Σαν σήμερα: 15 Απριλίου 1912 – Βυθίζεται ο «Τιτανικός»

Σαν σήμερα: 15 Απριλίου 1912 – Βυθίζεται ο «Τιτανικός»

5' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η νύχτα της 14ης Απριλίου 1912 ήταν αφέγγαρη και τα νερά του Ατλαντικού ήταν εξαιρετικά ήρεμα. Οι επιβάτες του «Τιτανικού», του πιο πολυτελούς υπερωκεάνιου της εποχής, είχαν ήδη αρχίσει να πέφτουν για ύπνο. Πριν από τέσσερις ημέρες, έχοντας εξασφαλίσει το πολυπόθητο εισιτήριο, επιβιβάστηκαν στο πλοίο που θα εκτελούσε το παρθενικό του ταξίδι με αφετηρία το Σαουθάμπτον της Αγγλίας και τελικό προορισμό τη Νέα Υόρκη. Όμως, ο «Τιτανικός», το «αβύθιστο πλοίο», όπως είχε ονομαστεί, δεν επρόκειτο να φτάσει ποτέ στον προορισμό του.

Κατασκευασμένος μεταξύ 1909 και 1911, ο «Τιτανικός» προοριζόταν να αλλάξει τα δεδομένα των θαλάσσιων ταξιδιών. Μαζί με τα άλλα δύο πλοία της κλάσης του, τον «Ολυμπιακό» και τον «Βρεταννικό», η εταιρεία White Star Line μπορούσε να εξασφαλίσει στους πελάτες της μια εμπειρία απαράμιλλης άνεσης και πολυτέλειας για μια διαδρομή που θα κρατούσε από πέντε έως επτά ημέρες: υπερσύγχρονες καμπίνες, εκλεπτυσμένα εστιατόρια, σάλες καπνιστών, αναγνωστήρια, ακόμη και γυμναστήριο, γήπεδο σκουός, πισίνα και τουρκικά λουτρά. Ασφαλώς, αυτές οι παροχές απευθύνονταν στους επιβάτες της πρώτης θέσης, ωστόσο ο «Τιτανικός» φιλοξενούσε και λιγότερο προνομιούχους επιβάτες. Στο παρθενικό του ταξίδι, στα κατώτερα καταστρώματα του πλοίου διέμεναν μετανάστες κυρίως από τη Μεγάλη Βρετανία και την Ιρλανδία καθώς και από χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης. 

Λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 14ης Απριλίου, ο σκοπός Φρέντερικ Φλιτ βρισκόταν στο παρατηρητήριο του πλοίου. Είχε λάβει την εντολή να κοιτά μήπως εμφανιζόταν κάποιο παγόβουνο στον δρόμο του πλοίου, καθώς ο Βόρειος Ατλαντικός έβριθε από παγόβουνα, ιδιαίτερα εκείνη την εποχή του χρόνου. Στις 23:39 ο Φλιτ έκρουσε τρεις φορές το προειδοποιητικό κουδούνι και τηλεφωνώντας στη γέφυρα, ενημέρωσε τον πρώτο αξιωματικό Ουίλιαμ Μέρντοχ: «Παγόβουνο, ακριβώς μπροστά!». Ο Μέρντοχ διέταξε αμέσως οι μηχανές του πλοίου να βάλουν όπισθεν και το πλοίο να στρίψει δυνατά προς τα αριστερά σε μια προσπάθεια να αποφύγει την άμεση σύγκρουση με το παγόβουνο.

Παρά τις προσπάθειες αυτές, ο «Τιτανικός» δεν μπόρεσε να ελιχθεί αρκετά γρήγορα ώστε να αποφύγει τη σύγκρουση. Το πλοίο άγγιξε το παγόβουνο κατά μήκος της δεξιάς πλευράς του, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας σειράς από μεγάλα ρήγματα στο κύτος κάτω από την ίσαλο γραμμή. Η σύγκρουση προκάλεσε σημαντικές ζημιές, καθώς πολλά στεγανά διαμερίσματα του πλοίου άρχισαν να πλημμυρίζουν, παρότι είχαν σχεδιαστεί να σφραγίζονται σε περίπτωση ρήξης, ώστε να μπορεί το νερό να περιοριστεί σε ένα σημείο του πλοίου. Ωστόσο, οι ζημιές που υπέστη ο «Τιτανικός» ήταν τόσο εκτεταμένες, ώστε υπερέβησαν την ικανότητα των στεγανών διαμερισμάτων του να περιορίσουν την είσοδο νερού

Καθώς το θαλασσινό νερό άρχισε να εισρέει στα διαμερίσματα που είχαν υποστεί ρήξη, το πλοίο άρχισε να γέρνει προς τη δεξιά πλευρά λόγω της άνισης κατανομής του νερού στο εσωτερικό του. Έτσι, προκλήθηκε η σταδιακή απώλεια της πλευστότητάς του, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολο τον έλεγχο και τη σταθεροποίησή του. Το πλήρωμα προσπάθησε να μετριάσει την πλημμύρα κλείνοντας τις υδατοστεγείς πόρτες και ενεργοποιώντας τις αντλίες του πλοίου για την απομάκρυνση του νερού από τα πλημμυρισμένα διαμερίσματα. Όμως, η ταχύτητα με την οποία εισχωρούσε το παγωμένο νερό ήταν τόσο μεγάλη, ώστε το σύστημα των αντλιών δεν μπορούσε να απομακρύνει το νερό. Ενδεικτικά, μέσα σε 45 λεπτά από τη σύγκρουση, τουλάχιστον 13.700 τόνοι νερού είχαν εισέλθει στο πλοίο. Η συνολική ικανότητα άντλησης όλων των αντλιών και των υδροσυλλεκτών του «Τιτανικού» μαζί ήταν μόνο 1.700 τόνοι ανά ώρα.

Για  αρκετές ώρες μετά τη σύγκρουση, η πλώρη του «Τιτανικού» άρχισε να κλίνει και βυθίζεται χαμηλότερα καθώς το πλοίο γέμιζε με νερό. Η αυξανόμενη κλίση του πλοίου προκάλεσε τη διαρροή νερού από τα στεγανά διαφράγματα, με αποτέλεσμα το νερό να εξαπλωθεί σε παρακείμενα διαμερίσματα. Καθώς η κατάσταση επιδεινωνόταν, τα ηλεκτρικά συστήματα του πλοίου άρχισαν να καταρρέουν, βυθίζοντας τμήματά του στο σκοτάδι και δυσχεραίνοντας την επικοινωνία και τις προσπάθειες εκκένωσης.

Στο μεταξύ, λίγο μετά τη σύγκρουση με το παγόβουνο, το πλήρωμα άρχισε να προσθαλασσώνει τις σωσίβιες λέμβους του πλοίου σε μια προσπάθεια να απομακρύνει τους επιβάτες και το πλήρωμα από το βυθιζόμενο πλοίο. Όμως, εξαιτίας ενός συνδυασμού παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της έλλειψης σαφούς επικοινωνίας σχετικά με τη σοβαρότητα της κατάστασης και της πεποίθησης ότι το πλοίο ήταν αβύθιστο, οι σωσίβιες λέμβοι δεν γέμισαν πλήρως και πολλές από αυτές καθελκύστηκαν μόνο μερικώς κατειλημμένες. Σε αυτό συνέβαλε και η ναυτική παράδοση που ήθελε να δίνεται προτεραιότητα στις γυναίκες και στα παιδιά σε περίπτωση εκκένωσης. Οι περισσότεροι άνδρες έμειναν πίσω στο πλοίο και οι μισογεμάτες σωσίβιες λέμβοι δεν επέστρεψαν ποτέ για να τους παραλάβουν.

Μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες της 15ης Απριλίου 1912, έγινε φανερό ότι ο «Τιτανικός» βυθιζόταν ταχύτατα. Τα σήματα κινδύνου του πλοίου, που είχε φροντίσει να στείλει το πλήρωμα μέσω ασυρμάτου, είχαν ληφθεί από κοντινά πλοία, συμπεριλαμβανομένου του “RMS Carpathia”, το οποίο κατευθυνόταν προς τη θέση του «Τιτανικού» για να παράσχει βοήθεια. Καθώς η πλώρη του πλοίου συνέχισε να βυθίζεται κάτω από την επιφάνεια, η πρύμνη ανέβηκε στον αέρα, με αποτέλεσμα το πλοίο να διαλυθεί λόγω της τεράστιας πίεσης που δέχτηκε η δομή του. Ο «Τιτανικός» «γλίστρησε» τελικά κάτω από τα κύματα περίπου στις 2:20 π.μ., παίρνοντας μαζί του  πάνω από 1.500 επιβάτες και μέλη του πληρώματος. Από τους 2.240 επιβαίνοντες, διασώθηκαν μόλις 706 άνθρωποι. Όσοι έπεσαν στα παγωμένα νερά του Ατλαντικού πέθαναν από σοκ και υποθερμία μέσα σε περίπου μισή ώρα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρξαν αρκετοί παράγοντες που συνέβαλαν στη σύγκρουση, όπως οι ήρεμες καιρικές συνθήκες που καθιστούσαν δύσκολο τον έγκαιρο εντοπισμό των παγόβουνων, καθώς και η ταχύτητα με την οποία ταξίδευε ο «Τιτανικός», που περιόριζε την ικανότητα του πλοίου να αλλάξει πορεία ή να σταματήσει γρήγορα. Επιπλέον, ορισμένοι ιστορικοί εικάζουν ότι  αν οι παρατηρητές είχαν στη διάθεσή τους κιάλια, θα μπορούσαν να έχουν εντοπίσει το παγόβουνο νωρίτερα. Ωστόσο, λόγω ενός μπερδέματος, το κλειδί που αντιστοιχούσε στο κιβώτιο στο οποίο αποθηκεύονταν τα κιάλια δεν βρισκόταν στο πλοίο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανοιχτεί.

Η τραγωδία του «Τιτανικού» σόκαρε την κοινωνία της εποχής και οδήγησε σε αναθεώρηση των μέτρων ασφαλείας στα πλοία. Μεταξύ των όσων άλλαξαν, ήταν η παροχή υπεράριθμων σωσίβιων λέμβων για τους επιβάτες και το πλήρωμα σε κάθε πλοίο, η διεξαγωγή αυστηρών ασκήσεων εκκένωσης και γενικότερης εκπαίδευσης του πληρώματος, η δημιουργία συγκεκριμένων κανονισμών για την επικοινωνία στη θάλασσα μέσω ασυρμάτου, ο σχεδιασμός των πλοίων, καθώς και ο τρόπος έγκαιρου εντοπισμού των παγόβουνων.

Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή