Βερονίκ Σανκόφσκι: «Ίσως να είμαι ένα νέο είδος φιλελληνίδας»

Βερονίκ Σανκόφσκι: «Ίσως να είμαι ένα νέο είδος φιλελληνίδας»

Η πρώτη γυναίκα επικεφαλής της Γαλλικής Σχολής Αθηνών μιλάει στο «Κ» για την ακαδημαϊκή ζωή και καριέρα της, τις ανασκαφές της στη Δήλο, και τον συντονισμό ενός νεοσύστατου διεθνούς προγράμματος για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου αρχαιοτήτων

14' 31" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το ραντεβού μας δόθηκε πριν από λίγο καιρό στη δροσιά του κήπου της Γαλλικής Σχολής Αθηνών, μια μέρα μικρής ανάπαυλας ανάμεσα στα ταξίδια της για διαλέξεις στο εξωτερικό και στις επισκέψεις της σε αρχαιολογικούς χώρους όπου δραστηριοποιείται η ΓΣΑ, ερευνητικά ή ανασκαφικά. Η περίπτωση της Σανκόφσκι, που φέτος τον Φεβρουάριο τέθηκε επικεφαλής του προγράμματος ANCHISE, είναι ιδιαίτερη, όπως και η σχέση της με την Ελλάδα. Γεννημένη τον Ιούλιο του 1971 στη Γιουαντέ, μεγάλωσε στο Καμερούν έως τα δέκα της χρόνια. Λίγο μετά τον «επαναπατρισμό» της στη Γαλλία, τη συνεπήραν η μυθολογία και η ελληνική ιστορία. Στα δώδεκά της ήρθε πρώτη φορά στην Ελλάδα. Αυτό ήταν η αρχή μιας μεγάλης αγάπης. Σπούδασε Φιλολογία, Αρχαιολογία και Ιστορία –ένας συνδυασμός που της επέτρεψε μια πιο ευρεία κατανόηση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού– στην περίφημη Εκόλ Νορμάλ Σουπεριέρ και έπειτα συνέχισε τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο Παρί-Σορμπόν. Καθώς κοιτάζω τις φωτογραφίες της που χαμογελάει στον φακό, σκέφτομαι ότι, πέρα από το ακαδημαϊκό και διοικητικό της έργο, έχει να επιδείξει μια χαρισματική προσωπικότητα.

– Πώς ξεκίνησε η σχέση σας με τη Γαλλική Σχολή Αθηνών;

Έγινα για πρώτη φορά μέρος της όταν ήμουν 25 ετών, το 1996. Εδώ έγραψα το διδακτορικό μου και επίσης ξεκίνησα να ηγούμαι επί αρχαιολογικών ανασκαφών και ερευνών που γίνονταν στην Ελλάδα αλλά και στη Βουλγαρία.

– Τι μελετήσατε στο διδακτορικό σας;

Έκανα ένα πολύ «τεχνικό» διδακτορικό, για την οικονομική ιστορία του αρχαίου ελληνικού κόσμου, μέσα από τη μελέτη επιγραφών και νομισμάτων. Πιστέψτε με, είχε τεράστιο ενδιαφέρον. Πίσω από τις «πέτρες» μπορείς να βρεις τους ανθρώπους. Να ανακαλύψεις την αληθινή ζωή τους. Αυτό πάντα με ενδιέφερε και ακόμα με συναρπάζει το να είμαι ικανή να ανακαλύψω πώς λειτουργεί μια κοινωνία από τα αντικείμενα που φτιάχνουν οι άνθρωποι με τα χέρια τους. Όταν μελετάς, βέβαια, έναν αρχαίο πολιτισμό, είναι πολύ δύσκολο το να προσεγγίσεις το επίπεδο του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά. Μπορείς, όμως, να φτάσεις ως το επίπεδο της κοινωνίας.

Βερονίκ Σανκόφσκι: «Ίσως να είμαι ένα νέο είδος φιλελληνίδας»-1
Ανασκαφές στο ιερό της Δήλου (1908) Φωτ. © EFA / J. CHAMONARD

– Τι θυμάστε από τις πρώτες ανασκαφές σας στην Ελλάδα;

Στις ανασκαφές εκπαιδεύτηκα στη Γαλλία. Μετά ήρθα στη Θάσο και στη Δήλο. Η Δήλος παραμένει ακόμη στο κέντρο της έρευνάς μου. Εκτός Ελλάδος, υπήρξα υπεύθυνη και για τη δημιουργία της πρώτης γαλλο-βουλγαρικής ανασκαφικής αποστολής, στην αρχαία πόλη Πίστιρος, που ήταν κάτι σπουδαίο ως εμπειρία. Στη Δήλο συνέβη όμως κάτι συναρπαστικό. Καθώς είχα απομνημονεύσει τι έγραφαν πάνω τους όλα τα σπαράγματα επιγραφών που ήταν αποθηκευμένα στο Μουσείο της Δήλου, συνειδητοποίησα ξαφνικά ότι ένα σπάραγμα αποτελούσε τμήμα μιας μεγαλύτερης επιγραφής, αποθηκευμένης σε μια άλλη αίθουσά του. Αυτή η «μικρή πέτρα» μού έδωσε ένα κλειδί για την ερμηνεία κάποιων σημαντικών ιστορικών διαστάσεων της Δήλου του 4ου αιώνα π.Χ. Αυτή η αίσθηση, του να συνδέεσαι ξαφνικά με την Ιστορία, δεν μπορεί να περιγραφεί.

– Μπορεί η μελέτη του παρελθόντος να μας δώσει λύσεις σε σημερινά προβλήματα;

– Ως ιστορικός, πιστεύω ακράδαντα πως πρέπει να βρίσκουμε λύσεις για τα προβλήματα του σήμερα με τη χρήση μιας «σημερινής» εργαλειοθήκης. Ο αρχαίος κόσμος, όμως, αποτελεί κάτι σαν εργαστήριο. Μπορεί να βρίσκεται πολύ μακριά από εμάς, έχουμε όμως τη δυνατότητα να ανακαλύψουμε πώς λειτουργούσε. Να πειραματιστούμε με διαφορετικούς, νέους ερευνητικούς τρόπους. Να τον παρατηρήσουμε όπως ακριβώς ένας θετικός επιστήμονας παρατηρεί κάτι, π.χ. με ένα μικροσκόπιο, για να το κατανοήσει καλύτερα. Αυτό, ναι, μπορεί να σου δώσει έμπνευση για τη σύγχρονη εποχή, στην οποία, σημειωτέον, μπορεί να φανεί και η πολιτιστική κληρονομιά του αρχαίου κόσμου. 

– Η προσωπική σας ιστορία θα μπορούσε να αναγνωσθεί ως μια έκφραση ενός «σύγχρονου φιλελληνισμού».

– Στην αρχή έβλεπα την Ελλάδα, κυρίως, ως τη χώρα που θα με εξέλισσε ως αρχαιολόγο. Ερχόμενη όμως εδώ, χρόνο με τον χρόνο ανακάλυψα τον πλούτο της πολιτιστικής κληρονομιάς και άλλων ιστορικών περιόδων της. Μάλιστα, αυτή τη στιγμή, ως διευθύντρια της Γαλλικής Σχολής, εστιάζω τις έρευνές της και σε άλλες ιστορικές περιόδους. Υπάρχουν προγράμματα που ξεκινούν, χρονικά, από την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Πρέπει να μελετηθούν περισσότερο οι Μέσοι Χρόνοι, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζουν ως πεδία οι βυζαντινές σπουδές, οι νέες τεχνολογίες, αλλά και συγκεκριμένες περιοχές, όπως η πόλη του Μυστρά ή η Ήπειρος. Καθώς συμμετέχω ενεργά στην πολιτιστική ζωή της χώρας, με ενδιαφέρει πολύ και ο σύγχρονος πολιτισμός της, σε κάθε τομέα του: τη λογοτεχνία, τη μουσική, τη ζωγραφική. Ίσως λοιπόν, ναι, να είμαι ένα νέο είδος φιλελληνίδας.

Βερονίκ Σανκόφσκι: «Ίσως να είμαι ένα νέο είδος φιλελληνίδας»-2
Ανασκαφές της ΓΣΑ στις οχυρώσεις του Φιλόμηλου (Δελφοί, 2018). Φωτ. EFA / N. KYRIAKIDIS

– Πριν αναλάβετε τη διεύθυνση της Γαλλικής Σχολής, διδάξατε επί δώδεκα έτη στο Πανεπιστήμιο της Λιλ ΙΙΙ και από το 2012 είστε καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Λυμιέρ-Λυών ΙΙ. Γιατί αφήσατε την ακαδημαϊκή καριέρα σας στη Γαλλία για να έρθετε να εργαστείτε και να ζήσετε στην Ελλάδα;

– Δεν την άφησα ακριβώς πίσω, καθώς παραμένω καθηγήτρια Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Λυών. Έχω μια δέσμευση απέναντι στους φοιτητές μου, στους οποίους περιλαμβάνονται υποψήφιοι διδάκτορες. Με ενδιαφέρει όχι μόνο η εκπαίδευση, αλλά και η πρόοδός τους. Επέστρεψα στη Σχολή, όμως, πριν από τέσσερα χρόνια, επειδή μου δόθηκε ένας νέος ρόλος και μια αποστολή. Κι αυτό το είδα, κατ’ αρχάς, ως έναν τρόπο για να ανταποδώσω όλα όσα έλαβα από αυτό το ίδρυμα και γενικά από την Ελλάδα, σε επίπεδο επιστημονικής εξέλιξης αλλά και προσωπικό. Μέσα στα χρόνια που μεσολάβησαν από όταν ήρθα εδώ για να γράψω το διδακτορικό μου, είχα περάσει από διάφορες θέσεις στη Σχολή και είχα δημιουργήσει ένα όραμα για το πώς θα ήθελα να τη δω να εξελίσσεται μέσα στις επόμενες δεκαετίες, μέσα στους επόμενους αιώνες. Πιστεύω ότι ήταν απαραίτητες κάποιες αλλαγές που π.χ. θα συγχρόνιζαν την έρευνα με την εποχή, όπως και η ανάπτυξη ερευνητικών προγραμμάτων για τη σύγχρονη Ελλάδα. 

– Το ότι είστε η πρώτη γυναίκα διευθύντρια της σχολής επηρεάζει τον τρόπο που τη διοικείτε;

– Η προσωπική μου προσέγγιση στο μάνατζμεντ δεν ξέρω αν είναι «γυναικεία». Πάντως, δεν με ενδιαφέρει ιδιαίτερα η κάθετη κατεύθυνση της εξουσίας ή το να μιλάω με δυνατή φωνή. Προτιμώ την ομαδική δουλειά. Το καλοκαίρι ολοκλήρωσα την πρώτη περίοδο της υπηρεσίας μου εδώ, που είναι τέσσερα χρόνια, και θα βρίσκομαι στο τιμόνι της για τέσσερα ακόμα. 

Βερονίκ Σανκόφσκι: «Ίσως να είμαι ένα νέο είδος φιλελληνίδας»-3
Υποβρύχια ανασκαφή στη Δήλο (2019), σε συνεργασία με την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων. Φωτ. EFA / L. FADIN

– Πάνω σε αυτό το ορόσημο της πορείας σας, τεθήκατε επικεφαλής του διεθνούς ερευνητικού προγράμματος ANCHISE. Πώς θα αλλάξει αυτό τους τρόπους που προστατεύουμε την πολιτιστική μας κληρονομιά;

– Στο ANCHISE συμμετέχουν δεκαπέντε εταίροι από διάφορα επιστημονικά-επαγγελματικά πεδία, καθώς η διεπιστημονική προσέγγιση του ζητήματος της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι απαραίτητη. Οι εργασίες του ξεκίνησαν τον Φεβρουάριο και θα ολοκληρωθούν μέσα σε τρία χρόνια. Σκοπός του είναι η ανάπτυξη νέων εργαλείων, τα οποία θα τεθούν στην υπηρεσία της καταπολέμησης του παράνομου εμπορίου αρχαιοτήτων. Κάποιοι από τους εταίρους είναι επιφορτισμένοι με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών. Αυτοί, με τη χρήση προηγμένων τεχνολογιών αναγνώρισης εικόνας, θα εφαρμόσουν την τεχνογνωσία τους για να καλύψουν τις πραγματικές ανάγκες της αστυνομίας και των αρχαιολόγων που εργάζονται στο πεδίο, όπως οι ίδιοι θα τις εκφράσουν στο πλαίσιο του πρότζεκτ. Κι αυτό διότι η τεχνολογία πρέπει να εξυπηρετεί τις επαγγελματικές ανάγκες των ανθρώπων που θα τη χειριστούν: των αρχαιολόγων, των αστυνομικών, των επιμελητών εκθέσεων κ.λπ. Στα καθήκοντα των ίδιων εταίρων περιλαμβάνεται και η ανάπτυξη ψηφιακών εργαλείων για τον εντοπισμό ύποπτων αντικειμένων που κυκλοφορούν στην αγορά έργων τέχνης ή στο διαδίκτυο.

– Σας απασχολεί η προστασία των απομονωμένων αρχαιολογικών χώρων;

– Φυσικά, έχει προβλεφθεί η ανάπτυξη άλλων, τρισδιάστατων ψηφιακών τεχνολογιών, οι οποίες θα διευκολύνουν την παρακολούθηση, παραδείγματος χάριν, των ερειπίων που βρίσκονται σε μια τοποθεσία αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Αλλά το ANCHISE δεν έχει να κάνει μόνο με την ανάπτυξη ψηφιακών εργαλείων. Δημιουργεί μια πλατφόρμα που φέρνει σε επαφή π.χ. τους αρχαιολόγους, οι γνώσεις των οποίων μπορούν να προσδιορίσουν την προέλευση ενός αντικειμένου, με την αστυνομία, η οποία χρειάζεται αυτή την πληροφορία για ορισμένα αντικείμενα που κυκλοφορούν στην αγορά και είναι αμφισβητήσιμης προέλευσης. Τους κάνει να καταλαβαίνει ο ένας την «επαγγελματική γλώσσα» του άλλου. 

Βερονίκ Σανκόφσκι: «Ίσως να είμαι ένα νέο είδος φιλελληνίδας»-4
«Επέστρεψα στη Γαλλική Σχολή πριν από τέσσερα χρόνια, επειδή μου δόθηκε ένας νέος ρόλος και μια αποστολή», λέει η Βερονίκ Σανκόφσκι. Φωτ. ΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

-Είναι, λοιπόν, ένα πρότζεκτ συνεργασίας ανάμεσα στους αρχαιολόγους και στην αστυνομία;

– Όχι, όχι μόνο αυτό. Το ζήτημα της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, σε παγκόσμιο επίπεδο, προαπαιτεί την κοινωνικοπολιτική του ανάλυση. Η κατανόηση π.χ. της λειτουργίας του εμπορίου αρχαιοτήτων –ιδιαίτερα μετά τις πολιτικές αναταραχές στη Μέση Ανατολή, που επιδείνωσαν φαινόμενα λεηλασίας ή αρχαιοκαπηλίας– είναι απαραίτητη για να βρούμε τις κατάλληλες λύσεις. Γι’ αυτό ακριβώς το ANCHISE φέρνει σε επαφή ερευνητές από τα πεδία των ανθρωπιστικών και των κοινωνικών επιστημών με μηχανικούς, αστυνομικές και δικαστικές αρχές, υπεύθυνους για την πολιτιστική κληρονομιά. Με αυτόν τον τρόπο, το πρότζεκτ θα παράσχει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιχειρησιακά εργαλεία και συστάσεις για το μέλλον. Σκοπεύει, τέλος, να ευαισθητοποιήσει τους ανθρώπους περισσότερο όσον αφορά τη σπουδαιότητα της πολιτιστικής κληρονομιάς. Να κατανοηθεί πόσο επείγουσα ανάγκη είναι η προστασία της, ότι είναι μια μη ανανεώσιμη πηγή, ακριβώς όπως το περιβάλλον μας, που πρέπει να το προστατεύσουμε από την κλιματική αλλαγή, αλλά και ότι συνιστά ένα οικουμενικό αγαθό. Για παράδειγμα, η ελληνική πολιτιστική κληρονομιά ενυπάρχει σε όλους μας, όπως και η κινεζική, η αμερικανική ή η ινδική. Και πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει για τις επόμενες γενιές. 

– Διάβασα ότι το 2020, σε παγκόσμιο επίπεδο, διακινήθηκαν παράνομα 850.000 αντικείμενα, προϊόντα αρχαιοκαπηλίας. Αυτό το νούμερο μου φάνηκε απίστευτο.

– Είναι. Αυτός ο αριθμός, όμως, σημαίνει και κάτι θετικό: ότι έχει αρχίσει να υπάρχει συνειδητοποίηση του φαινομένου, από τις τελωνειακές αρχές, τους συνοριοφύλακες κάθε χώρας, κ.λπ. Παλαιότερα, ήταν δύσκολο το να κάνεις ακόμα και ανθρώπους «του νόμου», ιδιαίτερα σε χώρες που τελούσαν υπό δικτατορία, να συνειδητοποιήσουν ότι η αρχαιοκαπηλία δεν αποτελεί «ευγενές χόμπι». Ότι αφαιρώντας ένα αντικείμενο από το συγκείμενό του, από το περιβάλλον του, το ακρωτηριάζεις. Δεν μπορείς να το τοποθετήσεις στην Ιστορία. Χάνεται.

– Πρόσφατα ξέσπασε ένα τεράστιο σκάνδαλο, όταν έγινε γνωστή η κλοπή περίπου δύο χιλιάδων αρχαιοτήτων από τις αποθήκες του Βρετανικού Μουσείου, γεγονός που οδήγησε στην παραίτηση του επί επταετία διευθυντή του, Χάρτβιχ Φίσερ.

– Η συγκεκριμένη περίπτωση δείχνει πόσο επείγει ο σχεδιασμός συνεργατικών λύσεων και επιχειρησιακών εργαλείων. Επειδή αυτό ακριβώς είναι και το αντικείμενο του προγράμματος ANCHISE, ελπίζουμε μέσα στα επόμενα χρόνια να μπορέσουμε να συμβάλουμε στη βελτίωση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς.

– Πώς σχολιάζετε το ότι το συγκεκριμένο σκάνδαλο μπήκε στη φαρέτρα υπέρ του πάγιου αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα;

– Το αίτημα αυτό απαιτεί μια μεγάλη, διαφορετική συζήτηση από αυτήν που κάνουμε μέχρι τώρα, διότι το πρόγραμμα ANCHISE αφορά τη σύγχρονη αρχαιοκαπηλία, δεν έχει να κάνει με την υπόθεση του  Έλγιν. Εκείνο που μπορώ να σχολιάσω, όμως, είναι ότι περιλαμβάνει πολλά άλλα ζητήματα, που δεν συνδέονται με το πρόσφατο πλιάτσικο στις αποθήκες του Βρετανικού Μουσείου.

– Η Γαλλική Σχολή είναι το πρώτο ακαδημαϊκό γαλλικό ίδρυμα που δημιουργήθηκε εκτός Γαλλίας και η πρώτη ξένη αρχαιολογική σχολή που ιδρύθηκε στην Ελλάδα. Ποια είναι η σημασία τέτοιων ιδρυμάτων στην Ελλάδα του σήμερα;

– Η Αθήνα έχει το προνόμιο να φιλοξενεί δεκαεννιά ξένες αρχαιολογικές σχολές. Η παρουσία τους σε αυτή την πόλη, μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια, δημιούργησε έναν τεράστιο πλούτο. Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλη χώρα στην Ευρώπη, ή στον κόσμο, που να διαθέτει ένα τόσο διεθνές πλαίσιο εργασίας για την επιστήμη της αρχαιολογίας. Οι επιστήμονες που έρχονται εδώ κουβαλούν το προσωπικό τους υπόβαθρο, το οποίο έχει να κάνει με τις σπουδές τους, με το πανεπιστήμιο στο οποίο φοίτησαν, κ.λπ. Εργαζόμενοι εδώ, τους δίνεται η δυνατότητα να ταξιδέψουν, να ανταλλάξουν τεχνικές γνώσεις, να αποκτήσουν ανθρώπινες δεξιότητες. Προσέτι, στις ξένες σχολές δεν προετοιμάζονται μόνο οι νέες γενιές αρχαιολόγων, αλλά και νέων κοινωνικών επιστημόνων, ιστορικών, εθνογράφων. Βρίσκω απόλυτα συναρπαστικό το ότι αυτό συμβαίνει εδώ, στην Ελλάδα.

– Οι περισσότεροι έχουμε συνδέσει την παρουσία της Γαλλικής Σχολής στην Ελλάδα με τη Δήλο. Σε ποιες άλλες περιοχές έχετε αρχαιολογική δραστηριότητα;

Αυτή τη στιγμή, η προσοχή μας έχει σε σημαντικό βαθμό εστιαστεί στους Δελφούς, όπου βρίσκονται εν εξελίξει δύο ανασκαφές. Πολύ ενεργοί είμαστε στη Θάσο, στις Κρηνίδες, στη Δρήρο και στα Μάλια. Στο Άργος αναπτύσσουμε ανασκαφική δραστηριότητα εκτός των «παραδοσιακών» αρχαιολογικών πεδίων της Σχολής, ενώ η Τερπνή αποτελεί έναν τόπο με μεγάλο ενδιαφέρον, στον οποίο προωθούνται νέοι ακαδημαϊκοί για να μάθουν πώς να ηγούνται επί μιας ανασκαφής. Λειτουργεί κάπως σαν μια «πειραματική σχολή αρχαιολογίας». Θα ήθελα να αναφέρω ότι δεν δραστηριοποιούμαστε μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Αλβανία –στην Απολλωνία, στο Δυρράχιο και στο Σοβγιάν της Κορυτσάς– όπως και στην Κύπρο. 

– Σας άκουσα να λέτε ότι την καρδιά της Γαλλικής Σχολής αποτελεί η Βιβλιοθήκη της. Γιατί;

– Βρίσκεται κυριολεκτικά στο κέντρο της Σχολής και είναι το μέρος όπου πηγαίνουν όσοι έρχονται εδώ, για να διαβάσουν, να κάνουν έρευνα, αλλά και για να συναντήσουν άλλους επιστήμονες. Λειτουργεί ως hub, ως κυψέλη. Εντός των τειχών της λαμβάνουν χώρα δραστηριότητες υψηλής έντασης. Κάτι το ιδιαίτερο είναι ότι δεν φιλοξενούμε μόνο νέους επιστήμονες, φοιτητές ή υποψήφιους διδάκτορες, αλλά και συνταξιοδοτημένους ακαδημαϊκούς, που δουλεύουν ακόμη π.χ. για το «έργο της ζωής τους». Αυτή η συνύπαρξη των διαφορετικών γενιών είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Γενικά, στη Σχολή δημιουργούνται ωραίες, διαγενεακές φιλίες. Ίσως επειδή εδώ μπορεί κάποιος να γνωρίσει ανθρώπους με έναν τρόπο που δεν θα ήταν εφικτός υπό «κανονικές συνθήκες». Θα δεις π.χ. κάποιον φοιτητή να πιάνει «ψιλή» κουβέντα για ένα θέμα που τον απασχολεί με ένα μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Αυτό εμπλουτίζει την εμπειρία και των δύο πλευρών, ενώ κρατάει τη Σχολή ζωντανή. 

– Εκτός από τη Βιβλιοθήκη, φημίζεται και ο κήπος της, στον οποίο αυτές τις μέρες φιλοξενείται η έκθεση Δήλος 150, για τον ενάμιση αιώνα μελετών και ανασκαφών στο κυκλαδίτικο νησί. Πόσο σημαντική είναι για σας η εξωστρέφεια διά της τέχνης;

– Η συγκεκριμένη έκθεση ανακαλεί μέσω σχεδιαστικών και φωτογραφικών τεκμηρίων το νησί και τη ζωή αυτών που το κατοίκησαν για να διεξαγάγουν εκεί ανασκαφές, έρευνες κλπ. Θεωρώ ότι οφείλουμε να επικοινωνούμε το έργο της Σχολής στο ευρύ κοινό, ενώ πιστεύω πολύ και στις συμπράξεις. Πριν από κάποια χρόνια, στον κήπο φιλοξενήθηκε μια έκθεση που άφησε εποχή, η Terrapolis του NEON [παρουσιάστηκαν έργα 37 καλλιτεχνών, ανάμεσά τους της Γιαγιόι Κουσάμα και του Γιόζεφ Μπόις]. Πάλι στον κήπο, πέρυσι το καλοκαίρι, έλαβε χώρα το Sonic Garden της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Με το Μουσείο Μπενάκη και το Μουσείο Ζερβός (Βεζελέ) συνδιοργανώσαμε την έκθεση Christian Zervos & Cahiers d’Art. Η Αρχαϊκή Στροφή, ενώ για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση συμμετείχαμε σε πολλές δράσεις, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γαλλία. Για παράδειγμα, δανείσαμε έργα από τη συλλογή μας στο Μουσείο του Λούβρου, για την έκθεση Παρίσι-Αθήνα, η γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας 1675-1919. 

Βερονίκ Σανκόφσκι: «Ίσως να είμαι ένα νέο είδος φιλελληνίδας»-5
Αρχιτέκτονας της Γαλλικής Σχολής Αθηνών επί το έργον, πέρυσι το καλοκαίρι, στους Φούρνους της Δήλου. Φωτ. EFA / H. WÜRMSER

– Πώς συνδέεται, όμως, σε πρακτικό επίπεδο, η επιστημονική έρευνα με τον πολιτισμό και τις τέχνες;

– Το αποτέλεσμα μιας έρευνας μπορεί να είναι ένα βιβλίο ή ένα συνέδριο, αλλά και κάτι άλλο, που να έχει να κάνει με τη δημιουργία. Αυτή η σύνδεση υπήρχε πάντοτε στη Σχολή, αποτελεί κομμάτι της ιστορίας της. Αν ρίξει κάποιος μια ματιά στα αρχεία μας, θα ανακαλύψει ότι έχουν φιλοξενηθεί σε αυτό εδώ το κτίριο πάρα πολλοί καλλιτέχνες. Ένας από αυτούς ήταν ο μουσικός περιηγητής Λουί-Αλμπέρ Μπουργκό-Ντικουντρέ, που μελέτησε την ελληνική δημοτική παράδοση και τη μετέγραψε στα δυτικά δεδομένα, ενώ μας δώρισε ένα πιάνο Εράρ, το οποίο έχουμε μέχρι σήμερα στο μεγάλο σαλόνι μας. Μάλιστα, με αφορμή τη συμπλήρωση των 175 χρόνων από την ίδρυση της Σχολής και στο πλαίσιο του εορτασμού των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, η ιστορία του Μπουργκό-Ντικουντρέ είχε αποτελέσει την έμπνευση για το έργο Μια βοσκοπούλα αγάπησα. Ήταν μια ωραία παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής που βιντεοσκοπήθηκε σε χώρους της Σχολής, με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Κι άλλοι καλλιτέχνες, από άλλα πεδία, συνδέθηκαν με ακαδημαϊκούς της Σχολής, εκφράζοντας με τον καλύτερο τρόπο τα αποτελέσματα του ερευνητικού μας έργου. Σκεφτείτε ζωγράφους που ανασύστησαν στους πίνακές τους αρχαία ερείπια, χρησιμοποιώντας την έρευνα των αρχιτεκτόνων. Εύχομαι αυτό να συνεχίσει να συμβαίνει και στο μέλλον.

ΙΝFO → Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη Γαλλική Σχολή Αθηνών, μπορείτε να επισκεφθείτε το efa.gr, ενώ για το διεθνές ερευνητικό πρόγραμμα ANCHISE τον ιστότοπο anchise.eu. Η έκθεση Δήλος 150 είναι ελεύθερα προσβάσιμη για το κοινό από την κεντρική είσοδο της σχολής (Διδότου 6), Δευτέρα έως Παρασκευή, 12.00-17.00, έως τις 6 Νοεμβρίου. 

Η ταυτότητα του ANCHISE

Το ANCHISE είναι ένα τριετές διεθνές ερευνητικό πρόγραμμα που ξεκίνησε τους κύκλους εργασιών του φέτος και θα ολοκληρωθεί το 2026. Το αρκτικόλεξο προέκυψε από την περιγραφή του στα αγγλικά (Applying New solutions for Cultural Heritage protection by Innovative, Scientific, social and economic Engagement). Σε αυτό συμμετέχουν 15 οργανισμοί από 7 χώρες, με καθέναν τους, ανάλογα με το αντικείμενό του, να συμβάλλει σε μία ή περισσότερες όψεις του προγράμματος. Από την Ελλάδα συμμετέχει η Γαλλική Σχολή Αθηνών –με τη Βερονίκ Σανκόφσκι να έχει επωμιστεί τον συντονισμό του προγράμματος– και το ΕΠΙΣΕΥ (Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Συστημάτων Επικοινωνιών & Υπολογιστών). Στη Γαλλία έχουν την έδρα τους η startup Iconem, που ειδικεύεται στην τρισδιάστατη ψηφιοποίηση μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς, η διεπιστημονική ομάδα εργασίας PARCS (Protection Avancée contre le Recel – Προηγμένη Προστασία Ενάντια στην Κλεπταποδοχή), η Ανώτατη Εθνική Σχολή της Γαλλικής Αστυνομίας, το Πανεπιστήμιο της Λυών, το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας (CNRS), το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM) και το Πανεπιστήμιο του Πουατιέ. Στην Πορτογαλία βρίσκεται το Ινστιτούτο Μηχανικών Συστημάτων και Υπολογιστών (INOV), στη Γερμανία η Εταιρεία Φράουνχοφερ για την Προώθηση της Εφαρμοσμένης Έρευνας, στην Ιταλία το Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας (EUI), στο Βέλγιο ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός MICHAEL Culture Association (Multilingual Inventory of Cultural Heritage in Europe – Πολυγλωσσικός Κατάλογος της Πολιτιστικής Κληρονομιάς στην Ευρώπη). Τέλος, δύο οργανισμοί έχουν τη βάση τους στην Κύπρο: το Ινστιτούτο Κύπρου και το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή