Γιατί μας φαίνεται περίεργο που κάποιος τρώει, πίνει και ταξιδεύει μόνος του;

Γιατί μας φαίνεται περίεργο που κάποιος τρώει, πίνει και ταξιδεύει μόνος του;

Μια απόπειρα καταγραφής της τάσης, στην οποία πολλοί άνθρωποι επιλέγουν μοναχικές δραστηριότητες, μετατρέποντας αυτή την εμπειρία σε μια οικεία κατάσταση. Πρέπει όμως να την συνδέουμε την πανδημία ή με την ποπ κουλτούρα;

8' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αγαπώ να ταξιδεύω μόνη μου. Όχι, δεν νιώθω σαν άλλη Τζούλια Ρόμπερτς στο Eat, Pray, Love. Απλώς απολαμβάνω την αίσθηση ελευθερίας που συνοδεύει μια τέτοια επιλογή: από τη διαχείριση του χρόνου μέχρι την απροσδόκητη συνάντηση με ανθρώπους. Αλλά και την ευκολία με την οποία χαίρομαι μικρά πράγματα με τον εαυτό μου, τα οποία, παραδόξως, στην πόλη μου δύσκολα θα έκανα με την ίδια άνεση. Τη δήλωση «ταξιδεύω μόνη» συχνά ακολουθεί ένα μείγμα σαστίσματος, λοξοκοιτάγματος ή και διακριτικού θαυμασμού. Φαίνεται παράξενο στους περισσότερους, αν και με την πρόσφατη ιστορία της πανδημίας, θέλοντας και μη, μάθαμε να είμαστε μόνοι. Υπερβολικά πολύ. Αρχίσαμε να συνυπάρχουμε, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, μαζί και μόνοι. Το συνηθίσαμε; Μας κακοφάνηκε; Πάντως μάθαμε να το αντέχουμε λίγο περισσότερο. 

Άλλο όμως η κατ’ επιλογήν και άλλο η επιβεβλημένη μοναχικότητα. Γιατί εξακολουθεί να υπάρχει, λίγο ή πολύ, ένα στίγμα γύρω από την πρώτη; Τι ωθεί κάποιους να επιλέγουν να κάνουν κάτι μόνοι τους και άλλους να απωθούνται από τη σκέψη και μόνο; «Το ότι είμαστε κοινωνικά όντα δεν σημαίνει ότι η κοινωνικότητά μας αφορά το 100% των δραστηριοτήτων μας», σημειώνει ο ψυχολόγος Δημήτρης Σταράκης. Είναι σύνηθες να τσουβαλιάζουμε πρόσωπα και συμπεριφορές κάτω από μια γενική ομπρέλα του «περίεργου», του «μυστήριου» και γιατί όχι και του «μονόχνοτου», αν μιλάμε για το συγκεκριμένο θέμα. Η οποιαδήποτε τέτοια γενίκευση λειτουργεί καμιά φορά αναλγητικά, όπως επιβεβαιώνει ο κ. Σταράκης: «Το να δώσω μια ερμηνεία για τη μοναχική συμπεριφορά κάποιου αποτελεί ένα κλείσιμο του νοήματος, άρα ξεμπερδεύω με την πολλή σκέψη και προχωρώ. Οι ταμπέλες είχαν πάντα αυτή την ανακουφιστική λειτουργία».

Πάντως, όσο κι αν η απόφαση να κάνει ή να μην κάνει κανείς κάτι μόνος του μοιάζει με μια σύγκρουση ή συμφιλίωση με την ιδέα του «άλλου», η κάθε πράξη μας είναι πρώτα και κύρια μια αναμέτρηση με τον ίδιο μας τον εαυτό. Όπως εξηγεί ο κ. Σταράκης, κάποιοι άνθρωποι νιώθουν ανασφάλεια ερχόμενοι σε επαφή με τις επιθυμίες τους. Γι’ αυτούς, το να συμπορευτούν με το κοινωνικό «ρεύμα» λειτουργεί ως άλλοθι για να αποφύγουν τα δικά τους «θέλω». Δεν πρέπει να υποτιμάμε και τον ρόλο των ριζωμένων κοινωνικών στερεοτύπων. 

Η ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΚΟΥ ΠΟΤΟΥ

Για να μη μένουμε όμως μόνο στη θεωρία, ας προχωρήσουμε κοιτώντας τι γίνεται και στην πράξη. Λίγο η «καταραμένη» εικόνα του Ντον Ντρέιπερ στο τηλεοπτικό Mad Men να πίνει το αγαπημένο του Οld Fashioned χαμένος στις σκέψεις του, λίγο o μποέμ Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στην Καζαμπλάνκα ή ακόμα και η περίπτωση κάποιου όπως ο πότης συγγραφέας Τσαρλς Μπουκόφσκι, η ποπ κουλτούρα έχει μετατρέψει την εικόνα ενός μοναχικού τύπου σε μια μπάρα σε κάτι οικείο, περισσότερο από όλες τις πιθανές κοινωνικές – μοναχικές δραστηριότητες. 

Η Έλενα Κύρου, που κρατάει το τιμόνι στο Μπρίκι του Παγκρατίου, ένα μπαρ με φιλόξενη μπάρα κλασικού ποτάδικου αλλά και έντονη παρεΐστικη διάθεση τις μικρές ώρες, παρατηρεί πως είναι σύνηθες να έρχονται τόσο άνδρες όσο και γυναίκες μόνοι στο μαγαζί, κάτι που η ίδια αποδίδει στην ασφάλεια που αυτή η «μοναξιά» τούς κάνει να νιώθουν· από πιτσιρικάδες φοιτητές μέχρι όσους ακολουθούν την παράδοση του after office drink, από μόνιμους μέχρι περαστικούς, αλλά και εκείνο τον θαμώνα μουσικό που μετά από πρόβες ή εμφανίσεις επισκέπτεται το μπαρ πάντα με το μουσικό του όργανο, «πίνει ένα-δυο ουισκάκια και φεύγει». Κάποιες φορές, βέβαια, αλλιώς αρχίζει μια επίσκεψη στο μπαρ κι αλλιώς συνεχίζεται. Η ίδια δηλώνει αμετανόητα μοναχική στον τρόπο που επιλέγει να πίνει, να βλέπει σινεμά ή θέατρο. 

Το δικαίωμα του lone drinker υποστηρίζει επίσης φανατικά ο Μάκης Παπασημακόπουλος, podcaster, κωμικός, μουσικός, μεταξύ άλλων: «Ομολογώ ότι την κοινωνική σκοπιά του bar hopping ή του bar stalking δεν την πολυκατάλαβα ποτέ», λέει. «Δηλαδή, εντάξει, την καταλαβαίνω, αλλά έβρισκα και εξακολουθώ να βρίσκω ότι, όταν πας σε ένα πραγματικό μπαρ, με μπάρα κανονική, όχι της εξυπηρέτησης και του “πάρ’ το, φύγε”, τότε το να πίνεις μόνος ή μόνη φαντάζει πιο ταιριαστό». Στο εξωτερικό έχει επίσης συναντήσει αυτή την κουλτούρα: «Μία από τις αγαπημένες μου μπάρες είναι στη Νέα Υόρκη, στο The International Bar στη 1st Avenue. Εκεί ο κάθε μοναχικός πότης είχε τον σεβασμό του μαγαζιού, δεν ήταν ο περίεργος ή ο “τι θέλει τώρα αυτός”, που συμβαίνει πολύ στην Ελλάδα». Το απόσταγμα αυτής της τελετουργίας το συνοψίζει ως εξής: «Το να πίνεις μόνος είναι ένας ιδανικός τρόπος να παρατηρείς τον κόσμο γύρω σου και να εκτιμάς περισσότερο τις δικές σου σκέψεις». 

Γιατί μας φαίνεται περίεργο που κάποιος τρώει, πίνει και ταξιδεύει μόνος του;-1

ΤΡΑΠΕΖΙ ΓΙΑ ΕΝΑΝ

Κι αν όλοι λίγο-πολύ έχουμε δει μοναχικούς πότες ή έχουμε πιάσει μόνο ένα σκαμπό σε μια μπάρα, ο κόσμος του φαγητού δεν μοιάζει τόσο φτιαγμένος για «τραπέζια του ενός». Από ένα ρομαντικό δείπνο για δύο μέχρι τα μεγάλα και πολύωρα τραπέζια που αγαπάμε πολύ στην Ελλάδα, η έξοδος για φαγητό φαίνεται να λειτουργεί με ισχυρό γνώμονα την ένωση με τους άλλους. Ο σεφ Άνταμ Κοντοβάς έχει αντίθετη άποψη. Άλλωστε, ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από την κουζίνα του Kobra πήρε το βάπτισμα του πυρός στον κόσμο της γαστρονομίας όχι μόνο δουλεύοντας σε κουζίνες του εξωτερικού, αλλά και δοκιμάζοντας μόνος του πιάτα σε εστιατόρια εντός και εκτός συνόρων. «Το να πάει κάποιος μόνος του να φάει ένα γεύμα και να πιει ένα ποτήρι κρασί το θεωρώ πολύ ωραίο, σε ηρεμεί», λέει. Και τα οφέλη γι’ αυτόν δεν έχουν να κάνουν μόνο με την ίδια τη γευστική εμπειρία: «Σε βοηθάει πάρα πολύ να επικεντρωθείς σε αυτό που τρως χωρίς παρεμβολές από τον απέναντί σου. Σπάνια είσαι κάπου ήσυχα και δεν σου μιλάει κανένας. Οπότε το να βγαίνεις μόνος σου, αυτή η μία-μιάμιση ώρα, σε φέρνει πιο κοντά με τον εαυτό σου». 

Ο ίδιος παραδέχεται βέβαια πως, πράγματι, δεν είναι τόσο σύνηθες να βλέπεις ανθρώπους να τρώνε μόνοι τους. Ιδιαίτερα σε ένα μαγαζί όπως το Kobra, που έχει περισσότερο τον χαρακτήρα αυτού που λέμε «στέκι», με κάποιες σπάνιες εξαιρέσεις μοναχικών εμφανίσεων που αφορούν κυρίως τουρίστες. Κι αυτό γιατί στο εξωτερικό είναι πιο διαδεδομένο, και ιδίως στις σκανδιναβικές χώρες που γενικά έχουν αγκαλιάσει πολύ περισσότερο τις μοναχικές δραστηριότητες σε κάθε επίπεδο. Πάντως, αυτές τις λίγες ομολογουμένως φορές που θα δούμε κάποιον να πίνει και, ακόμα περισσότερο, να τρώει μόνος του έξω, σπάνια το άτομο αυτό δεν θα βρίσκεται προσκολλημένο στο κινητό του, είτε τσατάροντας, είτε απλώς σκρολάροντας, είτε φυσικά απαθανατίζοντας φωτογραφικά τη μοναχική εμπειρία, λίγο πριν αυτή γίνει διαδικτυακά συλλογική. 

Έχει ενδιαφέρον να εξετάσουμε αν η προσθήκη των σόσιαλ μίντια στο κάδρο βοηθάει ή τελικά δυσχεραίνει μια «μοναχική» δραστηριότητα. Για την ψυχολογική λειτουργία της σχεδόν χορογραφημένης ακολουθίας «βγαίνω μόνος-παραγγέλνω-φωτογραφίζω-ανεβάζω-τρώω/πίνω», ο Δημήτρης Σταράκης τοποθετείται ως εξής: «Εάν τα σόσιαλ μίντια αποτελούν έναν διογκωμένο παράγοντα για την κάλυψη υπέρμετρων ναρκισσιστικών αναγκών μας, τότε μπορεί κάλλιστα να καλλιεργηθεί η ανασφάλεια ότι η επιλογή της μοναχικής δραστηριότητας δεν έχει την κοινωνική επικύρωση μέσω των σόσιαλ μίντια».

Με πιο απλά λόγια, μήπως καμιά φορά βγαίνοντας κανείς μόνος του κυνηγά μια φαντασιακή επιβεβαίωση από τον άλλο, που θα έρθει με τη μορφή ενός like ή ενός dm; Όποια κι αν είναι η απάντηση, βέβαια, στο τέλος της ημέρας όλα είναι θέμα της χρήσης και της βαρύτητας που δίνει ο καθένας σε κοινωνικά και τεχνολογικά εργαλεία αλλά και καταστάσεις. 

Η ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ

Δεν πρέπει να αγνοούμε φυσικά και τον τρόπο που αισίως δύο και κάτι χρόνια κοινωνικής και υγειονομικής αναταραχής (και όχι μόνο) επηρέασαν το πώς τελικά δρούμε σε κάθε επίπεδο. Ο κ. Σταράκης χαρακτηρίζει ως ένα «βίαιο σταμάτημα» όλο αυτό που ζήσαμε και εν μέρει ζούμε ακόμα, κάτι που κι αυτός και άλλοι συνάδελφοί του μπορούν να δουν καθημερινά μέσα από τις συνεδρίες τους. «Σε κάποιες λοιπόν περιπτώσεις, ορισμένοι ανακάλυψαν νέες τοποθετήσεις στην καθημερινότητά τους. Ίσως μία από αυτές να είναι η επιλογή να κάνουν κάποια πράγματα μόνες και μόνοι και να το χαίρονται», καταλήγει.

Το σίγουρο είναι ότι πολλά πλάνα πάγωσαν, άλλαξαν ή τροποποιήθηκαν όλο αυτό το διάστημα, προκειμένου να γίνουν υλοποιήσιμα στο πλαίσιο της νέας και πρωτόγνωρης αυτής παγκόσμιας συνθήκης. Δεν ήταν λίγα και τα αγορασμένα αεροπορικά εισιτήρια που είδαν τις πτήσεις τους να ακυρώνονται ή μετατράπηκαν λίγο αργότερα σε vouchers που υπόσχονταν μελλοντικά ταξίδια προς το άγνωστο, μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Ο Νικόλας Νάκιος, ιδιοκτήτης του ταξιδιωτικού γραφείου Travelgate, παρατηρεί πως μια τάση που γνώρισε έξαρση την περίοδο της πανδημίας ήταν το ότι πολλοί, βλέποντας τις διάφορες προσφορές που έβγαζαν συχνά-πυκνά οι αεροπορικές, έκλειναν μόνοι τους φθηνά εισιτήρια για περίπου έναν χρόνο μετά, χωρίς να γνωρίζουν στην πραγματικότητα, ούτε οι ταξιδιώτες ούτε οι αεροπορικές, αν αυτές οι πτήσεις θα πραγματοποιηθούν. 

Στις περιπτώσεις που αυτές οι πτήσεις τελικά γίνονταν, οι ταξιδιώτες συνήθιζαν να αφήνουν για την τελευταία στιγμή το κλείσιμο της διαμονής και, όταν δεν κατάφερναν να την εξασφαλίσουν, ζητούσαν να ενσωματωθούν σε ομαδικά γκρουπ, το οποίο με τη σειρά του δεν ήταν πάντα εφικτό, δεδομένων των συγκεκριμένων θέσεων που προβλέπονται στο εκάστοτε ομαδικό ταξίδι. Όσοι πάντως περνούν μόνοι το κατώφλι του ταξιδιωτικού γραφείου ενδιαφέρονται κυρίως για τουριστικές εξορμήσεις σε γκρουπ: «Παλιά έρχονταν σε εκδρομές δυο δυο, ζευγάρια ή φίλοι, και τώρα μας λένε “ξέρεις, είμαι μόνος μου, γίνεται να πάω στην τάδε εκδρομή;”», παρατηρεί ο Νικόλας Νάκιος. Συνηθέστερα μέρος ενός γκρουπ επιλέγουν να γίνουν οι γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, συχνά για να βρουν νέες παρέες, ενώ οι προορισμοί που προτιμούν είναι κυρίως κοντινοί και μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων. Είναι και ο οικονομικός παράγοντας που παίζει ρόλο. Είναι πιθανό να επιλέξει να ταξιδέψει κάποιος μόνος του επειδή ο ίδιος έχει το μπάτζετ, ενώ οι φίλοι του όχι. 

Σε ό,τι αφορά την τουριστική μοναχικότητα, πάντως, ο Νικόλας Νάκιος εικάζει πως είναι περισσότερο ένα προσωρινό απότοκο της πανδημίας που σιγά σιγά αλλάζει. Είναι πεπεισμένος πως «πάντα ο κόσμος θα επιλέγει το ομαδικό». Όχι όμως και ο Μάκης Παπασημακόπουλος, που επιμένει να κρατάει θέση για έναν: «Ταξιδεύω τόσα χρόνια μόνος μου, που το να ταξιδέψω πλέον με άλλα άτομα μου φαντάζει εξωφρενικά άβολο. Ίσως γιατί τα ταξίδια, έτσι όπως τα φαντάζομαι, είναι πάντα ένας στόχος μέσα στο καλεντάρι μου, μια διαδικασία που με βοηθάει να “αποσυνδεθώ” από όλα». Είναι τελικά μέσα στη βουή μιας ξένης πόλης που μπορεί να βρει καλύτερα τον εαυτό του: «Ως άγνωστος μεταξύ αγνώστων, σε μια άλλη χώρα, μπορώ να χαλαρώσω πραγματικά, να κινηθώ με τους δικούς μου ρυθμούς και να ανακαλύψω καταστάσεις και εμπειρίες με τους δικούς μου όρους, κάτι που δεν είναι εύκολο όταν έχεις την όποια παρέα». Είναι οι εμπειρίες που μας φέρνουν πιο αληθινά κοντά στον εαυτό μας αυτές στις οποίες βρίσκεται η ουσία; Με άλλους, ολομόναχοι, μόνοι μεταξύ πολλών αγνώστων, η ειλικρίνεια προς την επιθυμία μας είναι αυτή που μπορεί να μας οδηγήσει εκεί όπου θα νιώθουμε καλά. Είτε είναι το μπαρ της γειτονιάς μας είτε ο πιο απομακρυσμένος προορισμός του κόσμου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή