ΟΊλον Μασκ πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Νότια Αφρική, που σημαίνει ότι γνώριζε τι πάει να πει πόνος και ότι έμαθε πώς να τον αντέχει.
Όταν ήταν δώδεκα ετών, τον έβαλαν σ’ ένα λεωφορείο και τον έστειλαν σε μια κατασκήνωση επιβίωσης στην άγρια φύση, γνωστή με το όνομα veldskool. «Ήταν σαν τον Άρχοντα των μυγών* για παραστρατιωτικούς», θυμάται. Έδωσαν σε κάθε παιδί λίγες μερίδες φαγητού και μικρές ποσότητες νερού και τους επέτρεψαν –ή και τους ενθάρρυναν– να παλέψουν μεταξύ τους για να αποκτήσουν περισσότερες. «Τα νταηλίκια θεωρούνταν αρετή», λέει ο μικρότερος αδερφός του, ο Κίμπαλ. Τα μεγάλα παιδιά ανακάλυψαν γρήγορα ότι μπορούσαν να ρίχνουν γροθιές στη μούρη των μικρών και να τους παίρνουν τα πράγματα. Ο Ίλον, που ήταν μικρόσωμος και με περιορισμένες κοινωνικές δεξιότητες, έφαγε ξύλο δύο φορές. Στο τέλος έχασε σχεδόν πέντε κιλά.
Προς το τέλος της πρώτης εβδομάδας, χώρισαν τα αγόρια σε δύο ομάδες και τους είπαν να επιτεθούν η μία στην άλλη. «Ήταν τρελό, αδιανόητο», θυμάται ο Μασκ. Κάθε λίγα χρόνια, κάποιο παιδί σκοτωνόταν. Οι ομαδάρχες αφηγούνταν τις ιστορίες αυτές ως προειδοποιήσεις. «Μη φέρεστε σαν βλάκες, σαν τον μαλάκα που πέθανε πέρσι», έλεγαν. «Μην είστε ο αδύναμος μαλάκας».
Τη δεύτερη φορά που πήγε ο Ίλον στη veldskool, πλησίαζε τα δεκαέξι. Ήταν πολύ πιο μεγαλόσωμος, με ύψος σχεδόν στο ένα κι ογδόντα, με κορμί σαν αρκούδας, ενώ είχε κάνει και μερικά μαθήματα τζούντο. Οπότε δεν πέρασε και τόσο άσχημα. «Είχα πια συνειδητοποιήσει πως αν κάποιος άρχιζε τα νταηλίκια, μπορούσα να του ρίξω μια γερή γροθιά στη μύτη και δεν θα το ξανάκανε ποτέ. Μπορεί να μ’ έσπαγαν στο ξύλο, αλλά αν τους είχα ρίξει γερή γροθιά στη μύτη, δεν μου την έπεφταν ξανά».
Η Νότια Αφρική της δεκαετίας του 1980 ήταν ένα βίαιο μέρος. Οι επιθέσεις με πυροβόλα και οι δολοφονίες με μαχαίρια ήταν συχνό φαινόμενο.
Μια μέρα ο Ίλον και ο Κίμπαλ κατέβηκαν από το τρένο για να πάνε σε μια συναυλία κατά του απαρτχάιντ και χρειάστηκε να περάσουν μέσα από μια λίμνη αίματος, δίπλα σε έναν νεκρό με το μαχαίρι καρφωμένο ακόμα στο κεφάλι του. Για την υπόλοιπη βραδιά το αίμα στις σόλες των αθλητικών τους κολλούσε με κάθε τους βήμα στο πεζοδρόμιο.
Η οικογένεια Μασκ είχε λυκόσκυλα που τα είχε εκπαιδεύσει να επιτίθενται σε όποιον έτρεχε στην περίμετρο του σπιτιού. Όταν ο Ίλον ήταν έξι ετών, έτρεχε στο δρομάκι που έφτανε μέχρι την πόρτα και του επιτέθηκε ο αγαπημένος του σκύλος, δαγκώνοντάς τον δυνατά στην πλάτη. Στα επείγοντα, καθώς ετοιμάζονταν να του κάνουν ράμματα, δεν δεχόταν να του φροντίσουν το τραύμα αν δεν του υπόσχονταν πρώτα ότι δεν θα τιμωρούσαν τον σκύλο.
«Δεν θα τον σκοτώσετε, ε;» ρώτησε ο Ίλον. Ορκίστηκαν ότι δεν θα το έκαναν.
Καθώς αφηγείται την ιστορία, ο Μασκ κάνει μια παύση και κοιτάζει στο πουθενά για αρκετή ώρα. «Και μετά, φυσικά, πυροβόλησαν τον σκύλο, γαμώτο». Τις πλέον αλγεινές εμπειρίες τις είχε στο σχολείο. Για πολύ καιρό ήταν ο μικρότερος σε ηλικία και σωματοδομή στην τάξη του. Καθώς έπασχε από σύνδρομο Άσπεργκερ, λέει, δυσκολευόταν να καταλάβει τις κοινωνικές ενδείξεις. Η ενσυναίσθηση δεν ήταν στη φύση του, ούτε και η επιθυμία ή το ένστικτο να κερδίζει την εύνοια των άλλων. Το αποτέλεσμα ήταν οι νταήδες του σχολείου να τον έχουν βάλει σημάδι και να τον χτυπούν κάθε τόσο με γροθιές στο πρόσωπο. «Αν δεν έχεις φάει ποτέ σου γροθιά στη μούρη, δεν μπορείς να καταλάβεις πώς επηρεάζει το υπόλοιπο της ζωής σου», λέει.
Μια φορά, στην πρωινή συγκέντρωση πριν από το μάθημα, έπεσε πάνω του ένας μαθητής που χαζολογούσε με την παρέα του. Τον έσπρωξε με τη σειρά του και ο Ίλον. Άρχισαν να καβγαδίζουν. Το αγόρι εκείνο και οι φίλοι του πήγαν να βρουν τον Ίλον στο διάλειμμα και τον πέτυχαν την ώρα που έτρωγε ένα σάντουιτς. Τον πλησίασαν από πίσω, τον κλότσησαν στο κεφάλι και τον έσπρωξαν σε κάτι τσιμεντένια σκαλιά. «Κάθισαν πάνω του και του έριξαν πολύ ξύλο, τον κλοτσούσαν στο κεφάλι», λέει ο Κίμπαλ που εκείνη την ώρα ήταν μαζί με τον αδερφό του. «Όταν σταμάτησαν, δεν μπορούσα καν να αναγνωρίσω το πρόσωπό του. Ήταν μια πρησμένη μπάλα από σάρκα και καλά καλά δεν έβλεπες πού ήταν τα μάτια του». Τον πήγαν στο νοσοκομείο και έχασε μία εβδομάδα από το σχολείο. Δεκαετίες μετά, εξακολουθούσε να κάνει επανορθωτικές επεμβάσεις για να φτιάξει τους ιστούς μέσα στη μύτη του.
Οι ουλές αυτές, όμως, ήταν ασήμαντες μπροστά στις συναισθηματικές ουλές που του προκάλεσε ο πατέρας του. Μηχανικός στο επάγγελμα, ο Έρολ Μασκ είναι ένας απρόβλεπτος και χαρισματικός φαντασιόπληκτος που κατατρύχει τον Ίλον ακόμη και σήμερα. Μετά τον καβγά εκείνον στο σχολείο, ο Έρολ πήρε το μέρος του παιδιού που ξυλοφόρτωσε τον γιο του.
«Το αγόρι είχε μόλις χάσει τον πατέρα του από αυτοκτονία και ο Ίλον τον είχε πει βλάκα», λέει ο Έρολ. «Ο Ίλον είχε μια τάση να αποκαλεί τους άλλους βλάκες. Πώς μπορώ να θεωρήσω εκείνο το παιδί φταίχτη;»
Όταν ο Ίλον επέστρεψε επιτέλους από το νοσοκομείο, ο πατέρας του άρχισε να τον βρίζει. «Με είχε να στέκομαι μπροστά του και μου φώναζε, με αποκαλούσε ηλίθιο και άχρηστο», θυμάται ο Ίλον. Ο Κίμπαλ, που είχε παρακολουθήσει το παραλήρημα του πατέρα του, λέει ότι είναι η χειρότερη ανάμνηση της ζωής του. «Ο πατέρας μου τα πήρε στο κρανίο, ξέφυγε εντελώς, κάτι όχι σπάνιο. Δεν ένιωθε καμία συμπόνια».
Τόσο ο Ίλον όσο και ο Κίμπαλ, που δεν μιλάνε πια στον πατέρα τους, λένε ότι ο ισχυρισμός του Έρολ ότι ο Ίλον είχε προκαλέσει την επίθεση είναι παράλογος και ότι ο δράστης κατέληξε στο αναμορφωτήριο για το περιστατικό. Λένε ότι ο πατέρας τους είναι ένας κυκλοθυμικός παραμυθάς, που συχνά κατεβάζει απ’ το μυαλό του ιστορίες γεμάτες φαντασιοπληξίες, άλλοτε εν γνώσει του και άλλοτε αναπαράγοντας τις ίδιες του τις ψευδαισθήσεις. Είναι ένας Τζέκιλ και Χάιντ, λένε. Τη μια στιγμή ήταν φιλικός, την επόμενη ξεκινούσε να τους βρίζει αδυσώπητα, για μια ώρα ή και περισσότερο. Κάθε φορά τέλειωνε το παραλήρημά του λέγοντας στον Ίλον πόσο ελεεινός ήταν. Κι ο Ίλον ήταν αναγκασμένος να μένει εκεί, όρθιος μπροστά του, αφού δεν τον άφηνε να φύγει. «Ήταν πνευματικά βασανιστήρια», λέει ο Ίλον κάνοντας ύστερα μια μακρά παύση και βουρκώνοντας λίγο. «Ήξερε καλά πώς να κάνει φριχτή μια κατάσταση».
Όταν τηλεφωνώ στον Έρολ, μου μιλάει για τουλάχιστον τρεις ώρες και, ύστερα απ’ αυτό, για τα επόμενα δύο χρόνια, μου τηλεφωνεί εκείνος συχνά και στέλνει μηνύματα. Μου περιγράφει και μου στέλνει φωτογραφίες όλων των ωραίων πραγμάτων που πρόσφερε στα παιδιά του, τουλάχιστον τις περιόδους που πήγαινε καλά η κατασκευαστική του εταιρεία. Υπήρξε μια εποχή που οδηγούσε Rolls-Royce, είχε χτίσει ένα καταφύγιο στη φύση με τους γιους του, και εμπορευόταν ακατέργαστα σμαράγδια με τα οποία τον προμήθευε ένας ιδιοκτήτης ορυχείων στη Ζάμπια, μέχρι που η συγκεκριμένη επιχείρηση κατέρρευσε.
Ομολογεί, ωστόσο, ότι παρότρυνε τα παιδιά του να γίνουν σκληρά, σωματικά και συναισθηματικά. «Οι εμπειρίες τους μαζί μου έκαναν τη veldskool να φαίνεται παιχνίδι», λέει, προσθέτοντας ότι η βία ήταν απλώς κομμάτι των μαθημάτων που έπαιρνε κανείς μεγαλώνοντας στη Νότια Αφρική. «Σε κρατούσαν δύο, την ώρα που ένας τρίτος σε χτυπούσε στο πρόσωπο με στειλιάρι και ούτω καθεξής. Αν ήσουν αγόρι και νέος μαθητής, έπρεπε να παλέψεις με τον πιο σκληρό του σχολείου την πρώτη μέρα σου σ’ αυτό». Παραδέχεται με περηφάνια ότι ασκούσε στ’ αγόρια του «έναν ακραίο, αυστηρό αυταρχισμό των δρόμων». Και στη συνέχεια φροντίζει να προσθέσει: «Ο Ίλον αργότερα θα εφάρμοζε τον ίδιο αυστηρό αυταρχισμό στον εαυτό του και στους άλλους».
«Κάποιος είπε ότι κάθε άντρας προσπαθεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του πατέρα του, ή να διορθώσει τα λάθη του», έγραψε στα απομνημονεύματά του ο Μπαράκ Ομπάμα, «και υποθέτω ότι αυτό μπορεί και να εξηγεί την παθολογική φιλοδοξία μου να επιτύχω υψηλούς στόχους». Στην περίπτωση του Ίλον Μασκ, ο αντίκτυπος του πατέρα του στην ψυχή του δεν θα έφευγε ποτέ, παρά τις τόσες προσπάθειές του να τον σβήσει, τόσο στην πραγματική ζωή όσο και ψυχολογικά. Παρατηρούσα πως η διάθεσή του γινόταν από χαλαρή σκοτεινή και πάλι πίσω, από παθιασμένη παιγνιώδης, από απόμακρη συναισθηματική, ενώ πότε πότε έπεφτε σε μια τρομακτική κατάσταση που οι άνθρωποι γύρω του αποκαλούσαν «λειτουργία δαίμονα».
Σε αντίθεση με τον πατέρα του, ήταν φανερό ότι νοιάζεται για τα παιδιά του. Κατά κάποιον τρόπο όμως, η συμπεριφορά του υποδήλωνε ότι αισθανόταν διαρκώς αντιμέτωπος με έναν κίνδυνο: το φάντασμα, όπως λέει η μητέρα του, ότι «μπορεί να γίνει ο πατέρας του». Είναι από τα πλέον κοινά θέματα στη μυθολογία. Σε ποιον βαθμό η επική αναζήτηση του ήρωα στον Πόλεμο των άστρων απαιτεί το να ξορκίσει τους δαίμονες που του έχει κληροδοτήσει ο Νταρθ Βέιντερ και να παλέψει εναντίον της σκοτεινής πλευράς της Δύναμης;
«Όταν έχεις περάσει παιδική ηλικία σαν τη δική του στη Νότια Αφρική, θεωρώ ότι πρέπει να παγώσεις κάπως τα συναισθήματά σου», λέει η πρώτη του σύζυγος, η Τζαστίν, μητέρα των πέντε από τα δέκα παιδιά του που ζουν ακόμα. «Αν ο πατέρας σου σε αποκαλεί συνεχώς ανόητο και ηλίθιο, ίσως η μόνη δυνατή αντίδραση είναι να αποκλείσεις οτιδήποτε μέσα σου μπορεί να απελευθερώσει μια συναισθηματική διάσταση την οποία δεν έχεις τα εργαλεία να αντιμετωπίσεις». Αυτή η βαλβίδα που έκλεινε τα συναισθήματά του μπορούσε να τον κάνει αναίσθητο, αλλά τον έκανε επίσης και καινοτόμο, και κάποιον που του αρέσει να παίρνει ρίσκα. «Έμαθε να καταπνίγει τον φόβο», λέει η Τζαστίν. «Κι αν είναι να καταπνίξεις τον φόβο, τότε ίσως να πρέπει να καταπνίξεις και άλλα πράγματα, όπως η χαρά και η ενσυναίσθηση».
Η διαταραχή μετατραυματικού στρες που του έμεινε από την παιδική του ηλικία, ενστάλαξε επίσης μέσα του μια αποστροφή για την ευχαρίστηση. «Θεωρώ ότι απλώς δεν γνωρίζει πώς να απολαμβάνει την επιτυχία και να αναπαύεται στις δάφνες του», λέει η Κλερ Μπουσέ, η καλλιτέχνιδα γνωστή ως Γκράιμς, που είναι μητέρα τριών από τα παιδιά του. «Νομίζω ότι έμαθε αναγκαστικά, από την παιδική του ηλικία ήδη, να θεωρεί ότι η ζωή είναι πόνος». Ο Μασκ συμφωνεί. «Με διαμόρφωσαν οι αντιξοότητες», λέει. «Τα όρια αντοχής στον πόνο έφτασαν πολύ ψηλά».
Κατά τη διάρκεια μιας ιδιαίτερα εφιαλτικής περιόδου της ζωής του το 2008, αφού είχαν εκραγεί οι τρεις πρώτοι πύραυλοι που εκτόξευσε η SpaceX και η Tesla ήταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, ξυπνούσε αναστατωμένος και έλεγε στην Ταλούλα Ράιλι, η οποία σύντομα θα γινόταν η δεύτερη σύζυγός του, τα φριχτά πράγματα που του είχε πει κάποτε ο πατέρας του.
«Τον είχα ακούσει να χρησιμοποιεί και ο ίδιος τις εκφράσεις αυτές», λέει η Ταλούλα. «Τα περιστατικά με τον πατέρα του έχουν επηρεάσει βαθιά τον τρόπο που λειτουργεί». Όταν ανακαλούσε τις αναμνήσεις αυτές, ο Ίλον χανόταν στις σκέψεις του και εξαφανιζόταν πίσω από ένα βλέμμα στο χρώμα του ατσαλιού. «Νομίζω πως δεν είχε συνείδηση του πόσο τον επηρέαζαν ακόμα, επειδή θεωρούσε πως ανήκαν στην παιδική του ηλικία», λέει η Ράιλι. «Αλλά έχει κρατήσει μια παιδική πλευρά μέσα του, σχεδόν καθηλωμένη στο παρελθόν. Μέσα στην αντρική φιγούρα του, κάπου υπάρχει ακόμα ένα παιδί, ένα παιδί που στέκεται μπροστά στον πατέρα του».
Χάρη στη μείξη αυτών των αντιθέσεων, ο Μασκ απέκτησε μια αύρα που τον κάνει ενίοτε να μοιάζει σαν εξωγήινος, λες και το σχέδιό του για εποικισμό του Άρη είναι μια φιλοδοξία να επιστρέψει στο σπίτι του, και η επιθυμία του να κατασκευάσει ανθρωποειδή ρομπότ είναι μια αναζήτηση για δεσμούς συγγένειας. Δεν θα ήταν και μεγάλο το σοκ αν έσκιζε το πουκάμισό του και φαινόταν ότι δεν έχει αφαλό, ότι δεν έχει γεννηθεί σ’ αυτόν τον πλανήτη. Η παιδική του ηλικία όμως τον έκανε και πάρα πολύ ανθρώπινο, ένα σκληροτράχηλο αλλά ευάλωτο αγόρι που αποφάσισε να ξεκινήσει επικές περιπέτειες.
Αναπτύχθηκε μέσα του μια ζέση που έκρυβε την παιγνιώδη του διάθεση, και μια παιγνιώδης διάθεση που έκρυβε τη ζέση του. Τον παρατηρούσα κι έβλεπα κάποιον που ένιωθε κάπως άβολα στο κορμί του, όντας μεγαλόσωμος χωρίς ποτέ να έχει υπάρξει αθλητής· περπατούσε με το βήμα μιας αρκούδας αποφασισμένης να φέρει σε πέρας την αποστολή της και χόρευε λες και του είχε μάθει τα βήματα ένα ρομπότ. Με τη σιγουριά προφήτη, μιλούσε για την ανάγκη να ταΐσουμε τη φλόγα της ανθρώπινης συνείδησης, να καταλάβουμε το σύμπαν και να σώσουμε τον πλανήτη μας. Στην αρχή νόμιζα πως έπαιζε κατά βάση έναν ρόλο, πως ήταν κι αυτό μια ομιλία για την εμψύχωση των υπαλλήλων του, πως ήταν τα ίδια με αυτά που λέει στα πόντκαστ, λόγια ενός άντρα σαν παιδί, που έχει διαβάσει πάρα πολλές φορές το Γυρίστε τον γαλαξία με ωτοστόπ*. Όσο περισσότερο τον παρατηρούσα και τον άκουγα, όμως, τόσο περισσότερο άρχισα να πιστεύω ότι η αίσθηση πως έχει να επιτελέσει μια αποστολή ήταν μέρος αυτού που τον κινητοποιεί στη ζωή. Ενώ άλλοι επιχειρηματίες δυσκολεύονται να αναπτύξουν μια κοσμοθεώρηση, εκείνος είχε αναπτύξει μια συμπαντική θεώρηση.
Η γενετική κληρονομιά και η ανατροφή του, μαζί με τον τρόπο που ήταν φτιαγμένος ο εγκέφαλός του, τον έκαναν κατά καιρούς αναίσθητο και παρορμητικό. Του έδωσαν επίσης και μια εξαιρετικά υψηλή ανοχή στο ρίσκο. Το υπολόγιζε με τρόπο ψυχρό, αλλά και το αναλάμβανε με πάθος. ‘
«Ο Ίλον επιθυμεί το ρίσκο για το ρίσκο», λέει ο Πίτερ Τιλ που ήταν συνέταιρός του στα χρόνια του PayPal. «Φαίνεται να το απολαμβάνει, ενίοτε μάλιστα δείχνει εθισμένος σ’ αυτό».
Έγινε από τους ανθρώπους που αισθάνονται πιο ζωντανοί όταν πλησιάζει ένας τυφώνας. «Γεννήθηκα για την καταιγίδα και η άπνοια δεν μου ταιριάζει», είπε κάποτε ο Άντριου Τζάκσον. Έτσι και ο Μασκ. Άρχισε να νιώθει μια έλξη, ενίοτε και πόθο για την καταιγίδα και τα δράματα, τόσο στη δουλειά όσο και στις ερωτικές του σχέσεις τις οποίες πάσχισε, αλλά δεν κατάφερε να κρατήσει. Ευδοκιμούσε στις κρίσεις, στον πυρετό των προθεσμιών και της δουλειάς που ερχόταν κατά κύματα. Όταν αντιμετώπιζε βασανιστικές προκλήσεις, η πίεση συχνά τον κρατούσε ξύπνιο τη νύχτα και του έφερνε εμετό. «Ο Ίλον τραβάει το δράμα σαν μαγνήτης», λέει ο Κίμπαλ. «Είναι ο ψυχαναγκασμός του, το μοτίβο της ζωής του».
Στις αρχές του 2022 –ύστερα από έναν χρόνο που σημαδεύτηκε από τριάντα μία επιτυχημένες εκτοξεύσεις πυραύλων της SpaceX, από την Tesla να πουλάει σχεδόν 1 εκατομμύριο αυτοκίνητα και από τον ίδιο να γίνεται ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο– ο Μασκ μίλησε με θλίψη για τον ψυχαναγκασμό του να προκαλεί δράματα. «Πρέπει να αλλάξω τη νοοτροπία μου και να μην είμαι συνεχώς σε λειτουργία αντιμετώπισης κρίσεων», μου είπε, «κάτι που συμβαίνει εδώ και δεκατέσσερα χρόνια· ή και, θα μπορούσε να πει κανείς, όλη μου τη ζωή».
Επρόκειτο για ένα μελαγχολικό σχόλιο, όχι μια απόφαση για τη νέα χρονιά. Ακόμη και τις μέρες που έκανε αυτή τη δέσμευση, αγόραζε μυστικά μετοχές του Twitter, της απόλυτης παιδικής χαράς του κόσμου. Τον Απρίλιο που ακολούθησε, πήγε κρυφά στη Χαβάη, στο σπίτι του μέντορά του και ιδρυτή της Oracle Λάρι Έλισον, συνοδευόμενος από την ηθοποιό και περιστασιακή του φιλενάδα Νατάσα Μπάσετ. Του είχαν προσφέρει θέση στο συμβούλιο του Twitter, αλλά εκείνο το Σαββατοκύριακο αποφάσισε ότι αυτό δεν του αρκούσε. Ήταν στη φύση του να θέλει τον απόλυτο έλεγχο. Οπότε αποφάσισε να κάνει προσφορά για μια επιθετική εξαγορά της εταιρείας. Στη συνέχεια πέταξε στο Βανκούβερ για να συναντήσει την Γκράιμς. Εκεί, έμεινε ξύπνιος μέχρι τις πέντε το πρωί παίζοντας ένα νέο πολεμικό βιντεοπαιχνίδι, το Elden Ring. Αμέσως μετά, έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιό του και το ανακοίνωσε στο Twitter: «Έκανα προσφορά».
Σε όλη τη ζωή του, όποτε η διάθεσή του ήταν ζοφερή ή όποτε αισθανόταν ότι απειλείται, ένιωθε να επιστρέφει στην παιδική χαρά όπου τον τρομοκρατούσαν οι νταήδες. Τώρα, είχε πλέον την ευκαιρία να κάνει την παιδική χαρά δική του.
* Σ.τ.Μ.: Ντάγκλας Άνταμς, Γυρίστε τον γαλαξία με ωτοστόπ, μετ. Δ. Αρβανίτης, Φανταστικός Κόσμος, Αθήνα 2005.