Ο Ευάγγελος Αβέρωφ πρόεδρος της Ν.Δ.

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ πρόεδρος της Ν.Δ.

Η αντιπαράθεση με τον Γεώργιο Ράλλη, ο οποίος οδηγήθηκε σε παραίτηση μετά την εκλογική συντριβή

6' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εκλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας στις 5 Μαΐου 1980 έθεσε ζήτημα αντικατάστασής του όχι μόνο στην πρωθυπουργία αλλά και στην αρχηγία της Νέας Δημοκρατίας, την οποία ο ίδιος είχε ιδρύσει έξι χρόνια νωρίτερα. Αρμόδιο όργανο για την ανάδειξη του νέου αρχηγού, ο οποίος ταυτόχρονα θα χριζόταν πρωθυπουργός, ήταν η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος. Προβλήθηκαν δύο υποψηφιότητες: αφενός του Ευάγγελου Αβέρωφ-Τοσίτσα, αφετέρου του Γεωργίου Ράλλη. Αμφότεροι ήταν κορυφαία στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, διέθεταν μεγάλη εμπειρία, είχαν διατελέσει επί μακρόν υπουργοί (τόσο πριν όσο και μετά τη δικτατορία των συνταγματαρχών), ενώ βρίσκονταν στον στενό πυρήνα των συνεργατών του Καραμανλή ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Στην ψηφοφορία που διεξήχθη στις 8 Μαΐου 1980 νικητής αναδείχθηκε ο Ράλλης, ο οποίος συγκέντρωσε 88 ψήφους έναντι 84 του Αβέρωφ, ενώ βρέθηκαν και τρία λευκά ψηφοδέλτια. Η ήττα άφησε πικραμένο τον Αβέρωφ, ο οποίος θεώρησε ότι το εις βάρος του αποτέλεσμα είχε εν μέρει (αλλά οπωσδήποτε καθοριστικά) διαμορφωθεί από την παρασκηνιακή υποστήριξη που προσέφερε ο Καραμανλής στον Ράλλη. Η πικρία του εκφράστηκε με την άρνησή του να αποδεχθεί την αντιπροεδρία της κυβέρνησης που του προτάθηκε (μολονότι είχε προκαταβολικά δεσμευθεί ότι θα το έπραττε σε περίπτωση που έχανε από τον Ράλλη). Αρκέστηκε να διατηρήσει μόνο το χαρτοφυλάκιο του υπουργού Εθνικής Αμύνης.

Οι σχέσεις ανάμεσα στον Ράλλη και τον Αβέρωφ δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ πλήρως. Ο Ράλλης πίστευε ότι ο Αβέρωφ διαρκώς τον υπονόμευε προκειμένου να τον αντικαταστήσει στην προεδρία του κόμματος. Ο μεταξύ τους ανταγωνισμός παρέμεινε αμείωτος καθ’ όλη τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του Ράλλη (Μάιος 1980 – Οκτώβριος 1981). Δεν αμβλύνθηκε ούτε όταν τον Ιούνιο του 1981, δηλαδή στην τελική ευθεία προς τις βουλευτικές εκλογές, ο Αβέρωφ ανέλαβε θέση αντιπροέδρου στην κυβέρνηση Ράλλη.

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ πρόεδρος της Ν.Δ.-1
Ο Ευάγγελος Αβέρωφ επευφημείται από οπαδούς της Νέας Δημοκρατίας μετά την εκλογή του.

Πρώτη σύγκρουση την επαύριον της ήττας

Η συντριπτική ήττα της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, η οποία έμεινε λίγο κάτω από το 36% την ώρα που το ΠΑΣΟΚ θριάμβευσε ξεπερνώντας το 48%, αποτέλεσε ισχυρό πλήγμα για τον Ράλλη. Η απώλεια της πρωθυπουργίας συνδυάστηκε με την αμφισβήτηση της θέσης του ως αρχηγού του κόμματος. Στο τελευταίο υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησής του, που πραγματοποιήθηκε στις 19 Οκτωβρίου, ο Ράλλης δέχθηκε τα πυρά του Αβέρωφ, ο οποίος του απέδωσε την κύρια ευθύνη για το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα. Από την επόμενη κιόλας ημέρα υπήρξαν δημοσιεύματα στον Τύπο που περιέγραφαν ως αμφίβολη την παραμονή του Ράλλη στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας. Προκειμένου να ξεκαθαρίσει την κατάσταση, ο Ράλλης προσανατολίστηκε στο να θέσει στην κοινοβουλευτική ομάδα θέμα εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό του. Ομως, κατόπιν παραίνεσης του Καραμανλή (ο οποίος υποστήριξε ότι μια τέτοια ενέργεια ήταν άκαιρη, καθώς το ψυχολογικό αποτύπωμα στα στελέχη του κόμματος από την εκλογική ήττα ήταν ακόμη πολύ νωπό) αποφάσισε να μην το πράξει.

Η ένταση στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας δεν εκτονώθηκε. Ο Αβέρωφ δεν συμμετείχε στην πρώτη μετεκλογική συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 23 Οκτωβρίου. Οπως ήταν φυσικό, η απουσία του ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τις φήμες ότι αργά ή γρήγορα θα έθετε ευθέως ζήτημα αντικατάστασης του Ράλλη. Ο Αβέρωφ διαβεβαίωσε δημόσια ότι θα παρέμενε «στρατιώτης της παράταξης», την ενότητα της οποίας ήταν αποφασισμένος να διαφυλάξει. Πρόσθεσε, όμως, ότι ήταν εξίσου αποφασισμένος να διατηρήσει «ανεξαρτησία γνώμης και ενεργειών», δήλωση που έμμεσα επιβεβαίωσε τις αρχηγικές φιλοδοξίες του.

Η κοινοβουλευτική ομάδα καταψηφίζει τον Ράλλη

Σταδιακά, η αμφισβήτηση προς το πρόσωπο του Ράλλη έγινε ολοένα και πιο έντονη. Ηταν φανερό ότι το κόμμα είχε χωριστεί στα δύο: ανάμεσα σε εκείνους που υποστήριζαν τον Ράλλη και σε όσους ήταν φιλικά διακείμενοι προς τον Αβέρωφ. Η κατάσταση έφθασε σε οριακό σημείο όταν, λίγες εβδομάδες μετά τις βουλευτικές εκλογές της 18ης Οκτωβρίου, έλαβαν χώρα οι αρχαιρεσίες για τη στελέχωση της Διοικούσας Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας. Η διαδικασία έγινε αφορμή νέας διένεξης ανάμεσα στον Ράλλη και τον Αβέρωφ, με αλληλοκατηγορίες για προσπάθεια επηρεασμού του αποτελέσματος έτσι ώστε να εκλέγονταν πρόσωπα προσκείμενα στον έναν ή στον άλλον. Οι δύο πλευρές έμοιαζαν να παίρνουν θέσεις για την τελική μάχη, η οποία όλα έδειχναν ότι δεν θα αργούσε.

Υπό την πίεση των περιστάσεων, στο τέλος Νοεμβρίου ο Ράλλης ανακοίνωσε ότι θα έθετε εαυτόν στην κρίση της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας, από την οποία θα ζητούσε να ανανεώσει την εμπιστοσύνη της προς το πρόσωπό του. Ο ίδιος εκτιμούσε ότι, στο σημείο που είχαν φθάσει τα πράγματα, αυτή ήταν η μόνη λύση. Δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να προεδρεύει ενός κόμματος, στο οποίο δεν θα αναγνωριζόταν ως ο πραγματικός ηγέτης. Εάν καταψηφιζόταν, θα αποχωρούσε από την αρχηγία και θα άνοιγε τον δρόμο για τη διαδοχή του. Η κρίσιμη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας ορίστηκε για τις 7 Δεκεμβρίου.

Οπως είχε πράξει αμέσως μετά τις βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου, ο Καραμανλής συμβούλευσε τον Ράλλη να αποφύγει την ψήφο εμπιστοσύνης διότι αυτή θα διεξαγόταν εν θερμώ και υπήρχε ο κίνδυνος να δημιουργήσει μεγάλους κλυδωνισμούς στο κόμμα. Ανήσυχος από τις εξελίξεις, στις 5 Δεκεμβρίου ο Καραμανλής προέβη σε δημόσια δήλωση. Σε αυτή, αφού ξεκαθάριζε ότι δεν επιθυμούσε να αναμειχθεί με οποιονδήποτε τρόπο στο ζήτημα της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας, υπογράμμιζε ότι το μείζον ήταν η διατήρηση της ενότητας του κόμματος. Από κύκλους προσκείμενους στον Αβέρωφ, η δήλωση του Καραμανλή θεωρήθηκε ως εμμέσως ενισχυτική προς τον Ράλλη.

Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν συντριπτικό εις βάρος του Ράλλη. Εξήντα ένας βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας ψήφισαν εναντίον του, 41 υπέρ του, 9 προτίμησαν το λευκό, ενώ ένα ψηφοδέλτιο ήταν άκυρο. Η αποδοκιμασία του Ράλλη ήταν αδιαμφισβήτητη, καθώς λιγότερα από τα 2/5 των μελών της κοινοβουλευτικής ομάδας τάχθηκαν στο πλευρό του. Προφανώς απογοητευμένος από την έκβαση, ο Ράλλης αρνήθηκε να αποδεχθεί την επίτιμη προεδρία του κόμματος, εξηγώντας ότι ήταν συνηθισμένος «τα πικρά χάπια να μην τα παίρν[ει] με επίχρισμα ζαχάρεως».

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ πρόεδρος της Ν.Δ.-2
Κάτω από το πορτρέτο του Γεωργίου Ράλλη, ο Ευάγγελος Αβέρωφ στην πρώτη ομιλία του ως πρόεδρος της Ν.Δ. σήκωσε τους αντιπολιτευτικούς τόνους.

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ πρόεδρος της Ν.Δ.-3
Ο Γ. Ράλλης αποχωρεί από την κοινοβουλευτική ομάδα της Ν.Δ. μετά την καταψήφισή του.

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ πρόεδρος της Ν.Δ.-4
Ο Ευ. Αβέρωφ στην έξοδο της Βουλής.

Η Νέα Δημοκρατία στη δίνη της εσωστρέφειας

Δύο ημέρες αργότερα διεξήχθη νέα ψηφοφορία, αυτή τη φορά για την ανάδειξη του διαδόχου του Ράλλη. Υποψηφιότητα έθεσαν ο Αβέρωφ, ο Κωστής Στεφανόπουλος και ο Ιωάννης Μπούτος. Οπως ήταν αναμενόμενο, ο Αβέρωφ επικράτησε με άνεση, συγκεντρώνοντας 67 ψήφους, έναντι 32 του Στεφανόπουλου και 12 του Μπούτου. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, και οι τρεις διακήρυξαν την αταλάντευτη προσήλωσή τους στην ενότητα της Νέας Δημοκρατίας και δήλωσαν ότι θα ακολουθούσαν κοινή πορεία.

Στο τέλος Ιανουαρίου του 1982, ο Αβέρωφ έκανε μια συμφιλιωτική χειρονομία προς τον Ράλλη. Του ζήτησε να συνεργαστούν προκειμένου να ανταλλάξουν απόψεις για το μέλλον του κόμματος. Ομως ο Ράλλης δεν ανταποκρίθηκε θετικά. Κατηγόρησε τον Αβέρωφ ότι τον είχε, από την πρώτη κιόλας στιγμή, συστηματικά υπονομεύσει προκειμένου να αποδυναμώσει τη θέση του ως αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας. Ο Αβέρωφ σήκωσε το γάντι. Αρνήθηκε τις κατηγορίες και αντέτεινε ότι άλλοι ήταν εκείνοι που είχαν υπονομεύσει τον Ράλλη – χωρίς, πάντως, να τους κατονομάσει. Πρόσθεσε ότι τις σκέψεις και τις απόψεις του τις είχε πάντα διατυπώσει ανοιχτά, τόσο κατ’ ιδίαν στον Ράλλη όσο και δημοσίως. Το χάσμα ανάμεσα στον Ράλλη και τον Αβέρωφ παρέμεινε αγεφύρωτο.

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ πρόεδρος της Ν.Δ.-5
10.12.1981. Την άσκηση έντονης αντιπολίτευσης από τον νεοεκλεγέντα Ευ. Αβέρωφ προβάλλει η «Κ».

Με την ανάληψη της προεδρίας της Νέας Δημοκρατίας, ο Αβέρωφ εγκαινίασε μια πιο σκληρή αντιπολιτευτική γραμμή έναντι της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, χωρίς πάντως να καταφέρει στην πράξη να αντιστρέψει τη δυναμική που είχε αποτυπωθεί στο αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του 1981. Παράλληλα κατέβαλλε μεθοδικές προσπάθειες για την οργανωτική ανασυγκρότηση της Νέας Δημοκρατίας, θέτοντας τις βάσεις προκειμένου να μετατραπεί σε μαζικό κόμμα. Ομως δεν μπόρεσε να αποτρέψει την εμφάνιση τάσεων αμφισβήτησης της ηγεσίας του, οι οποίες άρχισαν να εκδηλώνονται ήδη από τους πρώτους μήνες του 1982, για να ενταθούν ακόμη περισσότερο από τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους με αφορμή τον κλονισμό της υγείας του. Η Νέα Δημοκρατία εξακολουθούσε να βρίσκεται εγκλωβισμένη στη δίνη της εσωστρέφειας, στην οποία είχε εισέλθει μετά την αποχώρηση του Καραμανλή. Τελικά, ο Αβέρωφ παρέμεινε αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας μόλις για δυόμισι χρόνια, καθώς παραιτήθηκε μετά την ήττα του κόμματος στις ευρωεκλογές της 17ης Ιουνίου 1984.

Ο κ. Αντώνης Κλάψης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Το βιβλίο του «1974. Μεταπολίτευση» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή