Η άνδρωση του Φαβιέρου με το ρομαντικό πνεύμα των υψηλών ιδανικών

Η άνδρωση του Φαβιέρου με το ρομαντικό πνεύμα των υψηλών ιδανικών

Ακολουθώντας μια ιδιοσυγκρασιακή πολιτική κι έναν δικό του αξιακό κώδικα.

6' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Γάλλος φιλέλληνας Φαβιέρος γεννήθηκε στις 10 ∆εκεμβρίου 1782 στην κοινότητα Ποντ α Μουσόν, στη διοικητική περιφέρεια της Λωρραίνης, σε μια εποχή μεγάλων πολιτικών και κοινωνικών αναταραχών, επτά χρόνια πριν από το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης. Πέθανε σε ηλικία 73 ετών, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1855, στο Παρίσι.

Η οικογένεια Fabvier, γνωστή από τον 17ο αιώνα στις περιοχές της Αλσατίας και της Λωρραίνης, ασπαζόταν με συνέπεια τις κυρίαρχες πεποιθήσεις του Παλαιού Καθεστώτος. Τα άρρενα μέλη της διακρίνονταν, από πατέρα σε γιο, σε υψηλές θέσεις στο δικηγορικό και στο δικαστικό σώμα. Οι απαρχές αυτής της οικογενειακής παράδοσης εντοπίζονται, μάλιστα, στα χρόνια της βασιλείας του Λουδοβίκου Ι∆΄. Το 1736, ο τελευταίος ανεξάρτητος δούκας της Λωρραίνης παραχώρησε, όπως σημειώνει ο Γάλλος ιστορικός Antonin Debidour, τίτλους ευγενείας στην οικογένεια Fabvier.

Ο πατέρας του φιλέλληνα, Jean-Charles Fabvier, υπήρξε ένας συνετός, έντιμος, καλλιεργημένος άνθρωπος, προσκολλημένος στη μοναρχία λόγω οικογενειακής παράδοσης. ∆ιετέλεσε, άλλωστε, για ένα μεγάλο διάστημα βασιλικός εισαγγελέας (Procureur du Roi), νομικός εκπρόσωπος των συμφερόντων του βασιλιά, υπεύθυνος για τον έλεγχο των υδάτων και των δασών στην περιοχή του. Η μητέρα του, Anne-Catherine Richard –την οποία ο φιλέλληνας υπεραγαπούσε και η ίδια τού είχε επίσης μεγάλη αδυναμία–, ήταν μια θεοσεβούμενη γυναίκα που δυσκολευόταν να αποδεχθεί και να κατανοήσει τις θρησκευτικές καινοτομίες της ταραγμένης εποχής της.

Η Γαλλική Επανάσταση έφερε, πράγματι, μεγάλη αναστάτωση στη φιλήσυχη και συντηρητική οικογένεια Fabvier. Την εποχή της Πρώτης ∆ημοκρατίας, ειδικότερα κατά την περίοδο της Τρομοκρατίας, οι γονείς του Φαβιέρου φυλακίστηκαν. Ο μεγαλύτερος γιος τους και αδελφός του φιλέλληνα, Nicolas Fabvier, ο οποίος ακολουθούσε τις συντηρητικές πεποιθήσεις των γονιών του, αναγκάστηκε, ύστερα από ένα σύντομο πέρασμα από τον αντεπαναστατικό «Στρατό των Εμιγκρέδων», να ζήσει εξόριστος μέχρι και το 1802 στην Αγγλία. Εκεί, σε συνθήκες ένδειας, για να επιβιώσει, παρέδιδε μαθήματα γαλλικών.

«Γιος των υπόπτων και αδερφός ενός εξoρίστου…»

Η παιδική ηλικία του φιλέλληνα, που αφιέρωσε τα πιο δημιουργικά του χρόνια στον Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, σημαδεύτηκε από την ταλαιπωρία της οικογένειάς του εξαιτίας των φιλομοναρχικών της καταβολών. Εκείνος, «ο γιος των υπόπτων και ο αδερφός ενός εξορίστου», αν και διατηρούσε πάντοτε σεβασμό προς τους γονείς του και αγαπούσε υπερβολικά τον αδερφό του, μεγαλώνοντας απομακρύνθηκε, μέσα από πολλές περιπέτειες και ζυμώσεις, από τις πολιτικές πεποιθήσεις της οικογένειάς του.

∆ιατήρησε σχεδόν σε όλη του τη ζωή μια εντελώς ιδιοσυγκρασιακή πολιτική στάση, ακολουθώντας πεισματικά έναν δικό του αξιακό κώδικα, που περιλάμβανε σαφώς τον πατριωτισμό, την υποστήριξη της συνταγματικής μοναρχίας, όταν έκρινε ότι μπορεί να ωφελήσει τη χώρα του, υπερασπιζόμενος, με πάθος επίσης, τις φιλελεύθερες ιδέες της εποχής του. Όταν θεώρησε, μετά τη θητεία του στη Μεγάλη Στρατιά του Ναπολέοντα, ότι η επιστροφή των Βουρβόνων συνιστούσε οπισθοδρόμηση, που επιχειρούσε να επαναφέρει τις ισορροπίες της απόλυτης μοναρχίας, δεν δίστασε να συγκρουστεί με το καθεστώς, να γίνει συνωμότης, να ενωθεί με τους φιλελεύθερους και με τους καρμπονάρους, να εγκαταλείψει την πατρίδα του και να βρεθεί, τελικά, στο πλευρό των Ελλήνων που πολεμούσαν για την ελευθερία τους.

Ρομαντική ορμή

Ο Κάρολος Φαβιέρος ανδρώθηκε στο ρομαντικό πνεύμα των υψηλών ιδανικών, των ηρωικών πράξεων και της λατρείας του πολέμου του 19ου αιώνα, με τις αξίες δηλαδή οι οποίες συγκροτούσαν, τότε, τα υψηλότερα πρότυπα για νέους όπως ήταν εκείνος: εύρωστους, με ορμητική ψυχή, που περιφρονούσαν την ξεκούραση, τη μαλθακή ζωή και τα προνόμια της κοινωνικής τους τάξης και ελκύονταν από τη δράση και τον κίνδυνο.

Αρνούμενος σθεναρά να ακολουθήσει τις νομικές σπουδές, που ονειρευόταν για εκείνον ο πατέρας του, κυνήγησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία. Ο ανιψιός του αφηγήθηκε, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στον ιστορικό Antonin Debidour, ότι ο φιλέλληνας σε νεαρή ηλικία είχε ανέβει στην οροφή του σπιτιού του και απειλούσε να αυτοκτονήσει, αν ο πατέρας του συνέχιζε να τον πιέζει να ακολουθήσει τις σπουδές που θα διατηρούσαν τη νομική παράδοση της οικογένειας (Le général Fabvier: sa vie militaire et politique, A. Debidour, σελ. 3). Επιλέγοντας τον δικό του δρόμο, αποφοίτησε, τελικά, από τη διακεκριμένη Πολυτεχνική Σχολή του Παρισιού, η οποία θεωρούνταν προπύργιο της στρατιωτικής σταδιοδρομίας. Σύντομα, επέλεξε να ενταχθεί στο Πυροβολικό Σώμα, καθώς οι κίνδυνοι αλλά και οι ευκαιρίες για στρατιωτικές διακρίσεις σε αυτό ήταν μεγαλύτερες.

Στον αναβρασμό της προετοιμασίας των Ναπολεόντειων Πολέμων βρέθηκε στο πεδίο της μάχης. Μία από τις σημαντικότερες, πρώτες, πολεμικές επιχειρήσεις στην οποία έλαβε μέρος, ως υπολοχαγός του Πυροβολικού, ήταν το 1805 στη μάχη του Dürenstein. Εκεί είχε την ευκαιρία να δείξει τις στρατιωτικές του ικανότητες, εντυπωσιάζοντας τους ανωτέρους του που τον τίμησαν (ως τον νεότερο αποδέκτη αυτής της αναγνώρισης) με τη διάκριση της Λεγεώνας της Τιμής. Τραυματίας, αργότερα, δεν έλαβε μέρος στη διάσημη μάχη του Αούστερλιτς, στην οποία ο Ναπολέοντας εδραίωσε, με τη νίκη του, τη φήμη του κορυφαίου στρατηλάτη.

Η πορεία του Φαβιέρου στη ναπολεόντεια παραζάλη συνεχίστηκε σε αρκετές ακόμα μάχες και αποστολές, εντός και εκτός Γαλλίας (στην Περσία, στην Ισπανία στο πλευρό του στρατάρχη Marmont, στη Ρωσία κ.α.), και διακρίσεις (έγινε συνταγματάρχης και έλαβε τον τίτλο του βαρόνου από τον Ναπολέοντα) μέχρι που βίωσε την πτώση της ναπολεόντειας κυριαρχίας με τον πιο οδυνηρό τρόπο. Το 1814 είχε το θλιβερό προνόμιο να υπογράψει, ύστερα από τις εντολές των ανωτέρων του, τη Συνθηκολόγηση του Παρισιού και είδε με οδύνη τα στρατεύματα των εχθρών να παρελαύνουν κομπάζοντας στις παρισινές λεωφόρους.

Αργότερα, στη διάρκεια του Πολέμου των Εκατό Ημερών, ο Φαβιέρος δεν στήριξε τον Ναπολέοντα, αλλά βρέθηκε απλώς επικεφαλής ενός σώματος πατριωτών να υπερασπίζεται τη γενέτειρά του Λωρραίνη. Γρήγορα ήρθε αντιμέτωπος, όπως αρκετοί μαχητές της Μεγάλης Στρατιάς, με την απαξίωση που επιφύλασσε στη στρατιωτική τάξη το καθεστώς της Παλινόρθωσης των Βουρβόνων.

Συνωμότης για την ελευθερία

Η πρώτη μεγάλη ρήξη του με το καθεστώς, που δοκίμασε το υψηλό πατριωτικό του αίσθημα, ήρθε μετά την επιμονή του να αποκαλύψει τη συνωμοσία των υπερσυντηρητικών μοναρχικών (Ultras) στην πόλη της Λυών («Υπόθεση Κανυέλ»), η οποία οδήγησε, στη διάρκεια της Λευκής Τρομοκρατίας, αρκετούς αθώους πολίτες και στρατιωτικούς στη φυλακή και στην γκιλοτίνα. Αυτή ήταν η αιτία που προκάλεσε, στην ουσία, την απομάκρυνσή του από τον γαλλικό στρατό (τέθηκε σε διαθεσιμότητα με μειωμένη αμοιβή) και τον ώθησε να γίνει ένας από τους σφοδρότερους πολέμιους των Βουρβόνων στα χρόνια της ∆εύτερης Παλινόρθωσης.

Από εκεί και έπειτα, ο Φαβιέρος, αεικίνητος, φρενήρης και πεπεισμένος ότι η Γαλλία ακολουθεί λανθασμένη πορεία, κάνει ό,τι μπορεί για να αντιταχθεί στο βασιλικό καθεστώς. Προσχωρεί στα συνωμοτικά δίκτυα των καρμπονάρων, των βοναπαρτιστών και των φιλελευθέρων, κυρίως ως σύνδεσμος μεταξύ των πολιτικών εκπροσώπων τους με τους αντιμοναρχικούς στρατιωτικούς. Το 1820 συμμετέχει στην αποτυχημένη αντιβασιλική συνωμοσία, γνωστή ως «Γαλλικό Παζάρι», και, παρά το ότι η γαλλική αστυνομία τον έχει υπό συνεχή παρακολούθηση, εκείνος δεν κάμπτεται. Το 1822, το όνομά του εμπλέκεται στην απόπειρα απελευθέρωσης, από τη φυλακή, των αντιμοναρχικών Τεσσάρων Λοχιών της Λα Ροσέλ – νέοι άνδρες κάτω από 26 ετών, που αποκεφαλίστηκαν, τελικά, στην Πλας ντε Γκρεβ στο Παρίσι, το απόγευμα της 21ης Σεπτεμβρίου εκείνης της χρονιάς, φωνάζοντας από το ικρίωμα «Ζήτω η ελευθερία!»

Η τελευταία αντιμοναρχική αποκοτιά του, λίγο καιρό πριν ταξιδέψει στον ελληνικό χώρο, ήταν η προσπάθειά του να στηρίξει τους Ισπανούς επαναστάτες στον αγώνα τους εναντίον των Βουρβόνων. Ο Φαβιέρος συγκρότησε ένα μικρό στρατιωτικό σώμα και επιχείρησε να αποτρέψει τον γαλλικό μοναρχικό στρατό (με ήπιο τρόπο, αφού δεν είχε καμία πρόθεση να ανοίξει πυρ εναντίον των συμπατριωτών του) τη στιγμή που εισερχόταν στην Ισπανία για να στηρίξει με τα όπλα τη βασιλεία των Βουρβόνων. Η προσπάθειά του δεν απέφερε κανένα αποτέλεσμα. Κυνηγημένος, απαξιωμένος από τους μοναρχικούς συμπατριώτες του, ξεκίνησε μια μεγάλη περιπλάνηση στην Ευρώπη, που τον οδήγησε το 1823 στον επαναστατημένο ελληνικό χώρο, σε έναν πρωτόγνωρο, για εκείνον, τόπο και σε ένα άναρχο, σχεδόν πρωτόγονο, πεδίο μάχης.

Η άνδρωση του Φαβιέρου με το ρομαντικό πνεύμα των υψηλών ιδανικών-1
Ο Ναπολέων διατάσσει το Β΄ Σώμα της Μεγάλης Στρατιάς να αναλάβει δράση στο Άουγκσμπουργκ, στις 12 Οκτωβρίου 1805. Πίνακας του Pierre-Claude Gautherot (The Picture Art Collection/Alamy/Visualhellas.gr).
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή