Πώς έζησαν τις πρώτες τους μέρες στο ελληνικό σχολείο τα προσφυγάκια από την Ουκρανία;

Πώς έζησαν τις πρώτες τους μέρες στο ελληνικό σχολείο τα προσφυγάκια από την Ουκρανία;

Το «Κ» κατέγραψε πως ήταν οι πρώτες μέρες του σχολείου, πως ανταποκρίθηκε στην πρόκληση ο κρατικός μηχανισμός, αλλά και οι δάσκαλοι και οι μαθητές μέσα στις τάξεις.

16' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η τελευταία επίσημη μέτρηση που έγινε στις 8 Αυγούστου ανέφερε ότι μετά την έναρξη του πολέμου έχουν προσφύγει στην Ελλάδα συνολικά 75.945 Ουκρανοί, εκ των οποίων οι 19.760 είναι παιδιά. Τον ενάμιση μήνα που έχει μεσολαβήσει από τότε, λογικά ο αριθμός έχει αυξηθεί, ενώ κάποιοι –λίγοι– ίσως έχουν επιστρέψει στη χώρα τους. Σε ό,τι αφορά τα παιδιά, τα περισσότερα έχουν γραφτεί ήδη στα ελληνικά σχολεία και την προηγούμενη εβδομάδα φόρεσαν τα «καλά» τους, για να πάνε στον αγιασμό και να ξεκινήσουν τη νέα σχολική χρονιά. Για τα Ουκρανάκια, το σύνηθες άγχος της πρώτης μέρας στο σχολείο ήταν λίγο ενισχυμένο φέτος. Δεν υπήρχε κάποιο από αυτά που να μην έθεσε το εύλογο ερώτημα «πώς θα πάω στο ελληνικό σχολείο ενώ δεν ξέρω ελληνικά;». Στην καλύτερη περίπτωση το ερώτημα απευθύνθηκε σε κάποια μαμά ή γιαγιά, που υποθέτω θα απάντησε με μια αγκαλιά ή με μια εμψυχωτική φράση. Σε μια δυσκολότερη συγκυρία, την εμψύχωση κλήθηκε να κάνει κάποιος εντεταλμένος συνοδός που έχει αναλάβει τα ασυνόδευτα παιδιά που ήλθαν στη χώρα. 

Ακριβώς την πρώτη εβδομάδα της σχολικής χρονιάς, και με το παραπάνω ερώτημα ακόμη αναπάντητο στην ουσία του, μίλησα με κάποια από αυτά τα παιδιά, με τις μητέρες τους, με τις δασκάλες τους, με υπευθύνους του προγράμματος Όλα τα Παιδιά στην Εκπαίδευση, που υλοποιείται από τη ΜΚΟ SolidarityNow με στόχο να τα στηρίξει για την ομαλή τους ένταξη στην ελληνική εκπαίδευση. Τα συμπεράσματα, οι σκέψεις, τα συναισθήματα είναι πολλά και κάπως ξεδιπλώνονται παρακάτω. Πάντως, αυτό που μου έγινε απολύτως σαφές και το κρατάω μέσα μου ως αισιόδοξη πραγματικότητα και ακλόνητη βεβαιότητα, είναι ότι τα παιδιά προσαρμόζονται. Καλύτερα και γρηγορότερα από εμάς, τους «μεγάλους». Σε πείσμα της τρυφερής τους ηλικίας και της ευάλωτης θέσης τους, βρίσκουν τον τρόπο να σταθούν, να χαμογελάσουν, να πάρουν ό,τι μπορούν από αυτό που τους προσφέρεται και τελικά να προχωρήσουν στον τόπο που βρέθηκαν, με τα δεδομένα που τους δόθηκαν.

Τον Μάρτιο του 2022…

Οι Ουκρανοί που άρχισαν να φτάνουν στην Ελλάδα την περασμένη άνοιξη ήταν γυναίκες, παιδιά και κάποιοι ηλικιωμένοι. Άλλωστε οι άνδρες έως 60 ετών απαγορεύεται να φύγουν από τη χώρα. Ο λόγος που επέλεξαν την Ελλάδα –όσοι από αυτούς την επέλεξαν– είναι γιατί, χάρη στην αρκετά σημαντική ουκρανική κοινότητα που υπάρχει στη χώρα μας, έτυχε να έχουν συγγενείς και γνωστούς εδώ – σε αντίθεση με άλλους πρόσφυγες, για τους οποίους η Ελλάδα ήταν απλώς η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που συνάντησαν στον δρόμο τους. Κάποιοι άλλοι Ουκρανοί σκέφτηκαν ότι η Ελλάδα είναι καλή ιδέα για την προσωρινή τους διαμονή, επειδή είναι τουριστική χώρα και άρα θα μπορούσαν να απορροφηθούν το καλοκαίρι σε κάποιο τουριστικό επάγγελμα και να βγάλουν τα προς το ζην.

Σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση, όπου υπάρχουν παιδιά προσφύγων, τα ελληνικά σχολεία καλούνται να τα απορροφήσουν. Όπως έμαθα, αρκούν επτά αλλόγλωσσα παιδιά για να συσταθεί ένα τμήμα υποδοχής. Τα παιδιά που εντάσσονται σ’ αυτές τις τάξεις τη μισή μέρα διδάσκονται υποστηρικτικά αμιγώς ελληνικά και τις υπόλοιπες ώρες κάνουν τα υπόλοιπα μαθήματα στην κανονική τάξη – κυρίως τα «ελαφριά» μαθήματα (καλλιτεχνικά, μουσική, γυμναστική κ.λπ.). Αν δεν συμπληρωθεί ο αριθμός των επτά μαθητών, το ελληνικό δημόσιο σχολείο πρέπει να εντάξει τα παιδιά αυτά στα ήδη υπάρχοντα τμήματα. Ο βασικός λόγος που ένα προσφυγόπουλο, πριν καλά καλά μάθει μια ελληνική λέξη, πρέπει να μπει στο ελληνικό σχολείο, δεν είναι φυσικά για να μη χάσει την τάξη. Είναι πολύ περισσότερο για να αισθανθεί μια κανονικότητα στη ζωή του, να κοινωνικοποιηθεί και να νιώσει ότι ανήκει κάπου. Με αυτό το σκεπτικό λειτουργούν τα υποστηρικτικά προγράμματα ένταξης των παιδιών προσφυγικού και μεταναστευτικού προφίλ στην ελληνική εκπαίδευση. Αυτά τα προγράμματα βοηθούν σε όλα τα στάδια της διαδικασίας: από τη συγκέντρωση των απαραίτητων εγγράφων για την εγγραφή στο σχολείο μέχρι την υποστηρικτική διδασκαλία (κάνουν ελληνικά, αγγλικά, μαθηματικά, φυσική και το διάβασμα για τα μαθήματα του σχολείου). 

Οι ΣΕΠ (Συντονιστές Εκπαίδευσης Προσφύγων), που διορίζονται από το Υπουργείο Παιδείας, είναι παράλληλα οι βασικοί υποστηρικτές της διαδικασίας. Η Εύα Μέλλου, περιφερειακή συντονίστρια του προγράμματος Όλα τα Παιδιά στην Εκπαίδευση του οργανισμού SolidarityNow, Ν. Ελλάδας, μου είπε: «Η επικοινωνία είναι ένστικτο επιβίωσης. Το να μάθεις τη γλώσσα του τόπου στον οποίο διαμένεις είναι αναγκαιότητα. Έτσι το βλέπουν και τα παιδιά. “Θέλω να παίξω στην παιδική χαρά και να μιλάω με τα άλλα παιδιά” είναι το πρώτο που μας λένε όταν έρχονται εδώ. Στην πορεία συνήθως αποθαρρύνονται λίγο, γιατί τα ελληνικά είναι μια δύσκολη γλώσσα». 

Πώς έζησαν τις πρώτες τους μέρες στο ελληνικό σχολείο τα προσφυγάκια από την Ουκρανία;-1
Η διδασκαλία του ελληνικού αλφαβήτου είχε κάποιες ιδιαιτερότητες για τα Ουκρανάκια, μας εξήγησε η εκπαιδευτικός Μαρίζα Βαρθαλάμη. 

Μαθαίνοντας το ελληνικό αλφάβητο 

Η Μαρίζα Βαρθαλάμη, εκπαιδευτικός και συντονίστρια του κέντρου που επισκέφτηκα, μου εξήγησε κάποιες ιδιαιτερότητες που αντιμετώπισαν με τα Ουκρανάκια: «Η μεγαλύτερη δυσκολία με τα παιδιά από την Ουκρανία ήταν ότι ήρθαν από τον πόλεμο απευθείας σ’ εμάς. Τα υπόλοιπα προσφυγόπουλα συνήθως έχουν κάνει στάση σε κάποιο νησί ή σε μια άλλη χώρα… Δεν έρχονται με φρέσκο το τραύμα, έχουν συνειδητοποιήσει περισσότερο την κατάσταση. Η άλλη δυσκολία είναι πάντα η ίδια· η γλώσσα μας είναι δύσκολη. Στην αρχή τα παιδιά στην τάξη όχι μόνο δεν καταλάβαιναν, αλλά δεν προσπαθούσαν και να καταλάβουν ή να επικοινωνήσουν μαζί μας. Μας αγνοούσαν. Προσωπικά δεν έχω ξανασυναντήσει ποτέ τέτοια παγωμάρα σε τάξη ως δασκάλα. Μια κοπελίτσα, έφηβη και λίγο αντιδραστική, μου είχε πει την ώρα του μαθήματος: “Γιατί δεν μαθαίνετε εσείς ουκρανικά ή ρωσικά για να συνεννοούμαστε και πρέπει να μάθω εγώ ελληνικά;”. Δυσκολευόταν το παιδί και αντιδρούσε. Όπως δεν θα ξεχάσω ποτέ όταν επιχείρησα πρώτη φορά να τους βάλω να γράψουν την ελληνική αλφαβήτα. Γράφαμε στο τετράδιο τα γράμματα και παρατήρησα ότι τα περισσότερα παιδιά παρέκαμπταν το γράμμα Ζ – είναι το γράμμα που έχουν πάνω τα ρωσικά άρματα που κάνουν εισβολή. Δεν κατάλαβα στην αρχή γιατί συνέβαινε αυτό. Δεν πήγε το μυαλό μου και επιχείρησα να τα βοηθήσω, να τους το γράψω εγώ. Ένας πιτσιρίκος τότε κοπάνησε το χέρι του στο θρανίο και μου φώναξε: “Νο”. Τότε μόνο συνειδητοποίησα τι γινόταν. Συζήτησα με τη μητέρα εκείνου του αγοριού το περιστατικό. Την επόμενη μέρα μού έφερε ο ίδιος μια σελίδα στην οποία είχε γράψει όλη την αλφαβήτα, συμπεριλαμβανομένου και του Ζ. Ευτυχώς, όλα αλλάζουν όταν τα παιδιά γράφονται στο σχολείο. Εντάσσονται σ’ ένα κοινωνικό πλαίσιο και γλυκαίνουν». 

Πώς έζησαν τις πρώτες τους μέρες στο ελληνικό σχολείο τα προσφυγάκια από την Ουκρανία;-2
Η επτάχρονη Αναστασία λέει πως, όταν μεγαλώσει, θέλει να γίνει δασκάλα ελληνικών. 

Θέλω να γίνω δασκάλα ελληνικών

Η κ. Βαρθαλάμη μού σύστησε την επτάχρονη Αναστασία, η οποία μου είπε ότι θέλει να γίνει δασκάλα ελληνικών. Είχε πλεξούδες στα μακριά της μαλλιά και φορούσε τη στολή του ουκρανικού σχολείου, την οποία, όπως μου εξήγησε, της την είχαν στείλει πριν από δύο μέρες με δέμα. Τη ρώτησα πώς της φάνηκε η πρώτη εβδομάδα στο σχολείο: «Μου αρέσει πολύ. Έχω κάνει δύο φίλες, την Κατερίνα και τη Βασιλική. Γενικά έχει πολλά παιδιά, περνάμε πολύ ωραία, τα διαλείμματα είναι μεγάλα και παίζουμε κρυφτό. Την πρώτη μέρα που πήγα, ήρθε παπάς και κάναμε αγιασμό. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο, όμως, στο ελληνικό σχολείο είναι ότι έχουμε και υπολογιστές! Στην Ουκρανία δεν είχαμε». Η μαμά της, Γιάννα, μου αφηγήθηκε: «Ήρθαμε στην Ελλάδα με την κόρη μου και τους γονείς μου στις 13 Μαρτίου, όταν άρχισαν να γίνονται πιο συχνοί οι βομβαρδισμοί. Το πλάνο μας ήταν να μείνουμε έναν μήνα και γι’ αυτό πήραμε ελάχιστα πράγματα μαζί μας. Τελικά είμαστε ακόμη εδώ. Η μικρή έχει προσαρμοστεί καλύτερα απ’ όλους μας. Άρχισε μαθήματα ελληνικής γλώσσας όταν συνειδητοποίησα ότι δεν θα επιστρέψουμε άμεσα. Αυτό που δεν περίμενα, αλλά συνέβη, ήταν ότι η Αναστασία άρχισε να αγαπάει πάρα πολύ την ελληνική γλώσσα, σε σημείο που ανυπομονούσε για το επόμενο μάθημα.

»Έφτασε η έναρξη της σχολικής χρονιάς και παρέμενε το μεγαλύτερό μου άγχος, πώς θα προσαρμοστεί το παιδί μου σ’ ένα σχολείο όπου δεν μιλάει κανείς ουκρανικά, πώς θα είναι η διάθεσή της, πώς θα αντιδράσει. Η ίδια τελικά είναι ενθουσιασμένη. Δηλώνει μάλιστα ότι, όταν μεγαλώσει, θέλει να γίνει δασκάλα ελληνικών. Συγκεκριμένα λέει ότι, όταν γυρίσουμε στην Ουκρανία, θα πάει στη διευθύντρια του σχολείου και θα ζητήσει να της δώσει μια τάξη για να διδάσκει ελληνικά στα άλλα παιδιά». 

Πώς έζησαν τις πρώτες τους μέρες στο ελληνικό σχολείο τα προσφυγάκια από την Ουκρανία;-3
Ο 10χρονος Παύλος δείχνει να προσαρμόζεται καλύτερα στο ελληνικό σχολείο από ό,τι στο ουκρανικό. 

Έτσι κι έτσι

Ο Παύλος πηγαίνει στην πέμπτη Δημοτικού, ξέρει λίγα ελληνικά και μέσα σ’ αυτά είναι και η φράση «έτσι κι έτσι», που μάλλον είναι η αγαπημένη του, γιατί τη χρησιμοποιεί πολύ συχνά. Ήταν άλλωστε και η πρώτη απάντηση που μου έδωσε όταν τον ρώτησα πώς ήταν οι πρώτες μέρες στο σχολείο: «Έτσι κι έτσι», μου είπε και συνέχισε στα ουκρανικά: «Μου έδωσαν τόσα βιβλία που δεν ξέρω τι να τα κάνω! Στην Ουκρανία μάς έδιναν πιο λίγα». «Μιλάς ελληνικά; Θέλεις να μάθεις;» του αντέτεινα. «Έτσι κι έτσι», μου είπε πάλι σε άπταιστα ελληνικά και εξήγησε: «Κάποιες φορές θέλω, κάποιες βαριέμαι. Όταν αλλάζει η διάθεση, αλλάζει και η επιθυμία. Πάντως πιστεύω ότι σε έναν χρόνο από τώρα θα έχω μάθει πολύ καλά την ελληνική γλώσσα». «Τι ξέρεις για την Ελλάδα;» επέμεινα και απάντησε: «Μπορώ να πω ότι είναι μια χώρα των θεών, ότι έχει πολλά νησιά κι έχω προλάβει να πάω σ’ ένα από αυτά, την Αίγινα. Ξέρω επίσης ότι από την ελληνική γλώσσα γεννήθηκαν πολλές άλλες γλώσσες και η ορολογία για κάποια αντικείμενα». Η μαμά του, η Βικτόρια, μου μίλησε πολύ ανοιχτά για τον Παύλο, σαν να είχε ανάγκη να μοιραστεί την αγωνία της: «Στην Ουκρανία το παιδί δεν είχε φίλους. Έχει πολύ “μαλακό” χαρακτήρα και τον κορόιδευαν, του έκαναν μπούλινγκ. Ξεκίνησε στο ελληνικό σχολείο αμέσως, από τον περασμένο Απρίλιο –ήρθαμε στη χώρα στις 4 Μαρτίου–, και το μεγαλύτερό μου άγχος ήταν πώς θα προσαρμοστεί, πώς θα επιβιώσει χωρίς να μιλάει τη γλώσσα του σχολείου».

«Έτρεμα μήπως πάλι του κάνουν μπούλινγκ, γιατί είναι πολύ καλόκαρδος. Δεν ήθελα να πληγωθεί. Έπαθα σοκ με το πόσο καλά τού συμπεριφέρθηκαν τα Ελληνάκια. Το πώς τον υποδέχτηκαν και τον αγκάλιασαν. Το ίδιο και η δασκάλα. Με συγκινεί που το λέω. Το παιδί μου είναι πιο χαρούμενο εδώ και περνάει ο καιρός και όλη μέρα αναρωτιέμαι τι θα κάνω. Σπάω το κεφάλι μου. Γιατί από τη μια θέλω κάποια στιγμή να γυρίσω στην Ουκρανία –εκεί είναι ο άνδρας μου, το σπίτι μας, η δουλειά μου–, από την άλλη το καλό του παιδιού μου μάλλον είναι να μείνουμε εδώ. Τον παρατηρώ πόσο πιο ευτυχισμένος είναι, πόσο καλύτερα περνάει στο σχολείο, πόσο καλύτερα τα πηγαίνει σε όλα. Στο ελληνικό σχολείο είναι όλα πιο απλά, με λιγότερο άγχος. Την πρώτη μέρα της σχολικής χρονιάς παρατήρησα ότι τα παιδιά φορούσαν τα κανονικά τους ρούχα. Στην Ουκρανία, μέχρι και την αγελάδα τους θα πουλήσουν οι γονείς για να πάρουν καινούργια στολή στα παιδιά, για να προσφέρουν τα ακριβότερα λουλούδια στη δασκάλα και να πάει κομμωτήριο η μητέρα.

Υπάρχει ανταγωνισμός, πρέπει να δείξεις ότι μπορείς να έχεις τα καλύτερα. Εδώ οι άνθρωποι είναι καλοί και μου αρέσει. Όπως τα έχασα όταν έπρεπε να φύγω από την Ουκρανία, το ίδιο χαμένη νιώθω και τώρα, αλλά για τον αντίστροφο λόγο». Όση ώρα μιλούσε η μαμά του Παύλου στα ουκρανικά, ο μικρός την κοιτούσε μέσα στα μάτια, σαν να έψαχνε και ο ίδιος απαντήσεις. Όταν ολοκλήρωσε τη φράση της η διερμηνέας, το παιδί με κοίταξε. Ήθελε νομίζω να διακρίνει τη δική μου άποψη πάνω στο δίλημμα της μαμάς του. «Σου αρέσει περισσότερο το ελληνικό σχολείο;» τον ρώτησα. «Η αλήθεια είναι ότι το ουκρανικό σχολείο είναι έτσι κι έτσι [σ.σ.: πάντα στα ελληνικά], αλλά θέλω να γυρίσω στην Ουκρανία γιατί είναι σπίτι μου», μου απάντησε. 

Πώς έζησαν τις πρώτες τους μέρες στο ελληνικό σχολείο τα προσφυγάκια από την Ουκρανία;-4
Η 10χρονη Κίρα μάς είπε ότι της λείπει το σχολείο της, αν και στην Ελλάδα τα παιδιά τής φέρονται καλύτερα.

Κάθε αρχή και δύσκολη

Η Ίνα είναι η μητέρα της δεκάχρονης Κίρα και του εφτάχρονου Ίλια. Μου περιέγραψε την πρώτη εβδομάδα στο σχολείο με ανακούφιση, σαν να είχαν περάσει τα πιο δύσκολα: «Είχα πολύ άγχος την πρώτη μέρα. Δεν με άφησαν να μπω στην τάξη, έπρεπε να αφήσω τα παιδιά μου στην είσοδο. Ζήτησα να δω πού θα κάνουν μάθημα και μου είπαν άλλη στιγμή. Στην Ουκρανία μπορούσα να τρυπώνω και να κρυφοκοιτάζω! Τα παιδιά δεν έχουν εξοικειωθεί ακόμη με την ελληνική γλώσσα, γιατί δεν έχουμε κανέναν στο περιβάλλον μας να μιλάει ελληνικά. Τώρα άρχισα κι εγώ μαθήματα ελληνικών για να μπορώ να παρακολουθώ τι γίνεται. Οι δασκάλες στο σχολείο δεν μιλάνε καλά αγγλικά και θέλω να συνεννοούμαι μαζί τους για την πρόοδο των παιδιών. Η μικρή ήδη μου είπε ότι έκανε φίλους στο σχολείο. Γενικά, από όταν γράφτηκαν στο σχολείο, άρχισαν να προσαρμόζονται περισσότερο. Καταλαβαίνουν όμως ότι αυτό που συμβαίνει είναι αναγκαστικό και όχι η επιλογή μας. Συνεχίζουν παράλληλα να κάνουν τηλεκπαίδευση στο σχολείο τους στην Ουκρανία, που ναι μεν δεν λειτουργεί, αλλά δεν έχει βομβαρδιστεί, οπότε οι δάσκαλοι συνεχίζουν να παραδίδουν τα μαθήματα διαδικτυακά, είτε από το σχολείο είτε από τα καταφύγια. Στο ελληνικό σχολείο πηγαίνουν κυρίως για να έχουν κοινωνική ζωή και να συναναστρέφονται άλλα παιδιά». Τη ρωτάω τι σκέφτεται για την επόμενη μέρα. «Με το που τελειώσει ο πόλεμος, θα πάμε σπίτι μας. Μη νομίζετε ότι δεν μας αρέσει η Ελλάδα. Είναι πολύ ωραίο μέρος, αλλά εμείς φύγαμε αναγκαστικά και ζούμε με την αίσθηση ότι αφήσαμε το σπίτι μας. Μας λείπει», μου απαντά σχεδόν απολογούμενη. Όσο για τη μικρή Κίρα, τη ρώτησα πώς τα πηγαίνει στο ελληνικό σχολείο και μου απάντησε: «Η μισή τάξη είναι φίλοι μου! Όλοι Έλληνες! Δεν θυμάμαι τι λέμε βέβαια. Λίγο στα αγγλικά μιλάμε. Το σχολείο στην Ουκρανία μού αρέσει περισσότερο, αλλά εδώ μου φέρονται καλύτερα τα παιδιά. Στην Ουκρανία κάποιοι συμμαθητές δεν μου φέρονταν καλά».

Πώς έζησαν τις πρώτες τους μέρες στο ελληνικό σχολείο τα προσφυγάκια από την Ουκρανία;-5
Ο 7χρονος Κύριλλος δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και η μητέρα του, Αναστασία, δεν θέλει να τον πιέσει να μάθει ελληνικά.

Ο μικρός Κύριλλος, 7 ετών, δεν ήθελε να μου μιλήσει. Νομίζω ντρεπόταν. «Είναι κουρασμένος και πεινάει», τον δικαιολόγησε η μητέρα του. Την πρώτη του μέρα ως πρωτάκι τα έφερε έτσι η ζωή να τη ζήσει στην Ελλάδα και ήταν λίγο δύσκολη. Η μητέρα του, Αναστασία, μου εξήγησε τις λεπτομέρειες: «Την πρώτη μέρα έκλαιγε πολύ. Γενικά είναι ένα παιδί που από μικρό δυσκολεύεται να προσαρμοστεί σε οτιδήποτε καινούργιο. Στο ελληνικό σχολείο αισθάνεται ανασφάλεια, ότι δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τα άλλα παιδιά και με τη δασκάλα. Ζορίζεται να μάθει την ελληνική αλφαβήτα και δεν θέλω να τον πιέζω. Με ρωτάει συχνά πότε θα τελειώσει ο πόλεμος και πότε θα γυρίσουμε σπίτι. Συνεχίζει παράλληλα και στο ουκρανικό σχολείο με τηλεκπαίδευση, για να νιώθει ότι το σχολείο στο οποίο εκείνος ανήκει είναι ακόμη στη θέση του. Προσπαθώ να του μιλάω και να του εξηγώ ότι είναι προσωρινό και αναγκαίο αυτό που συμβαίνει τώρα. Από την άλλη, δεν μπορώ και να αποκλείσω την πιθανότητα να μείνουμε εδώ, γιατί κανείς δεν ξέρει ούτε πότε θα τελειώσει ο πόλεμος ούτε τι θα έχει μείνει όρθιο». Τι ρωτάω αν την έχει βοηθήσει κανείς σε όλα όσα περνάει. «Οι άνθρωποι, οι Έλληνες. Τις πρώτες μέρες που έκλαιγε ο Κύριλλος, περίμενα στην πόρτα του σχολείου να τον παραλάβω και τον έβλεπα να βγαίνει πρώτος πρώτος κρατώντας το χέρι της δασκάλας και από πίσω τα υπόλοιπα παιδιά. Κάθεται πάντα στο πρώτο θρανίο, για να τον προσέχουν. Είναι υπέροχοι οι άνθρωποι εδώ. Όπως και η ίδια η πόλη είναι ωραία. Δηλαδή, ακόμη και ο δικός μου γιος που αντιδρά σ’ αυτό που ζούμε, ποτέ δεν μου έχει πει ότι δεν του αρέσει η Αθήνα. Αντίθετα, δείχνει να την απολαμβάνει». 

Ουδέν κακόν αμιγές καλού

Δεν μπορώ να μην ομολογήσω την ικανοποίηση που ένιωσα μιλώντας με αυτούς τους ανθρώπους. «Καμάρι» είναι ίσως η σωστή λέξη. Καμάρωσα για τη χώρα μου και τους πολίτες της, μικρούς και μεγάλους, ακούγοντας με απλά λόγια απλών ανθρώπων πόση υποστήριξη έχουν λάβει από τους  Έλληνες. Από την άλλη, σε όλη τη διάρκεια του ρεπορτάζ δεν υπήρξε αρμόδιος, εμπλεκόμενος, ειδικός ή φορέας που να μην υπονοήσει ή να μη μου πει ευθέως ότι παιδιά δεν είναι μόνο τα Ουκρανάκια. Και οφείλω να το αναφέρω αυτό. Η Εύα Μέλλου, συντονίστρια του προγράμματος, στο τέλος της συζήτησής μας, όταν τη ρώτησα αν θέλει να προσθέσει κάτι, μου είπε: «Αντιλαμβάνομαι ότι το θέμα σας στο περιοδικό είναι για τα παιδιά από την Ουκρανία, αλλά θέλω να πω ότι και τα υπόλοιπα προσφυγόπουλα έχουν τις ίδιες ανάγκες. Όλα αυτά τα παιδιά χρειάζονται την κανονικότητα ενός σχολείου, ένα ασφαλές πλαίσιο, βοήθεια στη γλώσσα, συναισθηματική υποστήριξη. Καλό θα ήταν τώρα, με αφορμή τους Ουκρανούς, να αναγνωριστεί αυτή η ανάγκη και για τα παιδιά άλλων χωρών και θρησκειών που έχουν ένα αντίστοιχο προφίλ». Χωρίς πρόθεση να ανοίξω πολιτική συζήτηση, ήθελα να μάθω τι υπονοείται. Ήθελα κάτι παραπάνω. Ρώτησα, επέμεινα. Μου απάντησαν: «Οι Ουκρανοί δεν αντιμετωπίζουν νομικά θέματα βάσει της απόφασης της Ευρώπης. Όταν λοιπόν ανοίγουν οι πόρτες των συνόρων, αυτό σημαίνει ότι αυτόματα θα ανοίξουν και οι επόμενες πόρτες, άρα και των σχολείων, αφού αυτό είναι το θέμα μας. Και βέβαια, εκτός από τη γεωγραφία, δηλαδή το προνόμιο της Ευρώπης, παίζει ρόλο και η θρησκεία. Πώς αντιμετωπίζει κάποιος μια μαμά με μαντίλα και πώς μια μαμά με ξανθά μαλλιά και μπλε μάτια; Ιδού το ερώτημα. Τι σημαίνουν αυτά πρακτικά; Αν ένα σχολείο είναι γεμάτο και θέλουμε να “βολέψουμε” ένα Ουκρανάκι, ίσως το καταφέρουμε. Παλιά θα ήταν αδύνατον. Ας μη μιλήσουμε όμως ευθέως για διάκριση και ρατσισμό. Ας πούμε απλώς ότι τους Ουκρανούς τούς νιώθουμε πιο κοντά μας, μας είναι πιο οικεία η εικόνα τους. Σε κάθε περίπτωση, είναι πάρα πολύ θετικό αυτό που συμβαίνει με τους πρόσφυγες από την Ουκρανία και θα θέλαμε πάρα πολύ να γίνεται με όλους. Άλλωστε, με αφορμή την ευαισθητοποίηση προς τους Ουκρανούς και με την κινητοποίηση όλου του συστήματος, έχουν επωφεληθεί όλα τα προσφυγόπουλα, όλων των εθνών. Φέτος προσλήφθηκαν 130 νέοι ΣΕΠ (Συνοδοί Εκπαίδευσης Ανηλίκων), αυξήθηκαν οι τάξεις υποδοχής, δημιουργήθηκε στο σάιτ του Υπουργείου Παιδείας μια σελίδα για την εκπαίδευση των προσφύγων, οι προϋποθέσεις ένταξης των παιδιών προσφυγικού και μεταναστευτικού προφίλ στο ελληνικό σχολείο είναι πλέον λιγότερο αυστηρές. Ας κρατήσουμε όλα αυτά τα καλά που έχουν συμβεί».

Μου ήταν αδύνατον να μην εκφράσω την ίδια απορία και στο Υπουργείο Παιδείας. Και την εξέφρασα. Παραθέτω απαράλλακτη την ερώτηση που έστειλα μέσω mail στον γενικό γραμματέα Α/θμιας, Β/θμιας Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής, Αλέξανδρο Κόπτση: «Κάνοντας ένα ρεπορτάζ για την ένταξη των παιδιών από την Ουκρανία στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, έμαθα ότι μετά την άφιξη των Ουκρανών αυξήθηκαν οι ΣΕΠ και εξομαλύνθηκαν οι διαδικασίες της ένταξης προσφύγων στο ελληνικό σχολείο, συγκρίνοντας με το πρόσφατο παρελθόν που τα παιδιά προσφύγων και μεταναστών άλλων εθνών αντιμετώπιζαν μεγαλύτερες δυσκολίες. Είναι θετικό το πρόσημο όπως και να έχει, αλλά θα ήθελα τη θέση του υπουργείου σχετικά με τα βελτιωμένα αντανακλαστικά που διαπιστώνονται. Πού αποδίδετε αυτή τη θετική εξέλιξη;». Μου απάντησε αμέσως και πρόθυμα ο ίδιος ο γεν. γραμματέας. Παραθέτω αυτολεξεί την απάντηση: «Η αντιμετώπιση όλων των προσφύγων και μεταναστών μαθητών είναι ίση και απαρέγκλιτα ομοιόμορφη. Με τον ίδιο τρόπο που έγινε η διαχείριση αυτών των παιδιών, έγινε και όλων των άλλων προσφύγων. Απλά τα τελευταία χρόνια δημιουργήσαμε μια εξαιρετική υποδομή που λειτουργεί με ταχύτητα, συνέπεια και αποτελεσματικότητα. Δημιουργήσαμε ένα συμπεριληπτικό σχολείο, μια αγκαλιά για όλα τα παιδιά μας από όπου και αν προέρχονται. Απόδειξη το ότι πέρυσι εγγράφηκε στα σχολεία, μετά από συντονισμένη προσπάθεια και προγραμματισμό του Υπ. Παιδείας και Θρησκευμάτων, το 95% των μαθητών προσφύγων που βρίσκονται στη χώρα και παρακολουθούσε κανονικά πάνω από το 80% των μαθητών αυτών. Η άμεση επομένως ανταπόκριση οφείλεται στην άρτια δομή υποδοχής που δημιουργήσαμε. Γι’ αυτό και λειτουργούν υποδειγματικά θα έλεγα οι τάξεις Υποδοχής και οι ΔΥΕΠ (Δομές Υποδοχής για την Εκπαίδευση των Προσφύγων), που συνεχώς και αυξάνονται εφόσον αυξάνεται και ο αριθμός των μαθητών προσφύγων». 

Ουδέν κακόν αμιγές καλού είναι ο επίλογος που βάζω. Μπορεί αυτή η φράση να αφορά μεμονωμένες περιπτώσεις ανθρώπων, όπως αυτήν του μικρού Παύλου, μπορεί να αφορά ένα ολόκληρο κρατικό σύστημα που αναγκάζεται να κινητοποιηθεί, μπορεί και την κουλτούρα ενός λαού που καλείται να «στρογγυλέψει», του δικού μας ή άλλου. Τα ίδια τα γεγονότα και οι ανάγκες σπρώχνουν, αναγκάζουν να αλλάξουμε, να μεγαλώσουμε, να συμπεριλάβουμε: αλλοεθνή και αλλόθρησκα παιδιά στα σχολεία μας, σελίδες σαν αυτές στα περιοδικά μας, νέους καλούς φίλους στο σπίτι μας – με μαντίλα ή μπλε μάτια.

ΙΝFO → Το πρόγραμμα Όλα τα Παιδιά στην Εκπαίδευση υλοποιείται από το SolidarityNow, με τη στήριξη και τη χρηματοδότηση της UNICEF Greece.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή