τον αντιμικροβιακό παράγοντα.

«Εφ’ όσον η πενικιλλίνη», λέει ο Κράντοκ, «ήταν ανακατεμένη με το ζωμό, ήταν φανερό σε όλους μας πως δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθή για ενέσεις, πριν απαλλαγή από τις ξένες πρωτεΐνες (σειρά ενέσεις με πρωτεΐνες θα προκαλούσε φαινόμενα αναφυλαξίας). Ήταν απαραίτητο να επιδιωχθή η εξαγωγή και η συμπύκνωση πριν γίνη οποιαδήποτε σοβαρή θεραπευτική απόπειρα. Θεωρούσα από μιας αρχής, εξακολουθεί ο Κράντοκ, ότι ο σκοπός της εξαγωγής και του καθαρισμού της πενικιλλίνης ήταν να μπορέση να χρησιμοποιηθή σε ενέσεις. Στη δουλειά που μ’ έβαλε ο Φλέμιγκ να κάνω με την υδραργυροχρώμη, έλεγε ότι ίσως θα γινότανε δυνατό να τη μεταχειρισθή κανείς ενδοφλεβικά, σε δόσεις αρκετά ισχυρές, ώστε να σταματήση την αύξηση των μικροβίων, χωρίς να σκοτώσουν τον ασθενή και είμαι βέβαιος πως είχε στο νου του την ίδια ιδέα σχετικά με την πενικιλλίνη, φτάνει να μπορούσαμε να την εξαγάγωμε από το ζωμό ως ουσία σταθερή και αγνή».

Έτσι ρίχθηκαν οι δύο αυτοί νέοι, που μόλις είχαν τελειώσει τις ιατρικές τους σπουδές, στη μεγάλη αυτή περιπέτεια: να ψάξουν να βρουν τη λύση ενός χημικού προβλήματος, που έμελλε ν’ αποδειχθή από τα δυσκολώτερα. Το καταπληκτικό είναι πως χωρίς να το ξέρουν, κόντεψαν να το κατορθώσουν. Ο Ρίντλεϋ, λέει ο Κράντοκ, «ήξερε γερά και θετικά κάμποση χημεία, αλλά κάναμε μεγάλο μέρος αυτής της εργασίας εξαγωγής, βασιζόμενοι σ’ αυτά που διαβάζαμε. Θυμούμαι πως εγώ ο ίδιος διάβασα για τον κατά παράδοση τρόπο εξαγωγής, χρησιμοποιώντας ως διαλυτικές ουσίες ακετόνη, αιθέρα και οινόπνευμα, εξατμίζοντας το ζωμό σε κρύα ατμόσφαιρα, γιατί ξέραμε πως η ζέστη θα τον κατέστρεφε και κάνοντας όλα αυτά στο κενό. Όλ’ αυτά τα κάναμε ξεκινώντας από το τίποτα. ∆εν ξέραμε πολλά πράγματα όταν αρχίσαμε· ξέραμε πολύ περισσότερα όταν τελειώσαμε, γιατί διδασκόμαστε μόνοι μας καθώς προχωρούσαμε».

∆ούλευαν σ’ ένα είδος μικροσκοπικού διαδρόμου, εφωδιασμένου μ’ ένα νεροχύτη, όπου έπλεναν άλλοτε οι νοσοκόμες τα δοχεία, γέμιζαν τις θερμοφόρες και διατηρούσαν τις μπουκάλες με τα ούρα. Το στενό εκείνο πέρασμα εχρονολογείτο από την εποχή όπου το εργαστήριο δεν είχε ακόμα εγκατασταθή σ’ αυτή την πτέρυγα του κτιρίου. Οι νέοι γιατροί εγκαταστάθηκαν εκεί, γιατί βρήκαν τρεχούμενο νερό και μιαν αντλία. Είχανε στήσει τα όργανά τους μόνοι τους, με τα προχειρότερα μέσα. Εξάτμιζαν το ζωμό με το κενό, γιατί δεν μπορούσαν να τον ζεστάνουν χωρίς να εξαφανισθή η πενικιλλίνη. Στον πάτο της μποτίλιας μετά την εξάτμιση έμενε μια καφετιά πηχτή μάζα σαν σιρόπι, όπου η αναλογία της πενικιλλίνης ήταν κάπου δέκα φορές μεγαλύτερη απ’ αυτή που μετρούσαν στο ζωμό. Αλλ’ αυτή η «λειωμένη καραμέλλα» εξακολουθούσε να είναι ακατάλληλη για ιατρική χρήση. Σκοπός τους ήταν να επιτύχουν την καθαρή πενικιλλίνη, σε μορφή κρυστάλλων.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-8
Ιούλιος 1945. Ο Φλέμινγκ κατά τη βράβευσή του από τα Variety Clubs of America για την ανθρωπιστική προσφορά του (AP Photo).

Στην αρχή, λέει ο Κράντοκ, «ήμαστε πολύ αισιόδοξοι, αλλά συνεχίζαμε τη δουλειά μια εβδομάδα μετά την άλλη και δεν βγάζαμε, παρά τη γλοιώδη αυτή μάζα, που δε βαστούσε. Το συμπυκνωμένο αυτό υλικό διετηρείτο αρκετά καλά επί μια εβδομάδα, αλλά σε δέκα πέντε μέρες έχανε όλη του τη δύναμη». Αργότερα (όταν πια η λαμπρή εργασία του Τσαίην κατέστησε δυνατή την εξαγωγή της καθαρής πενικιλλίνης) κατάλαβαν πως είχαν προσεγγίσει την επιτυχία. «Την εποχή εκείνη δεν είχαμε καταλάβει πως δεν έμενε να υπερπηδηθή, παρά ένα μικρό εμπόδιο. Είχαμε αποθαρρυνθή τόσες φορές νομίζοντας ότι το είχαμε εξαγάγει και ότι θα έμενε σταθερό. Το βάζαμε στο ψυγείο και τ’ αφίναμε εκεί και σε μια εβδομάδα περίπου άρχιζε να χαλάη. Αν είχε έλθει τότε ένας ειδικός χημικός κι αν μας βοηθούσε λίγο στα τελικά στάδια, νομίζω ότι θα μας είχε περάσει απάνω από το τελευταίο εμπόδιο και θα είχαμε δημοσιεύσει την εργασία μας. Αλλά ο ειδικός δεν ήρθε». Κ’ έτσι οι εργασίες εξαγωγής εγκατελείφθησαν.

Οι δύο νέοι γιατροί είχαν και προσωπικούς λόγους για να παραιτηθούν από τις απόπειρες αυτές. Ο Κράντοκ, που μόλις είχε παντρευθή, βρήκε μια θέση με καλύτερο μισθό στο εργαστήριο Γουέλκαμ. Ο Ρίντλεϋ, που είχε προσβληθή από δοθιήνες, είχε δοκιμάσει όλα τα εμβόλια χωρίς αποτέλεσμα και είχε χάσει το ηθικό του. Παράτησε το πρόβλημα της πενικιλλίνης και πήγε μακρό θαλάσσιο ταξίδι, με την ελπίδα πως η αλλαγή θα τον εγιάτρευε. Το αστείο είναι πως αν αντί να φύγη, είχε εξακολουθήσει τη δουλειά του και κατορθώσει να εξαγάγη την πενικιλλίνη, αυτή θα κατανικούσε την αρρώστεια του γρήγορα. Όταν εγύρισε, αφωσιώθηκε αποκλειστικά στην οφθαλμολογία που έμελλε να γίνη η ειδικότης του. Ήταν αλήθεια φυσικό να βαρεθούν και οι δύο αυτή την έρευνα. Η χημεία δεν ήταν το επάγγελμά τους. Είχαν καταβάλει τεράστιες προσπάθειες δουλεύοντας επί πολλές εβδομάδες για να βγάλουν μια «φουρνιά», που γρήγορα εξαφανιζόταν. Έστω και αν κατώρθωναν να χρησιμοποιήσουν την ουσία που έβγαζαν, θεραπευτικώς δεν θα ήταν πρακτικό και θα κόστιζε ολόκληρη περιουσία να θεραπευθή ένας μόνον άρρωστος με πενικιλλίνη.

Του Αντρέ Μωρουά
Η Καθημερινή, 15 Νοεμβρίου 1958

Η πάλη κατά του θανάτου χθες, σήμερον, αύριον

Μικροβιακαί μολύνσεις υπήρχαν από αμνημονεύτων χρόνων και εις όλας τας εποχάς οι ιατροί προσεπάθησαν να τας καταπολεμήσουν. Είναι ευτύχημα δι’ ημάς ότι ζώμεν εις μίαν εποχήν κατά την οποίαν πολλαί από τας μολύνσεις αυτάς έχουν διά πρώτην φοράν τεθή υπό τον έλεγχον της ιατρικής με ασφαλή προοπτικήν διά το άμεσον μέλλον μεγαλυτέρας έτι προόδου εις τον τομέα αυτόν.

Μέχρι των μέσων του παρελθόντος αιώνος ήτο σχεδόν άγνωστον ότι αι μολύνσεις ωφείλοντο εις μικρόβια. Ούτω, προ της εποχής αυτής η θεραπευτική εγίνετο εμπειρικώς και ήσαν πολλαί και περίεργοι αι συνταγαί που εχρησιμοποιούντο εις την μάχην κατά των μικροβιακών νόσων.

Ο όρος «χημειοθεραπεία» χρησιμοποιείται συνήθως με πολύ περιωρισμένην έννοιαν, ήτοι μόνον όταν η χημική ουσία χορηγήται εις το αίμα και προσβάλη τα μικρόβια διά της κυκλοφορίας, εις ποσά επαρκή διά να τα φονεύσουν ή να εμποδίσουν την ανάπτυξίν των. Ο ορισμός αυτός είναι εν τούτοις πολύ στενός. Κατ’ εμέ, χημειοθεραπεία έπρεπε να καλήται πάσα θεραπεία καθ’ ήν μία χημική ουσία χορηγείται κατά τρόπον αμέσως επιζήμιον διά τα προσβάλλοντα τον οργανισμόν μικρόβια. Συμφώνως προς την τελευταίαν αυτήν έννοιαν της λέξεως, η θεραπεία δι’ αντισηπτικών είναι ένα είδος χημειοθεραπείας, μία τοπική χημειοθεραπεία. Οι αυτοί γενικοί κανόνες διέπουν την θεραπείαν, είτε τοπική, είτε γενική είναι αύτη, αλλά υφίστανται ωρισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, διά των οποίων πρέπει να διακρίνωνται μεταξύ των. Υπάρχουν πολλαί χημικαί ουσίαι χρησιμοποιούμεναι τοπικώς, αι οποίαι είναι τόσον δηλητηριώδεις διά το σύνολον του ανθρωπίνου οργανισμού, ώστε δεν ημπορούν να χρησιμοποιηθούν διά γενικήν θεραπείαν. ∆ιά τον λόγον αυτόν, πολλαί εκ των ουσιών τούτων, ενώ είχον μεγάλην εφαρμογήν εις το παρελθόν, οπότε δεν υπήρχεν ίσως τίποτε καλύτερον, είναι σχεδόν άχρηστοι ως χημειοθεραπευτικοί παράγοντες, ειμή μόνον υπό την προφυλακτικήν έννοιαν. Αφ’ ετέρου, υπάρχουν μερικαί χημικαί ουσίαι, όπως αι σουλφαμίδαι, αι οποίαι είναι εξαίρετα μέσα διά γενικήν θεραπείαν, αλλά πολλάκις καθίστανται σχεδόν άχρηστοι, εφαρμοζόμεναι τοπικώς επί διαπυουμένης περιοχής, διότι η ενέργειά των εξουδετερούται από ουσίας περιεχομένας εις το πύον.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-9
Βατικανό, 22 Σεπτεμβρίου 1950. O Φλέμινγκ με τον πάπα Πίο ΙΒ΄ (AP Photo).

∆ιά να είναι μία χημική ουσία αποτελεσματική εις την θεραπείαν εγκατασταθείσης μικροβιακής μολύνσεως πρέπει να είναι ικανή όχι μόνον να φονεύη ή να αναστέλλη την ανάπτυξιν των μικροβίων επί της επιφανείας, αλλά και να διαχέεται εις τους ιστούς, διά να έλθη εις επαφήν με τα μικρόβια που ευρίσκονται εκεί. Εις ένα σηπτικόν τραύμα υπάρχουν βεβαίως μικρόβια και εις την κοιλότητα του τραύματος, αλλά πολύ σπουδαιότερα είναι εκείνα τα οποία έχουν εισδύσει εις τα τοιχώματα αυτού.

Ως αποτέλεσμα της επιτυχίας της αντισηπτικής θεραπείας του Λίστερ, η οποία ηκολούθησε την υπό του Παστέρ ανακάλυψιν, ότι αι λοιμώξεις ωφείλοντο εις μικρόβια, πολλαί χημικαί ουσίαι εισήχθησαν ως τοπικά χημειοθεραπευτικά μέσα διά την θεραπείαν εντοπισμένων μολύνσεων. Με τον καιρόν η μικροβιολογία απέκτησε στερεάς βάσεις και κατέστη δυνατόν να εξετάζεται εις το εργαστήριον η αντιμικροβιακή δράσις των χημικών αυτών ουσιών.

Κατά τας πρώτας εργαστηριακάς ερεύνας των αντισηπτικών αυτών (ή τοπικών χημειοθεραπευτικών παραγόντων), μικρά προσοχή εδίδετο εις κάθε τι άλλο, πλην της επενεργείας των επί των μικροβίων εντός υδατωδών διαλυμάτων. Συνεπεία τούτου απεδόθη μεγάλη μικροβιοκτόνος δύναμις εις ουσίας όπως ο χλωριούχος υδράργυρος, ο οποίος, διαλελυμένος ακόμη και πεντακοσίας χιλιάδας φοράς, αναστέλλει την ανάπτυξιν των μικροβίων εις υδατώδη διαλύματα. Η αντιμικροβιακή των όμως δράσις ελαττούται εις μεγάλον βαθμόν παρουσία ορρού ή αίματος. Επίσης ουδεμία από τας χημικάς αυτάς ουσίας προεκάλει σημαντικήν καταστροφήν των μικροβίων άπαξ ταύτα εισέβαλον εις τους ιστούς.

Ήρχισα να σπουδάζω την Ιατρικήν κατά τας αρχάς του τρέχοντος αιώνος. Τότε αι μέθοδοι του Λίστερ είχον εγκαταλειφθή. Η ασηψία είχε καταλάβει την θέσιν της αντισηψίας διά την προφυλακτικήν χημειοθεραπείαν, αλλά διά την θεραπείαν των μολύνσεων αίτινες είχον ήδη εκδηλωθή εχρησιμοποιείτο μεγάλη ποικιλία χημικών ουσιών ως το φαινικόν οξύ, το βορικόν οξύ, ο χλωριούχος υδράργυρος, τα άλατα του αργύρου, το ιώδιον κλπ. Αλλά αι ουσίαι αυταί εις τας πλείστας των περιπτώσεων δεν επέφερον έκδηλον ωφέλειαν, παρά μόνον ίσως εις μερικάς επιφανειακάς μολύνσεις. Αι χημικαί αυταί ουσίαι εχρησιμοποιούντο τελείως εμπειρικώς και ήσαν, υποθέτω, λείψανον της εποχής της αντισηψίας καθ’ ήν είχον αποδειχθή πολύτιμοι ως προφυλακτικά μέσα. Εις την θεραπευτικήν απέτυχαν. Είτε δεν διεχέοντο, είτε εάν διεχέοντο εδηλητηρίαζαν τους ιστούς του ανθρώπου περισσότερον από τα μικρόβια. Ένα από τα πρώτα πράγματα που έμαθα εις το ιατρείον πρώτων βοηθειών ήτο να μη επιθέτω κομπρέσσαν με φαινικόν οξύ επί σηπτικού τραύματος, διότι τούτο θα είχεν ως αποτέλεσμα την γάγγραιναν.

Ύστερα ήλθεν ο πόλεμος του 1914-1918 και οι υπέρ της ασηψίας ταχθέντες χειρουργοί ευρέθησαν αιφνιδίως προ πλήθους τραυμάτων, τα οποία ήσαν όλα μολυσμένα. Η πρωταρχική λοίμωξις ωφείλετο εις το χώμα και τα ενδύματα των στρατιωτών ήσαν πλήρη αναεροβίων οργανισμών, αλλά μετά πάροδον μιας εβδομάδος και πλέον εις το νοσοκομείον η λοίμωξις αυτή αντικαθίστατο διά της συνήθους λοιμώξεως εκ σταφυλοκόκκων, στρεπτοκόκκων, κολοβακίλλων και διφθεροειδών βακτηριδίων.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-10
Βραβευμένοι με Νόμπελ το 1945: Χημείας, Αρτούρι Βιρτάνεν· Φυσιολογίας και Ιατρικής, Αλεξάντερ Φλέμινγκ και Ερνστ Τσέιν· Λογοτεχνίας, Γκαμπριέλα Μιστράλ· Φυσιολογίας και Ιατρικής, Χάουαρντ Φλόρεϊ (Alamy/Visual Hellas.gr).

Εις τα τραύματα αυτά ερρίπτοντο κάθε είδους χημικαί ουσίαι εν τη προσπαθεία των ιατρών όπως καταστρέψουν τα μικρόβια. Ενίοτε δεν ήτο και τόσον δύσκολος η απαλλαγή από τα πλείστα των μικροβίων που ευρίσκοντο εις την κοιλότητα των τραυμάτων –ήρκει να εκπλυθούν, ως επί το πλείστον, δι’ απλού αλατούχου διαλύματος– αλλ’ ουδεμία των χημικών ουσιών είχεν αποτελεσματικήν επίδρασιν επί των μικροβίων που είχον εισβάλει εις τα μεμολυσμένα τοιχώματα των τραυμάτων.

Το 1924 προσεπάθησα να εύρω ποίαν ενέργειαν είχον αι χημικαί ουσίαι επί των μικροβίων και επί των λευκοκυττάρων. Το φυσιολογικόν ανθρώπινον αίμα φονεύει τα 95% περίπου των μικροβίων, αλλ’ εάν αφαιρεθούν από αυτό τα λευκοκύτταρα, η μικροβιοκτόνος δύναμίς του εξαφανίζεται. Τα πειράματά μου απέδειξαν ότι όλα τα εν χρήσει χημικά αντισηπτικά κατέστρεφον τα λευκοκύτταρα εις αραιώσεις, εις τας οποίας δεν έβλαπτον τα μικρόβια. Ούτω η καταστροφή των λευκοκυττάρων αφήρει την φυσικήν αντιμικροβιακήν δύναμιν του αίματος και είχε το αντίθετον του επιδιωκομένου αποτέλεσμα, δηλαδή πολύ μεγαλύτερον ανάπτυξιν των βακτηρίων από εκείνην, την οποίαν το απλούν αίμα χωρίς αντισηπτικήν ουσίαν επέτρεπε.

Θεωρώ τα πειράματά μου αυτά ως τα πλέον ενδιαφέροντα πειράματα που έκανα, τα οποία επέδρασαν επίσης επί των περαιτέρω εργασιών, διά τας οποίας θα ομιλήσω αργότερα.

Ας έλθωμεν τώρα εις την χημειοθεραπείαν υπό την στενωτέραν αυτής έννοιαν, δηλαδή εις την προσβολήν του μικροβίου διά της κυκλοφορίας.

Κατά τας πρώτας ημέρας εφαρμογής των αντισηπτικών, απεδείχθη ότι η φορμόλη εις πολύ αραιάν διάλυσιν ανέκοπτε την ανάπτυξιν του βακίλλου της φυματιώσεως. Εξέχων ιατρός της εποχής των νεανικών μου χρόνων συνίστα όπως η φορμόλη ενίεται ενδοφλεβίως διά την θεραπείαν της φυματιώσεως. Με εν πείραμα παρόμοιον με το ανωτέρω κατέδειξα ό,τι συμβαίνει και με την φορμόλην, ό,τι και με το φαινικόν οξύ. Η φορμόλη είναι πολύ πλέον δηλητηριώδης διά τα λευκοκύτταρα από ό,τι είναι διά τα μικρόβια. Ακριβώς το αυτό ημπορεί να λεχθή διά την κινίνην, η οποία συνιστάτο εις ενέσεις διά την θεραπείαν της στρεπτοκοκκικής σηψαιμίας και διά διαφόρους άλλας αντισηπτικάς ουσίας.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-11
Ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ, νεοδιορισθείς αντικαγκελάριος του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου το 1952 (Alamy/Visual Hellas.gr).

Ο χλωριούχος υδράργυρος συνιστάτο επίσης εις ενδοφλεβίους ενέσεις κατά της στρεπτοκοκκικής σηψαιμίας. Ούτος παρουσίαζε περισσότερον ενδιαφέρον. Όταν δοκιμάζεται επί σταφυλοκόκκου, δίδει αποτέλεσμα παρόμοιον προς τα ανωτέρω αναφερόμενα, αλλ’ όταν ως δοκιμαστικός οργανισμός χρησιμοποιήται ο στρεπτόκοκκος επιτυγχάνεται εξαιρετικόν αποτέλεσμα. Εις την περίπτωσιν αυτήν διάλυσις 1/20.000 καταστρέφει την ενέργειαν των λευκοκυττάρων και επιτρέπει την ανάπτυξιν των στρεπτοκόκκων, αλλά με αραιοτέρας διαλύσεις διακόπτεται πλήρως η ανάπτυξις των στρεπτοκόκκων – μόνον εφ’ όσον είναι παρόντα τα λευκοκύτταρα. Ταύτα δεν είναι εις θέσιν να επιτύχουν τούτο μόνα των, αλλά ως φαίνεται η συνδεδυασμένη ενέργεια λευκοκυττάρων και αραιάς διαλύσεως χλωριούχου υδραργύρου ανακόπτει τελείως την ανάπτυξιν των βακτηρίων.

Η επιστημονική χημειοθεραπεία μιας βακτηριακής νόσου χρονολογείται από της εμφανίσεως του Σαλβαρσάν του Έρλιχ το οποίον επέφερε το 1910 επανάστασιν εις την θεραπείαν της συφιλίδος. Η ιστορία του Σαλβαρσάν είναι ήδη γνωστή και δεν χρειάζεται να ομιλήσω ευρύτερον δι’ αυτό. Αρκεί μόνον να ειπώ ότι ήτο η πρώτη πραγματική επιτυχία εις την χημειοθεραπευτικήν μιας βακτηριακής νόσου. Ο Έρλιχ απεσκόπει αρχικώς εις μίαν «Therapia magna sterilisans», δηλαδή εις μίαν θεραπείαν ικανήν να καταστρέψη διά μιας όλα τα μολυσματικά μικρόβια. Η ιδέα αυτή δεν επραγματοποιήθη απολύτως, σήμερον δε η χρησιμοποίησις αρσενικούχων σκευασιών εις την συφιλίδα αποτελεί μίαν μακροχρόνιον θεραπείαν.

Εν τούτοις ήτο εξαιρετικώς επιτυχής θεραπεία και διήνοιξε τον δρόμον προς την ανακάλυψιν και άλλων χημειοθεραπευτικών φαρμάκων. Αλλ’ ενώ δι’ αυτής επετεύχθησαν ευχάριστα αποτελέσματα εις μερικάς παρασιτικάς νόσους, τα συνήθη βακτήρια, που προσβάλλουν τον ανθρώπινον οργανισμόν, παρέμεναν ακόμη απρόσβλητα.

Αλεξάντερ Φλέμινγκ: Ο επιστήμονας που ανακάλυψε την πενικιλίνη-12
Γραμματόσημο της Γουινέας Μπισάου, που απεικονίζει τον Φλέμινγκ (Shutterstock).

Ο Τσέρτσμαν απέδειξε προ πολλών ετών ότι μερικά χρώματα ανιλίνης, έχοντα αξιολόγους ιδιότητας ως αντιβακτηριακοί παράγοντες, εχρησιμοποιήθησαν ευρέως ως αντισηπτικά επί σηπτικών τραυμάτων μετά της υπό του Μπράουνιγκ, κατά το 1917, περιγραφήν της ενεργείας της ακριφλαβίνης. Η ουσία αυτή συνιστάτο ως χημειοθεραπευτικός παράγων δι’ ενδοφλεβίους ενέσεις, αλλ’ απεδείχθη ότι ήτο τοξική.

Κατόπιν εισήχθη η Σανοκρυσίνη ως χημειοθεραπευτικός παράγων κατά του βακίλλου της φυματιώσεως, ελέγετο δε ότι μετά την χορήγησίν της κατεστρέφοντο τόσον πολλοί βάκιλλοι του Κωχ, ώστε εχρειάζετο να χορηγηθή εις τον ασθενή ειδικός ορρός διά να προληφθή η δηλητηρίασίς του από τας τοξίνας των νεκρών βακίλλων. Αλλά αργότερον απεδείχθη ότι και η Σανοκρυσίνη ήτο άχρηστος, διότι δεν ημπόδιζε την ανάπτυξιν του βακίλλου του Κωχ, εις την αραίωσιν εις ην εδίδετο εις τον οργανισμόν.

Προ μακροτάτου χρόνου είχε σημειωθή ότι μερικά μικρόβια έδρων ανταγωνιστικώς προς άλλα –τούτο κατέδειξε πρώτος ο Παστέρ– και μικροβιακαί τινές ουσίαι ή αντιβιοτικά είχον χρησιμοποιηθή προς τοπικήν θεραπείαν διά την άμεσον επίδρασίν των επί της μολύνσεως. Αξιοσημείωτος μεταξύ τούτων ήτο η πυοκυανάση –προϊόν του βακτηριδίου του κυανού πύου– της οποίας η χρήσις εισήχθη κατά τας αρχάς του τρέχοντος αιώνος. ∆εν υπήρξεν εν τούτοις επιτυχής και περιέπεσεν εις αχρηστίαν.

Αυτά περίπου συνέβαιναν εις το παρελθόν, προ 20 και πλέον ετών.

Του Σερ Αλεξάντερ Φλέμιγκ
Η Καθημερινή, 9 Οκτωβρίου 1952

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή