Το τέλος των ωραίων — Αναχώρηση στις 07.08. Επιβίβαση στο λάθος βαγόνι. Μικρή ταλαιπωρία. «Ουφ» από τους πνεύμονες βγαλμένο. Φταίει που ξύπνησε νωρίς; Που γέμισαν οι φλέβες και οι αρτηρίες με μια πρωτόγνωρη υγρασία για εκείνον, που μεγάλωσε στα βουνά γύρω από το Αγρίνιο; Ή μήπως επειδή ακόμα δεν συνήλθε από το ντεμπούτο της επίσκεψης στο γήπεδο της Τούμπας, το οποίο προήλθε χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια σε σχέση με το buzzer-beater του Ολιβέιρα στο 90 + 7΄ απέναντι στον Αστέρα, το οποίο γλίτωσε τον ΠΑΟΚ από μια ήττα; Το τρένο έχει την ίδια ηλικία με εκείνον, παρά το γεγονός πως και οι δυο τους πλασάρονται ως νέα μοντέλα σε κυκλοφορία. «Έλα, ρε, που κουράστηκες, δεν κάναμε και τίποτα». Γέλασε, ήταν εξαντλημένος να απαντήσει σωστά. Και μετά προσπάθησε να κοιμηθεί μέχρι η αμαξοστοιχία να φτάσει στην Αθήνα και να παραδεχτεί πως ήταν «το πιο γεμάτο του ταξίδι στη Θεσσαλονίκη». Ύστερα, πήγε κατευθείαν στη δουλειά.
Νυχτερινές καταλήψεις — Φοιτητές και νέοι συγκεντρώνονται στην Καμάρα για να διαδηλώσουν. Ένας πυρήνας στήνεται σε ουρά έξω από τις κρεπερί της Ναυαρίνου και στις μπουγάτσες στη Μητροπόλεως, άλλος πυρήνας στη Μητροπολίτου Ιωσήφ – εκατό άτομα να περιμένουν να μπουν στις τρεις το χάραμα στο Ταξίδι. Τα μπαρ στη Σβώλου και γύρω από τη Ροτόντα δεν έχουν τραπέζια ούτε για δείγμα, τα σκαλάκια μπροστά από την Αγία Σοφία είναι κατειλημμένα από τις παρέες, αράζουν όλοι μαζί έξω, με μονόλιτρες ρετσίνες και κοκα-κόλες. Δεν θέλω να φανταστώ τι γίνεται στα Λαδάδικα ή στη Βαλαωρίτου. Τυχαίες συναντήσεις με παλιούς γνωστούς, ώρες ώρες αισθάνομαι σαν να ’μαι σε χωριό. Ο Αθηνέζος παρατηρεί, ανακατεύει τις εικόνες στο μυαλό του, επειδή η μπαταρία της κάμεράς του είναι νεκρή. «Ρε συ, τι κόσμος είναι αυτός;» ρωτάει απορημένος και επαναλαμβάνει συνέχεια «φουλ ζωντάνια», σαν να υποδηλώνει μια σύγκριση με τους δρόμους και τα στέκια της Αθήνας. Πόσο έλειψε το να βλέπεις τη Θεσσαλονίκη τόσο ζωντανή τα βράδια της Παρασκευής και του Σαββάτου. Είμαστε στο 2019 απόψε.
Από το μπαλκόνι — Τον βλέπω να απορεί και με άλλα πράγματα. Όχι τόσο με την ονοματοδοσία φαγητών που προκαλούν ευχάριστες προστριβές ανάμεσα σε βορρά και νότο (π.χ. σουβλάκι/καλαμάκι, σάντουιτς/τυλιχτό, τυρί/κασέρι), όσο με τις χαμηλότερες σε σχέση με την Αθήνα τιμές των φαγητών, με το «πώς αντέχετε να μετακινείστε κάθε μέρα με τόσο γεμάτα λεωφορεία» ή με την ατμόσφαιρα της γειτονιάς στα δυτικά της πόλης. «Ωραία είστε εδώ», λέει, με αφορμή δύο γείτονες που μιλάνε από ξεχωριστά μπαλκόνια. «Αν το λες γι’ αυτούς, να ξέρεις πως είναι η κουτσομπόλα που μιλάει με τον παππού που περηφανεύεται πως ήταν στη μυστική αστυνομία της χούντας». Άβολο.
Η αρχή των πάντων — Με το που κατεβαίνει από την αμαξοστοιχία, κουμπώνει το μπουφάν, κι ας μην κάνει τόσο κρύο. Το ξηρό κλίμα της Αθήνας αποτελεί παρελθόν. Άγριο καλωσόρισμα. Το πάρτι ξεκινάει.